Γιάννης Μακρυγιάννης, Απομνημονεύματα

3gr

Γιάννης Μακρυγιάννης – Απομνημονεύματα

      Τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη δεν είναι ένα συγγραφικό κείμενο με την καθιερωμένη έννοια. Πρόκειται για τις ενθυμίσεις του ίδιου από την επανάσταση του 1821, και σύμφωνα με τον ίδιο αποκαλύπτουν όλη την αλήθεια για τον αγώνα.

  • Λίγα λόγια για τον συγγραφέα

Ο Γιάννης Μακρυγιάννης γεννήθηκε στις 29 Οκτωβρίου του 1797 στον οικισμό Αβορίτη του Kροκυλείου, το οικογενειακό του όνομα ήταν Τριανταφύλλου. Σε ηλικία τεσσάρων ετών, μετά από επιδρομή των Τούρκων, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον Αβορίτη μαζί με την μητέρα του Βασιλική και τα αδέρφια του και να εγκατασταθεί στη Λειβαδιά. Το 1811, η οικογένειά του τον έστειλε πίσω στη Φωκίδα στην υπηρεσία του συγγενή Παναγιώτη Λιδωρίκη, ο οποίος ήταν χωροφύλακας στη Δεσφίνα.  Αργότερα, εστάλη στον αδερφό του Παναγιώτη, Θανάση Λιδωρίκη, στην Άρτα. Εκεί, άρχισε από το 1817 ν” ασχολείται με το εμπόριο.

Το 1820 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Από την Άρτα έφυγε στις 13 Μαρτίου 1821 και με ενδιάμεσο σταθμό το Μεσολόγγι έφτασε στην Πάτρα με σκοπό να πραγματοποιήσει εμπορικό ταξίδι αλλά κυρίως να πληροφορηθεί την όλη κατάσταση στην περιοχή για λογαριασμό των Φιλικών της Άρτας. Ο Μακρυγιάννης θεωρείται επίσης πως λειτουργούσε ως «Πρώτος επίσημος έλληνας κατάσκοπος της Επαναστάσεως». Στην Πάτρα έγινε αντιληπτός από τις τουρκικές αρχές και κινώντας υποψίες, βρίσκει προσωρινό καταφύγιο στο ρωσικό προξενείο και μετά από ανθρωποκυνηγητό διαφεύγει με ένα πλοιάριο.  Επιστρέφοντας όμως στην Άρτα, συλλαμβάνεται, φυλακίζεται και βασανίζεται από τους Τούρκους. Τελικά με τη βοήθεια του Ισμαήλ μπέη από την Κόνιτσα, απελευθερώθηκε. Τον Αύγουστο του 1821 με 18 άντρες από την Άρτα, και σε συνεργασία με το ένοπλο σώμα του Γώγου Μπακόλα, πήρε μέρος στη μάχη του Σταυρού στα Τζουμέρκα . Συμμετείχε στη μάχη του Πέτα (1821), και στην πολιορκία της Άρτας και την εκπόρθησή της. Επέλεξε να μείνει στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα κυρίως επειδή εντάχθηκε στα τοπικά δίκτυα προυχόντων και ενόπλων που στήριζαν τον Οδυσσέα Ανδρούτσο. Με τον τελευταίο πολέμησε στην κατάληψη της Αθήνας. Το 1823 συνεργαζόμενος με το σώμα του Νικηταρά συμμετείχε σε μια σειρά στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Στερεά Ελλάδα.

Τον Απρίλιο του 1828 ο Μακρυγιάννης διορίστηκε από την κυβέρνηση του Καποδίστρια Γενικός Αρχηγός της Εκτελεστικής δύναμης της Πελοποννήσου και της Σπάρτης. Εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Άργος. Εκεί έμεινε από το 1829 έως το 1832, όταν λόγω του εμφυλίου μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια μετακόμισε στο Ναύπλιο. Το 1829 ξεκινά τη συγγραφή των Απομνημονευμάτων του. Ο διορισμός του όμως εκεί δυσαρέστησε τους Πελοποννήσιους, καθώς υπήρχε η φήμη πως ήταν εχθρικός προς τον Κολοκοτρώνη και τους άλλους Πελοποννήσιους οπλαρχηγούς. Απομακρύνεται από την θέση του, έπειτα από διαταγή του Καποδίστρια. Έτσι, τον Μάιο του 1830 αντικαθίσταται από τον Νικηταρά στη θέση του αρχηγού της εκτελεστικής δύναμης.

Με την άφιξη του Όθωνα, ο Μακρυγιάννης επιθυμεί να εκφράσει την νομιμοφροσύνη του στον νέο ηγεμόνα υποβάλλοντας μάλιστα υπομνήματα για την αποκατάσταση των αγωνιστών. Στα τέλη Μάρτη 1833 διορίστηκε ταγματάρχης στο πρώτο από τα δέκα τάγματα ακροβολιστών που συστήθηκαν. Πέθανε στις 27 Απριλίου του 1864 στην Αθήνα σε ηλικία 66 ετών.

  • Η επανάσταση του 1821

Η Ελληνική Επανάσταση ή Επανάσταση του 1821 ήταν η ένοπλη εξέγερση των Ελλήνων εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με σκοπό την απελευθέρωση του έθνους από τον οθωμανικό ζυγό και τη δημιουργία ανεξάρτητου εθνικού κράτους. Οι απαρχές του ελληνικού εθνικού κινήματος βρίσκονται στην ώριμη φάση του νεοελληνικού Διαφωτισμού, περί το 1800. Η επανάσταση οργανώθηκε από μία συνωμοτική οργάνωση που ιδρύθηκε το 1814, τη Φιλική Εταιρία. Την άνοιξη του 1821 οι Φιλικοί δημιούργησαν πολλές επαναστατικές εστίες από την Μολδοβλαχία μέχρι την Κρήτη. Οι περισσότερες από αυτές έσβησαν σε σύντομο χρονικό διάστημα, όμως οι επαναστάτες κατάφεραν να υπερισχύσουν στην Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα και σε πολλά νησιά του Αιγαίου και να κατανικήσουν τις στρατιές που έστειλε εναντίον τους ο Σουλτάνος τα δύο επόμενα χρόνια. Οι οθωμανικές δυνάμεις με τη συνδρομή του Ιμπραήμ πασά κατάφεραν να περιορίσουν σημαντικά την επανάσταση, αλλά η πτώση του Μεσολογγίου το 1826 σε συνδυασμό με την ήττα του Ιμπραήμ στη Μάνη και το κίνημα του Φιλελληνισμού, συνέβαλαν στη μεταβολή της διπλωματικής στάσης των ευρωπαϊκών μεγάλων δυνάμεων, που είχαν αντιμετωπίσει με δυσαρέσκεια το ξέσπασμα της επανάστασης. Η διπλωματική ανάμιξη της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας και η ένοπλη παρέμβασή τους με τη ναυμαχία του Ναυαρίνου και το ρωσοτουρκικό πόλεμο
συνέβαλαν στην επιτυχή έκβαση του αγώνα των Ελλήνων, αναγκάζοντας την Πύλη να αποδεχθεί την ήττα της. Μετά από μια σειρά διεθνών συνθηκών από το 1827 και εξής, η ελληνική ανεξαρτησία αναγνωρίστηκε το 1830 και τα σύνορα του νέου κράτους
οριστικοποιήθηκαν το 1832.Το σύνθημα της επανάστασης, «Ελευθερία ή Θάνατος», έγινε το εθνικό σύνθημα της Ελλάδας και από το 1838 η 25η Μαρτίου, επέτειος εορτασμού της έναρξής της επανάστασης, καθιερώθηκε ως ημέρα εθνικής εορτής και αργίας.

  • Η ιστορική περίοδος του συγγραφέα

Ο Μακρυγιάννης, έχοντας προηγουμένως πολεμήσει στο πλάι διάφορων οπλαρχηγών κατά τη διάρκεια του επαναστατικού αγώνα κατά της κυριαρχίας των Οθωμανών, βρίσκεται ξαφνικά σε ένα ελληνικό κράτος που προκύπτει αμέσως μετά τον εμφύλιο πόλεμο που βασάνιζε επί τρία χρόνια τον ελληνικό πλέον λαό. Ως αρχηγός του νέου κράτους καλείται να αναλάβει ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο οποίος έως τότε εκτελούσε χρέη υπουργού εσωτερικών στο πλάι του Τσάρου της Ρωσίας. Ο Καποδίστριας δέχεται να αναλάβει τα καθήκοντα, και καταφθάνει σε μια διαλυμένη από την επανάσταση Ελλάδα, την οποία έχει ήδη αναλάβει να ξαναχτίσει από την αρχή.

Η Ελλάδα του Καποδίστρια είχε μόλις βγει από έναν εθνικοαπελευθερωτικό πόλεμο και ήταν κατά ένα μεγάλο μέρος κατεστραμμένη. Ο Καποδίστριας έκοψε Ελληνικό νόμισμα, τον φοίνικα, ίδρυσε σχολεία και ορφανοτροφεία και γενικώς προσπάθησε να βοηθήσει στην ανάπτυξη της οικονομίας και της παιδείας. Παρόλα αυτά οι μέθοδοι που χρησιμοποίησε δυσαρέστησαν τους πλούσιους τσιφλικάδες και γαιοκτήμονες, με αποτέλεσμα την δολοφονία του από τους αδερφούς Μαυρομιχάλη την ώρα που πήγαινε στην εκκλησία στις 27 Σεπτεμβρίου του 1831. Στα χρόνια της διακυβέρνησης του Ιωάννη Καποδίστρια λειτούργησε το εκπαιδευτικό σύστημα των αλληλοδιδακτικών σχολείων δηλαδή στα σχολεία λόγω του μικρού αριθμού δασκάλων οι καλοί μαθητές των μεγαλύτερων τάξεων βοηθούσαν τους μικρότερους κάνοντάς τους μάθημα. Ιδρύθηκε επίσης και η Εθνική Τράπεζα με έδρα το Ναύπλιο. Σημαντικό άνοιγμα έκανε ο Καποδίστριας και στην εξωτερική πολιτική καταφέρνοντας την είσοδο νέων προϊόντων στην χώρα όπως οι πατάτες.

Ο Όθων με την συμφωνία των μεγάλων δυνάμεων στη συνθήκη του Λονδίνου το 1832 η Ελλάδα απέκτησε μοναρχία και ονομάστηκε Βασίλειον της Ελλάδος. Ο Βαυαρός πρίγκιπας Όθων επελέγη ως πρώτος βασιλιάς και έφτασε στην Ελλάδα το 1833 σε ηλικία δεκαεπτά χρονών. Μέχρι την ενηλικίωση του σχηματίστηκε επιτροπή αντιβασιλείας από Βαυαρούς. Η περίοδος της αντιβασιλείας, που κράτησε μέχρι το 1835, ήταν σκληρή και προκάλεσε εξεγέρσεις. Η βασιλεία του Όθωνα περιελάμβανε την εγκατάσταση μιας ευρείας ποικιλίας Δυτικών θεσμών, πολλοί εκ των οποίων ήταν αταίριαστοι στην ελληνική κοινωνία και στην πολιτική παράδοση. Ο Όθων βασίλευσε αυταρχικά και προκάλεσε δυσαρέσκεια η οποία οδήγησε σε επανάσταση με αίτημα την ψήφιση συντάγματος. Με πρωτεργάτες το Μακρυγιάννη και τον Καλλέργη ο λαός ξεσηκώθηκε και απαίτησε σύνταγμα στις 3 Σεπτεμβρίου του 1843. Ο Όθων αναγκάστηκε να δεχθεί και έτσι έληξε η περίοδος της απόλυτης μοναρχίας. Ο Όθωνας όμως παραβίαζε το Σύνταγμα με αποτέλεσμα το 1862 η δυσαρέσκεια να καταλήξει σε επανάσταση που εκδίωξε τον Όθωνα.

  • Η λογοτεχνική περίοδος του συγγραφέα

Όταν στα αγγλοκρατούμενα Επτάνησα η ποίηση φτάνει σε θαυμάσια επιτεύγματα με το Σολωμό, στην ηπειρωτική Ελλάδα το πρώτο νεοελληνικό κράτος αγωνίζεται να συγκροτηθεί διοικητικά, οικονομικά και πνευματικά. Στην πρώτη του πρωτεύουσα, το Ναύπλιο, και από το 1833 στην Αθήνα, δημιουργείται μια έντονη λογοτεχνική κίνηση, στην οποία παίζουν το σημαντικότερο ρόλο οι Έλληνες λόγιοι που κατέβηκαν στην Ελλάδα από την Κωνσταντινούπολη και τις παραδουνάβιες Ηγεμονίες, γνωστοί ως Φαναριώτες.

Οι Φαναριώτες, οι οποίοι είχαν γαλλική παιδεία, εισήγαγαν τον ρομαντισμό. Ο ρομαντισμός ήταν ένα ευρύτερο πνευματικό φαινόμενο που κυριάρχησε στην Ευρώπη το 19ο αι. Χαρακτηρίζεται κυρίως από τη στροφή προς την αδέσμευτη φαντασία και το συναίσθημα, καθώς και από την επιστροφή στη φύση και στο παρελθόν. Στην Ελλάδα ο ρομαντισμός βρήκε πρόσφορο έδαφος, καθώς η μίζερη πραγματικότητα του μικρού κρατιδίου με τα πολλά κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά προβλήματα, ευνοούσε τη φυγή στους χώρους της φαντασίας.

Φαναριώτης ήταν και ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής, αξιόλογη προσωπικότητα με ποικίλη δράση, πολιτική, επιστημονική και λογοτεχνική. Ξεκινάει κι αυτός από το ρομαντισμό και τη δημοτική, αλλά στρέφεται προς την αρχαΐζουσα και το νεοκλασικισμό και γράφει ποιήματα που διακρίνονται για την κομψότητα του ύφους. Το πιο χαρακτηριστικό του ποίημα είναι ο Διονύσου πλους.

Ενώ η ποίηση κινήθηκε αυστηρά μέσα στο κλίμα του ρομαντισμού και παρουσίασε πλήθος από έργα, δε βλέπουμε να συμβαίνει το ίδιο και με την πεζογραφία. Αν εξαιρέσουμε τα ιστορικά μυθιστορήματα, που το περιεχόμενο τους ταίριαζε στο ρομαντικό κλίμα, τα έργα που ξεχωρίζουν από την άλλη πεζογραφική παραγωγή της εποχής δεν παρουσιάζουν ρομαντικά γνωρίσματα. Μακριά από το κλίμα του ρομαντισμού κινείται και η θεατρική παραγωγή της εποχής, που είναι πολύ ισχνή.

  • Τι είναι τα απομνημονεύματα

Με τον όρο «απομνημονεύματα» χαρακτηρίζουμε συνήθως την από μνήμης γραπτή έκθεση ή αφήγηση γεγονότων, που ο συγγραφέας τα έζησε από πολύ κοντά, ως αυτόπτης μάρτυρας, ή πήρε κι ο ίδιος μέρος σε αυτά. Με άλλα λόγια, τα απομνημονεύματα είναι ένα κείμενο στο οποίο ο συγγραφέας αφηγείται ένα μέρος από την ιστορία της ζωής του. Διαφέρουν, όμως, από την αυτοβιογραφία γιατί στα απομνημονεύματα ο συγγραφέας-πρωταγωνιστής δεν αφηγείται ολόκληρη τη ζωή του αλλά μόνο το κομμάτι εκείνο που συνδέεται με τη συμμετοχή του σε σημαντικά γεγονότα της εποχής του. Κι αυτό, επειδή έχει συνείδηση ότι στάθηκε μάρτυρας ή και συντελεστής σε ένα μεγάλο γεγονός και, συνεπώς, νιώθει την ανάγκη να πει κάτι για τους μεταγενέστερους, ενώ ενδεχομένως ενδιαφέρεται και για την υστεροφημία του. Στις περισσότερες περιπτώσεις, τα απομνημονεύματα αναφέρονται σε σημαντικά πολιτικά ή στρατιωτικά γεγονότα και πρόσωπα. Φυσικά, αφού είναι γραμμένα από άνθρωπο που έζησε τα συγκεκριμένα γεγονότα, έχουν ένα χαρακτήρα και ένα ύφος καθαρά προσωπικό και υποκειμενικό. Για το λόγο αυτό, παρ΄όλο που συγγενεύουν με την ιστορία, δεν μπορούν να θεωρηθούν ιστορικά κείμενα. Έχουν όμως, αδιαμφισβήτητη ιστορική αξία και πολύ συχνά χρησιμοποιούνται ως ιστορική πηγή, αν και με πολλές επιφυλάξεις.

  • Το έργο του συγγραφέα

Ο Μακρυγιάννης κληροδότησε στις νεότερες γενιές ένα αθάνατο μνημείο ύφους, ήθους, λόγου και περιεχομένου, τα Απομνημονεύματά του. Έμαθε γράμματα σε μεγάλη ηλικία για να καταθέσει την προσωπική του μαρτυρία, στην οποία παρουσιάζει την άποψή του για τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας, την Εμφύλια σύγκρουση, τα κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα της ελεύθερης Ελλάδας.

Τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη είναι ένα είδος προφορικής αυτοβιογραφίας που συνέταξε ο στρατηγός και ήρωας της Ελληνικής Επανάστασης Ιωάννης Μακρυγιάννης. Αποτυπώνει τις σκέψεις για τη δράση του και είναι ένα από τα πρώτα δείγματα του είδους. Ο Μακρυγιάννης άρχισε να γράφει τα Απομνημονεύματά του στο Άργος, όταν υπηρετούσε την Κυβέρνηση Καποδίστρια ως αρχηγός της εκτελεστικής δυνάμεως Πελοποννήσου, και συγκεκριμένα από τις 26 Φεβρουαρίου 1829. Όπως αναφέρεται σε μεταγενέστερο πρόλογό τους, που τον έγραψε κατά το 1850, όταν δηλαδή αφού ξαναδιάβασε το έργο αντικατέστησε τα τρία πρώτα φύλλα του, που είχαν σαπίσει από την υγρασία, με άλλα όμοια, κατά την ουσία, αλλά όχι κατά γράμμα. Το έργο που ξεκίνησε στο Άργος το συνέχισε στο Ναύπλιο και κυρίως στην Αθήνα.

Το ιδιαίτερο στοιχείο όμως των Απομνημονευμάτων, πέρα από την ιστορική τους αξία ως μαρτυρίας, είναι η ξεχωριστή τους γλώσσα. Πρόκειται για γλώσσα παραστατική, ζωντανή, ανορθόγραφη και γεμάτη πάθος, που στα χέρια του Μακρυγιάννη γίνεται εργαλείο για να καταγράψει γεγονότα, εκτιμήσεις και απόψεις, για να καταθέσει την εμπειρία ολόκληρης της ζωής του. Για το ύφος επισημαίνεται η προφορικότητα, η βιωματική παρουσίαση και η έντονα συναισθηματική φόρτιση, ο προσωπικός σχολιασμός, η αμεσότητα του λόγου με την κοφτή, ασύνδετη παρατακτική δομή του, με την αποφθεγματική λιτή και πυκνή διατύπωσή του, η άτακτη εναλλαγή χρόνων, η ευρεία χρήση του διαλόγου στην αφήγηση. Μπορεί έτσι εύκολα να καταλάβει κανείς, πως ο συγγραφέας δεν είχε ιδιαίτερη μόρφωση και παιδεία.

Η αποκατάσταση και δημοσίευση (1907) των Απομνημονευμάτων  οφείλεται στο Γιάννη Βλαχογιάννη που με εξαιρετική φροντίδα επιμελήθηκε και εξέδωσε το έργο του στρατηγού Μακρυγιάννη .Το έργο στην αρχή πέρασε σχεδόν απαρατήρητο. Εκτός από τον Παλαμά κανείς σχεδόν δεν αντιλήφθηκε τη σημασία του. Έπρεπε να περάσουν πολλά χρόνια για ν’ ασχοληθούν μαζί του λογοτέχνες και κριτικοί. Τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, αποτελούν το κορυφαίο παράδειγμα της πεζογραφίας του Αγώνα.

Ο Μακρυγιάννης αποτυπώνοντας το βίο του πάνω στο χαρτί ξεδιπλώνει ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής του ελληνισμού, ωστόσο η ιστορία του είναι κάτι περισσότερο από μια ιστορία γεγονότων. Είναι μια ιστορία των συναισθημάτων του λαού. Επίσης είναι αξιοσημείωτο το πώς αυτός ο αγράμματος και ταπεινός για την αμάθεια του, μέσα από αυτό το απελέκητο γράψιμο αναδεικνύει μια σπάνια καλλιέργεια και ευαισθησία, πως πέρα από την καταγραφή σημαντικών ιστορικών γεγονότων, την κριτική που ασκεί, τον αντίλογο στο ψεύδος και την υποκρισία, τη δίψα για δικαιοσύνη, μας προσφέρει ένα μεγάλο μάθημα εθνικής αυτογνωσίας.

 

Σχολιάστε

Top