ΜΕ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΠΑΘΙ. Ο ΑΓΩΝΑΣ ΤΟΥ ΚΛΗΡΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

του Πάρη Ρέρρα

Κατά την Ελληνική Επανάσταση, ο κλήρος στάθηκε με δύναμη δίπλα στον αγωνιζόμενο λαό, όχι μόνο με την ψυχική βοήθεια και εμψύχωση που προσέφερε, αλλά και τη, θυσία στα πεδία των μαχών. Όπως γράφει και ο Μακρυγιάννης στα Απομνημονεύματα: ¨Και βρίζουν οι πουλημένοι εις τους ξένους και τους παπάδες μας, τους ζυγίζουν άναντρους και απόλεμους.Εμείς τους παπάδες τους είχαμε μαζί εις κάθε μετερίζι, εις κάθε πόνον και δυστυχίαν. Όχι μόνον δια να βλογάνε τα όπλα τα ιερά, αλλά και αυτοί με ντουφέκι και γιαταγάνι, πολεμώντας σαν λεοντάρια .. Εμείς, με σκιάν μας τον Τίμιον Σταυρόν, επολεμήσαμεν ολούθε, σε κάστρα, σε ντερβένια, σε μπογάζια και σε ταμπούργια. Και αυτός ο Σταυρός μας έσωσε. Μας έδωσε την νίκη και έχασε (οδήγησε σε ήττα) τον άπιστον Τούρκον¨.

ΙΕΡΕΙΣ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΦΙΛΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ
Οι ιερείς ήταν εκείνοι στους οποίους απευθύνθηκε η νεοσύστατη Φιλική Εταιρεία από την Οδησσό της Ρωσίας για να ανάψει στις καρδιές των Ελλήνων την φλόγα της επανάστασης. Η αναφορά στη θρησκεία, συνεκτικό δεσμό και στήριγμα του υπόδουλου ελληνισμού όλη την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας, διατρέχει όλα τα προεπαναστατικά κείμενα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Όρκος των Φιλικών που δινόταν κατά την είσοδο του νέου μέλους. Ο όρκος αρχίζει και τελειώνει με αναφορά στο θείο, στην υπεράνω και ανώτατη δύναμη, στην οποία στρέφονται οι Φιλικοί για στήριξη στο μεγαλόπνοο σχέδιό τους :«Ορκίζομαι ενώπιον του αληθινού θεού οικειοθελώς….Ορκίζομαι να προσέχω πάντοτε εις την διαγωγήν μου, να είμαι ενάρετος. Να ευλαβώμαι την θρησκείαν μου, χωρίς να καταφρονώ τας ξένας…Ορκίζομαι τέλος πάντων εις το όνομα (Πατρός, Υιού και Αγίου Πνεύματος) του Υπέρτατου Όντος του ενός και μόνου αληθινού θεού, ότι υποφέρων τα πλέον σκληρά βάσανα και με θυσίαν της ιδίας μου ζωής…Η θεία δικαιοσύνη ας εξαντλήση επάνω εις τη κεφαλήν μου όλους τους κεραυνούς της…».
Ο αριθμός των μελών της Φιλικής Εταιρείας αυξανόταν ενώ όλο και περισσότεροι ιερωμένοι γινόντουσαν μέλη της.
Παρατίθεται λίστα με τους Αρχιερείς της Εταιρείας :
• Α΄ Ἀρχιερεῖςτῆς Πελοποννήσου μέλη τῆςΦιλικῆςἙταιρείας.
1) Μονεμβασίας Χρύσανθος, 2) Χριστιανουπόλεως Γερμανός, 3) Ναυπλίου καὶἌργους Γρηγόριος, 4) Δημητσάνης Φιλόθεος, 5) Ὠλένης Φιλάρετος,6) Μεθώνης, ΝαυαρίνουκαὶΝεοκάστρου Γρηγόριος, 7) Ρέοντος καὶΠραστοῦ Διονύσιος, 8) Βρεσθένης Θεοδώρητος, 9) ἝλουςἌνθιμος,10) ἈνδρούσηςἸωσήφ, 11) Π. Πατρῶν Γερμανός, 12) Τριπολιτσᾶς Δανιήλ,13) Κορίνθου Ζαχαρίας, 14) Κερνίτσης Προκόπιος, 15) Μαΐνης Νεόφυτος,16) ΜαΐνηςἸωσήφ, 17) Ζαρνάτας Γαβριήλ, 18) Ἀνδρουβίτσας Θεόκλητος,19) ΠλάτζηςἹερεμίας, 20) Καρυουπόλεως Κύριλλος, 21) Μηλέας Ἰωσήφ,22) ΜαλτσίνηςἸωακεὶμ ἡ Ἱερώνυμος, 23) Χαριουπόλεως Βησσαρίων

• Β΄ ἈρχιερεῖςτῆςΣτερεᾶςἙλλάδος μέλη τῆςΦιλικῆςἙταιρείας.
1) Ἀθηνῶν Διονύσιος, 2) ἌρτηςκαὶΝαυπάκτουΠορφύριος, 3) Σαλώνων Ἠσαΐας, 4) Ταλαντίου Νεόφυτος, 5) ΛιτζᾶςκαὶἈγράφωνΔοσίθεος,
6) Ρωγῶν Μακάριος, 7) ΡωγῶνἸωσήφ, 8) ΛοιδωρικίουἸωαννίκιος,
9) Μενδενίτσης Γρηγόριος

• Γ΄ Ἀρχιερεῖς νήσων Αἰγαίου Πελάγους μέλη τῆςΦιλικῆςἙταιρείας.
1) Καρύστου Νεόφυτος, 2) ΠαροναξίαςἹερόθεος, 3) Χίου Πλάτων, 4) Ρόδου Ἀγάπιος, 5) Σαντορίνης Ζαχαρίας, 6) Κέας Νικόδημος, 7) Τήνου Γαβριὴλ
8) Μυτιλήνης Καλλίνικος

• Δ΄ Ἀρχιερεῖςτῆς Κρήτης μέλη τῆςΦιλικῆςἙταιρείας.
1) Κρήτης (Ἡρακλείου) Γεράσιμος, 2) Κνωσοῦ Νεόφυτος, 3) Χερσονήσου Ἰωακείμ, 4) ΑὐλοποτάμουΠαρθένιος, 5) Ἀρκαδίας Νεόφυτος, 6) Κυδωνίας Καλλίνικος, 7) Λάμπης καὶΣφακίωνἹερόθεος, 8) Πέτρας Ἰωακείμ,9) Σητείας Ζαχαρίας, 10) Ἱερᾶς Ἀρτέμιος,11) Κισσάμου (Χανίων) Μελχισεδέκ, 12) Διουπόλεως (τιτουλ. ἐπίσκοπος) Καλλίνικος

• Ε΄ Ἀρχιερεῖςτῆς Κύπρου μέλη τῆςΦιλικῆςἙταιρείας.
1) Κύπρου Κυπριανός, 2) Πάφου Χρύσανθος, 3) Κιτίου Μελέτιος 4) Κυρηνείας Λαυρέντιος

• ΣΤ΄ ἈρχιερεῖςτῆςἙπτανήσου μέλη τῆςΦιλικῆςἙταιρείας.
Ζακύνθου Ἀγαθάγγελος

• Ζ΄ Ἀρχιερεῖςτῆς Θεσσαλίας μέλη τῆςΦιλικῆςἙταιρείας.
1) Λαρίσης Πολύκαρπος, 2) ΣταγῶνἈμβρόσιος, 3) Φαναρίουκαὶ Φαρσάλων Δαμασκηνὸς

• Η΄ Ἀρχιερεῖςτῆς Μακεδονίας μέλη τῆςΦιλικῆςἙταιρείας.
1) Σερρῶν Χρύσανθος, 2) Κοζάνης Βενιαμίν, 3) ἹερισσοῦκαὶἉγ. ὌρουςἸγνάτιος, 4) ἈρδαμερίουἸγνάτιος, 5) ΓρεβενῶνἌνθιμος6) ΕἰρηνουπόλεωςκαὶΒατοπεδίου (τιτουλ.) Γρηγόριος

• Θ΄ Ἀρχιερεῖςτῆς Θράκης μέλη τῆςΦιλικῆςἙταιρείας.
1) Δέρκων Γρηγόριος, 2) ἈγχιάλουΕὐγένιος, 3) Ἀδριανουπόλεως Δωρόθεος, 4) Βάρνης Ζαχαρίας, 5) Βιζύης Ἰωάσαφ, 6) Μαρωνείας Κωνστάντιος, 7) ΣιατίστηςκαὶΣισανίουἸωαννίκιος, 7) Μεσημβρίας Ἰωσήφ, 8) ΣωζοαγαθουπόλεωςΠαΐσιος, 9) ΦιλιππουπόλεωςΠαίσιος

• I΄ ἈρχιερεῖςΠαραδουναβίωνχωρῶν μέλη τῆςΦιλικῆςἙταιρείας.
1) ΟὐγγροβλαχίαςἸγνάτιος, 2) Μολδοβλαχίας Βενιαμὶν

• ΙΑ΄ Ἀρχιερεῖς Μ. Ἀσίας μέλη τῆςΦιλικῆςἙταιρείας.
Ἐφέσου Διονύσιος

• ΙΒ΄ Ἀρχιερεῖς Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας μέλη τῆςΦιλικῆςἙταιρείας.
Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Θεόφιλος

• ΙΓ΄ Ἀρχιερεῖς Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων μέλη τῆςΦιλικῆςἙταιρείας.
Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Πολύκαρπος
Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ ΟΔΗΓΕΙ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ
Στις 24 Φεβρουαρίου 1821, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης κυκλοφορεί στο Ιάσιο την επαναστατική προκήρυξη με τίτλο «Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος» από την οποία δεν λείπει η αναφορά στο θεό και τα σύμβολα της Πίστης, κάνοντας κατανοητό προς τον λαό ότι ο θεός είναι με το μέρος των Ελλήνων: «Η θεία πρόνοια, ω φίλοι Συμπατριώται, ευσπλαγχνισθείσα πλέον τας δυστυχίας μας ηυδόκησεν ούτω τα πράγματα, ώστε με μικρόν κόπονθέλομεναπολαύση με την ελευθερίαν πάσαν ευδαιμονίαν… λέγω τον Σταυρόν, και ούτω να εκδικήσωμεν την Πατρίδα, και την Ορθόδοξον ημών Πίστιν από την ασεβή των ασεβών Καταφρόνησιν. Με την Ένωσιν, ω Συμπολίται, με το προς την ιεράνΘρησκείαν Σέβας».
Σύμφωνα με την παράδοση, η αρχή της επανάστασης στον Πελοποννησιακό χώρο έγινε με την ύψωση του λαβάρου, μίας κουρτίνας της μεγάλης πύλης του ιερού της Αγίας Λαύρας με την παράσταση της Κοιμήσεως Της Θεοτόκου, και την ευλόγηση των όπλων. Παρότι το λάβαρο υπάρχει, κάτι τέτοιο δεν έγινε ποτέ. Η 25η Μαρτίου είχε πράγματι επιλεχθεί ως η ημέρα της ενάρξεως, λίγες μέρες πριν από το συμβούλιο των προεστών στην Βοστίτσα . Οι Οθωμανοί είχαν συλλάβει 16 πρόκριτους, 6 αρχιερείς και 18 συνοδοί τους, από τη Νότια Πελοπόννησο. Όλοι, πλην ελαχίστων, βρήκαν τραγικό θάνατο. Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός είχε φτάσει στα Καλάβρυτα από την Πάτρα, με την πρόφαση ότι ήταν άρρωστος. Στις 13 με 14 Μαρτίου, οι πρόκριτοι έφτασαν στην Αγία Λαύρα όπου τους περίμενε, σύμφωνα με το σχέδιο τους ο ΠΠΓ. Τότε κηρύχθηκε ο Αγώνας για την Ελευθερία.
eylogeiΗ έναρξη της επανάστασης απεικονίστηκε στον σπουδαίο πίνακα του Θεόδωρου Βρυζάκη «Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ευλογεί τη σημαία της Επανάστασης» (1865) συνεχίζοντας τον θρύλο που θέλει να ευλογούνται το λάβαρο της Επανάστασης και τα όπλα των οπλαρχηγών από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό στη μονή της Αγίας Λαύρας. Ο Βρυζάκης προσδίδει στην έναρξη της Επανάστασης μια μεταφυσική διάσταση, τονίζοντας με τον επιβλητικό ουρανό τη σύμπραξη του Θεού στον απελευθερωτικό Αγώνα. Ανεξάρτητα από την ακρίβεια και την αλήθεια των ιστορικών γεγονότων, η σκηνή εκφράζει τη σύνδεση της Επανάστασης με τη Θρησκεία σε αυτή τη σκηνή οπού συναντιούνται η κατάνυξη με τον επαναστατικό ενθουσιασμό.

ΙΕΡΕΙΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Στις 10 Απριλίου 1821, οι Οθωμανοί απαγχονίζουν τον Οικουμενικό Πατριάρχη Γρηγόριο Ε’ στην κεντρική πύλη του Πατριαρχείου. adriantasΣτη συνέχεια περιφέρουν το νεκρό σώμα του στους δρόμους της Πόλης. Έπειτα μαχαιρώνουν το νεκρό σώμα του, και δένοντας μία πέτρα στον λαιμό, ρίχνουν τον Πατριάρχη στη θάλασσα. Στις 25 Μαρτίου 1872 έγιναν τα αποκαλυπτήρια του του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄, δεξιά της εισόδου του Πανεπιστημίου Αθηνών, έργο του Γεωργίου Φυτάλη, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα δίπλα στους ανδριάντες του Ρήγα, του Κοραή και του Καποδίστρια.

Ο Γεώργιος Αγγελόπουλος, όπως ήταν το κοσμικό του όνομα, γεννήθηκε το 1745 στη Δημητσάνα Αρκαδίας. Το 1767 μετέβη στη Σμύρνη, όπου ζούσε ο θείος του Μελέτιος και σπούδασε για πέντε χρόνια στην περίφημη Ευαγγελική Σχολή. Ακολουθώντας την κλίση του προς τον μοναχικό βίο, αποσύρθηκε στη μονή του Αγίου Διονυσίου στις Στροφάδες νήσους, όπου εκάρη μοναχός με το όνομα Γρηγόριος. Ακολούθως, φοίτησε στην περίφημη Πατμιάδα Σχολή, με καθηγητές τον Δανιήλ Κεραμέα και τον Βασίλειο Κουταληνό. Την Πρωτομαγιά του 1797 εκλέχθηκε ομοφώνως Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως αλλά τον επόμενο χρόνο αναγκάστηκε να παραιτηθεί, εξαιτίας των πιέσεων από τις Οθωμανικές αρχές και της ρήξης με μερίδα ιεραρχών του Πατριαρχείου. Μετά τον θάνατο του πατριάρχη Καλλίνικου Ε, ανέλαβε για δεύτερη φορά τον Οικουμενικό θρόνο στις 24 Σεπτεμβρίου του 1806, αλλά στις 10 Ιουλίου του 1808 παραιτήθηκε εκ νέου, μετά από απαίτηση του επικεφαλής των γενιτσάρων Μουσταφά Μπαϊρακτάρ, ο οποίος είχε επαναστατήσει κατά του Σουλτάνου. Στα μέσα του 1818 τον επισκέφθηκε ο οπλαρχηγός Ιωάννης Φαρμάκης, προκειμένου να τον ενημερώσει για την ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας, που είχε ως σκοπό την προετοιμασία της εξέγερσης των υπόδουλων Ελλήνων κατά του Οθωμανικού ζυγού. Σύμφωνα με τον Φαρμάκη, ο Γρηγόριος «έδειξενευθύς ζωηρώτατονενθουσιασμόν υπέρ του πνεύματος αυτής» και «ηυχήθη από καρδίας», για την επιτυχία του σκοπού της. Του συνέστησε, όμως, «να προσέξουν πολύ οι εταίροι μήπως βλάψουν αντί να ωφελήσουν την Ελλάδα», αρνήθηκε όμως να ενταχθεί στη Φιλική Εταιρεία, επειδή ως κληρικός δεν μπορούσε να δώσει τον όρκο του φιλικού. Ο ίδιος ήταν επιφυλακτικός έως αρνητικός στην έναρξη της Επανάστασης. Όταν σε μία συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ο Μητροπολίτης Δέρκων Γρηγόριος προέτρεψε τον Πατριάρχη να μεταβούν στην Πελοπόννησο για να τεθούν επικεφαλής της Επανάστασης, ο Γρηγόριος απάντησε: «Κι εγώ ως κεφαλή του Έθνους και υμείς ως Σύνοδος φείλομεν να αποθάνωμεν δια την κοινήνσωτηρίαν· ο θάνατος ημών θα δώση δικαίωμα εις την Χριστιανοσύνην να υπερασπίση το Έθνος εναντίον του τυράννου. Αλλ” αν υπάγωμενμεις να θαρρύνωμεν την Επανάστασιν, τότε θα δικαιώσωμεν τον Σουλτάνοναποφασίσαντα να εξολοθρεύση όλον το Έθνος».Στις 18 Δεκεμβρίου 1818 κλήθηκε για τρίτη φορά στον Οικουμενικό θρόνο. Η τρίτη πατριαρχία του συνδέθηκε με κρισιμότατες στιγμές του Ελληνισμού και μέχρι σήμερα διχάζουν του ιστορικούς κάποιες από τις αποφάσεις του αυτής της περιόδου. Γρήγορα κατέστη ύποπτος στην Υψηλή Πύλη, μετά την έκρηξη της Επανάστασης στη Μολδοβλαχία. Στις 23 Μαρτίου, κατόπιν πιέσεων του Σουλτάνου Μαχμούτ Β’, αφόρισε τους επαναστάτες, χωρίς να πτοήσει τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, που δεν φαίνεται να έδωσε σημασία στον αφορισμό.Οι Οθωμανικές αρχές αποφάσισαν την εξόντωσή του, με την ελπίδα ότι αυτή θα επιδρούσε αρνητικά στο ηθικό των εξεγερμένων Ρωμιών και θα ανέκοπτε την επαναστατική ορμή τους. Έτσι, στις 10 το πρωί της 10ης Απριλίου του 1821, ανήμερα της εορτής του Πάσχα, ο μέγας διερμηνέας της Υψηλής Πύλης, Σταυράκης Αριστάρχης, μετέβη στο Πατριαρχείο και ανέγνωσε ενώπιον μελών της Ιεράς Συνόδου το σουλτανικό φιρμάνι, με το οποίο ο Γρηγόριος επαύετο από το αξίωμά του «ως ανάξιος γενόμενος του πατριαρχικού θρόνου, αγνώμων προς την Υψηλήν Πύλην και άπιστος».

Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, κατά κόσμον Γεώργιος Κόζης,γεννήθηκε στη Δημητσάνα της Γορτυνίας στις 25 Μαρτίου 1771, την ημέρα της Μεγάλης ppgΠαρασκευής.Στις αρχές του 1797 μετέβη στη Σμύρνη κι έγινε διάκονος του συμπατριώτη του μητροπολίτη Γρηγορίου, του μετέπειτα εθνομάρτυρα πατριάρχη Γρηγορίου Ε’. Τον Μάρτιο του 1806 χειροτονήθηκε μητροπολίτης Παλαιών Πατρών (ως Νέαι Πάτραι λογιζόταν το Πατρατζίκι, σημερινή Υπάτη) και τον Μάιο του ίδιου χρόνου γύρισε στην Πελοπόννησο, όπου πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του. Στα προεπαναστατικά χρόνια ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για την παιδεία της πατρίδας του και κυρίως για τη σχολή της Δημητσάνας. Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Αντώνιο Πελοπίδα ,ενώ με τη σειρά του, ο Γερμανός μύησε στη Φιλική Εταιρεία αρκετούς μητροπολίτες, κληρικούς και οπλαρχηγούς. Στη μυστική συνέλευση της Βοστίτσας (26-30 Ιανουαρίου 1821) για την έναρξη της επανάστασης, ο Γερμανός διατύπωσε επιφυλάξεις για τη δυνατότητα άμεσης επαναστατικής δράσης και ήλθε σε ευθεία σύγκρουση με τον Παπαφλέσσα, που επιδίωκε την άμεση έναρξη του αγώνα. Στις 22 Μαρτίου 1821 βρέθηκε στην Πάτρα, όπου στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου ευλόγησε τα όπλα των αγωνιστών. Ο Γερμανός, μητροπολίτης Παλαιών Πατρών, πέθανε στις 30 Μαΐου 1826, στο Ναύπλιο, ύστερα από ολιγοήμερη λοιμώδη ασθένεια.
Ένας άλλος υψηλόβαθμος ιεράρχης του αγώνα ήταν ο Ιωσήφ Ανδρούσης. Ο κατά κόσμον Ιωάννης Καρώνης (ή Παπασπυρίδης) γεννήθηκε στην Τριπολιτσά (Τρίπολη) το 1770.Αφού περιεβλήθη το ιερατικό σχήμα, υπηρέτησε στη Σμύρνη υπό τον Γρηγόριο, τον μετέπειτα εθνομάρτυρα Γρηγόριο Ε’, και ως αρχιδιάκονος του επισκόπου Αμυκλών. Το 1806 χειροτονήθηκε επίσκοπος Ανδρούσης, σημαντικού κέντρου της Μεσσηνίας κατά την Τουρκοκρατία. Μολονότι δεν περιλαμβάνεται στους γνωστούς καταλόγους των Φιλικών, υπάρχουν ενδείξεις ότι μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία το 1819 ή το 1820 και ανέπτυξε σημαντική δραστηριότητα για την προετοιμασία του Αγώνα.Έλαβε μέρος στην Α” Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου και στις 15androyshs Ιανουαρίου 1822 ορίστηκε μινίστρος της Θρησκείας. Στο αξίωμα αυτό παρέμεινε έως τις 6 Οκτωβρίου 1824, ενώ παράλληλα, από τις 17 Απριλίου 1822 έως τις 2 Ιουνίου 1823, άσκησε και τα καθήκοντα του μινίστρου του Δικαίου. Στις 4 Ιουνίου 1822, ως μινίστρος της Θρησκείας, υπέγραψε τον αφορισμό του Οδυσσέα Ανδρούτσου. Στο κείμενο του αφορισμού, ο συνήθως μετριοπαθής και διαλλακτικός ιεράρχης καταφέρεται με δριμύτατες εκφράσεις στα «ανοσιουργήματα» του Ανδρούτσου και κυρίως στο φόνο «δύο καλών προμάχων της πατρίδος».Ο Ιωσήφ, πέθανε στις 13 Μαρτίου 1844, στο Νησίον, σε ηλικία 74 ετών.

Πέραν από τους ιερείς που βοήθησαν στην οργάνωση, υπήρχαν και αυτοί με την έμπρακτη βοήθεια στο πεδίο της μάχης. Ένας από αυτούς ήταν και ο Γρηγόριος Δίκαιος Φλέσσας ή Παπαφλέσσας ή Σειτάν Παπάς. Γεννήθηκε το 1786 ή το 1788 στην Πολιανή Μεσσηνίας. Περιγράφεται ως ζωηρός και εριστικός χαρακτήρας. Το 1818 κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη έπειτα από ρήξη που είχε με τον Τούρκο αγά της Ρεκίτσας για κάποια διαφιλονικούμενα κτήματα. Στην Κωνσταντινούπολη γνωρίστηκε με τον Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο, ο οποίος τον κατήχησε και τον μύησε στη Φιλική Εταιρεία στις 21 Ιουνίου του 1818 με το συνθηματικό όνομα Αρμόδιος. Την ίδια περίοδο έγινε αρχιμανδρίτης από τον πατριάρχη Γρηγόριο Ε’. Μετά την ένταξη του στην Φιλική Εταιρεία αφιερώθηκε ψυχή τε και σώματι στην προετοιμασία του αγώνα. Με ψέματα η αλήθειες και με την δύναμη της πειθούς ως μέγας ρήτορας, κατάφερε να υψώσει το ανάστημα των Ελλήνων, και δικαιολογημένα ονομάστηκε «μπουρλοτιέρης των ψυχών». Στις 23 Μαρτίου συμμετείχε με πολλούς Μοραΐτες papapκαπεταναίους στην απελευθέρωση της Καλαμάτας. Από εκείνη τη στιγμή, ο Παπαφλέσσας πετά το ράσσο, το οποίο δεν τίμησε ιδιαίτερα, και φορά τη στολή του πολεμιστή. Όπου περνά, ενθουσιάζει και ξεσηκώνει τους Έλληνες. Μόλις πάτησε το πόδι του ο Ιμπραήμ στο Μοριά το 1825, πρότεινε την αποφυλάκιση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και άλλων αντικυβερνητικών αγωνιστών, ενώ ο ίδιος όντας ακόμη Μινίστρος των Εσωτερικών και της Αστυνομίας ξεκίνησε για τη Μεσσηνία για να χτυπήσει τον εισβολέα. Ταμπουρώθηκε στο Μανιάκι, με την απόφαση να νικήσει ή να πέσει. Στις 20 Μαΐου δέχθηκε επίθεση από τις υπέρτερες δυνάμεις του εχθρού κι έπεσε ηρωικά μαχόμενος, ύστερα από οκτάωρη σκληρή μάχη.

Μία ακόμα εξέχουσα μορφή της επανάστασης ήταν ο Αθανάσιος Διάκος. O Αθανάσιος Γραμματικός γεννήθηκε το 1788 στην Άνω Μουσουνίτσα τηςderb Φωκίδας και κατ’ άλλους στη γειτονική Αρτοτίνα, απ’ όπου καταγόταν η μητέρα του. Στα δεκαέξι του χειροτονήθηκε διάκονος, αλλά γρήγορα εγκατέλειψε την καλογερική, όταν σκότωσε ένα Τούρκο αγά, επειδή, σύμφωνα με κάποια παράδοση, αυτός του έθιξε τον ανδρισμό του, θαμπωμένος από την ομορφιά του. Ο νεαρός Αθανάσιος εντάχθηκε ως πρωτοπαλίκαρο στο σώμα του οπλαρχηγού Γούλα Σκαλτσά, συνεχίζοντας την οικογενειακή παράδοση, καθώς ο παππούς και ο θείος του είχαν διατελέσει κλέφτες. Τότε έλαβε και το προσωνύμιο Διάκος, με το οποίο έγινε γνωστός και έμεινε στην ιστορία. Το 1814 πήγε στα Ιωάννινα και εντάχθηκε στη σωματοφυλακή του Αλή Πασά, της οποίας επικεφαλής ήταν ο Οδυσσέας Ανδρούτσος. Όταν ο Ανδρούτσος διορίστηκε αρχηγός στο αρματολίκι της Λιβαδειάς, ο Διάκος τον ακολούθησε. Μετά την αποχώρηση του Ανδρούτσου, ο Διάκος ανακηρύχθηκε καπετάνιος του καζά (θρησκευτικού λειτουργού) της πόλης τον Οκτώβριο του 1820, ενώ την ίδια περίοδο μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Συμμετείχε στην κήρυξη της επανάστασης στην Ανατολική Στερεά από την Μονή Οσίου Λουκά. Παράλληλα συμμετείχε στην φύλαξη όλων των διαβάσεων του Σπερχειού. Το πρωί της 23ης Απριλίου οι Τούρκοι επιτίθενται ταυτόχρονα σε όλο το εύρος του ελληνικού μετώπου. Ο Διάκος υπερασπίζεται με τους λιγοστούς άνδρες του το ξύλινο γεφύρι της Αλαμάνας. Μάχεται ηρωικά, τραυματίζεται και τελικά συλλαμβάνεται αιχμάλωτος. Ο επίλογος της μάχης της Αλαμάνας γράφεται την επόμενη ημέρα (24 Απριλίου). Ο τραυματισμένος Αθανάσιος Διάκος μεταφέρεται σιδηροδέσμιος στη Λαμία. Οι Οθωμανοί του προτείνουν να προσκυνήσει και να συνεργαστεί μαζί τους. Ο Διάκος υπερήφανα αρνείται: «Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θελ’ να πεθάνω» φέρεται να τους απάντησε. Ο ελληνικής καταγωγής Ομέρ Βρυώνης δεν θέλησε να τον σκοτώσει, αφού τον γνώριζε και εκτιμούσε τις ικανότητές του. Επέμενε, όμως, ο Χαλήλμπεης, σημαίνων Τούρκος της Λαμίας, ότι ο Διάκος θα έπρεπε να τιμωρηθεί παραδειγματικά, επειδή είχε σκοτώσει πολλούς Τούρκους. Η ποινή που του επιβλήθηκε ήταν θάνατος διά ανασκολοπισμού και εκτελέστηκε την ίδια μέρα. Προτού ξεψυχήσει ο Διάκος λέγεται ότι αναφώνησε το αυτοσχέδιο τετράστιχο:

Για ιδές καιρό που διάλεξε
ο χάρος να με πάρει
τώρα π” ανθίζουν τα κλαδιά
και βγάζει η γης χορτάρι

Ένας ακόμα ιερέας που πολέμησε στο πλευρό του Αθανασίου Διάκου και έμελλε να είναι ο πρώτος ιερωμένος που θυσιάστηκε στον βωμό της ελευθερίας μετά την κήρυξη της επανάστασης, ήταν ο Σαλώνων Ησαΐας. Ο Ησαΐας γεννήθηκε το 1778 στη Δεσφίνα Παρνασσίδας. Έφερε το κοσμικό όνομα Ηλίας και σε ηλικία είκοσι ετών έγινε δόκιμος μοναχός στη Μονή Τιμίου Προδρόμου της περιοχής. ο 1814 μετέβη στην Κωνσταντινούπολη κατόπιν προσκλήσεως του Πατριάρχη Κύριλλου ΣΤ’ και κατά την εκεί παραμονή του μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Το 1818 χειροτονήθηκε επίσκοπος Σαλώνων από το Πατριάρχη Γρηγόριο Ε’, με το οποίο διατηρούσε αλληλογραφία σε συνθηματική γλώσσα. Τον Ιανουάριο του 1821 ξαναπήγε στην Κωνσταντινούπολη για να συζητήσει με τον πατριάρχη και με άλλους Έλληνες σχετικά με τον Αγώνα και επανήλθε στην έδρα του στα μέσα Μαρτίου. Αμέσως κάλεσε στη Μονή του Οσίου Λουκά τον παλιό του γνώριμο Αθανάσιο Διάκο, οπλαρχηγούς και τους προκρίτους της Λειβαδιάς Ιωάννη Λογοθέτη, Ιωάννη Φίλωνα και Λάμπρο Νάκο και για να τους ανακοινώσει την επικείμενη έναρξη της Επανάστασης. Στη συνέχεια πήγε στα Σάλωνα και ενημέρωσε τους οπλαρχηγούς που βρίσκονταν εκεί. Στις 27 Μαρτίου με τον επίσκοπο Ταλαντίου Νεόφυτο χοροστάτησαν σε δοξολογία στη Μονή του Οσίου Λουκά και κήρυξαν την Επανάσταση. Λίγες ημέρες αργότερα, την 1η Απριλίου, ορίστηκε μέλος επαναστατικής διοικητικής επιτροπής της Στερεός Ελλάδας που συγκροτήθηκε στη Λιβαδειά και εντάχθηκε στο σώμα του Πανουργιά ως απλός στρατιώτης. Κατά την κάθοδο του Ομέρ Βρυώνη στην Ανατολική Στερεά, σε σύσκεψη στη Χαλκωμάτα (20 Απριλίου 1821) ανάμεσα στους Αθανάσιο Διάκο, Πανουργιά και Δυοβουνιώτη, αποφασίστηκε να πολεμήσει ο Πανουργιάς στα χωριά Χαλκωμάτα και Μουσταφάμπεη, ο Διάκος στην Αλαμάνα και ο Δυοβουνιώτης στον Γοργοπόταμο. Η σφοδρή επίθεση των Τούρκων εναντίον της Χαλκωμάτας στις 23 Απριλίου 1821 διέλυσε το σώμα του Πανουργιά και στη σκληρή εκείνη μάχη ο Ησαΐας έπεσε νεκρός, όπως και ο αδελφός του παπα-Γιάννης.

Η συμβολή του κλήρου, όπως προ είπα, δεν περιορίστηκε μόνο στην εμψύχωση αλλά και στην έμπρακτη βοήθεια. Η Ιερά Μονή Μεγάλου Σπηλαίου ibrahmαποτελεί όχι μόνο ένα μέρος προσευχής και περισυλλογής, αλλά και ένα ζωντανό μνημείο του αγώνα. Τον Ιούνιο του 1827, ο Ιμπραήμ Πασάς στρατοπέδευσε στα Καλάβρυτα μετά την καταστροφή του Μοριά. Στόχος του ήταν να κάμψει το ηθικό των επαναστατημένων Ελλήνων ληστεύοντας τις δ΄΄υο μονές της περιοχής, αυτή της Αγίας Λαύρας και του Μεγάλου Σπηλαίου. Οι μοναχοί, αντιλαμβανόμενοι τον κίνδυνο, ζητούν βοήθεια από τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Ο φόβος των μοναχών επιβεβαιώθηκε στις 21 Ιουνίου, όταν ο Ιμπραήμ έστειλε τελεσίγραφο για την παράδοση της μονής, ειδάλλως θα την κατέκαιγε. Οι μοναχοί αρνούνται φυσικά κάτι τέτοιο απαντώντας : «Ημείς δια να προσκυνήσωμεν είναι αδύνατον, διότι είμεθα ορκισμένοι εις την πίστιν μας, η να ελευθερωθώμεν η να αποθάνωμεν πολεμούντες….Σε συμβουλεύουμε όμως να υπάγης να πολεμήσης σε άλλα μέρη, διότι, αν έλθης εδώ να μας πολεμήσης και μας νικήσης, δεν είναι μεγάλον κακόν, διότι θα νικήσεις παπάδες, αν όμως νικηθής, το οποίον ελπίζομεν άφευκτα, με την δύναμη του Θεού, διότι έχομεν θέση δυνατή και θα είναι εντροπή σας… »kaloger
Μετά από αυτή την αιχμηρή απάντηση, στις 24 Ιουνίου, άρχισε η μάχη ανατολικά της μονής. Οι 100 μοναχοί και περίπου 600 αγωνιστές απωθούσαν τους Οθωμανούς επί 13 ώρες, όπου και σκοτώθηκαν 650 τούρκοι και 3 αγωνιστές. Ο Ιμπραήμ αποχώρησε ηττημένος, μη δυνάμενος να καταστρέψει την μονή.

Συνοψίζοντας, ο εκκλησιαστικός κόσμος άσκησε μεγάλη επιρροή στον επαναστατημένο λαό. Οι ιερείς ήταν εκείνη που άναβαν την φλόγα της ελευθερίας στο ποίμνιο τους, όπως ο Παπαφλέσσας, αλλά και ο Γρηγόριος ο Ε που προσπάθησε να βοηθήσει τον Ελληνικό Λαό, αφορίζοντας ψευδός την επανάσταση που και ο ίδιος ποθούσε. Παράλληλα όμως ο κλήρος βοήθησε και εμπράκτως, μαχόμενος δίπλα σε αγωνιστές της επανάστασης, όπως έκανε ο Σαλώνων Ησαΐας αλλά και οι 100 μοναχοί της Ιεράς μονής Μεγάλου Σπηλαίου που αντιστάθηκαν στον Ιμπραήμ, εκείνον που πολιόρκησε και κατέστρεψε το Μεσολόγγι. Τέλος ιερείς ήταν εκείνη που ύψωσαν το λάβαρο της επανάστασης, από την Αχαΐα στην Αγία Λαύρα και τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, μέχρι και την Ανατολική Στερεά Ελλάδα στην Μονή Οσίου Λουκά και τον Αθανάσιο Διάκο. Η Εκκλησία ήταν εκείνη που ξεχείλισε της ψυχές τον Ελλήνων με τον πόθο της Λευτεριάς.

Πηγές: www.mixanitouxronou.gr
              www.sansimera.gr
              www.kalavrytanews.com
              www.greekaffair.news
              www.enromiosini.gr

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης