Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ

ΑΠΟ: 3ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ - Απρ• 02•13

 Ο Ιωάννης Βαπτιστής προειδοποίησε τον κόσμο για τον ερχομό του Μεσσία. «Εγώ», έλεγε, «σας βαφτίζω με νερό, ενώ εκείνος θα σας βαφτίσει με το Άγιο Πνεύμα.» Η συγκίνηση του Ιωάννη ήταν μεγάλη όταν μια μέρα τον πλησίασε ο Ιησούς στα νερά του Ιορδάνη ποταμού και του ζήτησε να Τον βαφτίσει.
Ο Ιωάννης πήρε νερό από τον ποταμό και το άφησε να κυλήσει στο κεφάλι του Χριστού. Ο ουρανός άνοιξε και το Άγιο Πνεύμα με τη μορφή περιστεριού πέταξε πάνω από το κεφάλι Του. Μια φωνή ακούστηκε τότε: «Εσύ είσαι ο Υιός μου ο αγαπημένος».
Καθώς ο Ιησούς προχωρούσε στην ακρογιαλιά, συνάντησε δυο ψαράδες που έφτιαχναν τα δίχτυα τους. «Ελάτε μαζί μου και θα γίνετε ψαράδες των ανθρώπων», τους είπε. Ο Πέτρος και ο Ανδρέας τον ακολούθησαν. Λίγο αργότερα συνάντησαν τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, που κι εκείνοι ακολούθησαν τον Ιησού αφήνοντας τα δίχτυα τους. Στη συνέχεια ο Χριστός κάλεσε το Θωμά, το Ματθαίο, το Φίλιππο, το Βαρθολομαίο, τον Ιάκωβο, το Σίμωνα, το Θαδδαίο και τον Ιούδα, που έμελλε να προδώσει το Χριστό.
Ήρθαν οι μέρες για να γιορταστεί το Πάσχα και ο Χριστός με τους μαθητές του συγκεντρώθηκαν για το γιορτινό τραπέζι. «Ένας από εσάς που τρώει μαζί μου θα με προδώσει» τους είπε ο Ιησούς. Όλοι τον κοίταξαν τρομαγμένοι κι άρχισαν να αναρωτιούνται: «Κύριε, μήπως είμαι εγώ;» Εκείνος πήρε το ψωμί, το ευλόγησε, το έκοψε και είπε: «Λάβετε και φάγετε, αυτό είναι το σώμα μου». Έπειτα πήρε το κρασί. «Πιείτε. Αυτό είναι το αίμα μου, που δίνει ζωή». Έπειτα από το δείπνο ο Χριστός πήγε στο δάσος των Ελαιών για να προσευχηθεί. Γονάτισε και είπε: «Πατέρα, φοβάμαι, αλλά πιστεύω σε σένα, ας γίνουν όλα όπως επιθυμείς». Σε λίγο ο Ιούδας, με ένα πλήθος στρατιωτών, Τον πλησίασε και Τον φίλησε. Αυτό ήταν το σύνθημα. Οι στρατιώτες Τον συνέλαβαν και Τον οδήγησαν στους δικαστές και στους αρχιερείς. Οι μαθητές Του, φοβισμένοι, Τον εγκατέλειψαν. Οι αρχιερείς οδήγησαν τον Ιησού στον Πιλάτο, το Ρωμαίο κυβερνήτη. Στις ερωτήσεις του Πιλάτου όμως, ο Ιησούς παρέμενε σιωπηλός. Έτσι, μην μπορώντας να αποφασίσει, τον παρέδωσε στο λαό μαζί με τον κακοποιό Βαραββά. «Να σταυρωθεί ο Ιησούς! Να σταυρωθεί!» φώναζε ο λαός. Η μοίρα του Ιησού είχε κριθεί.
Οι στρατιώτες οδήγησαν το Χριστό σ’ ένα λόφο, το Γολγοθά, όπου Τον σταύρωσαν. «Εάν είσαι ο γιος του Θεού, γιατί δεν κατεβαίνεις από το σταυρό;» φώναζε ο κόσμος. Εξαντλημένος ο Χριστός, λίγο πριν πεθάνει είπε στον Πατέρα του: «Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;» κι έπειτα ξεψύχησε. Αργά τη νύχτα οι μαθητές του κατέβασαν το σώμα από το σταυρό, το τύλιξαν και το έθαψαν σ’ ένα σκαμμένο βράχο. Στην είσοδο κύλησαν μια πέτρα.
Τρεις γυναίκες επισκέφτηκαν τον τάφο του Ιησού για να αλείψουν το σώμα Του με άρωμα. Όταν όμως οι φρουροί του τάφου πλησίασαν, είδαν πως η πέτρα που έκλεινε την είσοδο της σπηλιάς είχε μετακινηθεί κι ένα λαμπερό φως έβγαινε από το εσωτερικό της. Τυλιγμένος στο φως εμφανίστηκε ο Ιησούς, που είπε: «Μην ψάχνετε τον ζωντανό ανάμεσα στους νεκρούς».
Μέρες μετά την Ανάσταση του, ο Ιησούς εμφανίστηκε στους μαθητές του και τους είπε: «Θα είμαι μαζί σας μέχρι το τέλος.»

Ράνια Λαζαρίδου

Σχολιάστε

Top