ΓΕΡΜΑΝΙΚΑ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑΤΑ

mbands

Arabesque

Arabesque

Οι Arabesque ήταν ένα διάσημο ντίσκο συγκρότημα από τη Γερμανία. Ιδρύθηκαν το 1977 και αποτελούνταν από τις Σάντρα Κρετού (έγινε μέλος το 1979), Jasmin Vetter και Michaela Rose. Το 1984 η Σάντρα απεχώρησε για να συννεχίσει τη σόλο καριέρα της και τα δύο εναπομείναντα μέλη μετονομάσαν το συγκρότημα σε «Rouge».

Oι Arabesque ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς στην Ιαπωνία, πουλώντας πάνω από 6 εκατομμύρια albums εκεί. Το 1980 το single «Take Me Don´t Brake Me» έγινε μεγάλη επιτυχία, εν τούτοις μόλις που μπήκε στο Γερμανικό Top 40. Το αμέσως επόμενο single τους, «Marigot Bay» έγινε το μοναδικό που μπήκε στο Top 10.

 

City

Οι City είναι (άλλοτε) ανατολοκογερμανικό συγκρότημα της ροκ μουσικής. Υπάρχει ακόμα και δίνει συναυλίες μετά από σαράντα χρόνια παρουσίας στη σκηνή με την αρχική του σύνθεση.

 

 

 

Blind Guardian

Blind Guardian

 

Οι Blind Guardian είναι ένα γερμανικό συγκρότημα που ιδρύθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 80 στη δυτική Γερμανία. Το συγκρότημα ασκεί τεράστια επιρροή στο χώρο της Heavy Metal ιδιαίτερα στις Speed Metal και Power Metal.Οι στίχοι των τραγουδιών τους γράφονται από τον τραγουδιστή του συγκροτήματος Hansi Kürsch, ο οποίος εμπνέεται από έργα των Tolkien, Stephen King,G.R.R.Martin,καιMichael Moorcock, όπως επίσης από διάφορους παραδοσιακούς θρύλους.

 

 Can

Can

 

 

Οι Can ήταν ένα συγκρότημα πειραματικού ροκ που δημιουργήθηκε στη Γερμανία το 1968. Περιέγραφαν το γκρουπ τους ως μια αναρχική κοινότητα και δημιουργούσαν μουσική περισσότερο μέσα από αυτοσχεδιασμό και επεξεργασία του ηχογραφημένου υλικού, αλλά είχαν μεγάλη επιρροή σε μελλοντικά συγκροτήματα της ροκ και της ηλεκτρονικής μουσικής. Θεωρούνται ως το καλύτερο από τα συγκροτήματα του μουσικού ρεύματος Krautrock και από τους πιο σημαντικούς καλλιτέχνες στο χώρο της πειραματικής μουσικής, στη πρόσφατη μουσική ιστορία.

 

Destruction

Destruction

Οι Destruction σχηματίστηκαν το 1982 με την ονομασία Knight of Demon από τον μπασίστα και τραγουδιστή Μάρσελ Σίρμερ (Schmier), τον κιθαρίστα Μάικ Σίφρινγκερ και το ντράμερ Τόμι Σάντμαν. Λίγο αργότερα άλλαξαν το όνομα τους σε Destruction και ηχογράφησαν το ντέμο «Bestial Invasion of Hell», το οποίο οδήγησε την δισκογραφική εταιρεία «Steamhammer» να τους προτείνει συμβόλαιο συνεργασίας, για να κυκλοφορήσουν το ΕΡ «Sentence of Death», στις 10 Νοεμβρίου 1984.

Το Μάιο του 1985 κυκλοφόρησε το πρώτο στούντιο άλμπουμ τους με τίτλο «Infernal Overkill», για την προώθηση ου οποίου περιόδευσαν στην Ευρώπη μαζί με τους Slayer, οι οποίοι βρισκόταν στην περιοδεία του «Hell Awaits», ενώ εμφανίστηκαν και στο φεστιβάλ «World War III», στο Μόντρεαλ του Καναδά.

Το 1986, είχαν ήδη καθιερωθεί ως ένα από τα σημαντικότερα συγκροτήματα του είδους και συνέχισαν να περιοδεύουν στην Ευρώπη, ενώ τον Ιούνιο εκείνης της χρονιάς κυκλοφόρησε το «Eternal Devastation». Για να προωθήσουν το νέο τους άλμπουμ, οι Destruction περιόδευσαν ως πρώτο όνομα μαζί με τους Kreator και τους Rage.

Μετά την προσθήκη του δεύτερου κιθαρίστα Χάρι Γουίλκενς και την ένταξη του ντράμερ Όλιβερ Κάιζερ, κυκλοφόρησαν το ΕΡ «Mad Butcher» το καλοκαίρι του 1987, για να ακολουθήσει περιοδεία στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Λατινική Αμερική και τη Νότια Ευρώπη. Το Μάιο του 1988, κυκλοφόρησαν το «Release from Agony», ενώ την πρωτοχρονιά του 1989 ακολούθησε το ζωντανά ηχογραφημένο «Live Without Sense». Οι Destruction περιόδευσαν στην Ευρώπη μαζί με τους Motörhead, για να συνεχίσουν με μία τρίμηνη αμερικάνικη περιοδεία.

Κατά τις ηχογραφήσεις του «Cracked Brain», αποχώρησε από το συγκρότημα ο Σίρμερ για να έλθει στη θέση του ο Αντρέ Γκρίντερ μόνο για τις ηχογραφήσεις του συγκεκριμένου δίσκου. Τελικά, τα φωνητικά ανέλαβε ο Τόμας Ρόζενμερκελ, τη δεύτερη κιθάρα ο Μάικλ Πιράνιο και το μπάσο ο Κρίστιαν Ένγκλερ. Αυτή η σύνθεση κυκλοφόρησε τα ΕΡ «Destruction» και «Them Not Me», όπως και το δίσκο «The Least Successful Human Cannonball».

Το 1999, επέστρεψε στο συγκρότημα ο Σίρμερ, ενώ ο Σβεν Βόρμαν ανέλαβε τα τύμπανα. Οι Destruction κυκλοφόρησαν το «All Hell Breaks Loose» τον Απρίλιο του 2000 και το «The Antichrist» το Σεπτέμβριο του 2001. Ο Μαρκ Ρέιν αντικατέστησε το Βόρμαν για το «Metal Discharge» του 2003, ενώ το συγκρότημα συνέχισε με τα «Inventor of Evil» το 2005 και «D.E.V.O.L.U.T.I.O.N.» το 2008.

Το 2009, κυκλοφόρησε το ηχογραφημένο δύο χρόνια νωρίτερα «The Curse of the Antichrist: Live in Agony», πριν ο Γουόρζινιεκ Ντράμοβιτς (Vaaver) αντικαταστήσει τον Ρέιν, με τους Destruction να κυκλοφορούν το «Day of Reckoning» το Φεβρουάριο του 2011, για να περιοδεύσουν σε όλο τον κόσμο το υπόλοιπο της χρονιάς.

Το Νοέμβριο του 2012 κυκλοφόρησε ο στούντιο δίσκος «Spiritual Genocide», με τον οποίο γιόρτασαν τα τριάντα χρόνια ύπαρξης τους, περιοδεύοντας σε Ηνωμένες Πολιτείες, Ευρώπη και Λατινική Αμερική

Helloween

Helloween

 

Οι Helloween σχηματίστηκαν το 1984 από τον κιθαρίστα και τραγουδιστή Κάι Χάνσεν, τον κιθαρίστα Μίκαελ Γουάικατ, τον μπασίστα Μάρκους Γκρόσκοπφ και το ντράμερ Ίνγκo Σβίχτενμπεργκ. Την πρώτη χρονιά ύπαρξης τους, υπέγραψαν συμβόλαιο με τη «Noise Records» και ηχογράφησαν τα τραγούδια «Oernst of Life» και «Metal Invaders» για τη συλλογή «Death Metal». Το Μάρτιο του 1985 κυκλοφόρησαν το ομώνυμο ΕΡ τους και στο τέλος της χρονιάς ακολούθησε ο πρώτος τους δίσκος με τίτλο «Walls of Jericho».

Το 1986, οι Helloween προσέλαβαν τον τραγουδιστή Μίκαελ Κίσκε και πρότειναν στην εταιρεία «RCA» να κυκλοφορήσουν ένα διπλό στούντιο άλμπουμ. Η «RCA» αρνήθηκε και τελικά το συγκρότημα κυκλοφόρησε το μονό «Keeper of the Seven Keys, Pt. 1″, ανεβαίνοντας στο # 15 των γερμανικών τσαρτ. Ακολούθησε το «Keeper of the Seven Keys, Pt. 2″, το οποίο έφθασε στο # 5 και έγινε χρυσό, ενώ ανέβηκε και στο Top-30 των βρετανικών τσαρτ. Ο δίσκος περιείχε τα επιτυχημένα σινγκλ «Dr. Stein» (# 10 στη Γερμανία) και «I Want Out», με το δεύτερο να αποτελεί το πρώτο βίντεο κλιπ του συγκροτήματος. Στην περιοδεία για την προώθηση του άλμπουμ οι Helloween εμφανιζόταν μαζί με τους Anthrax και τους Exodus.

Μετά το ευρωπαϊκό κομμάτι της περιοδείας, ο Χάνσεν αποχώρησε από το συγκρότημα λόγω προβλημάτων με τα υπόλοιπα μέλη, αλλά και με την δισκογραφική εταιρεία που τους εκπροσωπούσε. Αντικαταστάτης του ήταν ο Ρόλαντ Γκράποφ. Το 1989, κυκλοφόρησε το ζωντανά ηχογραφημένο «Live in the UK», ανεβαίνοντας και πάλι στο Top-30 της Μεγάλης Βρετανίας.

Οι Helloween αντιμετώπισαν προβλήματα με τη «Noise Records» με αποτέλεσμα να κυκλοφορήσουν τον επόμενο στούντιο δίσκο τους με τίτλο «Pink Bubbles Go Ape» μέσω της «ΕΜΙ». Η εμπορική επιτυχία του άλμπουμ ήταν χαμηλότερη από τους προκατόχους του, ενώ μέτριες ως και αρνητικές ήταν οι κριτικές τις οποίες προκάλεσε το «Chameleon» του 1993, με τις ποπ καταβολές στα τραγούδια του να ξενίζουν τους φανατικούς οπαδούς του σχήματος. Ταυτόχρονα, έντονα προβλήματα αναπτύχθηκαν στις σχέσεις μεταξύ των μελών του συγκροτήματος με αποτέλεσμα να απολυθεί ο Μίκαελ Κίσκε ενώ λίγο πριν τη θέση του ντράμερ είχε αναλάβει ο Ούλι Κους. Επίσης, οι χαμηλές πωλήσεις των δύο τελευταίων δίσκων οδήγησαν την «ΕΜΙ» να ακυρώσει το συμβόλαιο της με το συγκρότημα.

 

In legend

In legend

 

Οι In Legend είναι ένα γερμανικό συγκρότημα Heavy metal που ιδρύθηκε το 2010 από τον ντράμερ του φωνητικού συγκροτήματος Van Canto. Το μουσικό ύφος τους διαφέρει εξαιτίας της αντικατάστασης της ηλεκτρικής κιθάρας από το πιάνο. Τα μέλη του συγκροτήματος είναι οι: Bastian Emig (πιάνο και φωνή), Daniel Wicke (μπάσο), Dennis Otto (ντράμς) and Daniel Schmidle(keytar)

Jane

Jane

 

Η ιστορία τους πηγαίνει πίσω στο 1965, όταν δύο ροκ συγκροτήματα σχολιαρόπαιδων συνεργάστηκαν με το όνομα «JP’s» για να κυκλοφορήσουν ένα τραγούδι σινκγλ και διαλύθηκαν τον ίδιο χρόνο. Στο συγκρότημα αυτό ήρθε ο Βέρνερ Ναντόλνυ (κίμπορντ) και με την σύνθεση Κλάους Χες (κιθάρα), Πέτερ Πάνκα (ντραμς, φωνητικά) Τσάρλυ Μάουχερ (μπάσο, φωνητικά) ιδρύθηκε το γερμανικό θρυλικό κράουτροκ συγκρότημα υπό το όνομα «Jane». Η πρώτη τους παράσταση πραγματοποιήθηκε στις 5 Δεκεμβρίου του έτους 1970 στο Ανόβερο. Το 1971 προστέθηκε και ο Μπερντ Πουλστ (φωνητικά), ενώ ο Γκίντερ Κέρμπερ διετέλεσε ως παραγωγός. Το συγκρότημα κυκλοφόρησε τον πρώτο του δίσκο «Together», ενώ ένα χρόνο αργότερα στην ηχογράφηση του «Here we are» η σύνδεση του συγκροτήματος άλλαξε λόγω ασθενειών των μελών του. Μπάσο έπαιξε ο Βόλφγκαγκ Κραντς «Justice of Peace». Στο τρίτο άλμπουμ «Jane III» (1974) έλειψαν τα κίμπορντ, ενώ στα φωνητικά μπαίνει κυρίως ο Μάουχερ. Το συγκρότημα διαλύθηκε προσωρινά το 1994. Οι Πάνκα και Χες διεκδίκησαν δικαστικά τα δικαιώματα του ονόματος του συγκροτήματος για τον εαυτό τους, αλλά το δικαστήριο αποφάνθηκε πως θα μπορούσαν να χρησιμοποιούν το όνομα στις επόμενες δουλειές τους μόνο με προσθήκες όπως «Peter Panka’s Jane», «Werner Nadolny’s Jane» ή «Klaus Hess’s Jane» (χρησιμοποιούσε και τον τίτλο «Mother Jane»). Το 1976 το συγκρότημα ηχογράφησε το θρυλικό «Fire, Water, Earth and Air» το οποίο ακολουθήθηκε από το «Between Heaven and Hell» ένα χρόνο αργότερα, και το «Jane live at home» το οποίο έγινε αργυρό. Στις αρχές του 1980 οι πωλήσεις του γκρουπ έπεσαν. Ωστόσο, το συγκρότημα συνέχισε να κυκλοφορεί δίσκους και να δίνει παραστάσεις.

 

 

Accept

Accept1

 

Οι Accept είναι γερμανικό heavy metal συγκρότημα από την πόλη Ζόλινγκεν, που δημιουργήθηκε το 1968 από τον τραγουδιστή Ούντο Ντιρκσνάιντερ, με το όνομα «Band X». Θεωρούνται ένα από τα συγκροτήματα τα οποία είχαν έντονη επιρροή στην εξέλιξη του speed και thrash metal ιδιώματος

 

Τα πρώτα χρόνια

Αρχικά μέλη των Accept ήταν οι κιθαρίστες Βολφ Χόφμαν και Γκέρχαρντ Βαλ, ο μπασίστας Πέτερ Μπάλτες και ο ντράμερ Φρανκ Φρίντριχ. Τα πρώτα χρόνια το συγκρότημα λειτουργούσε ερασιτεχνικά και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’70 η σύνθεση τους υπέστη πολλές αλλαγές μελών.

Η επαγγελματική τους καριέρα ξεκίνησε το 1976 όταν έπαιξαν σε ένα από τα πρώτα ροκ εντ ρολ φεστιβάλ της Γερμανίας, το «Rock am Rhein».[1] Το 1979, ο Γκέρχαρντ Βαλ αντικαταστάθηκε από τον Γιορκ Φίσερ και ο Φρανκ Φρίντριχ από τον Στέφαν Κάουφμαν. Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησαν και το πρώτο άλμπουμ τους με τίτλο «Accept», το οποίο δε γνώρισε ιδιαίτερη εμπορική επιτυχία. Ακολούθησε το «I’m a Rebel», βοηθώντας το συγκρότημα να κερδίσει σε δημοσιότητα με την πρώτη τους τηλεοπτική εμφάνιση όπου έπαιξαν το ομώνυμο τραγούδι.[2]

Στο «Breaker» του 1981 οι Accept επικεντρώθηκαν στο να διαμορφώσουν τον ήχο τους όπως αυτοί ήθελαν, θεωρώντας ότι το προηγούμενο άλμπουμ τους ήταν εμπορικά κατευθυνόμενο.[3] Στο δίσκο περιλαμβάνονται δυνατά ροκ κομμάτια όπως το «Midnight Highway» και το «Breaker», αλλά και επιθετικά τραγούδια με σαρκαστικό ύφος όπως το «Son of a Bitch».

Το 1982 ο Φίσερ αποχώρησε από το συγκρότημα και στη θέση του ήλθε προσωρινά ο Γιαν Κέμετ και στη συνέχεια ο Χέρμαν Φρανκ.[4] Με τη νέα σύνθεση κυκλοφόρησαν την ίδια χρονιά το τέταρτο άλμπουμ τους, «Restless and Wild», με ένα από τα πρώτα speed metal τραγούδια, το «Fast As A Shark», όπως και ένα από τα γνωστότερα τραγούδια του συγκροτήματος, το «Princess of the Dawn». Σε αυτή την περίοδο, οι Accept έφθασαν σε υψηλά στάνταρ το επίπεδο των ζωντανών τους εμφανίσεων στην περιοδεία για το συγκεκριμένο άλμπουμ.

Οι μεγάλες επιτυχίες

Το 1983, κυκλοφόρησαν το πιο επιτυχημένο άλμπουμ τους, «Balls to the Wall», το οποίο θεωρείται από τα καλύτερα στην ιστορία του heavy metal. Τα τραγούδια του δίσκου είχαν κοινό στιχουργικό περιεχόμενο που είχε να κάνει με πολιτική, αγάπη, κοινωνική ευθύνη, κ.α.. Το άλμπουμ μπήκε στο Hot-100 του Billboard και έγινε χρυσό, ενώ σκαρφάλωσε και στο Top-10 των σουηδικών τσαρτ.[5] Τα Χριστούγεννα του 1983, ο Γιοργκ Φίσερ επέστρεψε στο συγκρότημα, περιοδεύοντας σε όλο τον κόσμο το 1984 συμπεριλαμβανομένης μιας εμφάνισης στο φεστιβάλ «Monsters of Rock» του Ντόνινγκτον.[6]

Για το επόμενο τους άλμπουμ ένωσαν τις δυνάμεις τους με τον παραγωγό Ντίτερ Ντιρκς, κυκλοφορώντας το «Metal Heart» τον Μάιο του 1985. Ο δίσκος γνώρισε ανάλογη επιτυχία με τον προκάτοχο του ανεβαίνοντας στο Top-20 των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών, αλλά και στο Hot-100 στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά. Ακολούθησε το ζωντανά ηχογραφημένο στη Ναγκόγια της Ιαπωνίας, «Kaizoku-Ban» ΕΡ, ενώ τον Απρίλιο του 1986 κυκλοφόρησαν το «Russian Roulette», ανεβαίνοντας για πρώτη φορά στο Top-10 των τσαρτ της πατρίδας τους.

 

 

Enigma

Enigma

Enigma (Ενίγκμα) είναι το όνομα ενός μουσικού σχήματος που ξεκίνησε το 1990 ο Μισέλ Κρετού με τη συνεργασία άλλων καλλιτεχνών, όπως η πρώην σύζυγός του Σάντρα, ο Ντέιβιντ Φέρσταϊν και ο Φρανκ Πέτερσον. Ουσιαστικά, δεν πρόκειται για συγκρότημα με τη στενή έννοια του όρου, αλλά για μία σειρά μουσικών έργων του Μισέλ Κρετού, στα οποία είναι ο συνθέτης και παραγωγός και συνεισφέρουν διάφοροι μουσικοί κάθε φορά.

Μέχρι τώρα έχουν κυκλοφορήσει 7 στούντιο άλμπουμ. Η μουσική των Enigma παρουσίασε από την αρχή τεράστια επιτυχία σε όλο τον κόσμο με το χαρακτηριστικό «περίεργο» ήχο της που χαρακτηρίζεται σαν New Age και Ambient.

Tokio Hotel

τοκιο

Οι Tokio Hotel είναι ένα γερμανικό συγκρότημα που δημιουργήθηκε στο Μαγδεβούργο της Γερμανίας το 2001, και αποτελείται από τους Bill Kaulitz (τραγούδι), Tom Kaulitz (κιθάρα), Gustav Schäfer (ντραμς) και τον Georg Listing (μπάσο). Η τετράδα έχει κυκλοφορήσει τέσσερα singles και δυο albums που ανέβηκαν στην πρώτη θέση των πινάκων επιτυχιών (charts) στην χώρα τους, έχοντας πουλήσει σχεδόν 5 εκατομμύρια CD και DVD εκεί. Αφού κυκλοφόρησαν, με την ονομασία Devilish, ένα demo-CD και αφού έχασαν το συμβόλαιό τους με τη Sony BMG, το συγκρότημα (σαν Tokio Hotel, πια) κυκλοφόρησε τον πρώτο του γερμανόφωνο δίσκο, Schrei στην Island Records, το 2005. Το Schrei πούλησε πάνω από μισό εκατομμύριο αντίτυπα σε όλο τον κόσμο και ενώ τέσσερα singles τους μπήκαν στο top-5 σε Γερμανία και Αυστρία. Το 2007, το συγκρότημα κυκλοφόρησε το δεύτερο γερμανόφωνο δίσκο τους, Zimmer 483, και τον πρώτο αγγλόφωνο δίσκο τους, Scream, οι πωλήσεις των οποίων βοήθησαν το συγκρότημα στο να κερδίσει το πρώτο του βραβείο στα Ευρωπαϊκά Μουσικά Βραβεία του MTV, στην κατηγορία Best Interact. Το Σεπτέμβρη του 2008, κέρδισαν το πρώτο τους βραβείο στα MTV Video Music Awards, στην κατηγορία Best New Artist. Επίσης, κέρδισαν το βραβείο Headliner στα Ευρωπαϊκά Μουσικά Βραβεία του MTV στο Λίβερπουλ στις 6 Νοεμβρίου 2008.

 

 

 

  1. Γλίτζος Χρήστος
  2. Τραμουντούρη Θεοδώρα

 

 

Σχολιάστε

Top