ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΑΞΙΟΘΕΑΤΑ ΤΗΣ ΒΕΡΟΙΑΣ

 

ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ  ΒΕΡΟΙΑΣ

Κατά την Βυζαντινή περίοδο, το ρεύμα του Ορθόδοξου χριστιανισμού είναι πολύ δυναμικό και στην Ημαθία. Αυτό άλλωστε μαρτυρούν λείψανα κοσμικών και εκκλησιαστικών κτιρίων στην πόλη της Βέροιας που χρονολογούνται στην παλαιοχριστιανική περίοδο. Ο μητροπολιτικός ναός της πόλης (1070-1080 μ.χ.), τα τείχη της Βέροιας, τα ερείπια του τετράκογχου βαπτιστηρίου μέσα σε μια τρίκλιτη βασιλική αλλά και οι 48 βυζαντινοί και μεταβυζαντινοί ναοί, με σπάνιες τοιχογραφίες του 12ου και 18ου αιώνα διαμορφώνουν ένα πολυσύνθετο πλέγμα ανάπτυξης έρευνας και ταυτόχρονα θρησκευτικής κατάνυξης.Η Ιερά Μονή του Τιμίου Προδρόμου, το Βήμα του Αποστόλου Παύλου, η Παναγία Σουμελά, και τα παρεκκλήσια στις καταπράσινες παρυφές του Βερμίου, ο Ιερός Ναός Τιμίου Προδρόμου, ο Άγιος Γεώργιος Περιστερεώτας, η Αγία Τριάδα, η έξω Υπαπαντή κλπ συνθέτουν μια μοναδική, μοναστηριακού περιεχομένου διαδρομή που κάθε πιστός θα επιθυμούσε να κάνει. Επίσης, στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται ο βυζαντινός ναός Αγίων Αναργύρων στο Νησί της Αλεξάνδρειας, ο ναός Αγίου Δημητρίου στα Παλατίτσια, η Ιερά Μονή της Παναγίας Δοβρά, η Μονή Αγίας Κυριακής στο Λουτρό Αλεξάνδρειας, η Μονή Αγίου Αθανασίου Σφηνίτσης στην Αγκαθιά και πολλά άλλα αξιοθαύμαστα θρησκευτικά μνημεία.

 

Το Βήμα του Αποστόλου Παύλου

 

Το Βήμα του Αποστόλου Παύλου της Βέροιας είναι το σπουδαιότερο και μακροβιότερο σημείο αναφοράς της γενικής και εκκλησιαστικής, τοπικής ιστορίας της πόλης και ειδικά του Χριστιανισμού.Ο Απόστολος Παύλος ήρθε στην Βέροια το (50-51 μ.Χ.) και επί αρκετές ημέρες κήρυττε τον Χριστιανισμό στους κατοίκους της πόλης από την περιοχή που ονομάστηκε «Βήμα του Αποστόλου Παύλου».Στη σημερινή του μορφή είναι ένα μοντέρνο κατασκεύασμα, με πέτρινο κτίσμα και ψηφιδωτό. Εκεί τελείται ειδική θρησκευτική λειτουργία στη γιορτή των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου (29 Ιουνίου) , οπότε γίνεται λιτάνευση της εικόνας τους.Βρίσκεται μερικά μέτρα νοτιοδυτικά της πλατείας Ωρολογίου – Ρακτιβάν – Δικαστηρίων. Το σημείο τούτο ήταν, στα χρόνια του Αποστόλου Παύλου, έξω και κοντά στα τείχη της Βέροιας.

Η εβραϊκή συνοικία της Βέροιας

Ιστορία

Μια πολλή χαρακτηριστική περιοχή της Βέροιας είναι η Μπαρμπούτα, η οποία οφείλει το όνομά της στην ομώνυμη βρύση που βρίσκεται ακόμη στην περιοχή. Σύμφωνα με την παράδοση όποιος περαστικός έπινε νερό από αυτήν τη βρύση, παντρεύονταν Βεροιώτισσα και παρέμενε για πάντα στην πόλη.

Η Μπαρμπούτα ήταν η εβραϊκή συνοικία της Βέροιας. Η εβραϊκή παρουσία στη Βέροια χρονολογείται από τα ρωμαϊκά χρόνια. Την εποχή εκείνη (50 ή 51 και 57 μ.Χ.) επισκέφθηκε την πόλη ο Απόστολος Παύλος και κήρυξε στη συναγωγή της. Αν και δεν διαθέτουμε συγκεκριμένα στοιχεία, είναι πιθανό ότι υπήρχε μία μικρή εβραϊκή κοινότητα στη Βέροια στα ρωμαϊκά και στα βυζαντινά χρόνια. Η κοινότητα αυτή διευρύνθηκε προς το τέλος του 15ου αιώνα με την άφιξη πολυάριθμων Εβραίων από την Ισπανία και την Πορτογαλία.

Η συνοικία βρίσκεται στο βορειοδυτικό μέρος της πόλης, έξω από τα παλιά τείχη της, ανάμεσα στα κάστρα, κάτω από τον κεντρικό πύργο και δίπλα στο «ποτάμι των γύφτων», όπως ονόμαζαν τον Τριπόταμο στο Μεσαίωνα. Η Μπαρμπούτα αποτελούσε ένα περίκλειστο και απομονωμένο «γκέτο» με καθαρά αμυντική πολεοδομική συγκρότηση, με τη συναγωγή και το μοναδικό κεντρικό εμπορικό δρόμο της οδού Χάβρας. Πίσω από την εβραϊκή συνοικία ήταν η ακρόπολη, η ίδια ίσως που υπήρχε και στην Βυζαντινή εποχή. Από την πλευρά του ποταμού, ο εβραιομαχαλάς είχε σα φυσική οχύρωση την απότομη πτώση του εδάφους, καθώς και τα ψηλά σπίτια. Από τις άλλες πλευρές οι εξωτερικές όψεις του «εν σειρά» οικοδομικού συστήματος ολοκλήρωναν την απομόνωσή της. Εικάζεται ότι στην περιοχή της Μπαρμπούτας τα σπίτια συνδέονταν μεταξύ τους με υπόγειες στοές τα αποκαλούμενα «λαγούμια».

Αρχιτεκτονική

Βασικές προσπελάσεις προς τον εβραιομαχαλά ήταν οι δύο γερές θύρες, με εξωτερική επένδυση από μεταλλικά ελάσματα και άφθονα γυφτοκάρφια που έφραζαν τις δύο άκρες του κεντρικού εμπορικού κέντρου της Χάβρας. Ο δρόμος αυτός συγκέντρωνε όλη την δραστηριότητα των Εβραίων που ήταν διαμοιρασμένη, ανάμεσα στα εμπορικά καταστήματα και στη Συναγωγή. Τα σπίτια τοποθετημένα το ένα δίπλα στο άλλο, σχηματίζουν ένα κλειστό τρίγωνο με μοναδικά ανοίγματα μία στοά κάτω από τα σπίτια της οδού Μεραρχίας, η οποία οδηγεί στη συναγωγή, και ένα ακόμη άνοιγμα που βρίσκεται αντιδιαμετρικά απέναντι από το πρώτο.

Διατηρούνται μέχρι σήμερα περί τα πενήντα παλιά σπίτια μακεδονικής αρχιτεκτονικής. Σε ορισμένα διατηρούνται και επιγραφές στα εβραϊκά.

Μερικά από τα χαρακτηριστικά αρχιτεκτονικά στοιχεία των σπιτιών της Μπαρμπούτας, είναι οι αρχιτεκτονικές προεξοχές (σαχνισιά), ο υπερυψωμένος επάνω από τη στέγη «ηλιακός» που επικοινωνούσε με ξύλινη σκάλα με το ανώγειο χαγιάτι και ήταν ελεύθερο απ” όλες τις πλευρές καθώς και οι δίφυλλες βαριές εξώπορτες με οριζόντια και διαγώνια ξύλα, που φέρουν πλατυκέφαλα γυφτόκαρφα.

Άλλο σημαντικό αρχιτεκτονικό στοιχείο είναι η έλλειψη καμινάδων από τα εβραϊκά σπίτια, γιατί οι Εβραίοι δεν συνήθιζαν τα τζάκια. Χρησιμοποιούσαν για τη θέρμανση των σπιτιών τους μεγάλα μαγκάλια με ρόδες.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό τους που τους δίνει ένα ιδιαίτερα λυρικό τόνο ήταν τα λαϊκά διακοσμητικά σχέδια που συνήθιζαν στην όψη τους, ανάμεσα στα παράθυρα και στις κλεισμένες συνήθως με μπαγδάτι «αστρεχές» της στέγης.

 

 

Το νεκροταφείο

Το εβραϊκό νεκροταφείο βρισκόταν στη δυτική όχθη του Τριπόταμου, απέναντι από την Μπαρμπούτα, σε απόσταση 500 μέτρων. Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι στην περίπτωση αυτή συναντούμε το παραδοσιακό φαινόμενο του διαχωρισμού της συνοικίας από το νεκροταφείο από ένα υδάτινο ρεύμα.

Η Συναγωγή

Στην Μπαρμπούτα διατηρείται και η εβραϊκή συναγωγή, μοναδική στα Βαλκάνια, την οποία είχε επισκεφθεί και ο Απόστολος Παύλος όταν ήρθε στην Βέροια.

Η Συναγωγή βρίσκεται στη βορειοδυτική πλευρά του εσωτερικού της εβραϊκής συνοικίας δίπλα στην όχθη του Τριποτάμου. Χτίστηκε ή επισκευάστηκε εκ βάθρων με σουλτανικό φιρμάνι του 1850. Συγκεντρώνει αρχιτεκτονικά στοιχεία προγενέστερών της μικρών συναγωγών της Θεσσαλονίκης. Τέσσερις κίονες στο κέντρο του χώρου ορίζουν το Βήμα (Τεβά), ενώ το Ιερό (Εχάλ) βρίσκεται στον ανατολικό τοίχο. Το πάτωμα είναι φτιαγμένο από ξύλινες σανίδες και στο κέντρο είναι διακοσμημένο με μωσαϊκά διακοσμητικά πλακάκια. Πίσω από τη συναγωγή διασώζεται ακόμη το μικβέ (θρησκευτικός λουτρώνας).

 

Τα παραδοσιακά σπίτια της εβραϊκής συνοικίας και η συναγωγή αναστηλώθηκαν και αναδείχθηκαν το 1997, στα πλαίσια ειδικού προγράμματος του Δήμου Βέροιας το οποίο ενίσχυσαν και εβραϊκοί Οργανισμοί. Τα τελευταία χρόνια με παρέμβαση του Δήμου συνεχίζεται η αναστήλωση και αναπαλαίωση της πανέμορφης αυτής γειτονιάς, στην οποία κατά την διάρκεια του καλοκαιριού διοργανώνονται πολιτιστικές εκδηλώσεις.

 

Βυζαντινές εκκλησίες της Βέροιας

Περπατώντας ο επισκέπτης στα σοκάκια της Βέροιας, διακρίνει από κάθε γωνιά, μνημεία – μνήμες του παρελθόντος της πόλης, σημάδια ακμής μιας διαφορετικής εποχής. Η παρουσία της Βέροιας κατά τους ελληνιστικούς χρόνους ήταν έντονη και η ακμή της συνεχίστηκε στην παλαιοχριστιανική περίοδο (4ος – 6ος αιώνας). Στην βυζαντινή περίοδο (1070 – 1080 μ.Χ.) ιδρύθηκε ο Μητροπολιτικός ναός, ο οποίος αποτελεί το καύχημα της ιστορίας της τέχνης στην πόλη, με τοιχογραφίες του τέλους του 12ου και του 13ου αιώνα.

Λόγω της πληθώρας των εκκλησιών της και του εν γένει θρησκευτικού της χαρακτήρα, η Βέροια αναφέρεται ως «η μικρή Ιερουσαλήμ». Στο κέντρο της πόλης διασώζονται 48 από τους 72 βυζαντινούς ναούς, αρκετοί από τους οποίους, λόγω των επισκευών, δεν διατηρούν την αρχική τους μορφή, χωρίς όμως να χάνουν την γοητεία των αιώνων που εσωκλείουν. Οι 39 εκκλησίες έχουν στο εσωτερικό τους πανέμορφες τοιχογραφίες που χρονολογούνται από τον 11ο – 18ο αιώνα. Ο μεγάλος αριθμός εκκλησιών οφείλεται στο γεγονός ότι πολλές από αυτές, ήταν αρχικά ιδιωτικοί ναοί και ανήκαν σε οικογένειες αξιωματούχων που συνδέονταν με την αυτοκρατορική οικογένεια και ζούσαν στη Βέροια.

Ας δούμε αναλυτικά τις βυζαντινές εκκλησίες της Βέροιας.

 

Μέγας Θεολόγος

Αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα μεσοβυζαντινά κτίσματα της Βέροιας. Εξωτερικά έχει την όψη μονόχωρης εκκλησίας με δίκλινη στέγη, αποτέλεσμα μεταγενέστερης επισκευής μιας αρχικά τρίκλιτης βασιλικής. Από την πρώτη αυτή φάση σώζονται το ιερό και μέρος του κεντρικού κλίτους, που διατηρούν και τον αρχικό ζωγραφικό διάκοσμο. Οι τοιχογραφίες του ναού χρονολογούνται στο β” τέταρτο του 13ου και στις αρχές του 14ου αιώνα.

Χριστός (Μονή του Σωτήρος Χριστού του Καλοθέτου)

Η σημαντική μονόχωρη εκκλησία, σύμφωνα με έμμετρη επιγραφή πάνω από τη δυτική είσοδο, χτίστηκε από τον Ξένο Ψαλίδα. Η σύζυγος του Ευφροσύνη φρόντισε για την ολοκλήρωση των εργασιών ανέγερσης και την τοιχογράφηση του ναού το έτος 1315. Ζωγράφος του ναού είναι ο περίφημος θεσσαλονικέας Γεώργιος Καλλιέργης. Σώζονται επίσης τοιχογραφίες του 1326 και του 1355 με παραστάσεις κεκοιμημένων αρχόντων, όπως η Μαρία Συναδηνή που απεικονίζεται στο ψευδαρκοσόλιο της δυτικής πρόσοψης, καθώς και του 1727 στην εξωτερική επιφάνεια του βόρειου τοίχου του αρχικού ναού. Οι τελευταίες παραστάσεις συνοδεύονται από σχετικές αφιερωτικές επιγραφές που μνημονεύουν ονόματα κατοίκων της πόλης.

Άγιος Βλάσιος

Η αρχικά μονόχωρη εκκλησία (14ος αι.) διαμορφώθηκε σε τρίκλιτη, πιθανώς στα μέσα του 16ου αιώνα. Στον αρχικό πυρήνα έχουν διασωθεί τοιχογραφίες, οι οποίες αποδίδονται στο ζωγράφο Γεώργιο Καλλιέργη και χρονολογούνται γύρω στο 1320. Στα μέσα του 14ου αιώνα η εκκλησία επεκτάθηκε με την προσθήκη στοάς στη νότια πλευρά της και κοσμήθηκε με τοιχογραφίες. Δύο αιώνες αργότερα ανη-γέρθη και τοιχογραφήθηκε η στοά στη βόρεια πλευρά της. Στην εκκλησία σώζονται επίσης τοιχογραφίες του β” μισού του 17ου αιώνα (ανατολική και βόρεια πλευρά βόρειου κλίτους).

Άγιοι Κήρυκος και Ιουλίττα

Η αρχική εκκλησία ήταν σταυροειδής εγγεγραμμένη με τρούλο. Από το 16ο αιώνα, οπότε κατέρρευσε ο τρούλος, έχει τη μορφή μονόχωρου πυρήνα που περιβάλλεται από στοά. Ο χρόνος ίδρυσης της είναι άγνωστος. Αναφέρεται, ωστόσο, ως καθολικό σταυροπηγιακής μονής το 1395. Από τον τοιχογραφικό διάκοσμο της διατηρούνται υπολείμματα των μέσων του 14ου αιώνα στο χώρο της πρόθεσης, του τέλους του 15ου αιώνα στις εξωτερικές επιφάνειες του δυτικού και του νότιου τοίχου του αρχικού ναού και του 1589 στο μονόχωρο κεντρικό πυρήνα.

Αρχαιολογικός χώρος Αγίου Παταπίου

Ο μεταβυζαντινός ναός του Αγίου Παταπίου ανοικοδομήθηκε στις αρχές του 16ου αιώνα στα ερείπια προϋπαρχόντων κτισμάτων. Διατηρεί τοιχογραφικό διάκοσμο των αρχών του 16ου αιώνα (ιερό, βόρεια αρχική κιονοστοιχία), του τέλους του ίδιου αιώνα (νότιος και δυτικός τοίχος νεότερου ναού, βόρειος τοίχος αρχικού ναού) και των αρχών του 1 7ου και του 18ου αιώνα (νάρθηκας), ο οποίος μαρτυρεί τις συνεχείς μετατροπές στο μνημείο.
Στον περιβάλλοντα χώρο του ναού διακρίνονται τα υπολείμματα συγκροτήματος παλαιοχριστιανικού βαπτιστηρίου (4ος αι.) και τρίκλιτης βασιλικής με εγκάρσιο κλίτος (5ος αι.). Από το βαπτιστήριο σώζονται οι χώροι του τετράκογχου φωτιστηρίου, της χτιστής οκταγωνικής κολυμβήθρας και τμήμα του προαύλειου οίκου, όλοι διακοσμημένοι με επιδαπέδια ψηφιδωτά και μαρμαροθετήματα. Η βασιλική, η οποία θεμελιώθηκε πάνω στα ερείπια του βαπτιστηρίου, στη βόρεια και τη νότια πλευρά της έχει βοηθητικούς χώρους και αψιδωτό κτίριο που ταυτίσθηκε με επισκοπείο. Κοσμείται επίσης με λαμπρά ψηφιδωτά και μαρμαροθετήματα. Αποτελούσε πιθανώς τον κεντρικό ναό της παλαιοχριστιανικής Βέροιας και συνδεόταν λειτουργικά με τη διερχόμενη ρωμαϊκή οδό που βαίνει κατά μήκος της σημερινής οδού Βενιζέλου.

Παλαιοχριστιανική βασιλική επί της οδού Καρατάσου 9 

Σώζονται η προεξέχουσα κόγχη, το κεντρικό και το βόρειο κλίτος και τμήμα του νάρθηκα. Το κεντρικό κλίτος της βασιλικής κοσμείται με πολύχρωμο μαρμαροθέτημα, ενώ ο νάρθηκας με ψηφιδωτό των αρχών του 6ου αιώνα.

Παλιά Μητρόπολη

Τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική με υποτυπώδες εγκάρσιο κλίτος. Αποτελεί έναν από τους μεγάλους επισκοπικούς ναούς που χτίστηκαν στη Μακεδονία κατά τον 11ο αιώνα. Στη σημερινή μορφή δεν σώζεται το νότιο κλίτος. Ιδιαίτερα σημαντικός είναι ο σωζόμενος τοιχογραφικός διάκοσμος, ο οποίος στο μεγαλύτερο μέρος του χρονολογείται στο 13ο αιώνα (1215/6-1224/5 και 1270-1290). Οι τοιχογραφίες που κοσμούν τον ανατολικό τομέα του βόρειου κλίτους του ναού χρονολογούνται γύρω στο 1320. Κατά την οθωμανική περίοδο μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος με την επωνυμία Χουνκιάρ Τζαμί (Ηϋηkâr Camii) (τζαμί της Νίκης). Από τη φάση αυτή του κτίσματος σήμερα είναι ορατός ο μιναρές και μέρος των εσωτερικών και εξωτερικών επιχρισμάτων του ναού.

Άγιος Γεώργιος του άρχοντος Γραμματικού

Τρίκλιτη βασιλική με νάρθηκα. Η σημερινή μορφή της οφείλεται στις αλλεπάλληλες επισκευές, προσθήκες και μετατροπές από την εποχή ίδρυσης της (αρχές 14ου αι.) έως και το 19ο αιώνα. Διατηρούνται τοιχογραφίες διαφόρων περιόδων (1518/9, 1603, 1629, 1 718), με παλαιότερες τις τοιχογραφίες στο νότιο τοίχο του ιερού (1380).

Χριστός Αντιφωνητής

Μονόχωρος ναός, γνωστός από έγγραφο του 1326. Υπήρξε καθολικό ανδρικής αστικής μονής. Στη σημερινή του νεωτερική μορφή διατηρεί ελάχιστο τοιχογραφικό διάκοσμο των μέσων περίπου του 18ου αιώνα.

Άγιος Νικόλαος του άρχοντος Καλοκρατά

Ο ναός σήμερα έχει τη μορφή τρίκλιτης βασιλικής. Χτίστηκε από τον Κομνηνό Καλοκρατά το 16ο αιώνα και σε αυτήν ενσωματώθηκε το ιερό προϋπάρχοντος ναού. Στο σωζόμενο παλαιότερο τμήμα του ναού (η μεταγενέστερη πρόθεση) διατηρούνται σπαράγματα τοιχογραφιών των μέσων του 14ου και του 18ου αιώνα. Ο υπόλοιπος τοιχογραφικός διάκοσμος χρονολογείται στο 1566.

Ενοριακός ναός Αγίου Γεωργίου

Τρίκλιτη βασιλική του 14ου αιώνα που δέχθηκε διαδοχικές ανακαινίσεις. Διατηρεί ζωγραφική του 14ου (ανατολικό αέτωμα του αρχικού ναού) και του 16ου αιώνα (βόρειος τοίχος).

Αγία Παρασκευή της ενορίας της Μακαριώτισσας

Μονόχωρος ναός του τέλους του 14ου αιώνα, με ποικίλες επισκευές, προσθήκες και μετατροπές, που του έδωσαν τη μορφή ναού με βόρειο κλίτος και νάρθηκα. Οι φάσεις του μαρτυρούνται από τις αλλεπάλληλες τοιχογραφήσεις του στο 14ο, 15ο, 16ο, 17ο και 18ο αιώνα. Η φάση του 1 7ου αιώνα μαρτυρείται από σχετική κτητορική επιγραφή πάνω από την κεντρική θύρα εισόδου, που μνημονεύει το έτος 1683.

Άγιος Σάββας της ενορίας της Κυριώτισσας

Από την παλαιότερη τρίκλιτη βασιλική του 14ου αιώνα διατηρούνται ο ανατολικός τοίχος και οι διαχωριστικοί τοίχοι της πρόθεσης και του διακονικού. Το υπόλοιπο τμήμα του ναού χρονολογείται στις αρχές του 19ου αιώνα. Η κόγχη του ιερού, εξωτερικά, φέρει πλούσιο κεραμοπλαστικό διάκοσμο και εσωτερικά τοιχογραφίες του 14ου αιώνα.

Παναγία Δεξιά

Ο ναός στη σημερινή μορφή του αποτελείται από τμήμα του αρχικού ιερού του 14ου αιώνα και μεγαλύτερο ναό του τέλους του 18ου ή των αρχών του 19ου αιώνα. Στο σωζόμενο παλαιότερο τμήμα του ναού υπάρχουν και οι αρχαιότερες τοιχογραφίες με τη Θεοτόκο στην κόγχη και μέρος του Μελισμού με επίσκοπο και άγγελο.

Αγιος Προκόπιος

Τρίκλιτη βασιλική των αρχών του 17ου αιώνα, που διαδέχθηκε πρωιμότερο ναό του 14ου αιώνα. Σώζονται τοιχογραφίες του τέλους του 14ου αιώνα στο δυτικό τοίχο του κεντρικού κλίτους, και του 1589.

Παναγία Ευαγγελίστρια

Μονόχωρος ναός, που από τη βυζαντινή φάση του διατηρεί μόνο τμήμα του νότιου τοίχου. Από τα δύο στρώματα τοιχογραφιών που σώθηκαν στο νότιο τοίχο αποκολλήθηκε το νεότερο του έτους 1672 και στη θέση του έμεινε σε αποσπασματική κατάσταση το παλαιότερο.

Άγιος Γεώργιος ο Μικρός

Μονόχωρος ναός των αρχών του 15ου αιώνα. Από τη φάση αυτή διατηρείται ένα μόνο τμήμα ως ιερό στον τρίκλιτο ναό του 17ου αιώνα. Τοιχογραφίες των αρχών του 15ου αιώνα υπάρχουν στο σωζόμενο αρχικό τμήμα. Μικρής έκτασης ζωγραφική επέμβαση στην εξωτερική επιφάνεια του βόρειου τοίχου χρονολογείται στο έτος 1643.

Παναγία Περίβλεπτος

Τρίκλιτη βασιλική του 14ου αιώνα. Έχει νάρθηκα, γυναικωνίτη και ανοιχτή στοά στη νότια πλευρά, που χρονολογούνται στα τέλη του 18ου ή τις αρχές του 19ου αιώνα. Διατηρούνται τοιχογραφίες του 16ου, 17ου και 18ου αιώνα.

Άγιος Ανδρέας της ενορίας της Κυριώτισσας

Μικρός μονόχωρος ναός του 15ου αιώνα, ο οποίος αργότερα απέκτησε συνεχή κλειστή στοά στη βόρεια και την ανατολική πλευρά του. Όλοι οι χώροι σήμερα καλύπτονται με κοινή τετράριχτη στέγη. Οι τοιχογραφίες που κοσμούν το ιερό και την εξωτερική όψη του βόρειου τοίχου χρονολογούνται στο 15ο αιώνα. Οι υπόλοιπες τοιχογραφίες χρονολογούνται με επιγραφή στο 1720.

Παναγία Γοργοεπήκοος

Μονόχωρος ναός του 15ου αιώνα, ο οποίος στις αρχές του 19ου εντάχθηκε ως διακονικό σε τρίκλιτο ναό. Τοιχογραφίες του τελευταίου τετάρτου του 15ου αιώνα κοσμούν το σωζόμενο τμήμα του αρχικού ναού.

Παναγία Παλαιοφορίτισσα ή Παντάνασσα

Ο ναός, αρχικό κτίσμα του 15ου αιώνα, δέχθηκε αλλεπάλληλες επισκευές, προσθήκες και μετατροπές στο 18ο αιώνα, οπότε απέκτησε τη μορφή τρίκλιτης βασιλικής. Οι παλαιότερες τοιχογραφίες διατηρούνται στο βόρειο αρχικό τοίχο του ναού και χρονολογούνται στο τελευταίο τέταρτο του 15ου αιώνα. Οι υπόλοιπες έγιναν στο 1705 και το 1730.

Παναγούδα ή Υπαπαντή

Δίκλιτη βασιλική με νάρθηκα, η οποία ανοικοδομήθηκε στα ερείπια τρίκλιτης παλαιοχριστιανικής βασιλικής με νάρθηκα. Οι παλαιότερες τοιχογραφίες του ναού (τελευταίο τέταρτο του 15ου αι.) σώζονται στην κόγχη του ιερού. Το 1706 τοιχογραφήθηκαν, σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή, ο κυρίως ναός και το βόρειο κλίτος.

Άγιοι Θεόδωροι

Μονόχωρος ναός του 15ου αιώνα. Στα τέλη του 17ου ή τις αρχές του 18ου αιώνα διαμορφώθηκε σε δίκλιτο με υποτυπώδη διαχωρισμό των κλιτών. Οι τοιχογραφίες των δύο ανώτερων ζωνών του βόρειου και παλαιότερου τοίχου (άγιοι σε στηθάρια, σκηνές Δωδεκαόρτου) ανάγονται στην εποχή ίδρυσης του ναού, ενώ της κατώτερης ζώνης (στρατιωτικοί άγιοι, ιεράρχες, μοναχοί) μάλλον στο 16ο αιώνα. Οι τοιχογραφίες που κοσμούν το ιερό χρονολογούνται στα τέλη του 17ου ή τις αρχές του 18ου αιώνα.

Παναγία Χαβιαρά

Τρίκλιτη βασιλική του 15ου αιώνα. Διατηρούνται το ιερό και ο δυτικός τοίχος του κυρίως ναού. Τη σημερινή μορφή έλαβε ο ναός το 16ο αιώνα με την κατασκευή των δύο κιονοστοιχιών. Στη φάση ίδρυσης του ανήκουν οι τοιχογραφίες που κοσμούν τον ανατολικό τοίχο του ιερού. Η παράσταση της Δευτέρας Παρουσίας στο νάρθηκα έγινε το έτος 1497/8. Μερικές τοιχογραφίες στην πρόθεση χρονολογούνται πιθανώς στο 16ο αιώνα.

Αγία Άννα της ενορίας του Προφήτη Ηλία

Ο σημερινός δίκλιτος ναός του 16ου αιώνα διαδέχθηκε μονόχωρο ναό του 15ου αιώνα, ο οποίος ανοικοδομήθηκε πάνω στα ερείπια παλαιοχριστιανικής βασιλικής (αρχές 6ου αι.). Γύρω στο 1500 χρονολογούνται οι παλαιότερες τοιχογραφίες που σώζονται στην εσωτερική παρειά του δυτικού αρχικού τοίχου, ενώ οι τοιχογραφίες της εξωτερικής όψης του ίδιου τοίχου γύρω στο 1520. Οι τοιχογραφίες στο χώρο του ιερού και στο νότιο τοίχο ανήκουν στο 16ο αιώνα.

Μητροπολιτικός ναός των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου
Τρίκλιτη βασιλική, η οποία δέχθηκε αλλεπάλληλες επισκευές το 17ο, 18ο και 20ό αιώνα. Φιλοξενεί την επισκοπική έδρα της Βέροιας. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το ξυλόγλυπτο τέμπλο του ναού με αναρτημένες εικόνες του 17ου και του 18ου αιώνα. Ξυλόγλυπτος είναι και ο επισκοπικός θρόνος με εικόνα του ένθρονου Χριστού, στον οποίο δέεται ο ανακαινιστής του ναού κατά το έτος 1728, μητροπολίτης Ιωακείμ Γ.

Άγιος Αντώνιος

Τρίκλιτη βασιλική του έτους 1860, τυπικό δείγμα της αστικής εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής του 19ου αιώνα. Τιμάται στο όνομα του νυν πολιούχου της πόλης αγίου Αντωνίου του Σαλού.

Άγιος Νικόλαος της Γούρνας

Μονόχωρος αρχικά ναός. Στα τέλη του 15ου ή τις αρχές του 16ου αιώνα απέκτησε τρίκλιτη (με δίριχτη στέγη) μορφή. Οι παλαιότερες τοιχογραφίες του διατηρούνται στην κόγχη του ιερού. Οι τοιχογραφίες στο νάρθηκα, με τη νεκρική προσωπογραφία της βεροιώτισσας Βασίλως, χρονολογούνται στο 1525. Οι υπόλοιπες τοιχογραφίες ανήκουν σε διάφορες φάσεις του 16ου και του 17ου αιώνα.

Άγιος Νικόλαος του μοναχού Ανθίμου

Τρίκλιτη βασιλική με νάρθηκα, των μέσων του 15ου αιώνα. Όλες σχεδόν οι επιφάνειες του ναού καλύπτονται με τοιχογραφίες του 1565 και συνιστούν ένα αξιόλογο ως προς την πληρότητα και την ποιότητα εικονογραφικό σύνολο. Οι ζωγράφοι που εργάστηκαν στο ναό είναι από τους πλέον αξιόλογους της εποχής.

Άγιος Νικόλαος της ενορίας της Μακαριώτισσας

Μονόχωρος ναός με νάρθηκα, με παλαιότερο σωζόμενο τμήμα το δυτικό τοίχο του κυρίως ναού. Κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα έγιναν ποικίλες μετατροπές, οι οποίες κατήργησαν πολλά από τα στοιχεία του αρχικού κτίσματος. Σώζονται τοιχογραφίες στο ιερό, στις δύο όψεις του δυτικού τοίχου του κυρίως ναού και στο νάρθηκα, χρονολογούμενες στο 16ο και το 18ο αιώνα.

Χριστός Παντοκράτωρ

Μονόχωρος αρχικά ναός, ο οποίος το 16ο αιώνα απέκτησε βόρειο κλίτος και το 1687 στοά στη νότια πλευρά. Ο διάκοσμος του χρονολογείται στο 16ο αιώνα και στο 1687. Από τη δεύτερη φάση των τοιχογραφιών του αξιόλογες είναι οι αφιερωτικές απεικονίσεις μορφών της κοινωνίας της Βέροιας στο χώρο της στοάς.

Άγιος Δημήτριος

Τρίκλιτη βασιλική των μέσων του 16ου αιώνα. Ελάχιστα ίχνη τοιχογραφιών του β” μισού του 16ου αιώνα έχουν μείνει ακάλυπτα από επιχρίσματα. Έχει αξιόλογο ξυλόγλυπτο τέμπλο των αρχών του 18ου αιώνα και δεσποτικές εικόνες που χρονολογούνται στη λίγο μεταγενέστερη περίοδο.

Μεγάλοι Άγιοι Ανάργυροι

Πεντάκλιτος ναός με δίριχτη στέγη των αρχών του 19ου αιώνα. Διαδέχθηκε πρωιμότερο ναό από τον οποίο σώζεται μόνον ο ανατολικός τοίχος. Ελάχιστες ορατές, σήμερα, τοιχογραφίες του προχωρημένου 16ου αιώνα κοσμούν το σωζόμενο αρχικό τμήμα του ναού.

Άγιος Στέφανος

Τρίκλιτη βασιλική του 18ου αιώνα, η οποία διαδέχθηκε πρωιμότερο ναό του 16ου αιώνα. Στο ναό του 16ου αιώνα φαίνεται ότι είχε περιληφθεί άλλος παλαιότερος, λείψανα του οποίου αποτελούν ορισμένα αρχιτεκτονικά μέλη στο δυτικό τμήμα του ναού.

Άγιος Ανδρέας της ενορίας του Αγίου Γεωργίου

Μονόχωρος ναός του 16ου αιώνα, με νάρθηκα και στοά κατά μήκος της νότιας πλευράς του. Οι τοιχογραφίες του χρονολογούνται στο 16ο και τις αρχές του 17ου αιώνα.

Παναγία Φανερωμένη

Τρίκλιτη βασιλική του τέλους του 16ου ή των αρχών του 17ου αιώνα, η οποία δέχθηκε ποικίλες επισκευές και μετατροπές στον 20ό αιώνα. Στο χώρο του διακονικού φυλάσσεται η εικόνα της Θεοτόκου Φανερωμένης, αξιόλογο έργο του β” μισού του 13ου αιώνα, στην προσωνυμία της οποίας οφείλεται και το όνομα του ναού. Ελάχιστα ίχνη τοιχογραφιών, του τέλους του 16ου ή των αρχών του 17ου αιώνα, κοσμούν το νότιο τοίχο του ναού.

Μεταμόρφωση του Σωτήρος

Τρίκλιτη βασιλική με δίριχτη στέγη, η οποία δέχθηκε ποικίλες επισκευές και λειτουργικές προσθήκες στο δυτικό τμήμα. Στο χώρο του ιερού διατηρούνται τοιχογραφίες των αρχών του 17ου αιώνα.

Αγιος Νικόλαος, γνωστός ως Άγιος Σπυρίδων

Τρίκλιτη βασιλική με νάρθηκα, των αρχών του 17ου αιώνα. Αξιοσημείωτο είναι ότι το υλικό κατασκευής του ναού προέρχεται από αρχαιότερα μνημεία της Βέροιας. Οι τοιχογραφίες του ναού, σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή, χρονολογούνται στο έτος 1617.

Μητροπολιτικός ναός των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου
Τρίκλιτη βασιλική, η οποία δέχθηκε αλλεπάλληλες επισκευές το 17ο, 18ο και 20ό αιώνα. Φιλοξενεί την επισκοπική έδρα της Βέροιας. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το ξυλόγλυπτο τέμπλο του ναού με αναρτημένες εικόνες του 17ου και του 18ου αιώνα. Ξυλόγλυπτος είναι και ο επισκοπικός θρόνος με εικόνα του ένθρονου Χριστού, στον οποίο δέεται ο ανακαινιστής του ναού κατά το έτος 1728, μητροπολίτης Ιωακείμ Γ.

Άγιος Νικόλαος ο Ψαράς

Τρίκλιτη με δίριχτη στέγη βασιλική και τοιχογραφίες στο χώρο του ιερού, του β” μισού του 1 7ου αιώνα. Ο ζωγράφος του ναού εργάστηκε και στον Άγιο Νικόλαο της Γούρνας κατά το διάστημα 1638-1642.

Μικροί Άγιοι Ανάργυροι

Μονόχωρος ναός των αρχών του 18ου αιώνα με υποτυπώδη νάρθηκα. Η ζωγραφική του ναού, σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή, χρονολογείται στο έτος 1706.

Παναγία Βαλτεσινή

Τρίκλιτη βασιλική των αρχών του 18ου αιώνα, με ελάχιστα λείψανα τοιχογραφιών της βίας εποχής στο χώρο της πρόθεσης.
Στη Βέροια διατηρούνται επίσης αρκετές εκκλησίες, όπως η Αγία Άννα (τέλη 18ου αι.;) και ο Άγιος Βασίλειος της ενορίας των Αγίων Αναργύρων, η Αγία Παρασκευή και ο Άγιος Νικόλαος (τέλη 18ου αι.;) της ενορίας της Παναγίας Δεξιάς, ο Προφήτης Ηλίας (αρχές 19ου αι.), ο Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων (αρχές 19ου αι.), ο Άγιος Σπυρίδων της ενορίας του Αγίου Γεωργίου (αρχές 19ου αι.;), και η Έξω Παναγιά, οι οποίες έχουν αλλοιωθεί από νεωτερικές επεμβάσεις και είναι άγνωστο αν διαδέχθηκαν προγενέστερο ναό.

Στη Βέροια διατηρούνται επίσης αρκετές εκκλησίες, όπως η Αγία Άννα (τέλη 18ου αι.;) και ο Άγιος Βασίλειος της ενορίας των Αγίων Αναργύρων, η Αγία Παρασκευή και ο Άγιος Νικόλαος (τέλη 18ου αι.;) της ενορίας της Παναγίας Δεξιάς, ο Προφήτης Ηλίας (αρχές 19ου αι.), ο Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων (αρχές 19ου αι.), ο Άγιος Σπυρίδων της ενορίας του Αγίου Γεωργίου (αρχές 19ου αι.;), και η Έξω Παναγιά, οι οποίες έχουν αλλοιωθεί από νεωτερικές επεμβάσεις και είναι άγνωστο αν διαδέχθηκαν προγενέστερο ναό.

Βυζαντινό Μουσείο Βέροιας

Το Βυζαντινό Μουσείο Βέροιας, ένα νέο μουσείο στην Κεντρική Μακεδονία, άνοιξε πρόσφατα τις πύλες του. Δίπλα στο ελληνιστικό – βυζαντινό – οθωμανικό τείχος της πόλης, στην έξοδο της γειτονιάς της Κυριώτισσας, στεγασμένο σ” έναν υδρόμυλο των αρχών του περασμένου αιώνα, το Βυζαντινό Μουσείο Βέροιας περιμένει τους επισκέπτες του, Έλληνες και ξένους. Εικόνες, κεραμικά, νομίσματα, τοιχογραφίες, ψηφιδωτά – όλος ο πλούτος της βυζαντινής πολιτιστικής κληρονομιάς της Βέροιας, αλλά και του ζωτικού της χώρου – εκτίθενται στους ειδικά διαμορφωμένους χώρους του παλιού υδρόμυλου.

Οι εκθεσιακοί χώροι του μουσείου στεγάζονται σε διατηρητέο κτίριο, γνωστό ως Μύλος του Μάρκου. Η κατασκευή του ξεκίνησε το 1908 και ολοκληρώθηκε το 1911 από τον Στέργιο Μάρκου, γιατρό με σπουδές στο Βουκουρέστι. Σε επαφή με τη νότια όψη του κτιρίου περνούσε το νερό από παρακλάδι του Τριπόταμου, το οποίο αποτελούσε την κινητήρια δύναμη για τη λειτουργία του μύλου. Επρόκειτο για αλευρόμυλο που λειτουργούσε με κυλίνδρους. Το κτίριο ήταν τετραώροφο, τυπικό δείγμα της αρχιτεκτονικής βιομηχανικών κτιρίων αυτής της περιόδου. Η κατασκευή και η ποιότητα των υλικών του κτιρίου ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακή. Οι τοιχοποιίες του από τοπικό πωρόλιθο και ισχυρό ασβεστοκονίαμα ενισχύονταν στις γωνίες με λαξευμένα αγκωνάρια. Τα πατώματα και η στέγη του ήταν ξύλινα και εδράζονταν στις περιμετρικές τοιχοποιίες και σε μεταλλικό σκελετό από χυτοσίδηρο, στο μέσον και κατά μήκος της μεγάλης διάστασης του κτιρίου.

Η αλευροποιία Μάρκου σταμάτησε να λειτουργεί τη δεκαετία του 1960. Το 1981 το κτίριο κάηκε. Έτσι, ό,τι απέμεινε από αυτό ήταν οι περιμετρικές τοιχοποιίες του και ο μεταλλικός σκελετός στο εσωτερικό του, εξαιρετικά παραμορφωμένος. Τη δεκαετία του 1980 τα νερά του παραπόταμου διοχετεύτηκαν με υπόγειους αγωγούς και στη θέση του κατασκευάστηκε η οδός Θωμαΐδου.

Οι τοιχοποιίες, παρότι το κτίριο κάηκε και παρά τη χρόνια έκθεση τους σε δυσμενείς καιρικές συνθήκες, διατηρήθηκαν σε πολύ καλή κατάσταση. Με βάση τα ίχνη από τις δοκοθήκες που σώζονταν στις τοιχοποιίες και τον παραμορφωμένο μεταλλικό σκελετό, έγινε αναπαράσταση της αρχικής μορφής και κατασκευαστικής δομής του κτιρίου, η οποία και επαναλήφθηκε κατά την αποκατάσταση του, δεδομένου ότι ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και ίσως η μοναδική στην περιοχή. Τμήμα του παραμορφωμένου μεταλλικού σκελετού διατηρήθηκε και εκτίθεται στον αύλειο χώρο του μουσείου. Στο κτίριο προστέθηκε ένα υπόγειο προκειμένου να αυξηθεί η ωφέλιμη επιφάνεια του μουσείου. Η προσθήκη αυτή κατασκευάστηκε από οπλισμένο σκυρόδεμα, με τη βοήθεια μικροπασσάλων, και έτσι διαφοροποιείται από την αρχική κατασκευή.

Το Βυζαντινό μουσείο περιλαμβάνει τρεις ορόφους συνολικού εμβαδού 720 τ.μ. καθένας από τους οποίους φιλοξενεί μια εννοιολογική αυτοτελή ενότητα της μόνιμης έκθεσης. Η ιδιαίτερα πλούσια συλλογή φορητών εικόνων, οι τοιχογραφίες, τα ψηφιδωτά δάπεδα, τα χειρόγραφα και τα παλαίτυπα, τα έργα αγγειοπλαστικής και μικροτεχνίας, τα νομίσματα και τα ξυλόγλυπτα αποτελούν τα εκτιθέμενα αντικείμενα.

Ιερές Μονές

Ιερά μονή Παναγίας Σουμελά

Στις πλαγιές του Βερμίου, κοντά στο χωριό Καστανιά, βρίσκεται το πνευματικό κέντρο του Ποντιακού Ελληνισμού, η Ιερά Μονή της Παναγίας Σουμελά.

Μια ιστορία, μια παράδοση και ένας θρύλος αγκαλιάζουν το σύμβολο του Πόντου, την Παναγία Σουμελά. Ήταν ο Ευαγγελιστής Λουκάς αυτός που χάραξε τη μορφή της Παναγίας πάνω σε ξύλο. Η εικόνα της Σουμελά, βρέθηκε μετά το θάνατο του Λουκά στην Αθήνα και για αυτό το λόγο, αρχικά είχε ονομαστεί ως η Παναγία η Αθηνιώτισσα.

Στο τέλος του 4ου αιώνα (380- 386) ιδρύθηκε στο όρος Μελά της Τραπεζούντας, το μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά, από τους μοναχούς Βαρνάβα και Σωφρόνιο (κατά κόσμο Βασίλειος και Σωτήρχος, θείος και ανιψιός, κάτοικοι και οι δυο Αθηνών). Με μοναδικά εφόδια την πίστη, την επιμονή και την εργατικότητα, οι δυο ερημίτες μοναχοί, κατόρθωσαν να χτίσουν την εκκλησία της Σουμελιώτισσας, σκαλιστή μέσα στο βουνό. Από τότε έγινε γνωστή ως ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΟΥΜΕΛΑ (Εις του Μελά-στου Μελά-Σουμελά).

Μέχρι το 1922, υπήρξε ο οδηγός, ο παρηγορητής, ο συμπαραστάτης, το καταφύγιο και ο εμψυχωτής των Ελληνοποντίων. Υπήρξε επίσης ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες διατήρησης της ελληνικής γλώσσας και ταυτότητας, καθώς και της αναζωπύρωσης της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης των πιστών.

Ο αναπάντεχος ξεριζωμός, ερήμωσε μαζί με τον αλησμόνητο Πόντο και τη Βίγλα της Σουμελιώτισσας. Με την ανταλλαγή, τα ιερά κειμήλια παραχωρήθηκαν, και το 1931 τα ξέθαψε και τα έφερε στην Ελλάδα, ο Αμβρόσιος ο Σουμελιώτης, ύστερα από ενέργειες του πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου προς την τουρκική κυβέρνηση του Ισμέντ Ινονού.

Από το 1952, αρχίζει μια νέα περίοδος. Η ελλαδική ιστορία της Παναγίας Σουμελά. Το 1951-1952 η εικόνα παραχωρείται στο σωματείο «Παναγία Σουμελά» Θεσσαλονίκης, το οποίο και άρχισε την ανέγερση της Μονής, σε ένα επίπεδο του Βερμίου, πάνω από το χωριό Καστανιά, που είχε παραχωρήσει δωρεάν 500 στρέμματα για την ανέγερση του Προσκυνήματος.

Η » Αθηνιώτισσα» και «Σουμελιώτισσα» γίνεται τότε Βερμιώτισα και πανελλήνιο Προσκύνημα.

Από το 1952 που χτίστηκε ο μικρός ναός, η Εικόνα θρονιάστηκε στο νέο της θρόνο. Σκοπός της ανέγερσης της Μονής δεν ήταν η ίδρυση στον ελλαδικό χώρο, ακόμη ενός μοναστηριού, αλλά η ανέγερση ενός προσκυνήματος που θα αποτελούσε σύμβολο και φάρο.

Χάρη στην ευλάβεια και θεοσέβεια των Ποντίων και φιλοποντίων, δημιουργήθηκαν διάφορα κτίρια. Η διοίκηση της Παναγίας Σουμελά, φρόντισε για τη δημιουργία μουσειακής συλλογής από ιερά σκεύη, εικόνες και άμφια, αλλά και τη δημιουργία αξιόλογης βιβλιοθήκης.

Σήμερα το κτιριακό συγκρότημα περιλαμβάνει δυο εκκλησίες δέκα ξενώνες με 620 κρεβάτια, ένα εστιατόριο, δυο τουριστικά περίπτερα βρύσες, τηλέφωνα, ηλεκτρικό φως, χώρους στάθμευσης, πλατεία, εκατοντάδες καλλωπιστικά και καρποφόρα δέντρα.

Κάθε χρόνο, το τριήμερο του 15Αύγουστου, είναι πρωτοφανής η συρροή χιλιάδων προσκυνητών από όλα τα διαμερίσματα της χώρας και το εξωτερικό. Η περιφορά της Εικόνας, μέσα στο χώρο του ιερού προσκυνήματος, γίνεται με βυζαντινή μεγαλοπρέπεια και σύμφωνα με την Ορθόδοξη Παράδοση, είναι μια από τις πιο συγκινητικές και κατανυκτικές ακολουθίες.

Ιερά μονή Παναγίας Δοβρά

Στις ανατολικές πλαγιές του Βερμίου, λίγα χιλιόμετρα έξω από την πόλη της Βέροιας βρίσκεται η Ιερά μονή της Παναγίας Δοβρά.

Η μονή είναι κτισμένη ανάμεσα σε δύο λόφους, σε ένα ειδυλλιακό τοπίο περιτριγυρισμένη από πυκνή βλάστηση.

Η μονή είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου και αποτελεί μία από τις αρχαιότερες μονές της περιοχής. Ο χρόνος ιδρύσεως της μονής παραμένει άγνωστος, εικάζεται ότι ιδρύθηκε τον 12ο αιώνα, ωστόσο οι πρώτες ασφαλείς μαρτυρίες για την λειτουργία της προέρχονται από έγγραφα του 17ου αιώνα. Η μονή έχει λειτουργήσει αδιαλείπτως μέχρι το 1822.

Η μεγαλύτερη ιστορική στιγμή της μονής είναι συνδεμένη με την Ελληνική επανάσταση του 1821 και τους ηρωικούς αγώνες των μακεδόνων οπλαρχηγών και κατοίκων της περιοχής. Στην εξέγερση του 1822 η μονή λεηλατήθηκε και κάηκε από τους Τούρκους στην περίφημα μάχη της Δοβρά.

Μετά από μακρόχρονες προσπάθειες η μονή αναστηλώθηκε για να έρθει και πάλι στο προσκήνιο το 1950, όταν στα παράπλευρα της μονής οικόπεδα, χτίσθηκε Παιδούπολη με την ονομασία «ΚΑΛΗ ΠΑΝΑΓΙΑ» για ορφανά και άπορα Ελληνόπουλα που λειτούργησε οργανωμένα, κάτω από την εποπτεία του Εθνικού Οργανισμού Πρόνοιας μέχρι το 1986.

Ακολουθεί μια περιόδος εγκατάλειψης, ώσπου το 1995 η μονή επανιδρύεται και λειτουργεί ως ανδρών μονή.

Η ανασύσταση της μονής συνοδεύτηκε και από μια εκ βάρθων ανακαίνιση των κτιρίων διατηρώντας όμως την παλιά αρχιτεκτονική. Στο παλαιό καθολικό, που είναι μια ξυλόστεγη τρίκλιτη βασιλική με εξωνάρθηκα, συντηρήθηκαν όλα τα παλαιότερα αρχιτεκτονικά μέλη, ανακαινίστηκε και συντηρήθηκε η περίτεχνη ξύλινη μακεδονική οροφή, αντικαταστάθηκαν παράθυρα, στασίδια και το τέμπλο.

Με την ίδια αρχιτεκτονική οικοδομήθηκε και νέο κτίριο που περιλαμβάνει το αρχονταρίκι και τα κελιά των μοναχών. Επίσης ανακατασκευάσθηκε το Αγίασμα της Ζωοδόχου Πηγής και διαμορφώθηκε ο αύλειος χώρος.

Παράλληλα αναπτύχθηκαν και οι άλλοι χώροι της μονής. Από το 1995 λειτουργεί στα παλιά κτίρια της Παιδούπολης Σχολή βυζαντινής αγιογραφίας, στην οποία διδάσκονται 150 μαθητές ετησίως.

Ιερά μονή Παναγίας Καλήπετρας

Τιμάται στο Γενέσιο της Παναγίας και η ονομασία «Καλήπετρα» ίσως οφείλεται σε σε ευφημισμό λόγω του δύσβατου της περιοχής. Αποτελεί ένα από τα πιο παλιά μοναστήρια, οι πρώτες όμως πληροφορίες που διαθέτουμε είναι από τον 16ο αιώνα. Το μοναστήρι γνώρισε μεγάλη άνθηση μέχρι το τέλος του 18ου αιώνα.

Το 1822 καταστράφηκε μαζί με τα άλλα μοναστήρια της περιοχής όπως προκύπτει από τουρκικά έγγραφα. Μετά την καταστροφή αυτή δεν μπόρεσε να ξαναγνωρίσει την παλιά του δόξα. Από το 1930 και μετά ερειπώθηκε και σήμερα σώζεται μόνο ένα εξωκκλήσιο.

Το μοναστήρι της Παναγίας ή της Καλήπετρας, βρίσκεται στις νότιες πλαγιές του Βερμίου, σε απόσταση 10 χλμ. Περίπου από τη Βέροια, κοντά στο χωριό Ραχιά. Η θέση μάλιστα που είναι κτισμένο, βρίσκεται σε μια φυσική κρυψώνα που σχηματίζει η ροή του Αλιάκμονα. Πανοραμική θέα του μοναστηριού έχουμε από το μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου που βρίσκεται στην απέναντι όχθη του ποταμού.

Το μοναστήρι της Καλήπετρας, ονομάστηκε έτσι προφανώς κατ” ευφημισμό, γιατί δεν βρίσκονταν «καλή» πέτρα για να κτισθεί. Άλλωστε το βραχώδες και απότομο της θέσης του επιβεβαιώνει την παραπάνω σκέψη. Ακριβή προσδιορισμό του χρόνου ίδρυσης του δεν έχουμε. Τις πρώτες πληροφορίες γι” αυτό τις έχουμε από τον 16ο αιώνα.

Το μοναστήρι γνώρισε μεγάλη άνθηση μέχρι το τέλος του 18ου αιώνα. Μετά τα γεγονότα που ακολούθησαν την καταστολή της επανάστασης στη Νάουσα το 1892, το μοναστήρι πυρπολήθηκε από τους Τούρκους, μαζί με τα άλλα μοναστήρια της περιοχής, σε αντίποινα για την εξέγερση.

Το μοναστήρι της Καλήπετρας δε μπόρεσε ποτέ να ορθοποδήσει στη συνέχεια. Εργασίες για την αποκατάσταση των ζημιών που υπέστη ξεκίνησαν σχετικά γρήγορα (1825-1833). Παρ” όλα αυτά όμως η επιδιόρθωση και η επανοίκηση της μονής της Καλήπετρας δεν στάθηκαν αρκετά για να φέρουν την παλιά ακμή και δόξα της μονής. Η λειτουργία της μονής διατηρήθηκε μέχρι το 1907.

Το 1941 από αμέλεια ενός κτηνοτρόφου πυρπολήθηκε η μονή και ερημώθηκε πλήρως. Από αυτό το μοναστήρι και το καθολικό του ελάχιστες πληροφορίες έχουν διασωθεί, σχετικά με το πώς περίπου ήταν. Έτσι μόνο μέσα από προφορικές πηγές μπορεί κάποιος να σχηματίσει μια εικόνα για το μοναστήρι πριν την καταστροφή του 1941. Οι πληροφορίες λοιπόν αυτές αναφέρουν πως το μοναστήρι περιβάλλονταν από πέτρινο τείχος, σαν κάστρο. Στο ναό υπήρχε επίσης ένα όμορφο ξύλινο τέμπλο με εικόνες λαϊκής τεχνοτροπίας της περιόδου της τουρκοκρατίας. Υπήρχε ακόμη ένας άγνωστος αριθμός βιβλίων και χειρογράφων, που καταστράφηκαν όλα με την πυρκαγιά, στερώντας μας από ένα πολύτιμο ιστορικό υλικό.

Το σημερινό μοναστήρι έχει κτιστεί μετά την καταστροφή του 1941, με τη φροντίδα της Μητρόπολης Βέροιας. Πρόκειται για έναν μικρό τρίκλιτο προσκυνηματικό ναό στη μορφή της βασιλικής, με υπερυψωμένο το κεντρικό κλίτος. Αργότερα προστέθηκαν και ξενώνες για να μπορούν να διανυκτερεύουν οι επισκέπτες, προσκυνητές της μονής.

Στις 8 Σεπτεμβρίου, ημέρα της εορτής της Γέννησης της Θεοτόκου είναι το πανηγύρι της μονής και η προσέλευση των πανηγυριστών στη μονή πιστών είναι μεγάλη.

Ιερά μονή Αγίας Κυριακής Λουτρού

Σε μικρή απόσταση από το χωριό Λουτρό, δίπλα στις όχθες του Αλιάκμονα, βρίσκεται το μοναστήρι της Αγίας Κυριακής, κτισμένο σε μια συστάδα πανύψηλων δέντρων, ό,τι απόμεινε από το πυκνό δάσος που κάλυπτε την περιοχή μέχρι τις αρχές του αιώνα μας…

Η χριστιανική παράδοση διηγείται ενδιαφέρουσες ιστορίες σχετικά με το πρόσωπο της Αγίας Κυριακής και τον ιερό τόπο, που ανήκει στη χάρη της. Κατά την παράδοση η Αγία έζησε εδώ μέχρι το θάνατό της και σ” αυτό το μέρος βρέθηκε αργότερα μέσα σε μια κουφάλα δέντρου μια ξύλινη εικόνα της, που σώζεται μέχρι σήμερα.

Στο σημείο που βρέθηκε η εικόνα, χτίστηκε ένα προσκυνητάρι στη χάρη της. Το παρεκκλήσι αυτό έγινε τόπος συγκεντρώσεως πιστών απ” όλα τα γύρω χωριά χάρη στις θαυματουργές ιδιότητες που απέδιναν στην εικόνα.

Μετά την τουρκοκρατία η περιοχή ήταν τσιφλίκι κάποιου Λόγγου, ο οποίος δώρισε εκατό στρέμματα στο παρεκκλήσι, όπου χτίστηκε το 1914 η εκκλησιά, ενώ το 1922 προστέθηκε κι ο νάρθηκας. Στα χρόνια της Γερμανικής κατοχής ο χώρος αυτός χρησιμοποιήθηκε σαν αρχηγείο της εθνικής αντίστασης ανταρτών.

Μοναστήρι (γυναικών) έγινε το 1962 κι έτσι διατηρείται μέχρι σήμερα. Τώρα με την φροντίδα της Ιεράς Μητρόπολης Βέροιας και Ναούσης έγιναν πολλά σύγχρονα κτίσματα και εγκαταστάσεις με περιφραγμένο όλο το μοναστήρι και καλλωπισμένο τον γύρω χώρο με δέντρα.

Το μοναστήρι της Αγίας Κυριακής είναι δεμένο στη μνήμη όλων των κατοίκων χριστιανών των χωριών του κάμπου και των πόλεων του νομού Ημαθίας και το ονομαστό πανηγύρι του που γίνεται στις 7 Ιουλίου.

Σήμερα στο μοναστήρι μονάσουν μια Ηγουμένη και τρεις καλόγριες. Οι δε προσκυνητές που δεν λείπουν όλο το χρόνο υπάρχει χώρος και δυνατότητα να φιλοξενηθούν στους ξενώνες του μοναστηριού με άνεση και περιποίηση.

Ιερά μονή Προφήτη Ηλία Ασωμάτων

Το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία βρίσκεται στην αριστερή όχθη του Αλιάκμονα κοντά στο χωριό Ασώματα και 8 χλμ. Νότια της Βέροιας. Είναι από τα παλαιότερα μοναστήρια της περιοχής και σήμερα σώζεται μόνο ένας μικρός σε διαστάσεις ναός. Πρόκειται για μια μονόκλιτη βασιλική που το συνολικό της μήκος δεν ξεπερνά τα 6 μέτρα.

Δεν γνωρίζουμε το πότε ακριβώς κτίσθηκε το μοναστήρι. Η επικρατέστερη άποψη τοποθετεί την ίδρυση του στα τέλη του 16ου αιώνα, στηριζόμενη στην κτητορική επιγραφή που υπάρχει στο ναό και στη μορφή της τοιχοποιίας του, που οδηγεί στους χρόνους της Τουρκοκρατίας.

Η κτητορική επιγραφή είναι σαφής όσον αφορά την χρονολόγηση του ναού και τοποθετεί την εγkαινίαση του στο 1570.  Η επιγραφή εκτός από την χρονολογία ίδρυσης του ναού, μας πληροφορεί πως ο ναός αρχικά ήταν αφιερωμένος στην Παναγία και όχι στον Προφήτη Ηλία όπως είναι σήμερα.

Ο ναός εξωτερικά δεν παρουσιάζει ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον, με εξαίρεση τον ανατολικό τοίχο του ιερού βήματος. Ειδικότερα η κόγχη του ιερού βήματος είναι εξωτερικά τρίπλευρη με μια ωραία λαξότμηση τη διακόσμηση που περιτρέχει εξωτερικά και τις τρεις πλευρές.

Ο ναός παραλές τις φθορές του χρόνου διατηρήθηκε εξαιτίας των διαφόρων επισκευών και παρεμβάσεων που υπέστη στο πρόσφατο παρελθόν.

Η είσοδος στο ναό γίνεται τα δυτικά. Πάνω ακριβώς από το υπέρθυρο υπάρχει ένα τυφλό τόξο στο οποίο μας υποδέχεται μια κατεστραμένη τοιχογραφία της Παναγίας. Στο ιερό βήμα εκτός από την κεντρική κόγχη και τις κόγχες της πρόθεσης και του Διακονικού υπάρχουν άλλες δύο κόγχες στο βόρειο και νότιο τμήμα των τοίχων του.

Εκείνο που προσδίδει ιδιαίτερη αξία σ” αυτό το μικρό μοναστήρι είναι οι λιγοστές, αλλά θαυμάσιες τοιχογραφίες του, που σώζονται ακόμη σε πείσμα του χρόνου και της φθοράς. Κάποτε μάλιστα θα έπρεπε να ήταν κατάγραφος όλος ο ναός, αλλά δυστυχώς σήμερα σώζονται ελάχιστες. Οι πιο αξιόλογες από αυτές είναι εκείνες του ιερού βήματος.

Οι τοιχογραφίες του ναού δεν μας διασώζουν το όνομα του αγιογράφου. Το ενιαίο όμως του τεχνοτροπικού χαρακτήρα τους μας οδηγεί στην πεποίθηση πως ο ναός αγιογραφήθηκε από έναν καλλιτέχνη. Ο καλλιτέχνης της μονής του Προφήτη Ηλία είχε άμεση σχέση με το περιβάλλον των καλλιτεχνών που έζησαν και δημιούργησαν σε πολλούς ναούς της Βέροιας. Γι” αυτό ακριβώς οι τοιχογραφίες της μονής του Προφήτη Ηλία θεωρούνται μέρος της κοινής υστεροβυζαντινής αγιογραφικής παράδοσης που κυριάρχησε σε πολλές εκκλησίες και μοναστήρια της κεντροδυτικής Μακεδονίας.

Για το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία δεν σώζονται παρά ελάχιστες ιστορικές πληροφορίες. Το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία πρέπει να καταστράφηκε στα γεγονότα της επανάστασης στη Νάουσα το 1822, ακολουθώντας την μοίρα των άλλων μοναστηριών της περιοχής.

Σήμερα εκτός από το καθολικό της μονής δεν σώζεται τίποτα άλλο από τα κτίρια του μοναστηριού.

 

Οθωμανικά κτίρια της Βέροιας

Την περόδο της τουρκοκρατίας το τούρκικο στοιχείο, ήταν το πιο πολυάριθμο στη Βέροια, συγκεντρωμένο στο επάνω μέρος της πόλης. Όταν εγκαταστάθηκαν οι Τούρκοι στην πόλη μετέτρεψαν παλιές εκκλησίες σε τζαμιά. Ανάμεσα σ’ αυτές ήταν και η Παλιά Μητρόπολη, το Χουνκιάρ τζασίμι, το Καζακτσί και Μπαμπά τεκέ τζασμί. Το σύνολο των τζαμιών στη Βέροια ήταν 14. Άλλος τομέας όπου αναπτύχθηκε οικοδομική δραστηριότητα ήταν τα δημόσια τουρκικά λουτρά, τα χαμάμ.

Χουνκιάρ Τζαμί. Παλιά Μητρόπολη

Πρόκειται για την παλιά μητρόπολη της Βέροιας (11ος αιώνας) που κατά την οθωμανική περίοδο μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος με την επωνυμία Χουνκιάρ Τζαμί (Ηϋηkâr Camii) (τζαμί της Νίκης). Από τη φάση αυτή του κτίσματος σήμερα είναι ορατός ο μιναρές και μέρος των εσωτερικών και εξωτερικών επιχρισμάτων του ναού.

Ορτά Τζαμί

Μονόχωρο τρουλοσκεπές κτίσμα, με στοά στη δυτική και τη βόρεια πλευρά του. Με βάση την τοιχοδομία του, η οποία θυμίζει ανάλογες πρώιμων οθωμανικών κτισμάτων στη Θεσσαλονίκη, πρέπει να αποτελεί ένα από τα παλαιότερα κτίσματα του τύπου του και να χρονολογείται στο α” μισό του 15ου αιώνα.
Παλιά Λουτρά (Tuzci Hamam)

Αποτελούνται από το γυναικείο και το ανδρικό τμήμα. Αναφέρονται από τον Εβλιγιά Τσελεμπή, ο οποίος επισκέφθηκε τη Βέροια στα μέσα του 17ου αιώνα. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι το ανδρικό τμήμα, όπου διατηρούνται οι σπάνιες για μνημείο αυτού του τύπου τοιχογραφίες με σκηνές κυνηγιού.

Μεντρεσέ Τζαμί

Βρίσκεται στη νοτιοανατολική πλευρά της βυζαντινής πόλης. Η ονομασία του προϋποθέτει την ύπαρξη και άλλου κτιρίου, του Μεντρεσέ (ιεροδιδασκαλείου), μη σωζόμενου σήμερα.

Top