Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΚΑΜΑΤΕΡΟΥ (27 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1827)

ΑΠΟ: ΤΣΟΥΚΝΑΚΗ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ - Ιουλ• 13•21

Στα τέλη του 1826 – αρχές του 1827 η κατάσταση των Ελλήνων που ήταν πολιορκημένοι στην Ακρόπολη είχε γίνει δραματική. Eίχαν να αντιμετωπίσουν μια σειρά από σοβαρά προβλήματα.  Οι τροφές τους είχαν σχεδόν τελειώσει, ενώ η έλλειψη ακόμα και στοιχειώδους ιατρικής περίθαλψης είχε σαν αποτέλεσμα πολλοί αγωνιστές να χάνουν τη ζωή τους και από πολύ ελαφριά τραύματα.

Στα τέλη του 1826 κάτι φαίνεται ότι μπορούσε ν’ αλλάξει, καθώς ήρθε στην Ελλάδα ο Διονύσιος Βούρβαχης, ο οποίος με σημαντική στρατιωτική εμπειρία και με ένα στρατιωτικό σώμα που συγκρότησε ο ίδιος θα μπορούσε να προσφέρει πολλά στον αγώνα.

╬┤╬╣╬┐╬╜╧Ξ╧Δ╬╣╬┐╧Γ ╬▓╬┐╧Ξ╧Β╬▓╬▒╧Θ╬╖╧Γ

Ο Βούρβαχης

Ο Διονύσιος Βούρβαχης γεννήθηκε το 1787 στην Κεφαλονιά, ενώ πηγές αναφέρουν ότι η οικογένεια καταγόταν από την Κρήτη. Πατέρας του ήταν ο Σωτήριος Βούρβαχης, ο οποίος εγκαταστάθηκε στη Μασσαλία και πρόσφερε σημαντικές υπηρεσίες στον Μέγα Ναπολέοντα.  Ο Δ. Βούρβαχης φοίτησε στη στρατιωτική σχολή του Φοντενεμπλό και έφτασε σταδιακά σε υψηλούς βαθμούς στον γαλλικό στρατό. Ωστόσο, στο μυαλό του ήταν πλέον και η επαναστατημένη πατρίδα του και κατόρθωσε προς τα τέλη του 1826 να έρθει στο Ναύπλιο. Συγκρότησε στρατιωτικό σώμα, με σκοπό να πολεμήσει υπό τις διαταγές του Γεώργιου Καραϊσκάκη, τον οποίο θαύμαζε απεριόριστα, καθώς μετά τη μεγάλη νίκη των Ελλήνων στην Αράχοβα «ο γιος της καλόγριας» είχε γίνει διάσημος και στην Ευρώπη.

Ωστόσο, η κυβέρνηση που είχε τότε την έδρα της στην Αίγινα και άλλοι οπλαρχηγοί, τον έπεισαν να κατευθυνθεί στην Ελευσίνα, γιατί προείχε η βοήθεια των πολιορκημένων στην Ακρόπολη.

Τα γεγονότα πριν τη μάχη του Καματερού

Έτσι, στο τέλος Δεκεμβρίου 1826 ο Δ. Βούρβαχης έφτασε με ένα στρατιωτικό σώμα στην Ελευσίνα. Ανάμεσά τους ήταν και μερικοί φιλέλληνες. Στα μέσα Ιανουαρίου 1827 τους συνάντησε και ο Παναγιώτης Νοταράς  με 1.200 Ρουμελιώτες και Κορίνθιους άνδρες. Στη Σαλαμίνα είχαν συγκεντρωθεί 1.000 περίπου άνδρες υπό τους Ι. Μακρυγιάννη, Ι. Νοταρά και Δ. Καλλέργη. Σ’ αυτούς προστέθηκαν ακόμα 400 άνδρες του τακτικού στρατού, ορισμένοι άτακτοι ιππείς και κάποιοι φιλέλληνες.

Τη νύχτα της 21ης Ιανουαρίου, τα στρατιωτικά τμήματα των Ελλήνων, έφυγαν και έφτασαν μετά από πορεία 4 ωρών στη Χασιά (Φυλή).

Η μάχη του Καματερού

Οι άνδρες που βρίσκονταν στη Χασιά, ενισχύθηκαν με ένοπλους από διάφορες περιοχές της Αττικής. Έτσι, ο αριθμός τους έφτασε τις 3.500, σίγουρα ιδιαίτερα υπολογίσιμος. Στη συνέχεια, μετακινήθηκαν προς το Καματερό. Οι επικεφαλής τους (Βούρβαχης, Π. Νοταράς και Μαυροβουνιώτης), ήταν ανεξάρτητοι και ισότιμοι. Αφού στρατοπέδευσαν στο Καματερό,  αναζήτησαν τις θέσεις όπου έπρεπε να τοποθετηθούν τα τρία σώματα.

Ο Μαυροβουνιώτης και ο Νοταράς  θεωρούσαν ότι έπρεπε να αποφύγουν την τακτική μάχη στα πεδινά μέρη και ότι έπρεπε να μείνουν σε ψηλές θέσεις για να τις χρησιμοποιούν σαν ορμητήρια αιφνιδιαστικών επιχειρήσεων στα νώτα του εχθρού.

Ο Βούρβαχης, που είχε πείρα μόνο από μάχες σε πεδινά μέρη από την εμπειρία του με τον στρατό του Ναπολέοντα, ήθελε να πολεμήσουν στην πεδιάδα, πιστεύοντας ότι θα πετύχει εύκολη νίκη. Μάταια οι άλλοι δύο που γνώριζαν ότι οι Τούρκοι θα είχαν πλεονέκτημα σε μάχη στην πεδιάδα, αφού θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν και το ιππικό τους, προσπάθησαν να μεταπείσουν τον Βούρβαχη  λέγοντάς του ότι οι Έλληνες στρατιώτες είναι συνηθισμένοι να πολεμούν στα βουνά και τις στενωπούς  και συνεπώς έπρεπε να καταλάβουν ορεινές θέσεις. Ο Βούρβαχης  επέμεινε και τοποθέτησε το τάγμα του στην πεδιάδα, ως προφυλακή των άλλων σωμάτων, τα οποία αποτελούσαν το κύριο μέρος της όλης δύναμης και κατέλαβαν θέσεις σε ορεινά ερείσματα, 500-600 μέτρα μακριά από τον Βούρβαχη.

Στις 27 Ιανουαρίου 1827, με την ανατολή του ήλιου, ο Κιουταχής με 600 ιππείς, 2.000 πεζούς και δύο πυροβόλα κινήθηκε εναντίον των Ελλήνων. Τα μεν πυροβόλα, τα έστησε απέναντι από τα σώματα των Νοταρά και Μαυροβουνιώτη για να εμποδίσει πιθανή κάθοδό τους προς την πεδιάδα, ενώ το ιππικό και το πεζικό κινήθηκαν προς την προφυλακή του Βούρβαχη. Ο γενναίος Συνταγματάρχης, κατόρθωσε να συγκρατήσει το σώμα του, αλλά κάποια στιγμή, η μάχη έφτασε να διεξάγεται με σπαθιά και λόγχες και ο αγώνας ήταν άνισος. Τριακόσιοι άνδρες, ανάμεσά τους ο Βούρβαχης και τέσσερις φιλέλληνες αξιωματικοί που πολέμησαν μαζί του, έπεσαν νεκροί. Σκοτώθηκαν επίσης δύο Έλληνες οπλαρχηγοί, ο Προκόπης Λέκκας και ο Αναγνώστης Κιουρκατιώτης, που είχε πολεμήσει ηρωικά σε προηγούμενες μάχες.

Ο Κιουταχής, διέταξε να κόψουν τα κεφάλια του Βούρβαχη και των 4 φιλελλήνων αξιωματικών και να τα στείλει στον σουλτάνο, μαζί με τις στολές τους, για να δείξει ότι Γάλλοι αξιωματικοί πολεμούν μαζί με τους Έλληνες και ότι νίκησε στη μάχη του Καματερού στρατό τον οποίο διοικούσαν Ευρωπαίοι.

Δεν αναφέρονται  στις πηγές που περιγράφουν τη μάχη  τα ονόματα των 4 ηρωικών φιλελλήνων. Αναζητώντας όμως στον κατάλογο των φιλελλήνων του Ελβετού Fornezy, κάποιους που σκοτώθηκαν στο Καματερό, εντοπίσαμε δύο,  οι  de Gascg και Gibbasier. Ένας ελάχιστος φόρος τιμής σε κάποιους ανιδιοτελείς Γάλλους που ήρθαν να πολεμήσουν για την ελευθερία των Ελλήνων και άφησαν την τελευταία τους πνοή στο Καματερό.

Μετά τη μάχη του Καματερού – Η «εκδίκηση»

Περιχαρής ο Κιουταχής, μετά τη νίκη του, πήγε στα, εξοχικά τότε, Πατήσια (!), όπου είχε το στρατηγείο του και, θεωρώντας ότι οι πολιορκημένοι της Ακρόπολης μόλις μάθαιναν όσα είχαν γίνει στο Καματερό  θα απογοητεύονταν και θα παραδίδονταν, έστειλε επιστολή ζητώντας τους να παραδώσουν το φρούριο και υποσχόμενος να σεβαστεί τις ζωές τους.

Οι Έλληνες οπλαρχηγοί  είχαν αποφασίσει να μην παραδοθούν. Ωστόσο, θέλοντας να οργανωθούν και να πάρουν καλύτερες θέσεις οι άλλοι Έλληνες  που  βρίσκονταν στον Πειραιά, άρχισαν να εμπαίζουν τον Κιουταχή, λέγοντάς του ότι θα του απαντήσουν την επόμενη μέρα  και μετά  τη μεθεπόμενη κλπ. Μετά από τρεις τουλάχιστον μέρες, ο Κιουταχής κατάλαβε τις προθέσεις  των  Ελλήνων  και αποφάσισε να κινηθεί εναντίον όσων βρίσκονταν στον Πειραιά, για να τους εμποδίσει να βοηθήσουν τους έγκλειστους της Ακρόπολης.

Έτσι, στις 29 Ιανουαρίου 1827 κατόπτευσε τις θέσεις των Ελλήνων στα παράλια του Πειραιά και την επόμενη, κινήθηκε εναντίον όσων βρίσκονταν στην Καστέλα, την καλύτερα οχυρωμένη θέση της ευρύτερης περιοχής του Πειραιά. Μετά από 5 ώρες  μάχης  και μεγάλες απώλειες, οι Τούρκοι  αποσύρθηκαν νικημένοι.

Πηγές:

  • Διονύσιου Κόκκινου «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΣ Εκδόσεις ΜΕΛΙΣΣΑ, 1974.
  • «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ», της ΕΚΔΟΤΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ
  • Δ. Φωτιάδη «Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821.

Σχολιάστε

Top