Ανδρέας Καρκαβίτσας

ΑΠΟ: ΤΣΟΥΚΝΑΚΗ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ - Μάι• 06•16

Ανδρέας  Καρκαβίτσας

Ανδρέας  Καρκαβίτσας   150 χρόνια από τη γέννησή του

  Ο Ανδρέας  Καρκαβίτσας  ήταν  ένας  απ’ τους σημαντικότερους  πεζογράφους  μας υπερασπιστής  της  δημοτικής  γλώσσας  αλλά  και  ενεργός  πολίτης  απέναντι  στα προβλήματα  που αντιμετώπιζε  τότε  η  χώρα  μας. Με το λογοτεχνικό του έργο ζωντάνεψε την κοινωνία της εποχής του και δεν δίστασε να ξεσκεπάσει τις άσχημες πλευρές της, επιδιώκοντας την εξυγίανσή της .

Γεννήθηκε στα Λεχαινά Ηλείας το 1866. Ζυμώθηκε με τις παραδόσεις του τόπου του (τραγούδια , θρύλοι , μνήμες του ’21) που φούντωσαν στην ψυχή του μια φλογερή αγάπη για τον λαό μας και τα δημιουργήματά του. Αυτή η αγάπη θα σταθεί η κύρια πηγή έμπνευσής του τα επόμενα χρόνια.

« Εγώ απλώς προσέχω, ρωτώ, αυτιάζομαι και συμπεραίνω.  Τι; Εκείνο που συμπεραίνει καθένας που μελετά το λαό : Πως αυτός μόνος είναι η Εθνική Κιβωτός.»

          Φοιτητής της Ιατρικής στην Αθήνα , μπαίνει στους κύκλους της προοδευτικής διανόησης της εποχής του, που εκφράζεται μέσα από εφημερίδες και περιοδικά με νέες τάσεις  (Εφημερίς , Εστία). Γρήγορα ξεχωρίζει με τη λογοτεχνική δημιουργία του, αλλά και με το ήθος και την προσωπικότητά του. Γράφει για αυτόν ο Γρηγόριος Ξενόπουλος

         «Ημείς οι άλλοι, οι οποίοι είχομεν εμφανισθεί  σχεδόν συγχρόνως, εθεωρούσαμεν τον Καρκαβίτσαν ως το καύχημα, το καμάρι και, αν θέλετε, το πρωτοπαλλήκαρο της κάπως φιλοπολέμου κι επαναστατικής μας ομάδος. Την εποχήν εκείνην ο Καρκαβίτσας  ήτο μόλις εικοσαετής, αδέξιος εις τας κινήσεις  και μάλλον άκομψος  ή απέριττος εις την ενδυμασίαν…με την μαγκουρίτσαν του, με το μουστακάκι του, με ανήσυχα μαύρα μάτια…Ποτέ δεν ομιλεί δια τα έργα του, ποτέ δεν προβάλλει απαιτητικόν και καταθλιπτικόν το εγώ του […] Μου αρέσει ο χαρακτήρας του ο άκαμπτος, ο ανένδοτος, εκεί που πρέπει και ο μαλακός, ο ενδοτικώτατος πάλιν εκεί που πρέπει. Μου αρέσει η μουρμούρα του, όταν παραπονείται δια την κατάστασιν του και τα βάζει με όλους. Πρώτα-πρώτα με τον «άθλιον» εαυτόν του. Μου αρέσει η φαιδρότης του, όταν ακούει να διηγούνται αστεία, όταν πειράζει με αμίμητη τέχνη τους πειραζομένους.»

Υπηρετώντας ως στρατιωτικός γιατρός ταξιδεύει μέσα στην Ελλάδα, γνωρίζεται με πολλούς ανθρώπους και μαθαίνει τα προβλήματά τους. Συγκινείται από τη βαριά μοίρα των εργαζομένων, ιδιαίτερα της αγροτιάς και του ναυτόκοσμου. Μέσα από τα κείμενά του ξεχύνεται ο πόνος του για τον λαό και η οργή του για την πολιτική των κρατούντων, που έχει καταδικάσει αυτόν τον λαό στη φτώχεια, την αμάθεια, την εξαθλίωση και τη μοιρολατρεία. Γράφει

«Δυστυχισμένε ναυτόκοσμε! Βλέποντας σε σήμερα εκεί μέσα ταπεινό, περίγυρα στον ψαρόμαλλον άγιο σου, μου εφάνηκες ναυαγός αιώνιος, κυματοπλανημένος και ανεμόφερτος πάντα, χωρίς καμιά ελπίδα να εύρεις ποτέ τον ποθητό λιμένα για να ρίξεις τα σίδερά σου»

Έζησε σε μια ταραγμένη εποχή. Ως πολίτης με επίγνωση του χρέους του δεν δίσταζε να εκφράζει τις απόψεις του σχετικά με τα γεγονότα της εποχής του  και να τις υπερασπίζεται με πάθος. Δοκίμασε την πικρία της ήττας του 1897 και έλαβε μέρος στην κίνηση του Στρατιωτικού Συνδέσμου (1909). Πίστευε πως για να εκσυγχρονιστεί και να προοδεύσει η Ελλάδα, πρέπει να στηριχτεί στις ανεξάντλητες δημιουργικές δυνάμεις που κρύβει ο λαός. Πολέμιος της στείρας αρχαιολατρείας, αλλά και της ξενολατρείας, υπέρμαχος της δημοτικής γλώσσας, πίστευε ότι αποστολή της Tέχνης είναι να διαφωτίζει και να ανεβάζει το πνευματικό επίπεδο του λαού. Για αυτό και ξεσπάθωσε εναντίον ορισμένων διανοούμενων που πίστευαν πως  η Τέχνη είναι μόνο για λίγους εκλεκτούς. Γράφει.

«Ποτέ μου δεν εφιλοδόξησα τον τίτλο του κοσμοπολίτου συγγραφέως. Προτιμώ να είμαι ταπεινό λουλούδι του τόπου μου, παρά φούσκα γεμισμένη από καπνούς αχύρων και αεροπλανωμένη στο χάος του σύμπαντος, με την πλάνα ελπίδα πως θα με πάρουν μερικοί για τον αυγερινό!».

Το 1916 ο Καρκαβίτσας φυλακίστηκε γιατί αντέδρασε στο «Κίνημα της Θεσσαλονίκης» του Ελ. Βενιζέλου. Η υγεία του κλονίστηκε. Το 1922 πέθανε στο Μαρούσι από φυματίωση.

Τα πρώτα έργα του Καρκαβίτσα γράφτηκαν στην καθαρεύουσα. Ανάμεσα σε αυτά  η «Λυγερή». Η υπόθεσή της αναφέρεται στην βαριά μοίρα των κοριτσιών της επαρχίας και είναι εμπνευσμένη από τον άτυχο πρώτο του έρωτα με μια συντοπίτισσα του από τα Λεχαινά. Τα επόμενα έργα του γράφονται στην δημοτική, μια δημοτική ζωντανή, με πλούσιο λεξιλόγιο και μεγάλη εκφραστική ικανότητα, χωρίς ακρότητες και υπερβολές.

Ο «Ζητιάνος» είναι ένα από τα πιο αξιόλογα έργα της πεζογραφίας μας. Κεντρική μορφή ένας αδίστακτος ζητιάνος που εκμεταλλεύεται την αμάθεια των φτωχών χωρικών και οδηγεί στην καταστροφή ένα ολόκληρο της Θεσσαλίας. Η ασυνειδησία του ζητιάνου, η αθλιότητα της ζωής και η μοιρολατρεία των χωρικών προβληματίζουν τον αναγνώστη.

Με τη νουβέλα «Ο Αρχαιολόγος» ο Καρκαβίτσας στηλιτεύει την στείρα προγονοπληξία, που πνίγει κάθε προσπάθεια για ανανέωση.

Στα «Λόγια της πλώρης» ο Καρκαβίτσας περιγράφει έξοχα τις ασύγκριτες ομορφιές της ελληνικής θάλασσας. Όμως  σε αυτήν την πανέμορφη θάλασσα οι άνθρωποι αγκομαχούν και θαλασσοπνίγονται για να κερδίσουν το ψωμί τους, γι αυτό δεν μπορούν να την χαρούν.

Στις «Παλιές αγάπες» ασχολείται με μια ποικιλία θεμάτων και φέρνει στην επιφάνεια πλήθος από τα κακώς κείμενα της εποχής του.

Ο Καρκαβίτσας πλούτισε τη λογοτεχνία μας με έργα ανώτερης ποιότητας. Στα κείμενά του συναντούμε έντονο το ηθογραφικό  στοιχείο, ενώ προβάλλονται ρεαλιστικά όλες οι πληγές της σύγχρονής του πραγματικότητας, καθώς και ο προβληματισμός του σχετικά με την ανθρώπινη μοίρα.

«Ο άνθρωπος πολλές φορές δεν βρίσκει της υπάρξεως του τον σκοπό. Και όμως τα κρατεί στους κόρφους της η Φύσις, θεότης αδιάφορη, ανεπηρέαστη, ίση, δείχνοντας αγάπη και στου Κάη τους καρπούς και στα πρωτοτόκια του Άβελ

Ο Ζητιάνος         

Σχολιάστε

Top