Η πονηρή άτακτη τσάντα

ΑΠΟ: Δημ. Σχ. Αδριανής - Οκτ• 20•14

Η πονηρή άτακτη τσάντα

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν η Αθηνά, ένα κοριτσάκι 10 χρονών. Ήταν πολύ όμορφο και ψηλό.

-Είναι βράδυ Αθηνά…. Πάνε για ύπνο! Λέει η μαμά της

-Εντάξει! Απαντάει.

Ξάπλωσε και την πήρε κατευθείαν ο ύπνος. Έγινε πρωί. Πήρε, έφαγε το πρωινό της και πήγε να ετοιμάσει την τσάντα της για το σχολείο. Έβαλε το βιβλίο της Γλώσσας μέσα, αλλά ξαφνικά πετάχτηκε αυτό έξω, πάνω στο κεφάλι της και η Αθηνά φώναξε «Άουτς! Τι έγινε εδώ;»

-Μμμμ..Συγνώμη αλλά δεν μπορώ να κουβαλήσω όλα αυτά τα βιβλία! Για να φανταστείς βάζω αυτό το βιβλίο της Γλώσσας πάνω στην γλώσσα μου! Είπε η τσάντα.

-Η τσάντα μιλάει; Μα πώς; Λέει η Αθηνά.

-Το ξέρω.. Είναι μεγάλη ιστορία! Μια μάγισσα με ακούμπησε με το μαγικό της ραβδί και έγινα μαγική!

-Παράξενα πράγματα ακούω…. Τέλος πάντων ! λέει η Αθηνά! Τότε το βιβλίο των Μαθηματικών πού το βάζεις;…..

Και η τσάντα απαντάει:

-         Μα σήμερα δεν έχεις μαθηματικά! Κουβαλάω και το πρόγραμμα!

-         Αχ! Ναι! Σωστά! Λέει η Αθηνά.

-         Μη μιλάς! Κάνε πως δεν υπάρχω! Ψιθυρίζει αναστατωμένη η τσάντα.

-         Αθηναααά ετοίμασες την τσάντα σου; Φωνάζει η μαμά από το διπλανό δωμάτιο.

-         Όχι μαμά! Η τσάντα μου είπε πως δεν χωράνε άλλα πράγματα μέσα.

-         Τι; Ξαφνιάστηκε η μαμά.

-         Εεε! Λέω πως δεν έχουμε μαθηματικά σήμερα. Διόρθωσε η Αθηνά.

-         Α!  Εντάξει τότε! Καθησύχασε η μαμά.

-         Έτσι μπράβο! Ψιθύρισε η τσάντα στην Αθηνά.

Η μαμά φώναξε την Αθηνά να κατεβεί γιατί στο μεταξύ είχε έρθει το σχολικό λεωφορείο.

-         Έτοιμη τσάντα μου να ξεκινήσουμε για το σχολείο; Ρώτησε η Αθηνά την καινούρια της φίλη.

-         Ναι πανέτοιμη! Απάντησε η τσάντα.

Η Αθηνά χαιρέτησε την μητέρα της, που την φίλησε γλυκά και την ξεπροβόδισε.

Ανέβηκε στο λεωφορείο κρατώντας στο χέρι την τσάντα της, κάθισε σε μια θέση κρατώντας αγκαλιά την τσάντα της. Ξαφνικά άκουσε την τσάντα να λέει ψιθυριστά:

-         Στο λεωφορείο έχει πολύ ζέστη! Έσκασα! Και είμαστε μόνο δυο λεπτά εδώ μέσα!

-         Κάνε υπομονή απάντησε η Αθηνά. Γειά σου Σοφία χαιρέτησε την φίλη της που μόλις ανέβηκε στο λεωφορείο.

-         Αθηνά πήρες καινούρια τσάντα; Ρώτησε η Σοφία.

-         Ναι. Είναι πολύχρωμη και μιλάει!

-         Μιλάει; Είπε ξαφνιασμένη η Σοφία.

-         Όχι! Ήθελα να πω χωράει. Διόρθωσε τα λόγια της η Αθηνά γιατί σκέφτηκε πως η φίλη της θα την περνούσε για τρελή.

-         Χωράει; Τελευταία νομίζω πως δεν ακούω πολύ καλά. Τι χωράει; Ρώτησε η Σοφία.

-         Επιτέλους φτάσαμε στο σχολείο μας. Είπε η Αθηνά για να αλλάξει το θέμα της συζήτησης.

Εκείνη την ώρα ακούστηκε να χτυπά το κουδούνι και τα κορίτσια έτρεξαν να μπουν στην γραμμή των μαθητών. Η Αθηνά ένιωσε ανακουφισμένη που γλίτωσε από την ανάκριση της φίλης της.

-         Τσάντα τι έχουμε την πρώτη ώρα; Ρώτησε η Αθήνα στην τσάντα της.

-         Καλαμαράκια….., πουρέ……συλλάβισε η τσάντα.

-         Τι;  Τι είναι αυτά που λες;

-         Ούπς! Μπέρδεψα το πρόγραμμα με το μενού! Έχουμε Αγγλικά, διόρθωσε η τσάντα.

Στο μεταξύ εκείνη την ώρα κατέφθασε και ο δάσκαλος των Αγγλικών.

-         Καλημέρα παιδιά! Χαιρέτισε ο κύριος Χρήστος τα παιδιά.

Εκείνα όλα μαζί απάντησαν «Καλημέρα κύριε».

-         Βγάλτε το βιβλίο των αγγλικών, να ξεκινήσουμε το μάθημα.

-         Ψιτ! Τσάντα δώσε μου το βιβλίο!

-         Πάρ’ το απάντησε η τσάντα στην Αθηνά.

-         Hello everybody! Welcome to our school! Άρχισε να διαβάζει δυνατά η Αθηνά από το βιβλίο της.

-         Συνέχισε Σοφία την διέκοψε ο κ. Χρήστος.

-         This is my classroom! Our teacher has got a big brown desk!

Το μάθημα συνεχίστηκε έτσι για αρκετή ώρα. Στο τέλος ο δάσκαλος ανέθεσε στους μαθητές να κάνουν στο σπίτι τις ασκήσεις 1, 2 και 3. Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε το κουδούνι.

Ο κύριος Χρήστος όμως είπε στα παιδιά πως δεν θα κάνουν άλλες ώρες μάθημα, γιατί οι δάσκαλοι όλοι είχαν κάποιες δουλειές.

Τα παιδιά χάρηκαν πάρα πολύ.

Η Αθηνά και η Σοφία ανέβηκαν στο λεωφορείο για να επιστρέψουν στα σπίτια τους.  Πολύ γρήγορα έφτασαν στην στάση όπου έπρεπε να κατεβούν. Τα δυο  κορίτσια χαιρετήθηκαν και το καθένα πήρε τον δρόμο για το σπίτι του. Καθώς η Αθηνά περπατούσε μόνη της στο δρόμο για το σπίτι της, ακούστηκε μια τρομακτική φωνή από την τσάντα:

-         Αυτή είναι! Αυτή είναι η μάγισσα που μου έκανε μάγια και με κατάντησε έτσι.

Η Αθηνά γύρισε ξαφνιασμένη και είδε μια παράξενη γυναίκα. Η μάγισσα σταμάτησε δίπλα στην Αθηνά και την τσάντα της και της είπε:

-         Τσάντα συγνώμη! Συγγνώμη που σε έκανα μαγική. Απλά εκείνη τη στιγμή ήμουν πολύ θυμωμένη και όταν θυμώνω πολύ, ξεσπάω πάνω σε ό,τι πράγματα βρω μπροστά μου. Το χειρότερο όμως είναι πως σε μίκρυνα και δεν χωράνε μέσα σου πολλά βιβλία! Αλλά θα επανορθώσω! Άμπρακατάμπρα γίνε όπως πριν!

-         Αντίο Αθηνά! Ίσως κάποια μέρα να τα ξαναπούμε! Πρόλαβε να ψιθυρίσει λυπημένη η τσάντα.

Η Αθηνά κοίταξε έκπληκτη την τσάντα της που ξαφνικά μεγάλωσε και έπαψε να μιλά. Έπειτα κοίταξε την μάγισσα και της είπε:

-         Αντίο μάγισσα! Άμα ξαναθυμώσεις, να ξέρεις εμείς εδώ είμαστε!

Η μάγισσα χαμογέλασε και με μιας εξαφανίστηκε.

Σε λίγο η Αθηνά έφτασε στο σπίτι και το πρώτο που ρώτησε στη μητέρα της ήταν τι φαγητό ετοιμάζει.

-         Μα είναι πολύ νωρίς ακόμα! Σχολάσατε πολύ νωρίς. Δεν ξεκίνησα ακόμα να μαγειρεύω. Όμως μιας και ρώτησες τι φαγητό θα ήθελες να μαγειρέψω; Ρώτησε η μητέρα

-         Καλαμαράκια με πουρέ! Απάντησε χαμογελώντας η Αθηνά.

 

Εκείνη τη στιγμή έφτασε στο σπίτι και ο πατέρας κουβαλώντας τα ψώνια για το μεσημεριανό φαγητό. Η μητέρα πήρε τις σακούλες να τις αδειάσει και να τακτοποιήσει τα πράγματα.

-         Για να δούμε τι μας έφερε ο πατέρας! Κοίτα να δεις! Καλαμαράκια και πουρέ! Αθηνά σήμερα μου φ

αίνεται πως είναι η τυχερή σου μέρα! Είπε η μαμά χαμογελώντας.

-         Τυχερή και φανταστικά μαγευτική! Χαμογέλασε πονηρά η Αθηνά κοιτάζοντας την τσάντα της.

Το μεσημέρι έφαγαν όλοι μαζί καλαμαράκια με πουρέ και μετά πήγαν να ξαπλώσουν. Η Αθηνά ήταν περήφανη για την τσάντα της και από ‘δω και πέρα ήξερε πως θα έπρεπε μόνη της να κοιτάζει το πρόγραμμά της.

Ιωάννα Κωνσταντινίδου

Σχολιάστε

Top