Η ΚΥΡΑ-ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

Η Μεγάλη Σαρακοστή στη ζωή μας

Η Μεγάλη Σαρακοστή έχει, όχι μια απλή επιφανειακή, αλλά μια αληθινή επίδραση στην ύπαρξή μας, διότι  τούτη η ζωή είναι πολύ διαφορετική από τη ζωή των ανθρώπων εκείνων που ζούσαν τον καιρό που γράφονταν οι ύμνοι και οι ακολουθίες και συντάσσονταν οι κανόνες και τα τυπικά.

Τότε οι άνθρωποι ζούσαν σε μια σχετικά μικρή αγροτική κοινωνία, μέσα σ’ ένα οργανωμένο ορθόδοξο κόσμο και η Εκκλησία διαμόρφωνε το γενικό ρυθμό της ζωής των.  Τώρα ζούμε σε τεράστια αστικά κέντρα, σε τεχνοκρατούμενες πολυπολιτισμικές και πολυθρησκευτικές  κοινωνίες,  με τα «πιστεύω» και τις απόψεις τους,  για τον κόσμο και μέσα σ’ αυτές εμείς οι ορθόδοξοι αποτελούμε μια ασήμαντη μειονότητα. Η Μεγάλη Σαρακοστή δεν είναι πια «αισθητή» όπως ήταν παλιά στην Ελλάδα ή στην Ρωσία, ας πούμε. Συνεπώς,  πώς μπορούμε εμείς, εκτός από το να κάνουμε κάποιες  «συμβατικές» προσαρμογές στην καθημερινή ζωή μας, να τηρήσουμε τη Σαρακοστή;

Το να πάρουμε στα σοβαρά τη Μεγάλη Σαρακοστή σημαίνει ότι, θα τη θεωρούμε, πρώτα απ’ όλα με την πιο βαθιά έννοια, ως μια πνευματική πρόκληση που απαιτεί αντίδραση, απόφαση, πρόγραμμα και συνεχή προσπάθεια. Ακριβώς για τον λόγο αυτό, όπως ξέρουμε, θεσπίστηκαν από την Εκκλησία οι εβδομάδες προετοιμασίας για τη Μεγάλη Σαρακοστή. Η περίοδος αυτή είναι καιρός για δράση, για απόφαση, για προγραμματισμό. Ο καλύτερος και ευκολότερος τρόπος είναι ν’ ακολουθήσουμε την καθοδήγηση της Εκκλησίας, που είναι η μελέτη και ο στοχασμός πάνω στα πέντε ευαγγελικά θέματα που μας προσφέρονται τις πέντε Κυριακές της περιόδου πριν από τη Μεγάλη Σαρακοστή.

Τα θέματα αυτά είναι: η διακαής επιθυμία (Ζακχαίος), η ταπείνωση (Τελώνης και φαρισαίος), επιστροφή από την εξορία (Άσωτος), η κρίση (Κυριακή της Απόκρεω) και η συγχωρητικότητα (Κυριακή της Τυροφάγου). Αυτές οι ευαγγελικές περικοπές δεν διαβάζονται μόνο και μόνο για ν’ ακουστούν στην Εκκλησία. Ο σκοπός είναι να τις «πάρω μαζί μου στο σπίτι» και να στοχαστώ πάνω σ’ αυτές σχετίζοντάς τες μάλιστα, με τη ζωή μου, την οικογενειακή μου κατάσταση, τις επαγγελματικές υποχρεώσεις μου, το ενδιαφέρον μου για τα υλικά πράγματα, τις σχέσεις μου με τους συγκεκριμένους ανθρώπους με τους οποίους ζω. Αν σ’ αυτή την προσπάθεια περισυλλογής προσθέσει κανείς και την προσευχή αυτής της περιόδου.

Δεν μπορεί να υπάρξει Σαρακοστή χωρίς νηστεία. Όμως φαίνεται ότι πολλοί άνθρωποι σήμερα ή δεν παίρνουν τη νηστεία στα σοβαρά ή, αν την παίρνουν, παρεξηγούν τον πραγματικό πνευματικό σκοπό της. Για μερικούς νηστεία σημαίνει ένα συμβολικό «σταμάτημα» σε κάτι. Για κάποιους άλλους, νηστεία είναι μια προσεκτική τήρηση των νηστευτικών κανόνων. Και στις δύο περιπτώσεις η νηστεία δεν συνδέεται με την όλη προσπάθεια της Μεγάλης Σαρακοστής. Εδώ θα πρέπει να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε τη διδασκαλία της Εκκλησίας για τη νηστεία και ύστερα να ρωτήσουμε τον εαυτό μας: Πώς μπορούμε εμείς, να εφαρμόσουμε αυτή τη διδασκαλία στη ζωή μας.

Στη ζωή της πρώτης Εκκλησίας, νηστεία πάντοτε σημαίνει τέλεια αποχή από την τροφή, κατάσταση πείνας, ώθηση του σώματος στα άκρα. Εδώ όμως ανακαλύπτουμε ακόμα ότι η νηστεία σαν μια σωματική προσπάθεια, δεν έχει κανένα νόημα χωρίς το πνευματικό συμπλήρωμά της «… εν νηστεία και προσευχή». Αυτό σημαίνει ότι χωρίς την αντίστοιχη πνευματική προσπάθεια, χωρίς να τρεφόμαστε με τη Θεία Πραγματικότητα, χωρίς ν’ ανακαλύψουμε την ολοκληρωτική μας εξάρτηση από το Θεό και μόνο απ’ Αυτόν, η σωματική νηστεία, θα καταντήσει μια πραγματική αυτοκτονία. Αν ο ίδιος ο Χριστός πειράσθηκε, ενώ νήστευε, εμείς δεν έχουμε την παραμικρή πιθανότητα ν’ αποφύγουμε έναν τέτοιο πειρασμό. Η σωματική νηστεία είναι απαραίτητη μεν,  αλλά χάνει κάθε νόημα και γίνεται αληθινά επικίνδυνη, αν ξεκοπεί από την πνευματική προσπάθεια, από την προσευχή και την αυτοσυγκέντρωση. Η νηστεία είναι μια τέχνη, που την κατέχουν απόλυτα οι άγιοι. Θα ήταν αλαζονικό και επικίνδυνο για μας, αν δοκιμάζαμε αυτή την τέχνη χωρίς διάκριση και προσοχή. Η λατρεία της Μεγάλης Σαρακοστής μας υπενθυμίζει συνέχεια τις δυσκολίες, τα εμπόδια και τους πειρασμούς, που περιμένουν όσους νομίζουν, ότι μπορούν να στηριχτούν στη δύναμη της θέλησής τους και όχι στο Θεό.

Έτσι, το καλύτερο και ασφαλέστερο είναι ν’ αρχίσουμε με το ελάχιστο. Ακριβώς λίγο πάνω από τις φυσικές μας δυνατότητες και ν’ αυξήσουμε τις προσπάθειές μας σιγά-σιγά, παρά να επιχειρήσουμε άλματα σε μεγάλα ύψη στην αρχή και να σπάσουμε μερικά κόκκαλα πέφτοντας στη γη!

Έτσι λοιπόν, από μια συμβατική και τυπική νηστεία – δηλαδή νηστεία από υποχρέωση και συνήθεια – πρέπει να γυρίσουμε στην πραγματική νηστεία. Ας είναι περιορισμένη και ταπεινή, αλλά να είναι συνεχής και αποφασιστική. Ας αντιμετωπίσουμε έντιμα τις πνευματικές και φυσικές μας δυνατότητες και ας ενεργήσουμε ανάλογα. Ας θυμόμαστε πάντως, ότι δεν μπορούμε να νηστέψουμε χωρίς να προκαλέσουμε αυτές τις δυνατότητες, χωρίς να ενεργοποιήσουμε στη ζωή μας τα θεϊκά λόγια «τα αδύνατα παρ’ ανθρώποις δυνατά εστί παρά τω Θεώ».

Σχολιάστε

Top