ΑΤΟΜΑ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΚΑΙ Η ΕΝΤΑΞΗ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

αρχείο λήψης (1)

Ένα ετερογενές φάσμα ατόμων με ειδικές ανάγκες το οποίο κατηγοριοποιείται με βάση την αιτιολογία του προβλήματος, την  συμπτωματολογία, ή το είδος της αναπηρίας τους (π.χ. νοητική καθυστέρηση, κινητικά, αισθητηριακά, συμπεριφοράς, συναισθηματικά, νευρολογικά, ψυχιατρικά ή οργανικά προβλήματα, κ.ά.). Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τ’ άτομα με αναπηρία στην κοινωνία ποικίλουν όχι μόνο ανάλογα με τη φύση της αναπηρίας τους, αλλά και σε σχέση με την ηλικία και το φύλο τους, την περιοχή που κατοικούν και άλλους κοινωνικούς παράγοντες.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ, ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΩΘΗΣΗ  ΣΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ  ΑΝΑΓΚΕΣ

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο εκτιμάται ότι μόνο το 0,9% των παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή αναπηρία είναι δύσκολο να συμμετέχει σε κανονικά σχολεία. Ωστόσο συνεχίζουν να υπάρχουν εμπόδια στην ένταξη των παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή αναπηρία στο κανονικό ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα λόγω έλλειψης επαρκών ανθρώπινων, εκπαιδευτικών και οικονομικών πόρων, καθώς το σχολείο για όλους προϋποθέτει εξατομικευμένα εκπαιδευτικά προγράμματα για την κάλυψη των ατομικών αναγκών των μαθητών, εξειδικευμένο προσωπικό και κατάλληλο υλικοτεχνικό εξοπλισμό.

Σκοπός της ειδικής εκπαίδευσης

Να προετοιμάσει το παιδί να συμμετάσχει στον ανώτερο δυνατό βαθμό σε όλα τα πεδία δράσης της κοινωνίας: πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά και πνευματικά.

Ν’ αυξήσει τις γνώσεις και τις εμπειρίες του, να καλλιεργήσει το πνεύμα και

Να διευκολύνει τη μετάβασή του από το σχολείο στην ενηλικίωση, την ενεργό ζωή και την αυτονομία (Πολυχρονοπούλου, 2001).

Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία (Ν.2817/2000, Γ6/102357- ΦΕΚ 1319 τ.Β’ της 10-10-2002):

Μέσα στη συνηθισμένη τάξη

Σε τμήματα ένταξης μέσα στα γενικά σχολεία

Σε αυτοτελείς σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής Α/βθμιας και Β/βθμιας

Γενικής και Τεχνικής Εκπαίδευσης

Σε μη εκπαιδευτικά ιδρύματα  Ήδη, τ’ άτομα με ειδικές ανάγκες τοποθετούνται στην ελεύθερη αγορά εργασίας και σε υπηρεσίες του δημόσιου τομέα, εργάζονται σε παραγωγικά εργαστήρια προστατευόμενης εργασίας ή σε κοινωνικές εταιρείες (συνεταιρισμοί) στις οποίες συμμετέχουν, πλην των ατόμων με ειδικές ανάγκες, και εργαζόμενοι από το γενικό πληθυσμό.

Επίσης, στον τομέα της κοινωνικής τους ζωής αναπτύσσονται νέες δομές, όπως διαμερίσματα και ξενώνες ημι-αυτόνομης διαβίωσης με προσωρινή ή μόνιμη διαμονή μέσα στην κοινότητα, σε αντίθεση με τις παρωχημένες δομές των ιδρυμάτων και των οικοτροφείων (Σαρρής & Σούλης, 2001).

Οι πρόοδοι επίσης, στην τεχνολογία, η εισαγωγή αυτοματοποιημένων παραγωγικών τεχνολογικών μεθόδων, η εισαγωγή ηλεκτρονικών συστημάτων στις υπηρεσίες και στην παραγωγή, είχαν μια άνευ προηγουμένου επίδραση πάνω στην επαγγελματική κατάρτιση, τη μεθοδολογία και τις ευκαιρίες απασχόλησης για τα άτομα με ειδικές ανάγκες (Πρωτόπαπας, 1986).

Οι διαρκείς λοιπόν, εξελίξεις της σύγχρονης τεχνολογίας έχουν συμβάλλει αποφασιστικά στην αποκατάσταση πολλών μορφών αναπηρίας και καθιστούν, δυνατή τη βελτίωση ενός βαθμού επίτευξης ή ανάκτησης ικανοτήτων και δεξιοτήτων των ατόμων με ειδικές ανάγκες, επιτρέποντας έτσι την προσαρμογή τους στον εργασιακό και κοινωνικό χώρο (Σαρρής & Σούλης, 2001).

Είναι αυτονόητο ότι δεν έχουν όλα τα ενήλικα άτομα με ειδικές ανάγκες το ίδιο εκπαιδευτικό επίπεδο, τις ίδιες γνωστικές, γλωσσικές, κινητικές και κοινωνικές δεξιότητες και σχολικό ιστορικό. Κατά μέσο όρο, χαρακτηρίζονται από σοβαρές εκπαιδευτικές ελλείψεις τόσο σε τυπικό όσο και ουσιαστικό επίπεδο και κυρίως στο τομέα της εκπαίδευσης επαγγελματικών και κοινωνικών δεξιοτήτων.

Η διεθνής προώθηση της ένταξης των ατόμων με ειδικές ανάγκες στον ανοιχτό χώρο εργασίας έχει επανειλημμένα τονίσει την αναγκαιότητα διερεύνησης των ικανοτήτων εκείνων που χρειάζονται τα άτομα αυτά για να ενταχθούν στην παραγωγική διαδικασία. Οι περισσότερες από τις μελέτες που έχουν διεξαχθεί εξετάζουν δύο κυρίως παράγοντες:

Το επίπεδο κατάρτισης για την απόκτηση ειδικών επαγγελματικών ικανοτήτων

Την κοινωνική επάρκεια (Πολυχρονοπούλου, 2001).

Καθώς όμως η αγορά εργασίας στις μέρες μας είναι εξαιρετικά ανταγωνιστική για τους ανειδίκευτους εργαζόμενους, τα άτομα με ειδικές ανάγκες που διαθέτουν ελάχιστα τυπικά προσόντα, έχουν ανάγκη από εκπαιδευτικά προγράμματα που να έχουν άμεση σχέση με την πραγματικότητα της αγοράς εργασίας και να δίνουν έμφαση στην εκμάθηση κυρίως πρακτικών δεξιοτήτων, μέσω της υποστηριζόμενης άσκησής τους στον ανοιχτό χώρο εργασίας.

Η ελλιπής κατάρτιση, η προνομιακή μεταχείριση και ο κοινωνικός στιγματισμός που πολλά άτομα με ειδικές ανάγκες γνώρισαν, όχι μόνο έχει συσσωρεύσει πραγματικές εκπαιδευτικές αδυναμίες, αλλά έχει επίσης διαμορφώσει αρνητική ή παθητική στάση απέναντι στη μάθηση και στην εργασία.

Αύξηση των ευκαιριών απασχόλησης για τα άτομα με ειδικές ανάγκες

Η αύξηση προγραμμάτων επιδοτούμενης εργασίας.

Η ενημέρωση των εργοδοτών για την παραγωγικότητα και την απόδοση των ατόμων με ειδικές ανάγκες.

Η υποστήριξη, ενθάρρυνση και παροχή οικονομικών και άλλων διευκολύνσεων στην οργάνωση και λειτουργία συνεταιρισμών ή άλλων παρόμοιων επιχειρήσεων που να διευθύνονται από τα ίδια τα άτομα με ειδικές ανάγκες ή εκ μέρους αυτών.

ΣΤΗΡΙΞΗ ΣΤΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΝΤΑΞΗ ΤΩΝ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ

ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ

Η ένταξη των ατόμων με ειδικές ανάγκες στον ανοιχτό χώρο εργασίας αποτελεί το σοβαρότερο κριτήριο για την κοινωνική τους ενσωμάτωση

Η ενημέρωση λοιπόν των ατόμων με ειδικές ανάγκες που κινδυνεύουν από κοινωνικό αποκλεισμό για τις αλλαγές στην απασχόληση και τη φύση της εργασίας, καθώς και η ανάπτυξη των δεξιοτήτων που απαιτούνται για την αναζήτηση και διεκδίκηση θέσεων εργασίας, είναι αναγκαία σε ένα εξαιρετικά κινητικό και ευμετάβλητο εργασιακό περιβάλλον.

Άλλωστε, οι σύγχρονες προσεγγίσεις στον τομέα της επαγγελματικής επιλογής και ανάπτυξης θέλουν το άτομο να διαχειρίζεται ο ίδιος την επαγγελματική του σταδιοδρομία, προγραμματίζοντας ενεργά το επαγγελματικό του μέλλον και όχι παραμένοντας θεατής των εξελίξεων στην αγορά εργασίας (Καραλής, 2003).

Χαρακτηριστικά

Τ’ άτομα αυτά βιώνουν ουδέτερα ή αρνητικά βιώματα, επιφυλακτικότητα και αρνητισμό απέναντι στους θεσμούς και στα πρόσωπα κύρους.

Έχουν δυσκολία προσωπικής συγκρότησης, συναισθηματικές εντάσεις, έλλειψη αυτοπεποίθησης και αυτοεκτίμησης, με περιορισμένη αυτογνωσία και

αυτοκυριαρχία.

Η συσσώρευση εμπειριών αποτυχίας, απόρριψης και τα προβλήματα υγείας, συχνά τους οδηγούν στον αυτό-αποκλεισμό και στην εύκολη παραίτηση από την

προσπάθεια αλλαγής.

Απαιτείται λοιπόν εμψύχωση, ενίσχυση της αυτοπεποίθησης και καθοδήγηση.

Απαιτείται ανάπτυξη δεξιοτήτων επίλυσης προβλημάτων, αντοχή σε πίεση και ανάπτυξη κοινωνικής συμπεριφοράς και αποτελεσματικής επικοινωνίας με άλλους.

Χρειάζονται ξεκάθαροι ρόλοι, σαφείς κανόνες, οδηγίες, χρονικά πλαίσια δουλειάς και ανοιχτά πεδία πρωτοβουλίας για εξερεύνηση της γνώσης

ΧΑΤΖΗΕΛΕΝΟΥΔΑ  ΖΑΦΕΙΡΟΥΛΑ

ΣΑΚΚΑΛΗ  ΦΩΤΕΙΝΗ

Σχολιάστε

Top