Τα συμπόσια
Οι Έλληνες αγαπούσαν ιδιαίτερα τα συμπόσια, εκεί, δηλαδή, που οι άνθρωποι πίνουν παρέα – όλοι μαζί. Στην αρχαιότητα, λοιπόν, τα συμπόσια ήταν ιδιαίτερα δημοφιλή και τα οργάνωναν με κάθε ευκαιρία: σε οικογενειακές γιορτές και σε γιορτές ή επετείους της πόλης. Τέτοιες αφορμές έβρισκαν έπειτα από νίκες σε αθλητικούς αγώνες ή ποιητικές αναμετρήσεις ή, πάλι, όταν ερχόταν ή έφευγε κάποιο αγαπημένο πρόσωπο. Τα συμπόσια ήταν τόσο προσφιλή, ώστε έγιναν αιτία να γεννηθεί ένα ξεχωριστό λογοτεχνικό είδος, με πιο γνωστά τα διάσημα «Συμπόσια» του Πλάτωνος και του Ξενοφώντος, τα «Συμποσιακά» αργότερα του Πλούταρχου και οι «Δειπνοσοφισταί» του Αθηναίου. Τα συμπόσια χωρίζονταν σε ιδιωτικά και σ’ αυτά των θρησκευτικών συλλόγων ή διαφόρων συνδέσμων. Τελετουργικά, τα συμπόσια είχαν δύο μέρη. Στο πρώτο έτρωγαν καλά ώστε να ικανοποιήσουν την πείνα τους με τον καλύτερο τρόπο και στη δεύτερη και μεγαλύτερη φάση έπιναν διάφορα ποτά, κυρίως κρασί. Στη διάρκεια της δεύτερης φάσης, αυτής της οινοποσίας, οι συμπότες διασκέδαζαν με συζητήσεις, πνευματικά παιχνίδια αλλά και θεάματα, μουσική και χορούς. Στα συμπόσια αυτά δεν λάμβαναν μέρος οι γυναίκες αλλά και οι ελεύθερες γυναίκες της εποχής. Σαν αντιστάθμισμα γι’ αυτόν τον αποκλεισμό, οργάνωναν θρησκευτικές γιορτές – συμπόσια στα οποία λάμβαναν μέρος μόνο γυναίκες, όπως για παράδειγμα τα Θεσμοφόρια στην Αθήνα. Ωστόσο, στον αιώνα του Περικλή οι γυναίκες εμφανίζονταν στα συμπόσια προκειμένου να υπηρετούν τους άνδρες ή να τους διασκεδάζουν. Στο δε δεύτερο μέρος του συμποσίου συμμετείχαν γυναίκες μουσικοί, χορεύτριες και εταίρες. Συμπόσια οργάνωναν κυρίως οι πλούσιοι, οι οποίοι έστελναν προσκλήσεις στους φίλους τους. Ωστόσο και οι φίλοι ή μέλη ενός συλλόγου συγκεντρώνονταν πότε στο ένα και πότε στο άλλο σπίτι συμβάλλοντας από κοινού στα έξοδα.
Θέατρα
Το πιο χαρακτηριστικό μνημείο κάθε ελληνικής πόλης είναι, δίχως άλλο, το θέατρο. Τα θέατρα ήταν υπαίθρια, κτισμένα στην πλαγιά ενός λόφου. Οι κερκίδες του θεάτρου περιέκλειαν την κυκλική ορχήστρα. Στην Αθήνα, πριν από τα Μηναία και τα Μεγάλα Διονύσια, ο επώνυμος άρχων και ο βασιλεύς επιφορτίζονταν να ετοιμάσουν τις παραστάσεις. Πριν από όλα, όριζαν ως χορηγούς τους πλούσιους πολίτες, οι οποίοι επωμίζονταν τα έξοδα των παραστάσεων. Οι παραστάσεις άρχιζαν λίγο πριν από την ανατολή του ηλίου και κρατούσαν ως τη δύση. Παρουσιάζονταν τρία με τέσσερα έργα χωρίς διακοπή.
Υπολογίζεται ότι κατά τα Μεγάλα Διονύσια, δηλαδή σε διάρκεια τεσσάρων ημερών, οι Αθηναίοι παρακολουθούσαν 15 με 17 έργα. Με δυο λόγια, άκουγαν να απαγγέλλονται ή να τραγουδιούνται περίπου 22 χιλιάδες στίχοι! Οι γυναίκες, αν και δεν μπορούσαν να παίξουν ως ηθοποιοί, είναι βέβαιο ότι γίνονταν δεκτές στο θέατρο ως θεατές, όπως μας διαβεβαιώνει και ο Αντιφών στο έργο του Περί χορευτού.
Γιορτές και πανηγύρια
Γι’ «αυτούς τους αγώνες και αυτές τις γιορτές που κρατάνε όλο τον χρόνο» κάνει λόγο ο Περικλής στον Επιτάφιο, θέλοντας να τονίσει ότι βασική μέριμνα της πόλης είναι οι απολαύσεις των πολιτών. Πράγματι στην Αθήνα εκείνης της εποχής το πολιτικό και θρησκευτικό έτος ήταν γεμάτο γιορτές και πανηγύρια. Αρχή του χρόνου θεωρούνταν ο Ιούλιος, ο μήνας Εκατομβαιώνας για τους Αθηναίους. Στις 12 του μήνα, όταν ο θερισμός ήταν στα τελειώματά του, γιόρταζαν προς τιμήν του Κρόνου. Η γιορτή αυτή είχε δημόσιο και εθνικό χαρακτήρα κι ένωνε τους κυρίους με τους δούλους σε κοινή χαρά, σε ένα πολύβουο πανηγύρι σε κάθε αθηναϊκό σπίτι.
Λίγες μέρες αργότερα, στις 16 του Εκατομβαιώνα, γινόταν η θυσία των συνοικίων, που θύμιζε στους Αθηναίους τον Θησέα που τους ένωσε σε έναν οικισμό. Στο τέλος πια του μήνα, η Αθήνα γιόρταζε με μεγάλη λαμπρότητα τα Παναθήναια προς τιμήν της θεάς Αθηνάς, της προστάτιδας της πόλης. Η γιορτή κρατούσε δυο μέρες (κάθε τέταρτο χρόνο διαρκούσε τέσσερις μέρες) και περιλάμβανε, εκτός από τους γυμνικούς αγώνες, και τη μεγάλη πομπή που ξεκινούσε από τον Κεραμεικό, διέσχιζε το κέντρο της Αθήνας και έφερνε πάνω στην Ακρόπολη τον πέπλο που κεντούσαν κάθε χρόνο διαλεκτές νεαρές Αθηναίες για να ντύσει το άγαλμα της λατρείας της Αθηνάς.
Τον Μήνα Βοηδρομίωνα – που αντιστοιχεί στον Σεπτέμβριο – γιόρταζαν τα περίφημα Ελευσίνια Μυστήρια και τα Βοηδρόμια προς τιμήν του Απόλλωνα Βοηδρομίου, δηλαδή αυτού που τρέχει για να βοηθήσει στη μάχη. Η γιορτή περιλάμβανε μια θυσία και μια πομπή.
Ο μήνας με τις περισσότερες γιορτές ήταν ο Οκτώβριος, ο Πυανεψιών.
Στις 7 του μήνα γιόρταζαν τα Πυανέψια προς τιμήν του Απόλλωνα. Ήταν μια γιορτή για τα σπαρτά, μια γιορτή πανάρχαια, όπου πρόσφεραν στον θεό ένα πιάτο κουκκιά και διάφορα χόρτα αναμεμειγμένα με αλεύρι και σιτάρι, ενώ μια πομπή έφερνε ένα κλαδί ελιάς, την ειρεσιώνη, με έναν χορό από παιδιά να τραγουδά:
«Η ειρεσιώνη σου φέρνει σύκα και αφράτα ψωμιά·σου φέρνει και μέλι μέσα στο ποτήρι και λάδι για να ψήσεις και γεμάτη κανάτα για να μεθύσεις και να πέσεις για ύπνο…» Ανάλογου χαρακτήρα γιορτή ήταν και τα Οσχοφόρια προς τιμήν του Διονύσου. Ένας χορός από νέους έφερνε τσαμπιά από σταφύλια για σπονδή φωνάζοντας «ελελεύ – ελελεύ, ιού, ιού!». Μετά ακολουθούσαν εφηβικοί χοροί και αγώνες δρόμου.
Στις 11, 12 και 13 του μήνα γινόταν τα Θεσμοφόρια, γιορτή της Δήμητρας Θεσμοφόρου, προστάτιδας των σιτηρών και της γονιμότητας των γυναικών. Στη γιορτή λάμβαναν μέρος μόνο οι παντρεμένες Αθηναίες και απαγορευόταν αυστηρά η συμμετοχή των ανδρών. Κατά τη διάρκεια των ετοιμασιών της γιορτής οι γυναίκες απείχαν από κάθε σεξουαλική πράξη. Άλλη μια γιορτή αυτού του μήνα ήταν τα Απατούρια, μια πολιτική γιορτή των φατριών. Και αυτή διαρκούσε τρεις μέρες. Τέλος, στις 30 του Πυανεψιώνα η Αθηνά Εργάνη θεά των τεχνιτών, και ο Ήφαιστος, θεός των σιδηρουργών, δέχονταν στα Χαλκεία τις προσφορές των χαλκέων και των άλλων επαγγελματικών ενώσεων.
Τον μήνα Ποσειδεώνα, τον καθ’ ημάς Δεκέμβριο, γιόρταζαν τα αλώνια και οι σπόροι, το καλλιεργημένο χωράφι. Η γιορτή ονομαζόταν Αλώα. Τον Ιανουάριο – Γαμηλιώνα – η γιορτή Γαμήλια ή Θεογαμία ήταν προς τιμήν του γάμου. Αυτόν, όμως, τον μήνα γιόρταζαν και τα Λήναια, την οργιαστική γιορτή των Ληνών με τις γυναίκες υπό το κράτος του βακχικού ντελίριου. Επειδή δε ο θεός Διόνυσος ήταν θεός του διθυράμβου και του θεάτρου, η γιορτή περιλάμβανε λυρικές και δραματικές παραστάσεις. Μια άλλη γιορτή του Διονύσου, του θεού του κρασιού, γινόταν τον μήνα Φεβρουάριο – Ανθεστηριώνα, για τους αρχαίους. Τρεις μέρες (από τις 11 έως και τις 13) κρατούσαν οι μεγαλοπρεπείς γιορτές. Μεταξύ αυτών υπήρχαν ειδικές γιορτές για τα παιδιά. Στις 16 του μήνα Απριλίου η γιορτή Μουνίχια περιλάμβανε μια γιορτή προς τιμήν της Αρτέμιδος, όπου της προσέφεραν γλυκίσματα γύρω – γύρω από αναμμένες λαμπάδες. Τον Μάιο, μήνα Θαργηλιώνα, τα Θαργήλια ήταν προς τιμήν του Απόλλωνα. Στις 6 αυτού του μήνα η πόλη καθαριζόταν με την τελετή Φαρμακοί. Δυο άνθρωποι έτρεχαν στους δρόμους και οι κάτοικοι τούς χτυπούσαν με κλαδιά συκιάς και κοτσάνια για να τους διώξουν από την πόλη μαζί με τα μιάσματα. Την επομένη, στις 7 του μήνα, προσέφεραν στον θεό το Θάργηλο, ένα γλυκό από χυλό και δημητριακά. Στις 25 γιόρταζαν τα Πλυντήρια, δηλαδή τη γιορτή του μπάνιου της θεάς Αθηνάς. Το μπάνιο του ξόανου της θεάς στο Φάληρο συμβόλιζε τον εξαγνισμό της πόλης της Αθήνας.
Τέλος, κατά τον μήνα Σκιροφοριώνα, δηλαδή τον Ιούνιο, γιόρταζαν με τελετές τη Δήμητρα, την Περσεφόνη, την Αθηνά και τον Ποσειδώνα. Ο Μεταγειτνιών και ο Μαιμακτηριών είναι δυο μήνες για τους οποίους δεν υπάρχουν σημαντικές μαρτυρίες για γιορτές. Καθώς όμως γίνεται φανερό, η Αθήνα ήταν μια ολοζώντανη πόλη, γεμάτη δραστηριότητες, γιορτές και πανηγύρια καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΖΙΑΡΟΣ Α΄1