Τζιόρτζιο ντε Kίρικο

ΑΠΟ: ΕΣΠΕΡΙΝΟ ΓΕΛ ΒΟΛΟΥ - Μάι• 28•15

Ταξιδεύοντας στη ζωή και στα μονοπάτια του μυαλού του Τζιόρτζιο ντε Kίρικο 

galleria_1930-40_autoritratto-studio-parigi1-e1426792151565

Ο Ντε Κίρικο γεννήθηκε στον Βόλο το 1888. Μολονότι ο ίδιος επέμενε στην ιταλική του καταγωγή , η οικογένειά του ήταν ένα τυπικό δείγμα λεβαντίνικης μεσαίας αστικής τάξης με μεικτές ρίζες. Ο πατέρας του είχε γεννηθεί στην Κωνσταντινούπολη, όπου οι πρόγονοί του είχαν ζήσει πάνω από ενάμιση αιώνα. Η μητέρα του ήταν από τη Σμύρνη και είχε ιταλικές, ελληνικές και τουρκικές ρίζες. Η βαθιά γνώση της ελληνικής, της ιταλικής, της γαλλικής και της γερμανικής γλώσσας τον βοήθησαν πολύ να δημιουργεί γόνιμες επαφές, όταν η οικογένεια ξεκίνησε την περιπετειώδη της διαδρομή στην Ευρώπη το 1906. Ο Τζιόρτζιο όμως πάντα έπασχε από το αίσθημα του ξεριζωμού πιστεύοντας ότι δεν ανήκε πουθενά.

Στα κατοπινά του χρόνια συνήθιζε να υποβιβάζει τον καθοριστικό ρόλο που έπαιξε η ζωή του στην Ελλάδα, μολονότι πολλά τον αποκαλύπτουν στο καλλιτεχνικό του έργο. Σίγουρα, τον καθόρισε αυτό το ισχυρό αίσθημα της συνεχούς παρουσίας αρχαίων θεών και μύθων που μεταδίδει το ελληνικό τοπίο και πάντα του προξενούσε ευχαρίστηση η ιδέα ότι οι Αργοναύτες είχαν ξεκινήσει από τον Βόλο.

Σε ένα από τα πρώιμα έργα του, γέννημα των σπουδών του στην Ακαδημία του Μονάχου (1906-1909), «Ο απόπλους των Αργοναυτών», φαίνεται ένα άγαλμα της Παλλάδας Αθηνάς πάνω στην παραλία. Το άγαλμα τούτο βρισκόταν στην πραγματικότητα έξω από τον σιδηροδρομικό σταθμό του Βόλου και η παρουσία του στον πίνακα προλέγει τα άλλα αγάλματα, ελαφρώς ανώμαλα τοποθετημένα, στις έρημες, θολωτές στοές και πλατείες των κατοπινών μεταφυσικών έργων.

Ακόμα και η ιδιαιτερότητα της σιδηροδρομικής γραμμής του Βόλου, που έτεμνε στη μέση τον κεντρικό δρόμο μπορεί να ερμηνεύσει την παρουσία στους μεταφυσικούς πίνακες των ατμομηχανών στις πλατείες των πόλεων.

Σκοπό του έθεσε ο Τζιόρτζιο ντε Κίρικο να ζωγραφίσει το αόρατο, αυτό που δεν βλέπουν τα μάτια της κεφαλής που είναι, όμως, ορατό σε εκείνα της ψυχής. Έτσι γεννήθηκε η Μεταφυσική Τέχνη που αποτυπώνει στον μουσαμά αλλόκοτα, ψυχολογικά τοπία, φευγαλέες καταστάσεις του νου, την αιωνιότητα που μπορεί να κρύβει μια στιγμή. Η μεταφυσική φάση στη δημιουργία του Ντε Κίρικο κράτησε μόνο 9 χρόνια (από το 1910 ώς το 1919) σε μια σταδιοδρομία που διήρκεσε 70 χρόνια και που γνώρισε πολλά ανεβοκατεβάσματα. Σαφείς πρόγονοι της μεταφυσικής ζωγραφικής δεν υπάρχουν, όμως, με αυτή ο Ντε Κίρικο εξασφάλισε μια θέση στο πάνθεο των καλλιτεχνών του 20ού αιώνα. Ο ζωγράφος αργότερα ταυτίστηκε με τον Γερμανό φιλόσοφο Νίτσε, ενώ ένα άλλο βιβλίο που θαύμαζε απεριόριστα ήταν ο «Πινόκιο» του Κάρλο Κολόντι για τον παιδικό, αφελή του κόσμο, τόσο ωραία αναδημιουργημένο από έναν ενήλικα. Δεν είναι τυχαίο ότι οι δύο αυτοί συγγραφείς, Νίτσε και Κολόντι, εμφανίζονται μαζί δεμένοι σε ένα κίτρινο τόμο σε πολλά από τα μεταφυσικά έργα του.

Οι αναμνήσεις του Ντε Κίρικο από την Αθήνα, όπου νεοκλασικά κτίρια υψώνονταν στην ύπαιθρο και μεγάλες λεωφόροι κατέληγαν ξαφνικά στην εξοχή, πιθανόν συνδημιούργησαν το αλλόκοτο αίσθημα ονείρου στα μεταφυσικά του έργα. Όταν ο ίδιος εμφάνισε 30 από τις πρώτες μεταφυσικές σκηνές του στο στούντιό του, στο παρισινό Μονπαρνάς, το 1913, η υποδοχή ήταν ευνοϊκή. Όμως, υπέγραψε συμφωνία με τον έμπορο έργων τέχνης Πολ Γκιγιόμ, την πρώτη από μια σειρά παρόμοιες που ακολούθησαν και που τον άφηναν δίχως απόθεμα έργων για να πουλήσει, όταν οι τιμές τους ανέβηκαν. Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο πρώην φουτουριστής Κάρολο Καρά, που ζωγράφιζε μαζί του στη Φεράρα της Ιταλίας το 1917, αντέγραψε τη σειρά εκείνη του Ντε Κίρικο με τις απρόσωπες κούκλες και τους παράδοξους συσχετισμούς των αντικειμένων και τα πούλησε στο Μιλάνο, παραβαίνοντας τη συμφωνία με τον Ντε Κίρικο ότι οι δύο ζωγράφοι θα εξέθεταν μαζί.

images (1)

Η έκθεση στο Παλάτσο Τζαμπαρέλα της Πάδουας στην Ιταλία είναι φιλόδοξη προσπάθεια αναδρομικής ανάδειξης της δημιουργίας του ζωγράφου από την αρχή της πορείας του ώς το τέλος. Τα 65 από τα 100 έργα που παρουσιάζονται προέρχονται από ιδιωτικές συλλογές και αποτελούν μια σημαντική συμβολή στην παρουσίαση του ζωγραφικού του κανόνα, μια και πάρα πολλά από τα έργα του παραμένουν ακόμη σε ιδιωτικά χέρια. Οι οργανωτές της έκθεσης Πάολο Μπαλντάτσι και Γκερντ Ρόος, ειδικοί στον Ντε Κίρικο, κατάφεραν να τα εντοπίσουν και η συγκεντρωμένη τούτη πλούσια ανθολογία είναι και όμορφη και παιδευτική. Η ζωή του είναι εν πολλοίς ένας κατάλογος λαθεμένων επιλογών και οπισθοδρομήσεων. Φυσικά και τον πλήγωνε και τον απογοήτευε η ακατανοησία και ο ίδιος όμως, είτε προωθώντας μιμήσεις προηγούμενων έργων του είτε καταγγέλλοντας ως πλαστά γνήσια έργα, εξαιτίας προσωπικής αντιπάθειας προς τους κατόχους τους συνέβαλε σημαντικά στη σύγχυση του κοινού και των συλλεκτών του. Τελικά, ένα σύννεφο αβεβαιότητας τύλιξε τη δημιουργία του, καθιστώντας την πρόσφορο έδαφος για τους λογής πλαστογράφους. Ίσως είναι ο πλέον πλαστογραφημένος ζωγράφος του 20ού αιώνα.

Το γεγονός αυτό μαζί με την εμφάνιση παρόμοιων έργων από τον Τζιόρτζιο Μοράντι, δημιούργησαν τη λαθεμένη εντύπωση ότι υπήρχε κάποια Μεταφυσική Σχολή, στερώντας από τον Ντε Κίρικο τα πρωτεία του εφευρέτη και του πραγματικού εκφραστή τού είδους τούτου. Ανεπιτυχής ήταν και η επιλογή του Ντε Κίρικο να εκθέσει, μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τα έργα του στη Ρώμη αντί του Παρισιού. Έξι περίπου έργα που παρουσιάστηκαν εκεί το 1918 είχαν αρνητική υποδοχή. Το επόμενο έτος, η πρώτη επίσης εκεί αναδρομική του έκθεση, έγινε δεκτή ακόμη πιο αρνητικά και την καυτηρίασε η κριτική. Το μόνο έργο που πωλήθηκε ήταν το μόνο μη μεταφυσικό, ένα λίγο πολύ συμβολικό πορτρέτο.

Οι αντιδράσεις αυτές που τον βρήκαν ανέτοιμο έγιναν αφορμή για μια μεγάλη κρίση αυτοπεποίθησης. Συγκεντρώθηκε σε συμβατικότερες σκηνές και στην απόδοση κλασικών μορφών εμπνευσμένων από αρχαία αγάλματα και από την Αναγεννησιακή Τέχνη. Υπήρχαν και αλλόκοτα στοιχεία, αλλά το μεταφυσικό πνεύμα, ο ανήσυχος εκείνος παραξενισμός και υπαινικτικότητα, το καταβύθισμα στην ψυχή και το αίσθημα ότι όσα δεν μπορούν να ειπωθούν με λόγια, μπορούν να εκφραστούν με αινιγματικές εικόνες, είχαν χαθεί.

Περίπου 30 χρόνια αργότερα, ο αδελφός του Αλμπέρτο προσφυώς παρατηρούσε ότι για τον Ντε Κίρικο, η ζωγραφική ήταν περισσότερο μέσο παρά σκοπός. Πράγματι, η μεταφυσική τέχνη ήταν περισσότερο τρόπος σκέψης παρά ζωγραφικής. Ο Ντε Κίρικο είχε ταλέντο, αλλά όχι αξιόλογη, επιδέξια τεχνική. Και έπεισε πια και τον εαυτό του ότι ο ζωγραφικός τρόπος και όχι το θέμα ήταν ο δρόμος για την υψηλή τέχνη.

Το καλλιτεχνικό του ναδίρ έφτασε στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, που τον πέρασε στην Ιταλία, όπου ζωγράφιζε πορτρέτα στελεχών του φασιστικού κόμματος και αυτοπροσωπογραφίες (συνολικά έχει κάνει πάνω από 50) ντυμένος με ιστορικές ενδυμασίες. Όταν ήταν πια πάνω από τα 80 του, ο καλλιτέχνης επέστρεψε στις ρίζες του, με την «Νεομεταφυσική» φάση του (1968-74). Αναβίωσε παλιά θέματα, αλλά τώρα με τα φανταχτερά χρώματα των παιχνιδιών. Εφηύρε και κάποια νέα. Δίχως να “ναι πια ανήσυχα και ανησυχητικά, τα έργα τούτα έχουν την εκκεντρική γοητεία ενός εικονογραφημένου βιβλίου για παράξενα παιδιά.

      Μελίνα Τσουκαλά

Μαθήτρια Γ΄ τάξης

Σχολιάστε

Top