Η Αθηναϊκή Συμμαχία, η μετατροπή της σε ηγεμονία και ο διάλογος Αθηναίων και Μηλίων
Η Πόλεμοι και τα γεγονότα που οδήγησαν στην δημιουργία της Α Αθηναϊκής Συμμαχίας
Ύστερα από την ήττα των Περσών στη ναυμαχία της Σαλαμίνας (480 π. Χ) ο Ξέρξης επιστρέφει με ένα σημαντικό μέρος του στρατού του στην Ασία. Κοντά στον ποταμό Ασωπό, ο Σπαρτιάτης βασιλιάς Παυσανίας θα δώσει καθοριστική μάχη την οποία και θα κερδίσει στα ανατολικά των Πλαταιών (479 π. Χ). Ο Μαρδόνιος θα χάσει στη μάχη τη ζωή του και οι Έλληνες θα εισβάλλουν έπειτα στη Θήβα, εξαιτίας της συμμαχίας που η πόλη προσέφερε στους Πέρσες. Οι Θηβαίοι παραδίδονται και χάνουν πλέον την ηγετική θέση που κατείχαν στην ομοσπονδία των Βοιωτών.
Οι Μηδικοί πόλεμοι ανέδειξαν την ικανότητα των Αθηναίων να εξελιχθούν σε μια ναυτική υπερδύναμη. Ενδυνάμωσαν το εθνικό αίσθημα των Ελλήνων και τους κάνουν πιο ξεκάθαρο το διαχωρισμό τους από τους βάρβαρους. Φέρνουν όμως και στην επιφάνεια το ζήτημα της προστασίας και απελευθέρωσης των ιωνικών πόλεων. Η Σπάρτη δεν διέθετε ισχυρό στόλο όπως η Αθήνα, η οποία είχε το τακτικό και στρατηγικό πλεονέκτημα για την ανάληψη της ηγεσίας στην προσπάθεια αυτή.
Το 478/477 π.Χ σχηματίζεται λοιπόν η Α’ Αθηναϊκή Συμμαχία ή Συμμαχία της Δήλου, η οποία αποτελείται από 140 πόλεις μέλη. Χωρίζονται σε 5 γεωγραφικές περιφέρειες με βάση την κατάταξή τους στους φορολογικούς καταλόγους της Αθήνας (Ιωνία, Ελλήσποντος, Θράκη, Καρία, Νησιά.). Αποφασίζουν να εφαρμόζουν κοινή επιθετική και αμυντική πολιτική, να έχουν τους ίδιους εχθρούς και συμμάχους και να απολαμβάνουν αρχικά όλες οι πόλεις-κράτη την αυτονομία τους. Οι πόλεις που συμμετέχουν είναι ισόψηφες και έχουν την υποχρέωση να διαθέτουν στη συμμαχία πλοία (Λέσβος, Χίος, Σάμος) και να πληρώνουν την εισφορά Ως τόπος συνάντησης και συγκέντρωσης των αντιπροσώπων ορίζεται η Δήλος, το ιερό νησί του Απόλλωνα. Όργανο της συμμαχίας ορίστηκε αυτό το ετήσιο Συνέδριο.
Η Μετατροπή της συμμαχίας σε Ηγεμονία
Το 476 π.Χη συμμαχία, καταφέρνει να εξασφαλίσει την επικοινωνία μεταξύ Αθήνας και Βοσπόρου, εκδιώκοντας τους Πέρσες γύρω από το Στρυμόνα. Πλέον κυριαρχούν στα πολιτικά πράγματα της Αθήνας οι Δημοκρατικοί με ηγέτη τον Εφιάλτη που προχωρά σε μεταρρυθμίσεις
Συνεχίζει την οικοδόμηση και πλέον ολοκληρώνονται τα μακρά τείχη που ενώνουν Αθήνα- Πειραιά- Φάληρο. Ο Περικλής κινήθηκε εναντίον των Περσών σπεύδοντας να βοηθήσει στην επανάσταση της Αιγύπτου, αποστέλλοντας τον κύριο όγκο του στόλου (460 π.Χ). Οι Αθηναίοι το 457 π.Χ χάνουν από τους Σπαρτιάτες στην Τανάγρα, αλλά καταφέρνουν να προσχωρήσουν στη συμμαχία των Λοκρών και των Φωκέων νικώντας τους Βοιωτούς. Πλέον ελέγχουν την κεντρική Ελλάδα και την Βοιωτία. Το 456 π.Χ ύστερα από πολιορκία η Αίγινα συνθηκολογεί και γίνεται και αυτή πλέον μέλος της αθηναϊκής συμμαχίας.
Το 454 π.Χ το εκστρατευτικό σώμα στην Αίγυπτο υπέστη ολοκληρωτική ήττα και υπό τον φόβο μιας πιθανής αντεπίθεσης των Περσών ο Περικλής μεταφέρει το συμμαχικό ταμείο στην Αθήνα. Ο Κίμων επιστρέφει και με τη βοήθειά του η Αθήνα προχωρά στη σύναψη πενταετούς ανακωχής με τη Σπάρτη.
Στη συνέχεια, ο Κίμων τίθεται επικεφαλής επιχείρησης εναντίον των Περσών στην Κύπρο. Οι Αθηναίοι καταφέρνουν να επικρατήσουν στη μάχη της Σαλαμίνας τη Κύπρου.
Εν τέλει, Ο Καλίας, επικεφαλής της αθηναϊκής πρεσβείας συνάπτει συνθήκη ειρήνης με τους Πέρσες στα Σούσα (αρχές 449 π.Χ). Η ειρήνη πήρε το όνομα Καλλίειος ειρήνη ή Κιμώνιος Ειρήνη και είχε διάρκεια 40 χρόνων. Οι Πέρσες δεν αναγνώριζαν την ελευθερία των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, αλλά δεσμεύονταν να μην κινηθούν εναντίον των ελληνικών πόλεων από στεριά και θάλασσα. Παράλληλα, οι 2 πλευρές συμφωνούν στην αποκατάσταση των μεταξύ τους εμπορικών σχέσεων.
Το 445 π.Χ η Αθήνα συνάπτει επίσης τριακονταετή ειρήνη με τη Σπάρτη. Η Αθήνα υποχρεώνεται να παραδώσει όλη την ηπειρωτική της ηγεμονία. Με βάση τη συνθήκη κράτησε μόνο τις Πλαταιές, την Αίγινα και τη Ναύπακτο. Η Σπάρτη από τη μεριά της όφειλε να αναγνωρίσει την ναυτική ηγεμονία της Αθήνας.
Η Αθήνα λοιπόν χρησιμοποιεί τη συμμαχία με τέτοιο τρόπο μετατρέποντάς τη σε ηγεμονία. Η μεταφορά του συμμαχικού ταμείου αποτέλεσε την πιο χαρακτηριστική κίνηση της εξέλιξης που είχε πάρει πλέον η συμμαχία. Το οικοδομικό πρόγραμμα της Αθήνας και η ναυπήγηση πλοίων αυτό το διάστημα αποδίδονται στο γεγονός ότι το Συνέδριο είχε σταματήσει πλέον να συνέρχεται, ενώ οι αποφάσεις λαμβάνονταν μόνο από την Αθήνα. Παράλληλα, ο φόρος ορίζεται και αυτός από την εκκλησία του Δήμου της Αθήνας, καταπατώντας με αυτόν τον τρόπο την αυτονομία, αλλά και την ισότητα των υπολοίπων μελών της συμμαχίας.
Η Αθήνα μεγάλωνε τη ναυτική στρατιωτική και εμπορική της δύναμη και παρά την Καλλίειο ειρήνη συνέχιζε να παρουσιάζει η ίδια τον εαυτό της ως προστάτη των ελληνικών πόλεων. Αποκορύφωμα αυτής της αλαζονικής συμπεριφοράς είναι η απαγόρευση εξόρυξης αργύρου στις συμμαχικές πόλεις με σκοπό να επιβάλλει το δικό της νόμισμα ως μέσο συναλλαγής μεταξύ των συμμαχικών πόλεων-κρατών. Ακόμα, εγκαθιστά στρατιωτικές φρουρές και Αθηναίους αξιωματούχους μετατρέποντας τις υπόλοιπες πόλεις κράτη σε κληρουχίες, ουσιαστικά μια μορφή αποικιών, προτεκτοράτων. Η επέμβαση της Αθήνας στο εσωτερικό των υπολοίπων πόλεων κρατών επεκτείνεται και με την υποχρέωση των συμμάχων να καταφεύγουν στα αθηναϊκά δικαστήρια για την εκδίκαση των υποθέσεων τους.
Η Μήλος και η σχέση της με τους δυο αντιπάλους
Η Μήλος, αποικία των Σπαρτιατών, καθώς και η Θήρα ήταν τα μόνα νησιά των Κυκλάδων πουδεν είχαν προσχωρήσει στην Αθηναϊκή συμμαχία. Είναι, βέβαια, γεγονός ότι το νησί αναγράφεται στον κατάλογο φορολογίας της αθηναϊκής συμμαχίας του 425 π.Χ. για εισφορά 15 ταλάντων, αλλά μάλλον ποτέ δεν τα πλήρωσε, όπως άλλωστε συνέβη και με άλλες πόλεις γραμμένες στον ίδιο κατάλογο. Το 426 π.Χ. η Αθήνα, υπό την αρχηγία του στρατηγού Νικία, είχε κάνει μία πρώτη προσπάθεια να υποτάξει τη Μήλο, αλλά οι νησιώτες απέκρουσαν την επίθεση και διατήρησαν πεισματικά την ανεξαρτησία τους. Μια δεύτερη σύγκρουση ήταν, επομένως, αναπόφευκτη, καθώς οι Αθηναίοι δεν ανέχονταν για μεγάλο χρονικό διάστημα να περιφρονείται η βούλησή τους και η εξουσία τους, ειδικά από ένα μικρό νησί. Οι Μήλιοι, εξάλλου, στηρίζονταν για την ασφάλειά τους στην ιδιαίτερη σχέση τους με τη Σπάρτη, γεγονός που παρέχει ίσως την εξήγηση του γιατί οι Αθηναίοι επέλεξαν τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή για την επίθεσή τους: Έχοντας προσκρούσει τη στρατιωτική δύναμη της Σπάρτης στην Πελοπόννησο και στην αποτελεσματικότητα της διπλωματίας της στα βόρεια, μάλλον έκριναν απαραίτητο να αποδείξουν την αδυναμία των Λακώνων να τους συναγωνιστούν στη θάλασσα. Μια διαφορετική άποψη για την εκστρατεία των Αθηναίων εναντίον της Μήλου το 416 π.Χ. έχει διατυπώσει ο MaxTreu. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η Μήλος είχε συμπεριληφθεί στους φορολογικούς καταλόγους του 425 π. Χ., υπέθεσε ότι πρέπει να είχε γίνει μέλος της αθηναϊκής συμμαχίας και ότι η Αθήνα θέλησε να την τιμωρήσει ως εξεγερθείσα σύμμαχο. Ο MaxTreu βρήκε συμπαραστάτη στο πρόσωπο του A.E. Raubitschek, ο οποίος υποστήριξε ότι είχε υπάρξει μία παλαιότερη υποταγή και εξέγερση της Μήλου, που δεν κατέγραψε ο Θουκυδίδης, και ως εκ τούτου δεν είναι ευρέως γνωστή. Η πρόταση αυτή, ωστόσο, δεν είναι αποδεκτή από τους περισσότερους σύγχρονους ερευνητές. Για παράδειγμα ο Meiggs θεωρεί ως αίτια της επίθεσης: α) την απειθαρχία της Μήλου το 426 π.Χ. β) την ανησυχία του αθηναϊκού λαού μετά τις τελευταίες εξελίξεις και γ) τη φιλοδοξία του Αλκιβιάδη. Ο Α. Παναγόπουλος, τέλος, αναφέρει την ύπαρξη μιας Λακωνικής επιγραφής που παρουσιάζει τους Μηλίους να έχουν συνεισφέρει δύο φορές στα πολεμικά κονδύλια της Σπάρτης.
Η Εκστρατεία στην Μήλο και ο διάλογος Μηλίων – Αθηναίων
Το εκστρατευτικό σώμα των Αθηναίων εναντίον της Μήλου αποτελούμενο από 38 πλοία, 2700 οπλίτες και 320 τοξότες αποβιβάζεται στο νησί το καλοκαίρι του 416 π.Χ. Οι δύο αρχηγοί του εκστρατευτικού σώματος, Κλεομήδης του Λυκομήδη και Τεισίας του Τεισιμάχου, προτείνουν με απεσταλμένους τους στους άρχοντες της Μήλου διαπραγματεύσεις, με την ελπίδα ότι, έτσι, θα πετύχουν την υποταγή των Μηλίων χωρίς αντίσταση. Οι Μήλιοι φαίνονται πρόθυμοι να συζητήσουν, με τον όρο ότι οι Αθηναίοι θα παρουσιαστούν και θα μιλήσουν στους προκρίτους της πόλης και όχι στη λαϊκή συνέλευση.
Ο διάλογος ξεκινάει με την αποδοχή αυτού του όρου από τους Αθηναίους, οι οποίοι προτείνουν στους συνομιλητές τους, αντί η καθεμιά από τις δύο πλευρές να εκφωνήσει λόγο, να απαντούν οι Μήλιοι στις αθηναϊκές δηλώσεις κάθε φορά που διαφωνούν μ’ αυτές. Οι τελευταίοι βρίσκουν τη διαδικασία αυτή πολύ λογική, αν και επισημαίνουν την προφανή αντίφαση της πρότασης αυτής με τις πολεμικές ενέργειες των Αθηναίων, που έχουν ήδη ξεκινήσει. Για τους Αθηναίους η παρατήρηση αυτή είναι άνευ σημασίας και δηλώνουν μάλιστα έτοιμοι να σταματήσουν τη συζήτηση, εκτός και αν σκοπός των Μηλίων είναι να αντιμετωπίσουν με ρεαλισμό την κατάσταση και να σώσουν την πόλη τους. Οι νησιώτες μην έχοντας άλλη επιλογή, αναγκάζονται να συναινέσουν και να δηλώσουν ότι η συζήτηση πρέπει να συνεχιστεί πάνω στη βάση της σωτηρίας της πατρίδας τους.
Αφού λοιπόν τίθενται οι όροι της συζήτησης (φανερά άδικοι καθώς έχουν υπαγορευτεί από τους Αθηναίους), η λεκτική αντιπαράθεση αρχίζει. Μπορεί το θεμελιώδες ζήτημα του διαλόγου να είναι «δικαιοσύνη εναντίον ισχύος», ωστόσο, οι Αθηναίοι δηλώνουν ότι οι δύο πλευρές θα πρέπει να στοχεύουν «μόνο σε αυτό που είναι εφικτό», καθώς το ζήτημα της δικαιοσύνης υπεισέρχεται στις ανθρώπινες σχέσεις «μόνο όταν η πίεση της ανάγκης είναι ίση». Ειδάλλως «οι ισχυροί αποσπούν ό,τι μπορούν, και οι αδύναμοι παραχωρούν ό,τι πρέπει». Αυτή η κυνική ομολογία, ότι η δικαιοσύνη εφαρμόζεται μόνο μεταξύ ίσων και όχι μεταξύ του ισχυρότερου και του ασθενέστερου, εστιάζει τη συζήτηση στο θέμα του συμφέροντος ή της σκοπιμότητας και αντιπροσωπεύει την αθηναϊκή στάση σε ολόκληρο το διάλογο. Η δύναμη που οι Μήλιοι μπορούσαν να αντιπαρατάξουν πιθανότατα δεν ξεπερνούσε τους 1000 άνδρες. Οι Μήλιοι προσπαθούν να αντικρούσουν τη θέση των Αθηναίων με διάφορους τρόπους. Αρχικά, επισημαίνουν την ανάγκη σεβασμού της αρχής του δικαίου, μια και μπορεί μελλοντικά και στους ίδιους να φανεί χρήσιμη, αν τύχει και η Αθήνα χάσει τη δύναμή της. Οι Αθηναίοι, όμως, δηλώνουν σίγουροι για την αυτοκρατορία τους, αλλά και βέβαιοι για τους Σπαρτιάτες (τους μόνους ουσιαστικά αντιπάλους τους) πως « για τους νικημένους δεν είναι τόσο επικίνδυνοι». Για άλλη μια φορά καθιστούν σαφές στους συνομιλητές τους ότι στόχος τους είναι η υποταγή του νησιού με τον μικρότερο δυνατό κόπο και χωρίς να τους καταστρέψουν.
Όταν οι Μήλιοι αναρωτιούνται γιατί δεν μπορούν να είναι φίλοι της Αθήνας διατηρώντας την ουδετερότητά τους, οι Αθηναίοι απαντούν ότι η φιλία της Μήλου είναι γι’ αυτούς επιβλαβέστερη από την έχθρα της, καθώς θα θεωρηθεί ως σημάδι αδυναμίας από τους υπηκόους τους, αν δεν μπορέσει η Αθήνα να εξαναγκάσει σε υποταγή ένα ασήμαντο νησί. Οι Μήλιοι εκφράζουν την άποψη ότι θα ήταν άνανδρο εκ μέρους τους να μην υπερασπιστούν την ελευθερία τους και να παραδοθούν άνευ όρων στους αντιπάλους τους. Οι Αθηναίοι θεωρώντας αυτήν την άποψη παράλογη λόγω της σαφούς υπεροχής τους, απαντούν ότι δεν είναι καθόλου ταπεινωτικό να υποκύπτει κανείς σε συντριπτική δύναμη, αλλά δείγμα σωφροσύνης. Με κυνισμό τονίζουν στους συνομιλητές τους ότι η τιμή είναι πολυτέλεια που οι αδύνατοι δεν την διαθέτουν. Γι’ αυτό τους ζητούν να μην εθελοτυφλούν βασιζόμενοι στην τύχη ή στην ελπίδα. Οι Μήλιοι, επικαλούμενοι για άλλη μια φορά το δίκαιο, απαντούν ότι μπορούν δικαιολογημένα να ελπίζουν στη βοήθεια των θεών ή των συμμάχων τους Λακεδαιμονίων, ενώ οι Αθηναίοι αντιτείνουν ότι και εκείνοι αναμένουν βοήθεια από τους θεούς, καθώς σε καμιά περίπτωση οι αξιώσεις τους και οι πράξεις τους δεν αντιβαίνουν τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των ανθρώπων ή τις αρχές που αυτοί εφαρμόζουν στις μεταξύ τους σχέσεις ακολουθώντας το νόμο που εκ φύσεως υπάρχει. Όσο για την ελπίδα βοήθειας από τους Λακεδαιμόνιους, την χαρακτηρίζουν αφελή και απερίσκεπτη, καθώς οι Λακεδαιμόνιοι στις σχέσεις τους με τους άλλους ταυτίζουν πάντα την τιμή με το ευχάριστο και το συμφέρον με το δίκαιο. Ο διάλογος τελειώνει με την επισήμανση των Αθηναίων ότι οι Μήλιοι καθ’ όλη τη διάρκεια της συζήτησης δεν είπαν τίποτε «στο οποίο ένας λογικός άνθρωπος θα μπορούσε να στηρίξει μια πίστη ότι θα σωθεί». Τους κατηγορούν για έλλειψη λογικής και τους συμβουλεύουν να μην παρασύρονται από το αίσθημα της τιμής, το οποίο θα τους οδηγήσει στην καταστροφή. Τους προτρέπουν, τέλος, να το ξανασκεφτούν μετά την αποχώρηση των Αθηναίων πρέσβεων έχοντας στο μυαλό τους ότι η απόφαση που θα πάρουν αφορά τη σωτηρία ή την καταστροφή της πατρίδας τους.
Η απόφαση που παίρνουν οι Μήλιοι κατόπιν συσκέψεως είναι η υπεράσπιση της ελευθερίας τους με μοναδικό στήριγμα την εύνοια των θεών και την υποτιθέμενη βοήθεια των Λακεδαιμονίων, ενώ οι Αθηναίοι πληροφορούμενοι την απόφαση τους προειδοποιούν για την επερχόμενη καταστροφή τους. Με την τρομερή αυτή πρόβλεψη ο διάλογος τελειώνει. Οι Αθηναίοι αρχίζουν αμέσως τις εχθροπραξίες, ξεκινώντας μια μακροχρόνια πολιορκία. Η βοήθεια των Λακεδαιμονίων, που περίμεναν οι Μήλιοι, δεν έρχεται ποτέ και αναγκάζονται να παραδοθούν με αποτέλεσμα τη θανάτωση όλων των ενήλικων Μηλίων και τον εξανδραποδισμό των γυναικόπαιδων και την αποστολή 500 Αθηναίων αποίκων, οι οποίοι εγκαθίστανται στο νησί.
Λυδία Κωστούρου- Χρυσοχεράκη, Δ1
Σχολιάστε
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.