Αν οι άνθρωποι προέρχονται από τους πιθήκους, γιατί υπάρχουν ακόμα πίθηκοι;

Α, ναι – αυτό ρωτάνε συνέχεια οι αρνητές της εξελικτικής θεωρίας. Αυτή η ερώτηση προέρχεται από την παρερμηνεία της χρονικής αλληλουχίας των πραγμάτων, όπως και του μηχανισμού της εξέλιξης. Ευχαρίστως να βοηθήσω να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα. Η εξήγηση είναι στην πραγματικότητα πολύ απλή:

Οι άνθρωποι δεν προέρχονται από τους πιθήκους.

Οι άνθρωποι δεν προέρχονται από τις μαϊμούδες.

Οι άνθρωποι έχουν έναν κοινό πρόγονο με τους πιθήκους, αλλά και με τις μαϊμούδες, που έζησε πριν από πολλά εκατομμύρια χρόνια. Αντί οι πίθηκοι και οι μαϊμούδες να είναι μέλη της πυρηνικής μας οικογένειας, είναι μακρινά (πολύ μακρινά) ξαδέρφια μας … τα οποία βλέπουμε κατά καιρούς σε αμήχανες οικογενειακές συγκεντρώσεις … και απλώς χαρετιόμαστε με ένα νεύμα του κεφαλιού.

 Να πώς έχουν τα πράγματα: Πριν από περίπου είκοσι εκτομμύρια χρόνια, πολύ πριν υπάρξουν πίθηκοι, άνθρωποι και μαϊμούδες, υπήρχε ένας οργανισμός που ήταν η προγιαγιά όλων μας, όπως και όλων των ειδών από τα οποία προήλθαμε. Με το πέρασμα του χρόνου, διαφορετικά είδη άρχισαν να αποκλίνουν όσο έβρισκαν τις δκές τους οικοθεσίες. Βλέπεις, τα νέα είδη εμαφνίζονται όταν ζώα προσαρμόζονται για να μπορούν να επιβιώνουν καλύτερα στην πολύ συγκεκριμένη περιοχή όπου ζουν. Κάθε φορά που αλλάζουν λιγάκι για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του περιβάλλοντός τους – ανάλογα με τη γεωγραφική τους θέση, τη διαθεσιμότητα της τροφής, το κλίμα, τυς θηρευτές, κ.λπ. – γίνονται λίγο διαφορετικά από τα ζώα από τα οποία προήλθαν. Με τα χρόνια, μετά από αρκετές αλλαγές, αυτά τα ζώα γίνονται τόσο διαφορετικά, που ταξινομούνται ως εντελώς νέα είδη.

 Οι μαϊμούδες, οι πίθηκοι και οι άνθρωποι αποτελούν ομάδες που απέκλιναν και βρήκαν τις δικές τους οικοθέσεις. Οι μαϊμούδες απέκλιναν πρώτες, μετά οι ουρακοτάγκοι, οι γορίλες, οι χιμπατζήδες και οι άνθρωποι – δεν προερχόμαστε ο ένας από τον άλλον. Εξελιχθήκαμε παράλληλα, το κάθε είδος ανάλογα με τις δικές του ανάγκες.

 Αυτό σημαίνει ότι οι πίθηκοι υπάρχουν ακόμα επειδή εξελίχθηκαν διαφορετικά όσο εξελισσόμασταν κι εμείς (όπως έκαναν και τα πουλιά και τα ψάρια και τα παχουλούτσικα ρακούν). Μπορεί όντως να έχουμε περισσότερα κοινά με τους πιθήκους και τις μαϊμούδες, απ’ ότι έχουμε για παράδειγμα, με τις θαλάσσιες χελώνες. Όμως αυτό συμβαίνει μόνο και μόνο επειδή είναι διαφορετικά πλάσματα. Μα εντελώς διαφορετικά.

 Μετά από όλα αυτά, η επόμενη ερώτηση που κάνουν συνήθως στους επιστήμονες είναι η εξής: Γιατί οι χιμαπτζήδες δεν αναπτύχθηκαν νοητικά τόσο ώστε να εφεύρουν τους ηλεκτρικούς λαμπτήρες ή να φοράνε λουστρίνια ή να αναρωτιούνται για την προέλευση του σύμπαντος; Η αλήθεια είναι ότι απλώς δεν χρειάστηκε – προσαρμόστηκαν τόσο καλά στο περιβάλλον τους, που δεν υπήρχε η εξελικτική πίεση να συνεχίζουν να αλλάζουν. Βρήκαν την οικοθέση τους και ευδοκίμησαν. Και γι’ αυτό υπάρχουν ακόμα.

 Υπάρχει επίσης μεγάλη πιθανότητα να μας είδαν να δουλεύουμε εννιά με πέντε στα στενάχωρα γραφειάκεια μας και να είπαν: «Μπα, ευχαριστούμε δεν θα πάρουμε».

 απόσπασμα από το βιβλίο της Εlson Leah, (ΔΕΝ) ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΧΑΖΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ, εκδόσεις Παπαδόπουλος

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης