Η συμπερίληψη στο σύγχρονο σχολείο

 

 

 

 

Inclusion

 

Η σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη εποχή, οι ταχύτατες εξελίξεις που αυτή σηματοδοτεί, η επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος καθώς και η αυξανόμενη ανομοιογένεια των κοινωνιών δεν δύνανται να αφήσουν ανεπηρέαστη την εκπαιδευτική πραγματικότητα.

Κύριο γνώρισμα των σημερινών σχολικών μονάδων αποτελεί η πολυεπίπεδη ετερότητα του μαθητικού πληθυσμού. Για πολλές χώρες μείζον ζήτημα θεωρείται το θεμελιώδες δικαίωμα όλων των ατόμων για πρόσβαση στην εκπαίδευση, αλλά και για την παροχή ίσων ευκαιριών, ώστε να επιτύχουν την κοινωνικοποίησή τους, την ολική ανάπτυξή τους και να μάθουν αποτελεσματικά τόσο οι μαθητές όσο και οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί. Όλα τα παραπάνω έχουν εγείρει έντονο διεπιστημονικό και κοινωνικό ενδιαφέρον για τα χαρακτηριστικά και τον προσανατολισμό που πρέπει να προσδοθούν στα εκπαιδευτικά συστήματα και τους οργανισμούς που τα απαρτίζουν.

Από τις αρχές της δεκαετίας του ΄90 έκανε την εμφάνισή της μία διαφορετική οπτική και ένα καινοτόμο εγχείρημα στα εκπαιδευτικά πράγματα: ο όρος της Συμπεριληπτικής Εκπαίδευσης (Inclusive education). Ο όρος της Συμπερίληψης ενίσχυσε την δυναμική και την υπόσταση του μέσω συναφών διακηρύξεων των Ηνωμένων Εθνών, εκθέσεων ειδικών επιτροπών, σχετικά με το αναφαίρετο δικαίωμα στην εκπαίδευση και την ανάγκη διαμόρφωσης ενός νέου σχολείου που θα είναι κοινό για όλους. Ωστόσο, ο όρος της Συμπεριληπτικής Εκπαίδευσης δεν πρέπει να συγχέεται με άλλους όρους (πχ. ένταξη ή ενσωμάτωση), αφενός γιατί δεν σχετίζεται μόνο με εκπαιδευτικά ζητήματα ή θέματα αναμόρφωσης των σχολείων και αφετέρου γιατί δεν απευθύνεται μόνο σε παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Αντίθετα άπτεται σε ένα ευρύ φάσμα ανθρωπιστικών και κοινωνικών θεμάτων (δημοκρατία, ρατσισμός, κοινωνική δικαιοσύνη) και αφορά όλους τους συμμετέχοντες του εκπαιδευτικού συστήματος.

Η Συμπεριληπτική εκπαίδευση εξαιτίας της ευρύτητας και της πολυπλοκότητάς της θεωρείται ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα και μια μη απόλυτα κατανοητή έννοια μέχρι και σήμερα. Ταυτόχρονα επέχει κεντρική θέση και εκτείνεται σε ολοένα και περισσότερα δυτικά εκπαιδευτικά συστήματα, όντας υψηλή προτεραιότητα η μελέτη και η εφαρμογή της. Ο οικείος όρος δεν ενδιαφέρεται μόνο για την τοποθέτηση των παιδιών που περιθωριοποιούνται για κάποιον λόγο στο σχολείο της γειτονίας τους και στην απλή συνύπαρξη τους με τους συνομηλίκους τους. Η έννοια της Συμπερίληψης επιθυμεί να αξιοποιήσει στο μέγιστο τις δυνατότητες όλων των μαθητών καθώς και να αποκριθεί στα μοναδικά χαρακτηριστικά του καθενός, αλλά και στα ετερόκλητα στοιχεία που παρουσιάζουν σαν ένα σύνολο. Με άλλα λόγια, στόχο της αποτελεί η αναβάθμιση της ποιότητας των εκπαιδευτικών διεργασιών συλλήβδην, η βελτίωση της σχολικής ζωής, η ολική αναμόρφωση του μαθησιακού περιβάλλοντος, η εκ νέου δημιουργία της σχολικής κουλτούρας και η τροποποίηση των υφιστάμενων αναλυτικών προγραμμάτων.

Ουσιαστικά η Συμπεριληπτική Εκπαίδευση αποτελεί ένα εναλλακτικό πλαίσιο και μία φιλοσοφία που υποστηρίζει ένα ευρύ μεταρρυθμιστικό σχέδιο για την εκπαίδευση και την αλλαγή των συμμετεχόντων σε αυτήν, διαμέσου της ενεργής εμπλοκής τους και της οικειοθελούς τους δέσμευσης στις αρχές της Συμπερίληψης. Επιπρόσθετα λογίζεται σαν μία διαρκής διαδικασία (και όχι ένα προκαθορισμένο στάδιο που θα φτάσουμε κάποια στιγμή) που απαιτεί συνεχή εγρήγορση και στοχεύει στον εκσυγχρονισμό της εκπαιδευτικής πολιτικής. Η Συμπερίληψη στηρίζεται σε δημοκρατικές αξίες, όπως ο σεβασμός, η ισότητα, η συνεργασία, η αποδοχή και η δικαιοσύνη, πρεσβεύει τη σύμπραξη διαφορετικών μαθητών και μεταστρέφει το σχολείο σε μια υγιή κοινωνία αλληλεγγύης και κοινότητα πρακτικής. Η κοσμοθεωρία της Συμπερίληψης εδράζεται σε τρείς άξονες. Πρώτον συσχετίζεται με την υπερνίκηση όποιων εμποδίων παρακωλύουν την εκπαίδευση των παιδιών. Δεύτερον με την παροχή ισότιμων ευκαιριών σε όλους τους μαθητές ανεξαιρέτως, ώστε να συμμετέχουν και να επιτύχουν εντός των σχολικών μονάδων τους. Τρίτον με την άρνηση οποιασδήποτε μορφής βίας, αποκλεισμού ή περιθωριοποίησης κάποιου μαθητή, λόγω της καταγωγής, της γλώσσας, της θρησκείας, του φύλου, της αναπηρίας, της επίδοσης ή του κοινωνικοοικονομικού του υπόβαθρου.

Ωστόσο η Συμπερίληψη δεν εμμένει μόνο στην κριτική αναχρονιστικών αντιλήψεων ή αναποτελεσματικών πρακτικών. Απεναντίας παραθέτει τις δικές της αρχές και στρατηγικές για την ανάπτυξη πρακτικών, πολιτικών και μίας κουλτούρας που θα ενέχουν ανάλογο προσανατολισμό και θα διέπουν τη λειτουργία των εκπαιδευτικών οργανισμών που θα τις υιοθετήσουν. Στη Συμπεριληπτική εκπαίδευση η διαφορετικότητα είναι κάτι θεμιτό και δεν λογίζεται σαν κάτι που χρίζει επίλυσης ή αφομοίωσης. Η πρακτική της έχει ως βάση τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς. Στη Συμπεριληπτική εκπαίδευση οι εκπαιδευτικοί αναπτύσσουν θετικές στάσεις, είναι πιο καταρτισμένοι, ευέλικτοι για τυχόν τροποποίηση των μεθόδων τους, προωθούν την κριτική σκέψη και την ομαδική-ενεργητική μάθηση, θέτουν σαφείς στόχους, καλλιεργούν εποικοδομητικές σχέσεις με τους μαθητές τους, τους παρέχουν κίνητρα και οι προσδοκίες τους καθίστανται υψηλές για όλους. Η σχολική κουλτούρα, δηλαδή το σύνολο των πεποιθήσεων, των συμπεριφορών και των αντιλήψεων αναμορφώνονται. Στη Συμπερίληψη η σχολική κουλτούρα βασίζεται στο τρίπτυχο ασφάλεια-αποδοχή-συνεργασία, καθιερώνονται κοινές αξίες, δομούνται δίκτυα συνεργασίας, δίνεται στα μέλη η αίσθηση του «ανήκειν», αναπτύσσεται ένας κοινός «κώδικας» επικοινωνίας και στηρίζεται η ανεξαρτησία και η αυτοπεποίθηση όλων. Όσον αφορά στις πολιτικές της η Συμπεριληπτική μονάδα διακρίνεται ως ένα ανοικτό σύστημα που συμπράττει με τους γονείς και την κοινότητα, αφουγκράζεται τις ανησυχίες-ανάγκες των μελών της, αποτελεί πρότυπο δημοκρατικής λειτουργίας και οι διαθέσιμοι πόροι (ανθρώπινοι και μη) διαχειρίζονται ορθά και εξελίσσονται.

Εν κατακλείδι, η Συμπεριληπτική Εκπαίδευση συσχετίζεται με το σύνολο των ατόμων που εμπλέκονται στις εκπαιδευτικές διαδικασίες και τα εκπαιδευτικά συστήματα ως ολότητα. Η εφαρμογή της προϋποθέτει τη θέσπιση ενός σαφούς πλαισίου που να απαντά πλήρως στους σκοπούς και τα χαρακτηριστικά της, την υιοθέτηση κατάλληλων στρατηγικών και πρώτιστα την ενεργή διάθεση των συμμετεχόντων για αλλαγή στη νοοτροπία τους. Έτσι θα επιτύχουν με τη δράση τους, τις σύγχρονες αντιλήψεις τους και τις υψηλές δεξιότητες τους μια βαθιά αναδιάρθρωση των εκπαιδευτικών συστημάτων, ώστε εκείνα να ανταποκριθούν αποτελεσματικότερα στην αποστολή τους και στον κρίσιμο-πολυσχιδή σημερινό τους ρόλο.

 

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης