Σωσάνδρα: Ένα χωριό με ιστορία…

Της Δήμητρας Νάσκου, μαθήτριας της Γ” τάξης

σωσανδρα1

 

Το χωριό Σωσάνδρα  βρίσκεται στη σημερινή του θέση τουλάχιστον από το  1830 και μετά.  Όλοι οι ηλικιωμένοι κάτοικοι του χωριού  έχουν ακούσει σε  διηγήσεις από τους προγόνους τους ότι, πολύ παλιά, το χωριό βρισκόταν στην περιοχή Σουσίτσα, στα «Πλατανάκια»  ανάμεσα στη Δωροθέα και το Γαρέφι.  Οι   κάτοικοι  του κάποια στιγμή  αναγκάστηκαν να το εγκαταλείψουν, γιατί πέθαιναν τα παιδιά  τους  από πνευμονικές παθήσεις.  Άλλη εκδοχή θέλει  τους κατοίκους να το εγκαταλείπουν  εξαιτίας θανάτων από τσιμπήματα ερπετών και  εντόμων.

 

Το χωριό στην καινούργια του θέση, παίρνει την ονομασία «Πρεμπόντιστα» που σημαίνει <<Κυνηγημένο χωριό>>. Αυτή η ονομασία διατηρήθηκε τουλάχιστον μέχρι το 1923. Το χωριό αλλάζει όνομα πριν το 1930, μαζί με όλα τα  χωριά στην Αλμωπία, και ονομάζεται  «Σωσάνδρα» = Σώσε τους άνδρες από το θανατικό, μια ελεύθερη μετάφραση της παλιάς ονομασίας «Πρεμπόντιστα» .

 

Οι παλαιότεροι  κάτοικοι λοιπόν μας περιγράφουν ένα χωριό με πλινθόκτιστα σπίτια, χωρισμένο, όπως και σήμερα σε τέσσερις μαχαλάδες. Οι Έλληνες κατοικούν στο «Τσιφλίκι», στα αριστερά του κεντρικού δρόμου στον πάνω μαχαλά προς το Λυκόστομο, δεξιά και αριστερά του σημερινού δρόμου. Οι Τούρκοι πάλι κατοικούσαν στην πλατεία προς τους Προμάχους στα δεξιά του σημερινού δρόμου, προς το γήπεδο  και τον κάτω μαχαλά προς την Αριδαία .

 

 Τα περισσότερα τούρκικα σπίτια είναι με αυλόγυρους και μεγάλες αυλές με μουριές  και ροδιές γύρω-γύρω και ξύλινες δίφυλλες πόρτες, που κρύβουν την ζωή της αυλής από τα μάτια των περαστικών. Στο ισόγειο βρίσκεται η σάλα με την αποθήκη και το κελάρι, ενώ σκάλα «κλειστή» οδηγεί στον πάνω όροφο. Εκεί βρίσκεται η δεύτερη σάλα, τα υπνοδωμάτια, πολύ μεγάλα και το καθένα με τζάκι, παράθυρα με ένα είδος πατζουριού, ντουλάπα και μία πιο μικρή πόρτα που οδηγεί στην κρυψώνα και ταυτόχρονα τουαλέτα της χανούμισσας.

 

 Οι αντιθέσεις  ανάμεσα σε Τούρκους και Έλληνες ήταν μεγάλες, ενώ η καταπίεση των πρώτων προς τους δεύτερους ακόμα μεγαλύτερη. Γι’ αυτό πολλοί συγχωριανοί  μας αναφέρουν τα ονόματα των Παρτσανάκη Πέτρου, Παπατάσου  Δημητρίου, Κεχαγιά Χρήστου, Σαπουτζή  Κώστα, Τερζή  Δημητρίου, Μήντζη Τραϊανού, Τασιώνα   Αναστασίου κ.α., οι οποίοι  υπήρξαν μακεδονομάχοι και υποστήριξαν μέχρι τέλους τον αγώνα για την ένωση με την υπόλοιπη Ελλάδα .

 

 Οι τούρκικες αυλές έχουν όλες πηγάδια για τις ανάγκες του σπιτιού σε νερό, ενώ οι Έλληνες προμηθεύονται νερό από  το καϊνάρι κοντά στο σημερινό γήπεδο, από όπου το  κουβαλούν οι γυναίκες με στάμνες  στον ώμο, στα χέρια ή με γαϊδουράκι, σε μεγάλες αποστάσεις οι περισσότερες. Το καϊνάρι είχε νερό μέχρι το 1974,οπότε άρχισαν να γίνονται πολλές  γεωτρήσεις στον γύρω χώρο, με αποτέλεσμα να λιγοστέψει σε πολύ μεγάλο βαθμό το νερό του.

 

Το 1964 το χωριό απέκτησε ηλεκτρικό ρεύμα και λίγο νωρίτερα την ίδια χρονιά, λειτούργησε ο υδατόπυργος  (υδραγωγείο) που έστελνε νερό μέσο δικτύων στα σπίτια των κατοίκων. 

Οι ασχολίες  των κατοίκων

Οι ασχολίες  των κατοίκων είναι γεωργικές και  κτηνοτροφικές, αλλά η παραγωγή φτάνει μόνο για οικιακή χρήση και όχι για εμπόριο. Ο κλήρος των Ελλήνων είναι πολύ μικρός. Καλλιεργούνται κυρίως πιπεριές  που ευδοκιμούν πολύ στην περιοχή, καλαμπόκι και βαμβάκι και φυτεύονται  μουρεόδεντρα   για να βοηθήσουν στην  εκτροφή μεταξοσκώληκα. Τα καπνά αρχίζουν να καλλιεργούνται για πρώτη φορά το 1952, λαχανικά αρχίζουν να καλλιεργούνται συστηματικά από τον ερχομό των πρώτων Ελλήνων προσφύγων. Η κτηνοτροφία γίνεται, και αυτή, σε μικρή κλίμακα για τις ανάγκες της οικογένειας.         

 

Οι Εκκλησίες του χωριού

ναος

 

 Το χωριό διαθέτει ένα μικρό εκκλησάκι που  μέχρι το 1917 λειτουργεί κρυφά, ενώ την ίδια χρόνια  χτίζεται στην ίδια θέση του  η σημερινή εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Το χωριό όμως έχει και τρία τούρκικα τζαμιά. Το μεγαλύτερο βρισκόταν στην πλατεία του χωριού μπροστά ακριβώς από το κοινοτικό ιατρείο και την παλιά κοινότητα. Αυτό το τζαμί  γκρεμίστηκε το 1960.

 

Τα μαγαζιά και οι μύλοι

Το χωριό διαθέτει, στις αρχές του 20ου αιώνα, 4 μύλους από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Όλοι οι μύλοι δούλευαν με νερό του Λυκοστόμου, που στο διάβα του εμπλουτίζονταν με νερά διαφόρων πηγών. Μπροστά από την εκκλησία υπήρχαν τρία κοινοτικά  ή, κατά άλλους εκκλησιαστικά μαγαζάκια. Το ένα  μαγαζί ήταν το πρώτο τσαγκαράδικο του χωριού. Το δεύτερο ήταν το πρώτο καφενείο. Και το τρίτο μαγαζί ήταν, επίσης, καφενείο. Το ένα από τα τρία μαγαζιά χρησιμοποιήθηκε επί  Μεταξά, ως γραφεία της Ε.Ο.Ν. Τα μαγαζιά αυτά γκρεμίστηκαν το 1947. Επίσης,  το χωριό διέθετε ακόμα τρία τσαγκαράδικα  πριν το 1935.

Σχολιάστε

Top