ΚΑΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΙ

kalikantzaroi

Ο  λαός  τους  φαντάζεται  με διάφορες  μορφές  κατά  περιοχή  με κοινό  γνώρισμα την  ασχήμια τους . Κατά Αραχωβίτικη περιγραφή αθυοί  είναι : « κακομούτσουνοι» και « σιχαμένοι» ,« καθένας τους έχει κι από ένα κουσούρι. Όλα τα κουσούρια  και τα σακατιλίκια του κόσμου   τα βρίσκεις πάνω τους ».

Συνήθως τους φαντάζονται να είναι νάνοι, αλλά και ψηλοί, σκουρόχρωμοι, με  μαλλιά μικρά και  ατημέλητα , δόντια   πιθήκου, δασύτριχοι, (‘’μισοί  γαϊδούρια   και μισοί άνθρωποι όπως  λένε  στη Σύρο ). Σύμφωνα  με τη λαϊκή δοξασία  τις  μέρες αυτές  τα « νερά  είναι αβάφτιστα » και οι καλικάντζαροι  βγαίνουν από τη γη για να πειράξουν  τους ανθρώπους  και να τους ανακατέψουν τα σπίτια, διότι είναι  άτακτοι και  τους αρέσουν τα παιχνίδια .  Αυτοί ζουν στον κόσμο και τρέφονται με φίδια, σκουλήκια , κτλ.

Κατά διάφορες ελληνικές  δοξασίες οι καλικάντζαροι ήταν άνθρωποι  με κακιά  μοίρα  που μεταμορφώνονταν σε  δαιμόνια. Γίνονται δε καλικάντζαροι αυτοί που έχουν γεννηθεί μέσα στο Δωδεκαήμερο, εκείνοι στους οποίους  ο ιερέας δεν ανέγνωσε  σωστά τις  ευχές   του βαπτίσματος , τα  τερατώδη βρέφη  ή κατά τους Σιφναίους όσοι πέθαναν στο  Δωδεκαήμερο.Στη  Μακεδονία πάλι όσοι δεν έχουν ισχυρό  Άγγελο για να τους προστατεύει   από   τον   Σατανά . Οι καλικάντζαροι έρχονται την  παραμονή των  Χριστουγέννων, στη  Σκιάθο με πλοιάριο, στην Ικαρία  επί των φλοιών των καρυδιών από «το κάτω κόσμο», τον Άδη. Συνήθη μέρη που μένουν μετά τον ερχομό τους  είναι οι μύλοι, γεφύρια, ποτάμια και τα τρίστρατα (μεγάλα μονοπάτια) όπου παραμονεύουν μόνο κατά την νύκτα και φεύγουν με το τρίτο λάλημα του πετεινού.

Δώδεκα νύχτες πηδούν, χορεύουν κι αλωνίζουν παντού. Τρυπώνουν στα σπίτια, βρωμίζουν ρούχα και φαγητά, τα κάνουν όλα γης Μαδιάμ. Αν βρουν κάποιον στο δρόμο, τον βάζουν να χορέψει μέχρι να ξεβιδωθεί. Άλλες φορές, μια τον πετούν ψηλά μια τον βροντάνε κάτω. Αν τους μιλήσει κανείς, του παίρνουν τη μιλιά.

Τα βράδια οι άνθρωποι  κρατούν αναμμένο δαδί, γιατί οι καλικάτζαροι φοβούνται τη φωτιά. Το τζάκι μένει αναμμένο κι έξω από την πόρτα βάζουν ένα κόσκινο. Οι καλικάντζαροι αρχίζουν να μετρούν τις τρύπες. Καθυστερούν με το μέτρημα, κι όταν λαλήσουν τα κοκόρια, γίνονται καπνός. Τη μέρα όμως των Φώτων, ξανατρυπώνουν κάτω απ’ τη γη λέγοντας:

«Φύγετε να φεύγουμε έρχετ΄ο ζουρλόπαπας
Με την αγιαστούρα του και με τη βρεχτούρα του»

 

ΣΥΝΤΑΚΤΕΣ: ΚΑΤΣΙΦΩΛΗ ΔΗΜΗΤΡΑ, ΜΕΤΑ ΝΤΕΑ (Ε1)

Σχολιάστε

Top