Ο Δεκέμβριος ή Δεκέμβρης ή Χριστουγεννάτικα (ποντιακά) ή Σινιντρέ (Αρβανίτικα) είναι ο δωδέκατος και τελευταίος μήνας του έτους κατά το Γρηγοριανό Hμερολόγιο και είναι ένας από τους 7 μήνες με διάρκεια 31 ημερών. Στα Λατινικά, decem σημαίνει δέκα, αφού ο Δεκέμβρης ήταν ο 10ο μήνας σύμφωνα με το Ρωμα ημερολόγιο. Με την άφιξη του Δεκεμβρίου το κρύο αρχίζει να είναι αρκετά τσουχτερό ενώ την 22 Δεκεμβρίου μπαίνει επισήμως ο Χειμώνας και ξεκινούν οι χιονοπτώσεις. Γι’ αυτό, άλλωστε ο Δεκέμβριος λέγεται και «Άσπρος μήνας», «Ασπρομηνάς» αλλά και «χιονιάς». ϊκό Τα λουλούδια του Δεκεμβρίου είναι ο νάρκισσος και ο ελαιόπρινος. Οι ζωδιακές πέτρες του είναι τουρκουάζ, λάπις λάζουλι, ζιρκόνιο και τανζανίτης. Ο Δεκέμβριος είναι ο μήνας με τις λιγότερες ώρες φωτός στο βόρειο ημισφαίριο και τις περισσότερες ώρες φωτός στο νότιο ημισφαίριο. Ο Δεκέμβρης πάντα ξεκινά την ίδια μέρα της εβδομάδας με τον Σεπτέμβριο. Στο καλαντάρι του λαού μας ο Δεκέμβριος θεωρείται ιδιαίτερα «γιορτινός» λόγω των πολλών θρησκευτικών εορτών του όπως του Αγίου Διονυσίου στις 17 του μήνα. Ο Δεκέμβρης ονομάζεται, μεταξύ άλλων, και «κυρ Λευτέρης» από την γιορτή του αγίου Ελευθερίου στις 15 του μήνα που χαρίζει «καλή λευτεριά» στις έγκυες γυναίκες. Στης αγίας Άννας, στις 9 του μήνα, «η μέρα παίρνει ανάσα», ενώ στις 12, στην εορτή του αγίου Σπυρίδωνα «η μέρα παίρνει ένα σπυρί», αρχίζει δηλαδή να μεγαλώνει. Στις αρχές, όμως, του μήνα έχουμε τα «Νικολοβάρβαρα» οπότε «κάνει νερά και χιόνια» όπως λέει ο λαός μας, ενώ οι ναυτικοί συμπληρώνουν: «Τ’ αϊ-Νικολοβάρβαρα, κατεβασιές και χιόνια, μπουράσκας και τελώνια». Για τον χειμώνα γίνεται και η εξής αναφορά: «Αν τ’ Αγιού Φιλίππου λείπω, τ’ Άγια των Αγιών δε λείπω, κι αν λείπω τ’ Άγια των Αγιών τ’ Αϊνικολοβάρβαρα είμαι εδώ». Άλλες παρόμοιες παροιμίες αναφέρουν επίσης ότι «Η αγία Βαρβάρα βαρβαρώνει (το κρύο), ο αϊ-Σάββας σαβανώνει κι ο αϊ-Νικόλας παραχώνει». Σύμφωνα με τον Γεώργιο Ν. Αικατερινίδη:
«…οι γιορτές της αγίας Βαρβάρας, του αγίου Σάββα και του αγίου Νικολάου (4,5 και 6 Δεκεμβρίου) παρουσιάζουν μια αγιωνυμική ενότητα. Ενότητα χρονική, που δημιουργείται από τις συνήθως ακραίες καιρικές συνθήκες τις μέρες αυτές: «Τ’ Αγιονικολοβάρβαρα, ή βρέχει ή χιονίζει», λέγουν στη Σίφνο. Την κλιμακωτή επέλαση του κρύου εκφράζει παραστατικά και ο ποντιακός λόγος: «άε-Βάρβαρα φύσα, άε-Σάββα βρέξαν, άε-Νικόλα σόντσον (χιόνισε)». Υπάρχουν όμως και αντίθετες δοξασίες, ότι τότε μπορεί να επικρατεί και καλοκαιρία: «Τα Νικολοβάρβαρα κι οι τοίχοι βράζουν» (Χίος)».
Στις 4 Δεκεμβρίου τιμάται επίσης και η μνήμη του αγίου Ιωάννη του Δαμασκηνού (674-749) που χαρακτηρίζεται ως «οικουμενικός διδάσκαλος» και με γνώσεις τόσες «ώστε με τίποτα δεν θα μπορούσε να καταταγεί δεύτερος όσων είναι ονομαστοί». Ο δε Νικόλαος Γ. Πολίτης μας λέει ότι:
«Σχετικώς με την συνεισφορά του στις καθημερινές λειτουργικές ανάγκες θυμίζουμε πως ολόκληρο το εικοσιτετράωρο η Εκκλησία αναπέμπει ύμνους που έχει γράψει ο Δαμασκηνός… Αντί άλλης κρίσεως για το ποιητικό του έργο, αρκεί να αναφερθεί πως το τροπάριο που ακούγεται σήμερα κυρίως στις νεκρώσιμες ακολουθίες, το ‘‘πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα, όσα ουχ υπάρχει μετά θάνατον’’, είναι από τα πρώτα που έγραψε».
Ο Δεκέμβριος, πάντως, όπως κι αν το δει κάποιος, είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένος με τον εορτασμό των Χριστουγέννων στις 25 του μήνα. Ο κύριος, μάλιστα, λόγος που έκανε την Εκκλησία να προσδιορίσει τον εορτασμό των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου είναι η προσπάθεια των Πατέρων, όπως αναφέρει ο Πάπας Γρηγόριος Α΄ «να μετατραπούν βαθμιαίως αι εορταί των εθνικών εις Χριστιανικάς», αφού η 25η Δεκεμβρίου ήταν για τη Ρώμη η κεντρική εορτή των Σατουρναλίων και της γέννησης του «αήττητου ηλίου», η γνωστή ως Dies Natalis Invicti Solis. Παράλληλα οι αρχαίοι Έλληνες γιόρταζαν τα Κρόνια (αφιερωμένα στον Κρόνο) και τα Διονύσια, καθώς επίσης και τα θεοφάνια ή επιφάνεια του ηλιακού θεού Φοίβου-Απόλλωνα. Τα Σατουρνάλια ήταν η αρχαιότερη γιορτή των Ρωμαίων και την απέδιδαν στον Ρωμύλο ή στους Πελασγούς. Ξεχώρισε όμως από τις άλλες αγροτικές γιορτές τους το 217 π.Χ. Οι γιορτές αυτές έπαιρναν πανηγυρικό χαρακτήρα και είχαν κατακτήσει ολόκληρο τον ελληνορωμαϊκό κόσμο. Άρχιζαν με τα Βρουμάλια από τις 24 Νοεμβρίου έως τις 17 Δεκεμβρίου και ακολουθούσαν τα Σατουρνάλια από τις 18 έως τις 24 Δεκεμβρίου. Κατά την κεντρική ημέρα της γιορτής του «αήττητου ηλίου» στις 25 Δεκεμβρίου, εορταζόταν το γεγονός της τροπής του ηλίου, που άρχιζε και πάλι να ανεβαίνει στον ουρανό, να μεγαλώνουν οι ημέρες, και μαζί τους οι ζωογόνες ακτίνες του ήλιου ξανάκαναν τη Γη να καρποφορήσει. Επειδή, λοιπόν, οι πρώτοι χριστιανοί ήσαν εκτός νόμου στη Ρώμη, και δεν τους επιτρεπόταν να συναντιούνται ή να εκκλησιάζονται μαζί, οι συναντήσεις τους γίνονταν κρυφά και σε μικρές ομάδες στις κατακόμβες τους, όπου και τελούσαν τις θρησκευτικές τους εορτές. Για να αποφύγουν λοιπόν τους διωγμούς αποφάσισαν να γιορτάσουν τα Χριστούγεννα στις 25 Δεκεμβρίου, όταν οι Ρωμαίοι ήσαν απασχολημένοι με τις δικές τους γιορτές των Σατουρναλίων. Μ’ αυτόν τον τρόπο έλπιζαν να μην ανακαλυφθούν από τους εορτάζοντες Ρωμαίους. Έτσι η 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα εορτασμού των Χριστουγέννων, καθιερώθηκε για πρώτη φορά στη Ρώμη κατά τα μέσα περίπου του 4ου μ.Χ. αιώνα, ενώ κατά τη διάρκεια της αυτοκρατορίας του Ιουστινιανού, τον 6ο αιώνα, ο εορτασμός των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου ξαπλώθηκε σ’ ολόκληρη την Ανατολή εκτός από την Αρμενία όπου διατηρήθηκε ο συνεορτασμός στις 6 Ιανουαρίου. Ο εορτασμός όμως των Χριστουγέννων την ίδια ημέρα που οι εθνικοί γιόρταζαν τα δικά τους Σατουρνάλια ή Κρόνια είχε και τις δυσμενείς του επιπτώσεις. Γιατί, σιγά-σιγά, και ιδιαίτερα μεταξύ του 5ου και 8ου αιώνα, πολλά από τα απαράδεκτα για την εκκλησία έθιμα των αρχαίων εορτασμών πέρασαν και στην Χριστιανική εορτή και ιδιαίτερα στο Βυζάντιο «όπου ο λαός τα ακολουθούσε με υπερβολή και γι’ αυτό οι Πατέρες της Εκκλησίας ή οι Κανόνες των Συνόδων τα πολεμούσαν». Το 729 μ.Χ. μάλιστα ο Πάπας Ζαχαρίαςαναγκάστηκε να απαγορεύσει με αυστηρότητα τους εορτασμούς των Χριστουγέννων του τύπου των αρχαίων Καλενδών. Εντούτοις πολλά από τα έθιμα αυτά των Σατουρναλίων και των Καλενδών, που διαρκούσαν 12 συνολικά ημέρες, διατηρούνται ακόμη και σήμερα στους εορτασμούς του «Δωδεκαημέρου» του χρονικού δηλαδή διαστήματος μεταξύ των δυο μεγάλων ακινήτων εορτών της Χριστιανοσύνης των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου, και των Θεοφανίωνστις 6 Ιανουαρίου.