Οι Θεοί του Ολύμπου

Οι δώδεκα Θεοί του Ολύμπου είναι οι κύριοι θεοί της Ελληνικής μυθολογίας που κατοικούσαν στην κορυφή του Ολύμπου. Οι Ολύμπιοι θεοί κέρδισαν την εξουσία νικώντας τους Τιτάνες στην Τιτανομαχία. Στην πραγματικότητα οι αρχαίοι Έλληνες δεν είχαν κάποιο συγκεκριμένο δωδεκάθεο, αλλά υπήρχαν μεγάλοι και μικρότεροι θεοί και άλλοι που λατρεύονταν τοπικά π.χ. ο Δίας, ο Ποσειδώνας και ο Άδης ήταν οι μεγαλύτεροι θεοί, ενώ ο Διόνυσος ήταν μικρότερος θεός. Το δωδεκάθεο είναι έννοια που σχηματίστηκε από δυτικούς λόγιους τον 16ο-17ο αιώνα και έχει εμφανιστεί με διάφορες συνθέσεις ανάμεσα σε 14 θεούς.

Ο Άρης είναι ο Έλληνας θεός του πολέμου & ένας από τους Δώδεκα Ολύμπιους, γιος του Δία και της Ήρας. Εξαιτίας της ιδιαίτερης πολεμοχαρούς φύσης του αρκετοί συγγραφείς του 19ου αιώνα ισχυρίστηκαν ατεκμηρίωτα ότι ήταν ξένος θεός, καθώς θεωρούσαν ότι η ελληνική φαντασία αποκλείεται να δημιούργησε έναν τόσο άγριο θεό. Στους μύθους ο Άρης εμφανίζεται πολεμοχαρής και προκλητικός και εκπροσωπεί την παρορμητική φύση του πολέμου. Οι Έλληνες ήταν αμφίσημοι προς τον Άρη: αν και ενσωμάτωσε τη φυσική ανδρεία που είναι αναγκαία για την επιτυχία στον πόλεμο, ήταν μια επικίνδυνη δύναμη. Συντριπτικός, ακόρεστος στη μάχη, καταστροφικός, και ο άνθρωπος-σφαγέας. Ο Φόβος και ο Δείμος ήταν προσδεδεμένοι στο άρμα μάχης του. Στην Ιλιάδα, ο πατέρας του ο Δίας του λέει ότι είναι ο πιο μισητός θεός σε αυτόν. Η αξία του σαν θεός του πολέμου τοποθετείται σε αμφιβολία: κατά τη διάρκεια του Τρωικού πολέμου, ο Άρης ήταν στην πλευρά των ηττημένων, ενώ η Αθηνά, που συχνά απεικονίζεται στην ελληνική τέχνη ως κάτοχος Νίκης στο χέρι της, ευνόησε τους θριαμβευτικούς Έλληνες.

Ο Θεός Άρης

 

Απόλλωνας ήταν ένας από τους 12 θεούς του Ολύμπου, θεός του φωτός, προστάτης των τεχνών και της μαντείας. Δεν έχουμε σαφείς ενδείξεις για την προέλευσή του. Σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη, η λατρεία του εισήλθε στον ελλαδικό χώρο από την Ανατολή. Άλλες θεωρίες φέρουν τους Δωριείς ως κομιστές της λατρείας του αλλά και την ως τόπο εμφάνισης του, την Κρήτη, μέσω της οποίας η λατρεία του μεταλαμπαδεύτηκε στην Μικρά Ασία. Διέθετε γύρω στις 350 επικλήσεις, προσωνύμια και τοπικές λατρείες του, θεραπευτής, μάντης και ηλιακός («Φοίβος»). Πιθανότατα να αποτέλεσε έμπνευση για τον θεό Απλού στην ετρουσκική μυθολογία.

Ο Θεός Απόλλων

 

Στην Ελληνική μυθολογία ο Ποσειδώνας (α.ε. Ποσειδῶν) είναι ένας από τους κύριους Ολύμπιους Θεούς, ο υπέρτατος θεός των υδάτων, (λιμνών, ποταμών, πηγών) και κατ΄ επέκταση της θάλασσας (εξ ου και Πελαγαίος καλούμενος

Όπως ο Ολύμπιος θεός Απόλλωνας διέτρεχε την απεραντοσύνη του ουρανού με τέθριππο χρυσό άρμα, κατά ίδια αντίληψη και ο Ποσειδώνας περιέτρεχε την απεραντοσύνη της θάλασσας στην επιφάνειά της με άρμα, ή με τεράστιο κοχύλι, που άλλοτε έσερναν κέλητες (δρομείς ίπποι) και άλλοτε Τρίτωνες, ή μυθικοί ιππόκαμποι, ή δελφίνια, που με την ορμή τους ανασήκωναν νέφος σταγονιδίων που με τη σειρά τους στεφάνωναν εξαίσια το άρμα ως πέπλο με τα χρώματα της ίριδας, συμπληρώνοντας μάλιστα ο Όμηρος τη λεπτομέρεια ότι ο άξονας των τροχών του άρματος δεν βρεχόταν από τα κύματα, δίνοντας έτσι εκπληκτική εικόνα ταχύτητας αλλά και πτήσης υπέρ αυτών. Παράλληλα αρχαίοι ποιητές παρουσιάζουν τον Ποσειδώνα να διατρέχει την επιφάνεια της θάλασσας και μετά από τρεις μεγάλους δρασκελισμούς να καταφθάνει στο επιθυμητό μέρος

Ο Θεός Ποσειδώνας

Ο Άδης γενικά στην Ελληνική Μυθολογία σήμαινε τόσο τον κάτω κόσμο όπου μεταβαίνουν οι ψυχές μετά θάνατο όσο και την ίδια ιδεατή ανθρωπόμορφη δύναμη που κυβερνούσε αυτόν τον χώρο. Η λέξη αρχικά αναφερόταν αποκλειστικά στον θεό. Η γενική πτώση της λέξης (Ἅιδου), ήταν συντόμευση της φράσης “σπίτι του Άδη”, αλλά τελικά και η ονομαστική της λέξης άρχισε να περιγράφει την κατοικία των νεκρών.

Ο θεός Άδης

 

Αφροδίτη κατά την αρχαία ελληνική μυθολογία και θρησκεία είναι η θεά του έρωτα, της ομορφιάς, της σεξουαλικότητας, της ηδονής και της τεκνοποίησης. Η αντίστοιχη θεότητα της Αρχαίων Ρωμαίων ήταν η Βένους, ενώ παρουσιάζει και πολλά κοινά στοιχεία με την αιγυπτιακή θεά Άθωρ. Σε αυτήν ωφείλει το όνομά του ο πλανήτης Αφροδίτη.

Όπως συμβαίνει με πολλές αρχαιοελληνικές θεότητες, υπάρχουν περισσότεροι του ενός μύθοι αναφορικά με την προέλευσή της. Κατά την Ιλιάδα του Ομήρου, είναι κόρη του Δία και της Διώνης. Ο Πλάτων υποστηρίζει στο «Συμπόσιον» πως αμφότερες οι αφηγήσεις είναι έγκυρες, αλλά αναφέρονται στη γέννηση διαφορετικών οντοτήτων: της Ουρανίας και της Πανδήμου Αφροδίτης, προστάτιδες του πνευματικού πλατωνικού εξειδανικευμένου και σαρκικού ηδονιστικού έρωτα αντίστοιχα.

Εξαιτίας της ομορφιάς της, οι άλλοι θεοί φοβήθηκαν ότι ο ανταγωνισμός μεταξύ τους για να κερδίσουν την εύνοιά της θα οδηγούσε σε πόλεμο. Συνεπώς ο Δίας κανόνισε το γάμο της με τον Ήφαιστο, ο οποίος, εξαιτίας της ασχήμιας και των δυσμορφιών του, δεν εκλαμβανόταν ως απειλή. Θεωρείται μητέρα πολλών ακόμη μικρότερων θεοτήτων και οντοτήτων. Στον Τρωικό Πόλεμο, τον οποίο σε μεγάλο βαθμό πυροδότησε βοηθώντας τον Πάρη να απαγάγει την Ωραία Ελένη, η θεά τάχθηκε με το μέρος των Τρώων.

Ιερά όντα της θεάς ήταν η μυρτιά, τα περιστέρια, τα σπουργίτια, τα άλογα και οι κύκνοι. Η Αφροδίτη είναι επίσης γνωστή ως Κυθέρεια και Κύπριδα από τους δύο βασικούς τόπους λατρείας της, τα Κύθηρα και την Κύπρο, που υποστήριζαν ότι αποτελούν τον τόπο γέννησής της. Χάρις στο μύθο της ανάδυσής της από τη θάλασσα η Αφροδίτη λατρευόταν ευρέως ως προστάτιδα των ναυτικών, με τα επίθετα Πελαγία, Ευπλοία και Θαλασσία. Λόγω του δεσμού της με το θεό Άρη, λατρέυτηκε παραδόξως και ως πολεμική θεότητα στη Σπάρτη με το επίθετο Αρεία, ενώ οπλισμένη απεικονιζόταν και η Ουράνια Αφροδίτη στα Κύθηρα. Πολλές τοπικές λατρείες της απέδιδαν διάφορα ονόματα και παραδόσεις, εντούτοις, οι Αρχαίοι Έλληνες αναγνώριζαν πως οι δοξασίες αυτές αναφέρονταν σε μία κοινή θεά, την Αφροδίτη

Η θεά Αφροδίτη

 

Ερμής είναι ο αγγελιαφόρος των θεών της ελληνικής μυθολογίας. Ακόμη λειτουργεί ως ψυχοπομπός, οδηγεί δηλαδή τις ψυχές των νεκρών στον Άδη (όπως μαθαίνουμε στην Οδύσσεια), αλλά είναι και προστάτης των κλεφτών, των τυχερών παιγνίων και του εμπορίου. Σύμφωνα με τον επικρατέστερο μύθο, πατέρας του ήταν ο Δίας και μητέρα του η Μαία, μία από τις Πλειάδες, τις θυγατέρες του Άτλαντα, του γίγαντα που κρατούσε στις πλάτες του τον ουρανό. Πρόκειται για τις Πλειάδες κόρες που αργότερα ο Δίας τις μετέτρεψε σε αστερισμό, μαζί με τον κυνηγό Ωρίωνα, καθώς ο τελευταίος τις καταδίωκε.

Πρόκειται, ίσως, για την πιο συμπαθητική θεότητα του ελληνικού δωδεκάθεου, καθώς συνδυάζει, αρχικά, πολύ έντονα τα ανθρώπινα με τα θεϊκά στοιχεία, αλλά και διότι θεωρείται, ουσιαστικά, ο πρώτος δάσκαλος του ανθρώπινου γένους, Εκείνος είναι που εισήγαγε τα γράμματα και τις επιστήμες στην ανθρωπότητα, δίδαξε τη χρήση της διάνοιας και, μάλιστα, υπάρχουν μύθοι οι οποίοι του αποδίδουν τη μετάδοση της γνώσης της φωτιάς στους ανθρώπους. Ταυτόχρονα, είναι προστάτης του εμπορίου, των ουσιαστικών τελετών και της μαγείας. Εκφράζει με ένα αρχετυπικό, σχεδόν, τρόπο την ταχύτητα, την ευλυγισία, τη μεταβλητότητα, μα και τους απατηλούς δρόμους που κάποιες φορές ακολουθεί ο νους, καθώς εύκολα απατάται και κάνει λάθη. Διαθέτει, επιπλέον, μια σκιώδη και περισσότερο ανθρώπινη όψη, καθώς είναι πρώτος στην απάτη, το ψεύδος και την κλοπή.

Ο θεός Ερμής

 

Η Αθηνά, κατά την Ελληνική μυθολογία, ήταν η θεά της σοφίας, της στρατηγικής και του πολέμου. Παλαιότεροι τύποι του ονόματος της θεάς ήταν οι τύποι Ἀθάνα (δωρικός) και Ἀθήνη, το δε όνομα Ἀθηνᾶ, που τελικά επικράτησε, προέκυψε από το επίθετο Ἀθαναία, που συναιρέθηκε σε Ἀθηνάα > Ἀθηνᾶ. Στον πλατωνικό Κρατύλο το όνομα Αθηνά ετυμολογείται από το Α-θεο-νόα ή Η-θεο-νόα, δηλαδή η νόηση του Θεού (Κρατυλ. 407b), αλλά η εξήγηση αυτή είναι παρετυμολογική. Η επιστημονική βιβλιογραφία θεωρεί το θεωνύμιο προελληνικό και αγνώστου ετύμου.

Συσχετίζεται από τους Ετρούσκους με τη θεά τους Μένρβα και αργότερα από τους Ρωμαίους ως Μινέρβα, συμβολίζεται από μια κουκουβάγια, έφερε μια ασπίδα από δέρμα κατσίκας, ονομαζόμενη Αιγίς που της είχε δοθεί από τον πατέρα της και συνοδεύεται από τη θεά Νίκη. Η Αθηνά συχνά βοήθησε ήρωες. Παριστάνεται οπλισμένη, ποτέ ως παιδί, πάντα παρθένος. Ο Παρθενώνας στην Αθήνα είναι ο πιο διάσημος ναός αφιερωμένος σ” αυτήν.

Η θεά Αθηνά

 

Ο Δίας ή Ζεύς σύμφωνα με την αρχαία ελληνική θεογονία είναι ο «Πατέρας των θεών και των ανθρώπων», που κυβερνά τους Θεούς του Ολύμπου. Αυτός είναι ο θεός του ουρανού και του κεραυνού στην ελληνική μυθολογία. Είναι το νεότερο παιδί του Κρόνου και της Ρέας. Στις περισσότερες παραδόσεις είναι παντρεμένος με την Ήρα, αν και στο μαντείο της Δωδώνης, σύζυγος του αναφέρεται η Διώνη. Είναι γνωστός για τις ερωτικές περιπέτειες του. Αυτό οδήγησε σε πολλούς ευσεβείς και ηρωικούς απογόνους, συμπεριλαμβανομένων της θεός Αθηνάς, του θεού Απόλλωνα, της θεάς Άρτεμης, του θεού Ερμή, της θεάς Περσεφόνης (από την θεά Δήμητρα), του θεού Διόνυσου, του Περσέα, του Ηρακλή, της Ωραίας Ελένης, του Μίνωα και των Μουσών (από την Τιτανίδα Μνημοσύνη). Από την θεά Ήρα έχει αποκτήσει τον θεό Άρη, την θεά Ήβη και τον θεό Ήφαιστο (μια άλλη πηγή λέει ότι η Ήρα γονιμοποίησε τον Ήφαιστο μόνη της), ενώ από τη Ωκεανίδα Διώνη απέκτησε την θεά Αφροδίτη. Ο Δίας υπήρξε ανέκαθεν μετεωρολογικός θεός, ελεγκτής της αστραπής, του κεραυνού και της βροχής. Ήταν ο δυνατότερος και σπουδαιότερος όλων των μυθολογικών όντων και θεών. Ο Θεόκριτος περίπου το 265 Π.Κ.Ε. έγραψε: «άλλοτε είναι καθαρός ο Δίας, άλλοτε βρέχει». Στο ομηρικό έπος της Ιλιάδας έστελνε τους κεραυνούς στους εχθρούς του. Άλλα εμβλήματά του, ήταν ο αετός και η αιγίς.

Ο θεός Δίας

 

Η θεά Δήμητρα. Θεά της γης, της γεωργίας , της χλωρίδας, της τροφής, της γονιμότητας και προστάτιδα των γεωργών. Ήταν το δευτερότοκο παιδί του Κρόνου και της Ρέας και η προτελευταία και μεσαία κόρη τους. Μαζί με τον Δία γέννησε την Περσεφόνη, την αγαπημένη της κόρη. Ήταν η αδυναμία της και ήταν εξαιρετικά προστατευτική μαζί της, και όταν ο Πλούτωνας, ο αδερφός της, απήγαγε την κόρη της και άκουσε τις κραυγές της, ανήσυχη έβαλε μια μαύρη μπόλια στο κεφάλι της και μερόνυχτα ολόκληρα την έψαχνε. Δεν έτρωγε, δεν έπινε, δεν κοιμόταν παρά μόνο έψαχνε την κόρη της. Από την στεναχώρια και κατάθλιψή της όλη η γη έπεσε σε βαρύ χειμώνα, με αποτέλεσμα τα φυτά και τα σπαρτά να μην φύτρωναν και τα ζώα να πέθαιναν. Ακόμα και οι υπόλοιποι θεοί υπέφεραν από αυτή την κατάσταση. Όταν έμαθε τι έκανε ο αδερφός της, έξαλλη από θυμό απευθύνθηκε στον Δία. Έτσι ο Δίας αποφάσισε η Περσεφόνη 6 μήνες να τους πέρναγε κοντά στην μητέρα της (με αποτέλεσμα όλα να άνθιζαν) και 6 μήνες κοντά στον άντρα της, στον Κάτω Κόσμο (με αποτέλεσμα η γη να έπεφτε σε βαρύ χειμώνα). Έτσι δημιουργήθηκαν οι Εποχές. Η θεά Δήμητρα είχε αδέλφια: την θεά Εστία, την θεά Ήρα, τον θεό Πλούτωνα, τον θεό Ποσειδώνα και τον θεό Δία.

Η θεά Δήμητρα

 

Ο Αίολος κρατούσε τους ανέμους μέσα στον ασκό του και τους άφηνε μετά από εντολή του Δία. Ήταν γιος του Ιππότη, όπως λέει ο Όμηρος. Γι” αυτό λεγόταν Ιπποτάδης. Ζούσε στη νήσο Αιολία, που είχε χάλκινα τείχη. Το νησί αυτό πιστευόταν ότι ήταν η Στρογγύλη, το σημερινό Στρόμπολι, εξ ου και η ονομασία Αιολίδες Νήσοι για το σύμπλεγμα που ανήκει το Στρόμπολι.

Ζούσε στο νησί μαζί με την γυναίκα του Αμφιθέα. Είχε έξι γιους και έξι κόρες, που προσωποποιούσαν τους ανέμους. Οι γιοι τους δυνατούς ανέμους, οι θυγατέρες τους ήπιους (τις αύρες). Σύμφωνα με μεταγενέστερη εκδοχή του μύθου, ο Αίλος ήταν γιος του Ποσειδώνα και της Άρνης. Με τη μητέρα του και τον αδελφό του Βοιωτό ζούσε στο Μεταπόντιο. Όταν αναγκάστηκε να φύγει από το Μεταπόντιο, λόγω του φόνου της θετής του μητέρας Αυτολύκης, κατέφυγε σ” ένα νησί του Τυρρηνικού Πελάγους, όπου έχτισε την πόλη Μπάρα, κατά τον Διόδωρο Σικελιώτη. Εφεύρε τα πανιά που κινούν τα πλοία και δίδαξε τη χρήση τους στους υπηκόους του. Ο Οδυσσέας με τους συντρόφους του πήγε στην Αιολία, όπου ο Αίολος τους φιλοξένησε ένα μήνα. Όταν ζήτησε τη βοήθεια του Αιόλου για να αναχωρήσει, αυτός έκλεισε όλους τους ανέμους σε ένα ασκί και άφησε μόνο τον ούριο Ζέφυρο να πνέει ευνοϊκά γι” αυτούς. Με τη βοήθεια του Ζέφυρου ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του έφτασαν πολύ κοντά στην Ιθάκη. Αλλά κάποια στιγμή που ο Οδυσσέας αποκοιμήθηκε, οι σύντροφοί του άνοιξαν το ασκί, νομίζοντας ότι έχει χρυσάφι, και άφησαν ελεύθερους όλους τους ανέμους. Ξέσπασε θύελλα η οποία έστειλε τον Οδυσσέα πίσω στο νησί του Αιόλου, ο οποίος όμως δεν δέχτηκε να τον βοήθησει και πάλι, τιμωρώντας τον για την ασέβεια των συντρόφων του. Οι Έλληνες θεωρούσαν τον Αίολο ταμία των ανέμων, όχι θεό τους. Γι” αυτό δεν είχε ιερά, ούτε γίνονταν θυσίες προς τιμήν του. Θεό τον θεωρούσαν οι Ρωμαίοι. Ο Βιργίλιος στην «Αινειάδα» τον αναφέρει ως βασιλιά που κατοικεί σε ένα άντρο, όπου είναι φυλακισμένοι οι άνεμοι, σ” αυτόν δε καταφεύγει η Ήρα όταν αποφασίζει να καταστρέψει τα καράβια των Τρώων.
Μία από τις κόρες του Αιόλου ήταν η Αλκυόνη η οποία σχετίζεται με τον μύθο των Αλκυονίδων ημερών. Η Αλκυόνη ερωτεύτηκε τον Κύηκα και ζούσαν ευτυχισμένοι, αλλά μια μέρα ο Κύηκας πνίγηκε ψαρεύοντας και η Αλκυόνη από τον πόνο της έπεσε στα βράχια και σκοτώθηκε. Οι θεοί τους λυπήθηκαν και τους έκαναν πουλιά. Ο Δίας μάλιστα πρόσταξε τον Αίολο κάθε χρόνο τον Ιανουάριο να σταματάει τους ανέμους για να μπορεί η Αλκυόνη να επωάσει τα αυγά της.

Ο Αίολος

 

Η συγγραφική ομάδα:
Ιωάννης Τ.
Άγγελος Τ.
Δημήτρης Ξ.
Μάριος Κ.
Top