Αν οι θεοί του Ολύμπου δούλευαν…

anekshghta

Αξιοποιώντας τη μυθική μέθοδο και την αλληγορία, η Σοφία, ο Μανόλης και ο Νάσος μίλησαν για τη σχέση των εργαζόμενων με τη δουλειά τους. Έμπνευση για τα κείμενό τους αποτελεί » Ο Ποσειδώνας» του Κάφκα  (http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGYM-C113/351/2368,9033/)

 «Αφροδίτη» της Σοφίας Μπιμπίρη

Η Αφροδίτη πάλι έπρεπε να πάει στη δουλεία τρεις ώρες πριν από τη φωτογράφιση. Θα έπρεπε να συζητήσει με τον φωτογράφο το κόνσεπτ της φωτογράφισης και μετά να πάει για χτένισμα, μακιγιάζ και ντύσιμο. Άλλοι θα την ζήλευαν που τόσοι άνθρωποι την περιποιούνταν στη δουλειά της. Εκείνη, όμως, βασανιζόταν και διαμαρτυρόταν από μέσα της. Ο χώρος της μόδας είναι σκληρός και απαιτητικός! Μια φρυγανιά είχε φάει το πρωί και το μεσημέρι ξανά μαρούλι! Δεν της επέτρεπαν να πάρει ούτε γραμμάριο. Και εκείνη, η καημένη, έκανε ό,τι μπορούσε για να διατηρεί το καλλίγαμμο κορμί της.

Αυτό που την άγχωνε ήταν το πρόσωπό της. Σχεδόν κάθε μέρα τόνοι μέικ-απ ήταν πολύ επικίνδυνοι για να γεμίσει σπυράκια. Όμως, όταν είσαι μοντέλο… η φωτογένια δεν φτάνει. «Μοντέλο χωρίς μακιγιέρ είναι πόρτα χωρίς χερούλι!», έτσι της έλεγε η μάνατζέρ της. Δεν άντεχε άλλο! Όταν είσαι πρότυπο ομορφιάς, όλοι περιμένουν από εσένα να είσαι τέλεια, να είσαι… μια θεά, μα εκείνη ποτέ δεν ένιωσε έτσι. Το μόνο που ήθελε ήταν να ξεκουραστεί. Να βρει λίγο χρόνο για τον εαυτό της, ώστε να ταξιδέψει και να απομακρυνθεί από τα φώτα της δημοσιότητας. Αν όμως, όταν επέστρεφε, δεν τη θυμόταν κανένας και δεν της προσέφεραν δουλεία, τι θα γινόταν

 «Ερμής», του Μανόλη Κουφόπουλου

Ο Ερμής είναι ο διευθυντής της μεγαλύτερης μεταφορικής εταιρείας στον κόσμο. Κάθε μέρα από νωρίς το πρωί βρίσκεται στο πολυτελέστατο γραφείο του στο τελευταίο όροφο ενός ιδιόκτητου υπερσύγχρονου ουρανοξύστη. Μπαίνει πρώτος και αποχωρεί τελευταίος αργά το βράδυ, πάντα μόνος. Πολλές φορές χαζεύει τον έξω κόσμο από τα τεράστια τζάμια του γραφείου του. Νιώθει ότι είναι ο κυρίαρχος στους ανθρώπους γύρω του αφού όλοι τον υπακούν. Φίλους πραγματικούς δεν έχε ούτε κάποιον να του συμπαρασταθεί. Πιστεύει ότι πρέπει να είναι συνέχεια στο πόστο του γιατί κάτι μπορεί να πάει στραβά, το οποίο σπάνια συμβαίνει, και είναι ο μόνος που μπορεί να το λύσει. Έχει την ψευδαίσθηση ότι ζει τη ζωή που θα ήθελε ο περισσότερος κόσμος αφού έχει χρήματα και κάθε λογής αγαθά. Είναι περήφανος για αυτό που έχει καταφέρει όμως το τίμημα είναι πολύ μεγάλο. Έχει χάσει τον εαυτό και συγχρόνως και τη ζωή του.

«Διόνυσος», του Νάσου Καρβελά

Ο Διόνυσος καθόταν υπομονετικά στο γραφείο του και κοίταζε αφηρημένα το ταβάνι, γεμάτο τσαμπιά από σταφύλια. Περίμενε την ώρα για άλλο ένα γλέντι, το οποίο ο ίδιος θα διοργάνωνε με επιμέλεια και μεράκι. Όμως, πέρναγαν οι ώρες και κανείς δεν άνοιγε τις ξύλινες καλοσμιλευμένες πόρτες του κτηρίου.

Ο θεός σηκώθηκε βαριεστημένα από την καρέκλα, άρπαξε μια νταμιτζάνα κρασί και βγήκε έξω. Κοίταξε τα πελώρια γράμματα νέον που φώτιζαν το δρόμο με ένα ροζ απαλό χρώμα. Έγραφαν με κεφαλαία ‘ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΟΙΝΟΣ’.

Θυμήθηκε όταν τα πρωτοέβαλε. Τότε έρχονταν ουρές κόσμου και γλένταγαν ασταμάτητα. Τώρα πια όλοι είναι κλεισμένοι στο μίζερο εαυτό τους και στην εξίσου βαρετή δουλειά τους.

Γι΄ αυτό και ο Διόνυσος ζήτησε από τον πατέρα του αυτή την εργασία. Δεν ήθελε να είναι κλεισμένος σε τέσσερις τοίχους και να ασχολείται με στοίβες χαρτιών. Ήθελε την ελευθερία του, να χαίρεται την ζωή του, να κάνει τα ταξίδια του. Είχε περάσει από κάθε πανηγύρι, γλέντι ή γιορτή και ήξερε όλους τους γνωστούς γλεντζέδες της περιοχής. Άλλες φορές μάζευε όλους του θεούς και πήγαιναν στην κορυφή του Ολύμπου. Για μία εβδομάδα ολόκληρη έπιναν βαρέλια και βαρέλια κρασί.

Ο Διόνυσος, ακόμα κι αν δεν το έδειχνε συνεχώς, ήταν ένας ευτυχισμένος άνθρωπος· γιατί ήταν περισσότερο άνθρωπος παρά θεός.

Σχολιάστε

Top