Ο ΜΟΛΥΒΟΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΣ ΕΛΕΝΗΣ ΠΑΡΕΛΗ

Ο Μόλυβος με μια άλλη ματιά…
Οι μαθητές του Στ’2 του 7ου Δ.Σ. Αμαρουσίου φιλοξένησαν στην τάξη τους την κα Ελένη Παρέλη, δασκάλα του σχολείου, για να της πάρουν μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη για τη ζωή της στον Μόλυβο, με σκοπό να μάθουν καλύτερα αυτό το χωριό της Λέσβου.

 

Ο Μόλυβος δεν είναι ένα συνηθισμένο χωριό, γι αυτό και η φήμη του ως τουριστικός προορισμός ξεκινάει από το 1960, καθώς πολλοί διάσημοι, όπως ο Ρίτσος, η Μαντόνα, ο Χορν, ο Ελύτης κ.α. έχουν κατα καιρούς επισκεφθεί αυτό το πανέμορφο χωριό του Βορείου Αιγαίου.
Το χωριό είναι χτισμένο σε έναν λόφο, στην κορυφή του οποίου δεσπόζει το Κάστρο. Στο Κάστρο, κάθε χρόνο, γίνονται πολλές εκδηλώσεις. Εκεί γίνονται και αρκετά πανηγύρια, όπως το γνωστό πανηγύρι της Αγίας Θεοκτίστης, που παίρνουν έναν ταύρο και τον γυρίζουν στο χωριό. Κάτω από το Κάστρο είναι και το σπίτι της κας Ελένης με ωραία θέα στο πέλαγος, όπως άλλωστε και τα περισσότερα σπίτια του Μόλυβου που σκαρφαλωμένα στον λόφο, απολαμβάνουν την υπέροχη θέα προς τη θάλασσα και τις παραλίες της Εφταλούς, η οποία είναι και το επίνειο του Μολύβου.
Η κυρία Ελένη στα παιδικά της χρόνια έζησε στον Μόλυβο, στο διώροφο σπίτι τους, στο κέντρο του χωριού. Έμενε με τους γονείς της. Η κ. Ελένη θυμάται χαρακτηριστικά τους γονείς της να φωνάζουν: “Ελένηηηη, έλα σπίτι να κοιμηθείς!” Μια, δυο, τρεις,.. την τρίτη άκουγε και επέστρεφε στο σπίτι, μετά από μια ακόμη “κουραστική” μέρα… Ως παιδί περνούσε ξέγνοιαστα καλοκαίρια. Το κύριο σημείο συνάντησης των παιδιών ήταν η Εφταλού, ένα σύνολο εφτά διαδοχικών παραλιών. Έκανε μπάνια στη θάλασσα, έπαιζε με τους φίλους της τα αγαπημένα τους παιχνίδια, όπως το τζαμί, στη μικρή πλατεία-πλαταιίτσα του χωριού κάτω από τον πλάτανο. Περνούσε υπέροχα…

Η συζήτηση συνεχίστηκε σε σχέση με το κείμενο που είχαμε διαβάσει στο βιβλίο της Γλώσσας σχετικά με τα καφενεία και το κουρείο. Έτσι λοιπόν, στον Μόλυβο δεν υπήρχαν πραγματικά 39 καφενεία και ένα κουρείο -όπως αναφέρει στο κείμενο η συγγραφέας- υπήρχαν όμως πολλά καφενεία. Τα καφενεία του χωριού είχαν μεγάλα παράθυρα με θέα στη θάλασσα και μαρμάρινα τραπέζια. Στα ράφια τους ήταν τοποθετημένα ποτηράκια ούζου και κονιάκ. Πάνω στα τραπέζια υπήρχαν “πιατέλια” με λογιών λογιών μεζέδες και ψωμάκια. Σε κάθε γωνιά του χωριού υπήρχε κι ένα καφενείο που πήγαιναν καθημερινά μόνο άντρες.
Τις Κυριακές τα καφενεία ήταν πολύβουα. Πολλές οικογένειες πήγαιναν στα καφενεία και απολάμβαναν τα αγαπημένα τους γλυκά, τα λουκούμια και το υποβρύχιο. Ήταν οι μέρα που θα συναντούσε κανείς και τις γυναίκες στα καφενεία. Ήταν γι αυτές η επίσημη κυριακάτικη έξοδός τους και έτσι ήταν περιποιημένες και καλοντυμένες, κρατώντας στον πήχη του χεριού τη ζακέτα τους κρεμασμένη με μεγάλη προσοχή. Σήμερα, όπως μας ανέφερε η κ.Ελένη τα καφενεία αυτά δεν υπάρχουν. Άλλαξαν χρήση τα καφενεία και έγινα τουριστικά καταστήματα. Αυτό ήταν κάτι που τη στενοχωρεί… Σήμερα λειτουργούν ως καφενεία μόνο τρία.
Στη συνέχεια η κ. Ελένη ρωτήθηκε για το κουρείο. Το κουρείο, προς μεγάλη μας έκπληξη, ήταν μία πραγματικότητα! Μάλιστα η κ. Ελένη, γνώριζε τον κουρέα που ήταν και ο πατέρας της συγγραφέως του κειμένου Φωτεινής Φραγκούλη. Ο κύριος Αχιλλέας, λοιπόν, ήταν ο ιδιοκτήτης του κουρείου. Ήταν ένας μικροκαμωμένος, μελαχρινός κύριος με φροντισμένη πάντα εμφάνιση. Ήταν πολύ καλός, ευγενικός και μορφωμένος. Θύμιζε δάσκαλο. Το κουρείο ήταν για κουβέντες, κουτσομπολιά, και πολιτικές συζητήσεις…Ήταν στο κέντρο του χωριού οπότε τα νέα διαδίδονταν από εκεί…
Η κ. Ελένη νοσταλγεί ακόμα και σήμερα την αγαπημένη της καφετέρια το “Ηλιοβασίλεμα” γιατί από εκεί είδε τα ωραιότερα ηλιοβασιλέματα… Όταν μεγάλωσε έφυγε από το χωριό για να σπουδάσει δασκάλα. Τον πρώτο καιρό ήταν χαρούμενη, γιατί έκανε μια νέα αρχή. Μετά όμως άρχισε να νοσταλγεί τον τόπο της. Θα προτιμούσε να ζούσε εκεί -το έχει σκεφτεί πολλές φορές όπως είπε- αλλά θα της ήταν δύσκολο, γιατί έχει συνηθίσει τον τρόπο ζωής στην πόλη. Τώρα πια πηγαίνει μόνο τα καλοκαίρια, αλλά νιώθει λίγο άβολα, γιατί δεν την περιμένει πια κανείς…

1 Σχόλιο

Υποβολή απάντησης