Βραβεία απο την Ένωση Ελλήνων Λογοτεχνών

imagesAMCJ1GT9

Συγχαρητήρια στους μαθητές και μαθήτριες του Γ1!!! Σάρωσαν τα βραβεία στο διαγωνισμό ποίησης και διηγήματος της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών!!! Το 1ο Βραβείο ποίησης θα πάρει ο Ίωνας Πολίτης για το ποίημα του «Το εγώ που έκλαιγε». Το 2ο Βραβείο διηγήματος θα πάρει η Χατζηθεοδωρίδου Έρικα για το διήγημά της με τίτλο: «Τα αξέχαστα Χριστούγεννα της Νταμίνας» και Έπαινο που θα πάρει η μαθήτρια Μωραΐτη Σόνια για το διήγημά της με τίτλο: «Η Μοβ κουκουβάγια». Το ποίημα και τα κείμενα μπορείτε να τα διαβάσετε παρακάτω…

Στις 20 Μαρτίου θα βραβευτούν σε εκδήλωση που θα διοργανώσει η Ένωση Ελλήνων Λογοτεχνών στην Παλιά Βουλή στην Αθήνα! Βραβείο βέβαια για όλη την προσπάθεια θα δοθεί στη δασκάλα του Γ1, Μαρία Βακαλοπούλου και στο σχολείο μας, το 22ο Δημοτικό Σχολείο Θεσσαλονίκης!

Είμαστε όλοι συγκινημένοι και ενθουσιασμένοι!! Η συλλογική μας δουλειά, το συνεχές  ακούραστο γράψιμο στην τάξη και στο σπίτι, η επιμονή και υπομονή της δασκάλας μας στο να δημιουργούμε πάντα και το κρυφό μας, ίσως ,ταλέντο , βραβεύτηκαν! Κάθε βέβαια βραβείο είναι και μία νέα αρχή για ένα άλλο… Συγχαρητήρια!!

ΤΟ “ΕΓΩ” ΠΟΥ ΕΚΛΑΙΓΕ

 

Μια φορά κι έναν καιρό σ’ έναν τόπο κοντινό

ζούσε ένα ανθρωπάκι που το έλεγαν, Εγώ.

Το Εγώ ήταν λυπημένο γιατί ήταν μόνο και θλιμμένο.

Η μοναξιά του ήταν βαριά κι η καρδούλα του χτυπούσε δυνατά.

 

Μια συντροφιά ζητούσε και μ’ αγάπη παρακαλούσε.

Τότε ήρθε η στιγμή που έφτασε ο φίλος του, ο Εσύ.

Κάνανε χαρούμενη παρέα, μια ωραία συντροφιά, το Εμείς και το Μαζί,

φιλαράκια αγαπημένα, μείνανε αγκαλιασμένα.

 

Στο πάρκο πήγανε μαζί,

για να παίξουν μπάλα εκπληκτική.

Βρεθήκανε και κάνανε ομαδούλα τρομερή

με τους Αυτός, Αυτό κι Αυτή!

 

Έτσι τώρα, το Εγώ το λυπημένο

είναι χαρούμενο κι ευτυχισμένο

γιατί η παρεούλα τού Εμείς

τον κάνει να αισθάνεται ασφαλής!

Ίωνας Πολίτης

ΤΑ ΑΞΕΧΑΣΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΗΣ ΝΤΑΜΙΝΑΣ

 

Την παραμονή των Χριστουγέννων στο σπίτι της Νταμίνας όλη η οικογένεια ετοιμαζόταν να καθίσει γύρω από το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, όπως συνήθιζε να κάνει κάθε χρόνο. Η μαμά της Νταμίνας είχε ετοιμάσει για το τραπέζι όλων των ειδών τα φαγητά και τα γλυκά: χοιρινό στο φούρνο, γεμιστή γαλοπούλα με κάστανα, δαμάσκηνα και πολλά μυρωδικά, διάφορα μεζεδάκια και συνοδευτικά, σαλάτες όμορφα στολισμένες, ενώ δεν έλειψαν τα παραδοσιακά γλυκά, όπως μελομακάρονα, κουραμπιέδες και δίπλες, που τόσο πολύ της άρεσαν. Έβαλαν όλοι τα γιορτινά τους και κάθισαν στο τραπέζι να γιορτάσουν τη Θεία Γέννηση. Γέλια και ευχάριστα συναισθήματα κυριαρχούσαν στο γιορτινό τραπέζι.

 

Και ο καιρός είχε βάλει τα γιορτινά του επίσης. Μάλιστα, σε όλη τη διάρκεια του φαγητού τους είχε μια μεγάλη χιονόπτωση, με αποτέλεσμα, όταν κάποια στιγμή κοίταξαν έξω στο παράθυρο, να διαπιστώσουν ότι όλα ήταν κάτασπρα. Έτσι λοιπόν, όταν τελείωσαν το φαγητό, η Νταμίνα ρώτησε τους γονείς της αν μπορούσε να βγει έξω να φτιάξει έναν χιονάνθρωπο. Εκείνοι συμφώνησαν και η Νταμίνα ήταν έτοιμη στο λεπτό. Φόρεσε με χαρά τις κόκκινες μπότες της, το ριγέ κασκόλ της, με τα ασορτί γάντια, το κίτρινο μπουφάν της και τον πολύχρωμο σκούφο της.

 

Ξεκίνησε με το να κάνει αγγελάκια στο χιόνι και διάφορα άλλα σχέδια. Όταν βαρέθηκε, θυμήθηκε να φτιάξει έναν χιονάνθρωπο. Πήρε λοιπόν κάποια παλιά πράγματα από το σπίτι της και ξεκίνησε.  Του έδωσε πρώτα σχήμα και στη συνέχεια του έβαλε ένα παλιό κόκκινο καπέλο της γιαγιάς της, δύο καρβουνάκια για μάτια, ένα καρό κασκόλ του παππού, τρία μεγάλα κουμπιά που είχε βρει ψάχνοντας στη ραπτομηχανή της γιαγιάς και ένα καρότο για μύτη που της έδωσε η μαμά της. Τα ξύλινα χεράκια του ήταν από τα δύο κλαδάκια που της έδωσε ο μπαμπάς της από ένα δέντρο. Μόλις η Νταμίνα ολοκλήρωσε τον χιονάνθρωπό της έτρεξε να τους φωνάξει όλους να βγουν έξω να τους συστήσει τον καινούριο της φίλο. Ήρθαν λοιπόν και τον είδαν μπροστά από την αυλόπορτα του σπιτιού. Ήταν σαν αληθινός. Της φάνηκε τόσο παράξενο αυτό, που έμεινε να τον κοιτάει για αρκετή ώρα, μέχρι που τη φώναξε η μαμά της να μπει μέσα, για να μην κρυώσει.

 

Το επόμενο πρωί, με το που άνοιξε τα μάτια της, έτρεξε αμέσως στο σαλόνι. Είχε έρθει πια η ώρα να ανταλλάξουν τα δώρα τους. Τα άνοιξε όλα με πολλή χαρά, όμως κατά βάθος η σκέψη της ήταν αλλού· στο χιονάνθρωπό της. Όλο το βράδυ σκεφτόταν ότι είχε κάτι μαγικό αυτός ο χιονάνθρωπος, κάτι που της ζέστανε την καρδούλα. Δεν είχε κανένα παράπονο η Νταμίνα από τους γονείς της. Την αγαπούσαν και τη φρόντιζαν πάρα πολύ. Δεν της χαλούσαν κανένα χατίρι. Όμως να, ένιωθε κάπως μόνη, δεν είχε βλέπετε πολλούς φίλους ακόμη, καθώς μόλις είχαν μετακομίσει από άλλη πόλη.

 

Βγήκε λοιπόν, βιαστικά έξω να διαπιστώσει αν ήταν εκεί που τον άφησε, πριν πάει για ύπνο. Προς μεγάλη της έκπληξη ο χιονάνθρωπος είχε αλλάξει θέση. Στην αρχή νόμισε πως είχε λιώσει, και ανησύχησε· ευτυχώς όμως κάτι τέτοιο δεν είχε συμβεί. Με μια γρήγορη ματιά τον είδε κάτω από το παράθυρό της. Ένιωσε μεγάλη ανακούφιση. Ο φίλος μας είχε μετακινηθεί από τον αέρα ή μήπως ήταν το θαύμα των Χριστουγέννων; Η Νταμίνα δεν το έμαθε ποτέ αυτό! Όμως αυτά τα Χριστούγεννα ήταν γι’ αυτήν πραγματικά υπέροχα και θα της έμεναν για πάντα αξέχαστα.

 

Ελπίζω και τα δικά σας Χριστούγεννα να είναι τόσο μαγικά και ξεχωριστά, όπως της μικρής φίλης, της Νταμίνας!!!           

Χατζηθεοδωρίδου Έρικα

 

Η ΜΟΒ ΚΟΥΚΟΥΒΑΓΙΑ

 

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια κουκουβάγια που ήταν διαφορετική από τις άλλες γιατί ήταν μοβ. Την κουκουβάγια την λέγανε Αθηνά Σοφή. Όταν η Αθηνά ανέβαινε σε ένα κλαδί με τις άλλες κουκουβάγιες της λέγανε: «τι χρώμα είναι αυτό; Πώς είσαι έτσι;» και γελούσαν κάτω από το πουπουλένιο ράμφος τους. Ποτέ η Αθηνά δεν απαντούσε. Έφευγε και πήγαινε στενοχωρημένη στο σπίτι της.

Ζούσε στο λιβάδι με τις πεταλούδες. Εκεί καμία κουκουβάγια δεν είχε σπίτι . Το σπίτι της ήταν μικρό και μοβ. Μέσα όλα τα πράγματά της ήταν ταχτοποιημένα. Στο δέντρο που ζούσε κανένα άλλο ζωάκι δεν είχε σπίτι.

Μόνο μια πεταλούδα πήγαινε στο μπαλκόνι και κάθονταν. Η πεταλούδα ήταν χοντρή και τις άρεσαν οι τούρτες. Πήγαινε στο μπαλκόνι της κουκουβάγιας γιατί της άρεσε να ξαπλώνει στα μοβ πούπουλα που είχαν πέσει εκεί. Οι άλλες πεταλούδες έκαναν αγώνες αλλά αυτή κουράζονταν και πήγαινε στο αγαπημένο της μπαλκόνι.

Μια μέρα που η κουκουβάγια γύρισε στο σπίτι της στεναχωρημένη από την άσχημη συμπεριφορά από τις άλλες κουκουβάγιες είδε την χαριτωμένη πεταλούδα στο μπαλκόνι της. Ήταν πάρα πολύ όμορφα, τα τεράστια φτερά της με τα καταπληκτικά χρώματα μέσα στα μοβ πούπουλα.

Η κουκουβάγια πλησίασε και της είπε:

-Γεια σου, πώς σε λένε ;

-Με λένε Μαργαρίτα είπε η πεταλούδα. Εσένα;

-Αθηνά, καλώς ήρθες στο σπίτι μου είπε η κουκουβάγια.

-Τι ωραίο χρώμα που έχεις; Δεν έχω ξαναδεί τέτοια όμορφη μοναδική κουκουβάγια, σίγουρα οι άλλες κουκουβάγιες θα σε ζηλεύουν;

-Έλα να πάμε μέσα για να πιούμε λίγο τσάι και θα σου πω, έχω και τούρτα.’ είπε η Αθήνα

-Άμα είναι για τουρτίτσα, πάμε! Τις λατρεύω!

Μπήκαν στο σπίτι και η Αθηνά έκανε ζεστό τσάι και έβαλε ένα μεγάλο κομμάτι τούρτα στη Μαργαρίτα.

Η Αθηνά άρχισε να διηγείται: «Οι γονείς μου ήταν δυο καφέ κουκουβάγιες και μια μέρα πήγαν να μαζέψουν λουλούδια. Σε μια στιγμή η μαμά μου δεν άκουσε τον μπαμπά μου ότι της φώναζε να μην αγγίξει ένα λουλούδι που ήξερε ότι είναι δηλητηριώδης. Εκείνη το άγγιξε και έγινε μοβ. Πέρασε καιρός και η μαμά μου έμεινε έγκυος σε μένα. Όταν γεννήθηκα, όλοι έμειναν άφωνοι! Είχαν ένα μοβ μωρό. Ο μπαμπάς μου και η μαμά μου με λάτρεψαν από την πρώτη στιγμή που με είδαν . Η γιαγιά μου και ο παππούς μου καμάρωναν την ομορφιά μου. Οι υπόλοιπες κουκουβάγιες έβλεπαν εμένα με την οικογένεια μου και. παραξενεύονταν. Όταν πήγα σχολείο οι άλλες κουκουβάγιες ήταν τόσο περίεργες για το χρώμα μου και με ρωτούσαν πώς έγινα έτσι. Όταν έλεγα ότι έτσι γεννήθηκα φεύγανε μακριά και χασκογελούσαν. Καθώς μεγάλωνα είπα ότι πρέπει να αλλάξω χρώμα αλλά δεν μπόρεσα. Και έτσι παρέμεινα μοβ. 

-Πω πω    τι μεγάλη ιστορία! Νόμιζα ότι οι άλλες κουκουβάγιες θα σε ζήλευαν.. είπε η Μαργαρίτα.

- Όχι καμία κουκουβάγια δεν με ζηλεύει. είπε η Αθηνά.

-Η τούρτα σου ήταν πολύ ωραία και νόστιμη. Εσύ την έφτιαξες;

-Όχι δεν την έφτιαξα εγώ, η μαμά μου την έφτιαξε.

-Θα σε βοηθήσω να μην σε κοροϊδεύουν οι  άλλες κουκουβάγιες για το χρώμα σου.

-Πώς θα το κάνεις αυτό;

-Θα τους εξηγήσω ότι το χρώμα σου είναι κάτι το ξεχωριστό και όμορφο.

-Θα το πιστέψουν ή θα νομίζουν ότι το λες επίτηδες για να με συμπαθήσουν και να αποκτήσω περισσότερες φίλες;

- Όχι δεν το κάνω για αυτό αλλά για να καταλάβουν ότι υπάρχουν ανάμεσα μας κουκουβάγιες με διαφορετικό χρώμα αλλά με την ίδια καρδία!

Η Μαργαρίτα πήγε στις άλλες κουκουβάγιες για να τους εξηγήσει γιατί είναι μοβ η Αθηνά.

Εκείνες την άκουσαν προσεκτικά και συμφώνησαν ότι το να έχει η Αθηνά άλλο χρώμα τελικά δεν τους πειράζει. Αλλά δεν ξέρουν εάν μπορούν να την έχουν φίλη. Θα το σκεφτούνε.

Η Μαργαρίτα γύρισε στο σπίτι της Αθηνάς και της εξήγησε τι έγινε. Η Αθηνά χαμογελώντας και αγκαλιάζοντας την της είπε :

«Σε ευχαριστώ πολύ και να ξέρεις ότι και να μην συμφωνήσουν οι άλλες κουκουβάγιες εγώ είμαι πολύ χαρούμενη που απέκτησα μια φίλη η οποία είσαι ΕΣΥ!!!»

 Μωραΐτη Σόνια

 

 

 

 

 

Σχολιάστε

Top