
Σε ένα χωριό της Γαλλίας, υπήρξε ένας πολύ λιχούδης κύριος, ο κύριος Καραμελίστας. Ο κύριος Καραμελίστας ας ήταν ο πιο παχουλός κάτοικος του χωριού. Επειδή έτρωγε πολύ όλοι οι φούρνοι άδειαζαν κάθε πρωί και τα εστιατόρια έβαζαν βαριές κλειδαριές και αλυσίδες στις πόρτες.
Ο καημένος κυριος καραμελίστας αν και απολάμβανε τα πάντα από φαγητά μέχρι γλυκά, δεν είχε μια σύζυγο να του ετοιμάζει σπιτικές λιχουδιές. Αποφάσισε λοιπόν να ψάξει σε όλο το χωριό για να βρει μία και να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα. Για κακή του τύχη όμως δεν βρήκε τίποτα. Έτσι έψαξε στο διπλανό χωριό και βρήκε μια καλή μαγείρισσα που εργαζόταν σε ένα αξιόλογο εστιατόριο. Της έκανε αμέσως πρόταση και εκείνη δέχτηκε όλο χαρά.
Μετά τον γάμο ο κύριος καραμελίστας της ζήτησε να του φτιάξει ένα προφιτερόλ με μπόλικη σοκολάτα και σαντιγύ. Αφού το καταβρόχθισε, της ζήτησε ένα τσιζκέικ, μετά μια πάστα σοκολατίνα και τέλος γαλοπούλα γεμιστή με κουκουνάρια και μπαχαρικά. Αυτό συνεχίστηκε για 2 ολόκληρα χρόνια, μέχρι που δεν άντεξε άλλο και του είπε:
- Σου ήρθε λουκούμι ο γάμος μας, αλλά εγώ δεν είμαι εδώ για να σου μαγειρεύω και εσύ να παχαίνεις!
Ο κύριος Καραμελιστας, νομίζοντας ότι αναφέρεται σε γλυκό της απαντά:
- Έχεις δίκιο ένα λουκούμι τώρα είναι ό,τι πρέπει.
Εκείνη, που τόση ώρα μάζευε τα πράγματά της, κοντοστάθηκε στην πόρτα και του είπε.
- Καλύτερα να σε ντύνω, παρά να ταΐζω, χωρίζουμε!
Η συντάκτης: Μαρία Κ. Του Στ1