Το πιάνο

Το πιάνο


Το πιάνο (παλαιότερη ελληνική απόδοση: κλειδοκύμβαλο), είναι μουσικό όργανο που εντάσσεται στην κατηγορία των χορδόφωνων ή αλλιώς των πληκτροφόρων. Παίζεται με πλήκτρα, τα οποία όταν πατηθούν από τον πιανίστα σηκώνουν σφυράκια που χτυπούν τις χορδές του, παράγοντας έτσι ήχους. Η δυνατότητα να δίνει μια διαφορετική νότα από το κάθε δάχτυλο και να κάνει κάθε νότα απαλή ή δυνατή, δίνει στο πιάνο μια εκπληκτική ποικιλία έκφρασης. Το πιάνο μπορεί να αποδώσει μουσική είτε ως σόλο όργανο, είτε μέσα σε μια ορχήστρα. Αν και πολλοί πιστεύουν πως χρησιμοποιείται κυρίως στην κλασική μουσική, το πιάνο κατέχει έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο και στην τζαζ, την μπλουζ και το ροκ εν ρολ, καθώς και στη λαϊκή μουσική, όπου είτε κυριαρχεί είτε λειτουργεί ως βοηθητικό για άλλα όργανα.

Τα καλύτερα και αρκετά ακριβά σε τιμή είναι τα πιάνα με ουρά, που είναι μεγάλα όχι μόνο σε μέγεθος αλλά και σε ήχο. Τα όρθια πιάνα είναι ίσως πιο συνηθισμένα, γιατί καταλαμβάνουν λιγότερο χώρο, αλλά και επειδή είναι λιγότερο ακριβά.

Το πιάνο ονομάστηκε έτσι γιατί μπορούσε να παίζει «πιάνο» (piano), που στην ιταλική γλώσσα -και σύμφωνα με τους μουσικούς όρους- σημαίνει σιγά. Το πρώτο πιάνo, το πιανο φόρτε ήφορτεπιάνο (pianoforte και fortepiano, δηλαδή απαλά-δυνατά) όπως ονομαζόταν, εφευρέθηκε το 1711 από τον Μπαρτολομέο Κριστοφόρι (Bartolomeo Cristofori). Οι πρόγονοί του υπήρξαν το κλαβίχορδο (Clavichord) και το τσέμπαλο.

Η έκτασή του είναι 7⅓ οκτάβες με 88 πλήκτρα, αν και ορισμένα μοντέλα της Bösendorfer έχουν έκταση 8 οκτάβων. Και οι δύο τύποι πιάνου αποτελούνται από ηχείο, σώμα υποστήριξης, πλαίσιο, χορδές, πληκτρολόγιο, πεντάλ και βασικό μηχανισμό. Σε ένα πιάνο υπάρχουν συνήθως 52 λευκά πλήκτρα (από ελεφαντόδοντο ή άσπρο πλαστικό υλικό) και 36 μαύρα πλήκτρα (είτε από έβενο είτε από μαύρο πλαστικό υλικό).

Όσον αφορά τη λειτουργία του, πατώντας κάποιο πλήκτρο η χορδή που του αντιστοιχεί κρούεται από ένα μαλακό σφυράκι καλυμμένο από τσόχα, που επιστρέφει πίσω στη θέση του όταν χτυπηθεί η χορδή. Επιπρόσθετα, το πιάνο έχει και δύο ή τρία πεντάλ κάτω κεντρικά, στο ύψος του πέλματος. Το αριστερό είναι το σιγανό (una corda): πατώντας το, σηκώνεται ένας μοχλός που στα όρθια πιάνα μετακινεί τα σφυράκια κοντύτερα στις χορδές, με αποτέλεσμα ο ήχος να είναι σαφώς σιγανότερος, ενώ στα πιάνα με ουρά κινεί τα σφυράκια παράλληλα με τις χορδές, ώστε να χτυπούν μόνο τη μία από τις διπλές και τριπλές χορδές (εξ ου και το όνομα una corda – μια χορδή) κάνοντας τον ήχο πάλι πιο απαλό. Το δεξί πεντάλ, που ονομάζεται πεντάλ διαρκείας ή δυνατό πεντάλ, ανασηκώνει τους σιωπητήρες από τις χορδές και διατηρεί τον ήχο.

Τα περισσότερα έργα για πιάνο είναι γραμμένα αποκλειστικά γι” αυτό (έργα για πιάνο), ωστόσο έχουν γραφεί και αρκετά έργα στα οποία το πιάνο συμμετέχει σε συμφωνική ορχήστρα είτε ως όργανο με προεξάρχοντα ρόλο (κονσέρτα για πιάνο) είτε και ως απλό όργανο της ορχήστρας

Πληροφορίες: Κατερίνα Κανάκη (Γ1)

Σχολιάστε

Top