ΙΣΡΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ
Η Μονή Ιδρύθηκε από έναν συνασκητή του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτη, το μοναχό Ευγένιο, το 961 μ.Χ. Η αρχική της θέση ήταν 300 μ. περίπου ΝΔ της σημερινής στην τοποθεσία «Παλαιομονάστηρο», όπου και σώζεται το πρώτο Καθολικό της Μονής, ένας δίκλιτος σταυρεπίστεγος ναός στο στόμιο σπηλιάς με δύο σειρές τοιχογραφιών. Αυτή η πρώτη μονή καταστράφηκε ολοσχερώς από φωτιά το 1585. Στη συνέχεια, η Μονή έμεινε έρημη για 15 χρόνια ώσπου κάποιος Καλαβρυτινός ράπτης ονόματι Ιωάννης, απογοητευμένος από τις απιστίες της συζύγου του, αποφάσισε να αφήσει τα εγκόσμια και να ξαναχτίσει τη μονή της Αγίας Λαύρας. Το 1689 η μονή μεταφέρθηκε στη σημερινή της θέση. Μια πρώτη εικόνα της μονής έχουμε από την σχεδίαση του Ρώσου μοναχού Barsky ο οποίος την επισκέφτηκε το 1745. Το νέο Καθολικό της είναι τρίκογχο, αγιορείτικου τύπου, κτίσμα (μονόκλιτο, με τρούλο χωρίς στηρίγματα). Η Μονή δοκιμάζεται το 1715 (Β” Τουρκοκρατία) και κυρίως στα Ορλωφικά. Το 1826 ο Ιμπραήμ πυρπόλησε το μοναστήρι αλλά οι μοναχοί είχαν προλάβει να το εγκαταλείψουν και να πάρουν μαζί τους τα περισσότερα κειμήλια. Ανοικοδομήθηκε στα 1828, με την ίδρυση του νέου Καθολικού (του τρίτου κατά σειρά) στον τύπο της βασιλικής με τρούλο, ερειπώθηκε από το σεισμό της 24ης Ιουλίου 1844 και χτίστηκε πάλι το 1850. Στις 14 Δεκεμβρίου του 1943 πυρπολήθηκε ή Μονή και εκτελέστηκαν από τους Ναζί όσοι μοναχοί δεν είχαν εγκαταλείψει το μοναστήρι. Τέλος, το 1950 αναστηλώθηκε στη σημερινή της μορφή. Η Μονή στην πορεία της υπήρξε πατριαρχική, σταυροπηγιακή, «βασιλική» και απέκτησε μεγάλη ακίνητη και κινητή περιουσία, ενώ κατά καιρούς προσκολλήθηκαν σ” αυτήν μικρότερες Μονές (Αγία Τριάς, Φιλοκάλη κ.ά.) με αποτέλεσμα στη μεγαλύτερη ακμή της να έχει περίπου 1000 μοναχούς.

