της Αλεξίας Γκότση μαθήτριας του Α1
Ένας μεγάλος αριθμός μαθητών σήμερα δε βρίσκει ενδιαφέρον στο σχολείο. Αν τους ρωτήσει κανείς για ποιο λόγο πηγαίνουν στο σχολείο, απαντούν πως είναι υποχρεωτικό και πως χωρίς αυτό δε θα μπορέσουν να βρουν δουλειά. Το μόνο που τους αρέσει σε αυτό είναι το διάλειμμα, επειδή τότε περνούν χρόνο με τους φίλους τους. Για ποιο λόγο όμως υπάρχει αυτή η διάθεση απέναντι στο χώρο, από τον οποίο παίρνουν σημαντικές γνώσεις καθώς και τα απαραίτητα εφόδια για το μέλλον τους και στον οποίο κοινωνικοποιούνται και μαθαίνουν να συνεργάζονται με άλλους ανθρώπους;
Οι λόγοι για τη συμπεριφορά αυτή είναι ποικίλοι και αδύνατο να αναφερθούν όλοι. Θα ασχοληθώ με το σημαντικότερο λόγο, τον οποίο
αποτελεί το γεγονός ότι το μάθημα στην τάξη έχει καταλήξει να είναι αδιάφορο στους μαθητές, αφού ο καθηγητής συχνά το μετατρέπει σε διάλεξη, στην οποία αυτός παραδίδει και οι μαθητές παρακολουθούν. Αυτό συμβάλλει στο να χάσουν οι μαθητές το ενδιαφέρον τους για το διδασκόμενο αντικείμενο και να μη βλέπουν την ώρα να τελειώσει το μάθημα.
Βέβαια μερίδιο της ευθύνης έχουν και οι ίδιοι οι μαθητές, διότι συμβαίνει να παρουσιάζουν την ίδια συμπεριφορά και απέναντι σε καθηγητές οι οποίοι είναι πρόθυμοι όχι μόνο να διδάξουν το αντικείμενό τους κάνοντας ευρεία χρήση του διαλόγου αλλά και να ακούσουν τις απόψεις τους και να συζητήσουν μαζί τους για διάφορα θέματα της σχολικής και εξωσχολικής ζωής. Επειδή αποθαρρύνονται από καθηγητές που δεν κάνουν διάλογο μαζί τους, δεν προσπαθούν να συμμετέχουν ούτε στο μάθημα των καθηγητών που είναι γενικά πρόθυμοι να διαλέγονται και αρκετά διαλλακτικοί στη συζήτηση. Επιπλέον θεωρούν εκ των προτέρων όλα τα μαθήματα ανιαρά και δεν είναι ανοιχτοί στην ιδέα να
συζητήσουν με τους καθηγητές τους.
Τόσο οι καθηγητές όσο και οι μαθητές οφείλουν να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους, καθώς στο σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα η διδασκαλία πρέπει να στηρίζεται κυρίως στο διάλογο. Οι καθηγητές πρέπει να παραδίδουν το καινούριο μάθημα και στη συνέχεια να συζητούν με τους μαθητές τους, να ανταλλάσσουν απόψεις. Απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί βέβαια η καλή διάθεση, η καλοπροαίρετη κριτική πάνω στις απόψεις των μαθητών και η έλλειψη επιθυμίας επίδειξης των γνώσεων, απόψεων ή θεωριών τους. Το γεγονός ότι οι καθηγητές είναι
μεγαλύτεροι σε ηλικία δε σημαίνει πως η γνώμη τους είναι πάντοτε ορθή.
Οι μαθητές από την άλλη οφείλουν να δίνουν προσοχή στον καθηγητή, να έχουν διάθεση συνεργασίας και να επιθυμούν να ωφεληθούν από το διάλογο μαζί του. Δεν πρέπει δηλαδή να απαξιώνουν το διάλογο με τον καθηγητή, καθώς τα οφέλη από αυτόν είναι αμέτρητα. Μέσα από αυτόν διευρύνονται οι ορίζοντες τους, αφού αποκτούν νέες γνώσεις και απόψεις. Ακόμη εξετάζουν πλευρές
θεμάτων, με τις οποίες δεν είχαν ποτέ ασχοληθεί. Επιπρόσθετα, για να είναι ο διάλογός τους με τον καθηγητή γόνιμος και εποικοδομητικός, απαιτείται να διαθέτουν αυτοσυγκράτηση και να μην είναι οξύθυμοι, σε περίπτωση διχογνωμίας.
Ο διάλογος ωφελεί σε μεγάλο βαθμό τους συνομιλούντες. Για το λόγο αυτό είναι πολύ σημαντικό να χρησιμοποιείται και μάλιστα να κατέχει κυρίαρχο ρόλο στην τάξη. Εφόσον αυτό δε συμβαίνει, με ευθύνη τόσο των καθηγητών όσο και των μαθητών, είναι απαραίτητο να αλλάξει η συμπεριφορά τους απέναντι στο διάλογο. Η αλληλεπίδραση άλλωστε μεταξύ καθηγητών και μαθητών θα επηρεάσει θετικά και τους δύο.