Έφηβος Και Αλκοόλ

Μία συνέντευξη με την Υρώ Φουζίνα Κλινική Ψυχολόγο.

Τσαγκαράκης Στέλιος (Β7)

Σήμερα έχουμε την τιμή να μοιραστούμε τις ανησυχίες μας, γύρω από την σχέση των ανηλίκων και την κατάχρηση αλκοόλ ένα θέμα ιδιαίτερα κοντινό μας μιας και αποτελεί πρόβλημα για την ελληνική κοινωνία, με την Κλινική Ψυχολόγο Φουζίνα Υρώ, μέσω τηλεφώνου μιας και αυτή βρίσκεται τώρα στην Αθήνα.

Ε. Ποια η σχέση μεταξύ μιμητισμού και πίεσης από συνομηλίκους με τον εθισμό στο αλκοόλ;

Α. Η εφηβεία είναι το μεταίχμιο μεταξύ παιδικής ηλικίας και ενηλικίωσης. Είναι μια στρεσογόνα μεταβατική περίοδος. Κατά την εφηβεία, ο νέος άνθρωπος καλείται να διαχειριστεί διάφορα ζητήματα, να πλεύσει σε ψυχικές τρικυμίες με την ελπίδα να βρει στο τέλος ένα ήρεμο λιμάνι, καθώς στην τελευταία φάση της εφηβείας έχουμε και την τελευταία αυθόρμητη απαρτίωση του ψυχισμού. Ένα από τα ζητήματα προς διαχείριση είναι ο ψυχικός αποχωρισμός από τις γονεϊκές φιγούρες (ένα είδος κι αυτό από-εξάρτησης) και η ψυχική αυτάρκεια και αυτονόμηση. Προκειμένου να αποχωριστεί πιο ομαλά την οικογένειά του, να «από-εξαρτηθεί» από αυτήν και να υπάρξει αυτόνομα, ο έφηβος επενδύει συναισθηματικά την ομάδα των συνομηλίκων, στους οποίους αναζητά ψυχολογικά στηρίγματα, μέσω των οποίων επιχειρεί να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του και με τους οποίους συν-κατασκευάζει μια «δεύτερη οικογένεια». Η «ομοιομορφία» είναι ένας σημαντικός παράγοντας στις εφηβικές παρέες, αφού ισχυροποιεί τους συνεκτικούς δεσμούς, την ανάγκη του ανήκειν και άρα την συναισθηματική ασφάλεια. Έτσι, καταλαβαίνουμε και την μεγάλη σημασία του μιμητισμού στην εφηβεία, ως μια εντελώς απαραίτητη, θεμιτή και φυσιολογική κατάσταση.

Η κατανάλωση αλκοόλ στην εφηβεία – τηρουμένων κάποιων αναλογιών – θα μπορούσε να συμβολίζει εν μέρει κι ένα τελετουργικό μύησης στην ενηλικίωση.

Ωστόσο, όταν συνδέουμε τον μιμητισμό, όχι με μια περιστασιακή κατανάλωση, αλλά με τον εθισμό στο αλκοόλ, μοιάζει να μιλάμε για έφηβους που επιχειρούν να νιώσουν «όμοιοι» όχι μόνο μέσα από την εικόνα του «σκληρού» και την πρόκληση των ορίων, του «επαναστάτη» και την διάθεση αντιπαράθεσης ή την αναζήτηση προσοχής, αλλά και μέσα από την εικόνα του «προβληματικού» διατρέχοντας ένα ρίσκο αυτοκαταστροφής.

Δε θα έπρεπε να συγχέουμε την διάθεση μιμητισμού με μια παθολογική κατάσταση όπως ο εθισμός. Ο μιμητισμός είναι μια φυσιολογική και χρήσιμη δεξιότητα, η οποία μας επιτρέπει την μάθηση. Για τον εθισμό στο αλκοόλ θα λέγαμε ότι ο μιμητισμός και η πίεση από τους συνομηλίκους, ενώ είναι μια επιβαρυντική συνθήκη, δεν είναι από μόνη της ικανή ώστε να επιφέρει αυτό το αποτέλεσμα.

Οπότε, σε έναν έφηβο με προβλήματα εξάρτησης στο αλκοόλ, θα εξετάζαμε κυρίως το ενδεχόμενο να πρόκειται για έναν άνθρωπο με ελλειμματική συναισθηματική ασφάλεια στο οικογενειακό του περιβάλλον, με κακή εικόνα εαυτού, με χαμηλή ανοχή στην ματαίωση και με καταθλιπτικά άγχη αποχωρισμού, απώλειας, απόρριψης. Συχνά όταν ένας άνθρωπος βρίσκεται συναισθηματικά εκτεθειμένος σε άγχη αποχωρισμού (όπως συμβαίνει κατά την περίοδο της εφηβείας), είναι πιθανό να εκδηλώσει μια εξαρτητική συμπεριφορά (αλκοόλ, ουσίες, διατροφή, αγορές, τυχερά παιχνίδια) μεταθέτοντας την μια εξάρτηση που χρειάζεται να αποχωριστεί σε μια άλλη.

Ε. Παρουσιάζονται καθόλου δυσκολίες όταν ένας ψυχολόγος παίρνει μέρος στο πρόγραμμα απεξάρτησης ενός ανηλίκου?

Α. Η μεγαλύτερη δυσκολία, σχετική με την παρουσία ενός ψυχολόγου σε ένα πρόγραμμα απεξάρτησης ενός ανηλίκου, είναι συνήθως η δυσκολία του οικογενειακού περιβάλλοντος ή/και του ίδιου του ανηλίκου να δεχθεί ότι πρόκειται για συμπεριφορές (εθισμός) που έχουν στην ρίζα τους ψυχικές δυσκολίες και όχι τις κακές παρέες (μιμητισμός). Για κάποιους ανθρώπους μπορεί να είναι δύσκολο να δεχθούν ότι οι ίδιοι ή/και τα παιδιά τους έχουν ψυχολογικές δυσκολίες κι ότι χρειάζονται βοήθεια, με αποτέλεσμα να δυσκολεύονται να στηρίξουν ουσιαστικά μια προσπάθεια απεξάρτησης.

Ε. Επιτυγχάνουν αυτά τα προγράμματα πάντα ή για πάντα;

Α. Τίποτα δεν επιτυγχάνει ή αποτυγχάνει πάντα ή για πάντα. Οι άνθρωποι και οι συνθήκες που τους περιβάλλουν είναι δυναμικοί και δυναμικές. Αυτό σημαίνει ότι δημιουργούν αλλαγές, επηρεάζονται από αυτές και προσπαθούν να προσαρμοστούν σε αυτές.

Είδαμε και νωρίτερα ότι στην πραγματικότητα ο εθισμός είναι μια «λύση» που ο ψυχισμός βρίσκει για να ανακουφίσει τα άγχη που προέρχονται από τα ελλείμματά του. Άρα ο στόχος είναι το άτομο να εργαστεί ψυχοθεραπευτικά γύρω από αυτά τα ελλείμματα, τα άγχη, τις σχέσεις με το περιβάλλον του, την συναισθηματική ασφάλεια, τις μη-λειτουργικές άμυνες που δίνουν διέξοδο στον εθισμό.

Συχνά, η ολοκλήρωση ενός προγράμματος μπορεί και να μην είναι αρκετή και το άτομο να χρειαστεί επιπλέον ψυχοθεραπευτική στήριξη για διάστημα που μπορεί να κρίνει ο ειδικός που συνεργάζεται μαζί του.

Ε. Και από την πείρα σας τι φέρει σιγουρότερα αποτελέσματα;

Α. Το πιο σημαντικό για την επιτυχία μιας προσπάθειας απεξάρτησης είναι η διαπίστωση ότι ο εθισμός είναι μια «λύση» που κανείς την «πληρώνει πολύ ακριβά» και η συνειδητή επιθυμία του ανθρώπου να βρει για τις δυσκολίες του άλλες λιγότερο επιζήμιες λύσεις. Επίσης σημαντικά προς την επιτυχία μια προσπάθειας απεξάρτησης είναι η στήριξη από το οικογενειακό και φιλικό πλαίσιο, όπως και η δυνατότητα κοινωνικής επανένταξης (ολοκλήρωση σχολείου ή σπουδών, εύρεση εργασίας, ανάπτυξη δεξιοτήτων κ.α.)

Ε. Τέλος, υπάρχουν κάποιες ομάδες εφήβων που είναι περισσότερο επιρρεπείς;

Α. Όπως αναφέρθηκε και νωρίτερα, πιο επιρρεπείς στο να εμφανίσουν μια εξαρτητική συμπεριφορά μπορούν να είναι έφηβοι με ελλειμματική συναισθηματική ασφάλεια από το οικογενειακό τους περιβάλλον, με κακή εικόνα εαυτού, με χαμηλή ανοχή στην ματαίωση, με ανεπαρκή δυνατότητα ψυχικοποίησης και ροπή στην εκδραμάτιση, με καταθλιπτικά άγχη αποχωρισμού, απώλειας, απόρριψης και ενδεχόμενες τραυματικές εμπειρίες στα γεγονότα ζωής τους.

Σας ευχαριστώ θερμά για τις πολύτιμες πληροφορίες που μοιραστήκατε μαζί μας

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης