ΟΔΟΣ ΑΠΟΛΛΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΝΕΟΦΥΤΟΥ ΔΟΥΚΑ (ΕΙΡΗΑΝΝΑ ΚΟΛΙΟΥ- ΛΟΥΚΙΑ ΠΗΧΑ) TMHMA A1

ΑΠΟΛΛΩΝΙΑΣ

 

 

Ο Πύργος της Απολλωνίας ή Πύργος των Ελευθερών βρίσκεται σε παραλιακό λόφο 27 χιλιόμετρα ανατολικά των εκβολών του ποταμού Στρυμόνα στο Θρακικό Πέλαγος. Ο μικρός οικισμός του Πύργου, περίπου 700 μ. βορειοανατολικά του πύργου, πήρε το όνομά του από το κτίριο.

 

Τοποθεσία και περιγραφή

Ο πύργος χρονολογείται στην ύστερη βυζαντινή περίοδο, τον 14ο αιώνα. Βρίσκεται νότια του δρόμου Θεσσαλονίκης – Καβάλας (Εθνική Οδός 2 ), σε έναν χαμηλό χωμάτινο λόφο. Ο τόπος του παρέχει εξαιρετική επόπτευση της ακτής μεταξύ των εκβολών του ποταμού Στρυμόνα στα δυτικά και του κόλπου των Ελευθερών στα ανατολικά, δηλαδή μεταξύ των δύο βυζαντινών οχυρωμένων πόλεων της Χρυσόπολης και της Ανακτορόπολης.[1]

 

Ο πύργος περιβάλλεται από ένα τετράγωνο περίβολο, με τη νότια πλευρά να χωρίζεται σε τρεις μικρότερους τοίχους. Είναι κατασκευασμένο από πέτρα και με τείχους πάχους 1,2 με 2,35 μέτρων. Μια σκάλα στο νοτιοανατολικό τείχος οδήγησε στον περίδρομο. Ίχνη κτιρίων φαίνονται στο εσωτερικό του περίβολου καθώς και στο εξωτερικό της βόρειας πλευράς του.[1] Ο ίδιος ο πύργος βρίσκεται στη βορειοανατολική γωνία του περιβόλου, με τα βόρεια και ανατολικά τείχη του τελευταίου να συνδέονται απευθείας με αυτό. Ο πύργος είναι τετράγωνος, με διαστάσεις 11 επί 12 μέτρα, και χτισμένος με προσεγμένη τοιχοποιία από τραχιές πέτρες, με πολλαπλά ή μεμονωμένα τούβλα στις κατακόρυφες και οριζόντιες αρθρώσεις, και με πελεκητούς λίθους στις γωνίες. Οι ζώνες τεσσάρων σειρών τούβλων υποδηλώνουν τα επίπεδα του δεύτερου και τρίτου ορόφου.[1]

 

Ο πύργος σώζεται σε καλό βαθμό. Η είσοδος του είναι 2 μέτρα πάνω από το έδαφος και βλέπει νότια προς τη θάλασσα. Ως εκ τούτου, ο πύργος περιλαμβάνει τον όροφο εισόδου, ένα ισόγειο από κάτω ως υπόγειο, και τρεις επιπλέον ορόφους παραπάνω. Το υπόγειο, ο πρώτος (είσοδος) και ο δεύτερος όροφος χωρίστηκαν με ξύλινα δάπεδα, όπως φαίνεται από τις σωζόμενες θήκες των δοκών, ενώ ο δεύτερος και ο τρίτος από έναν πέτρινο θόλο, υποστηριζόμενο από σφαιρικά τρίγωνα. Ο τρίτος και ο τέταρτος όροφος πιθανότατα χωρίζονταν από ξύλινο πάτωμα. Η οροφή του τέταρτου ορόφου είναι τοξωτή, στηρίζοντας την οροφή με τα στηθαία, τα οποία δεν σώζονται. Στον ανατολικό τοίχο του δαπέδου υπάρχουν δύο κόγχες, μέρος του παρεκκλησίου του πύργου. Μια πέτρινη θολωτή σκάλα που ξεκινά απέναντι από την είσοδο του πύργου στη βόρεια πλευρά του πύργου, συνδέει τους τρεις πρώτους ορόφους, ενώ ο τέταρτος όροφος είχε πρόσβαση από μια ξύλινη σκάλα, όπως συνέβη πιθανώς για το υπόγειο.[1] Ο πύργος διαθέτει μεγάλα τοξωτά παράθυρα σε όλες τις πλευρές, καθώς και δύο φωτιστικές θυρίδες, και καταχύστρες στη βόρεια και νότια πλευρά.[1]

 

Το όνομά του είναι πιθανώς λανθασμένο, που οφείλεται στη σύγχυση σχετικά με την τοποθεσία της αρχαίας πόλης της Απολλωνίας.

 

 

 

 

 

Νεόφυτου Δούκα

 

Ο Νεόφυτος Δούκας (1760- 20 Δεκεμβρίου 1845) υπήρξε κληρικός και λόγιος και διδάσκαλος του γένους, με έντονη συγγραφική δραστηριότητα. Από τις πιο σημαντικές μορφές του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Η ζωή και το έργο του παρέμειναν μέχρι και τις ημέρες μας άγνωστα στις λεπτομέρειές τους, κυρίως γιατί υιοθέτησε συντηρητικές απόψεις στο γλωσσικό ζήτημα.

 

Ο βίος του

Γεννήθηκε στα Άνω Σουδενά, σημερινά Άνω Πεδινά περιοχής Ζαγορίου Ηπείρου. Από 10 ετών έζησε μέσα σε μοναστηριακή κοινότητα, όπου αργότερα χειροτονήθηκε διάκονος, και σε ηλικία μόλις 18 χρονών πρεσβύτερος. Φοίτησε και έλαβε την στοιχειώδη μόρφωση στα σχολεία των Ιωαννίνων και του Μετσόβου και αργότερα στην Αυθεντική Σχολή του Βουκουρεστίου, την οποία διεύθυνε ο λόγιος Λάμπρος Φωτιάδης από τα Ιωάννινα. Εκεί παρακολούθησε ανώτερα μαθήματα, μελέτησε την αρχαία ελληνική γραμματεία, καθώς και πλήθος εκκλησιαστικών και θρησκευτικών κειμένων.

 

Το 1803 έγινε εφημέριος στον ναό της ελληνικής κοινότητας και παροικίας της Βιέννης, όπου εφημέρευε, δίδασκε και συνέγραφε επί 12 χρόνια τα περισσότερα έργα του, ενώ συγχρόνως δίδασκε σε μικρό κύκλο μαθητών. Το 1815 επέστρεψε στο Βουκουρέστι, και ανέλαβε τη διεύθυνση του Λυκείου του Βουκουρεστίου, διαδεχόμενος τον Φωτιάδη∙ είχε προηγηθεί ο θάνατος του Λ. Φωτιάδη. Η διδακτική του δραστηριότητα ήταν εξαιρετική: μέσα σε έξι μήνες οι μαθητές αυξήθηκαν από 60 σε 400. Το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης εκτίμησε το έργο του, και του απένειμε τον τίτλο του αρχιμανδρίτη. Το 1820 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία, και όταν κηρύχτηκε η Επανάσταση, διέτρεξε όλη την Τρανσυλβανία, όπου και συνέχισε το εκπαιδευτικό του έργο ως εθναπόστολος. Με τη δημιουργία του πρώτου Ελληνικού κράτους, ύστερα από πρόσκληση του Ιωάννη Καποδίστρια, ήρθε στην Ελλάδα και ανέλαβε την διεύθυνση του Νεοσύστατου Ορφανοτροφείου της Αίγινας, στο οποίο και διορίστηκε σύμβουλος επί των εκκλησιαστικών υποθέσεων, στο οποίο είχε στείλει περίπου 11.000 βιβλία από το Βουκουρέστι. Τέλος στην Αθήνα, μαζί με το Γεώργιο Γεννάδιο, συνέβαλε στην ίδρυση της Ριζαρείου Σχολής, στην οποία διορίστηκε διευθυντής, αλλά δεν πρόλαβε να ασκήσει τα καθήκοντά του. Πέθανε το 1845 σε ηλικία 85 χρονών και τάφηκε στον χώρο της σχολής. Με ψήφισμα της Βουλής το όνομα του γράφηκε στη στήλη των ευεργετών της Ελλάδας.[4]

 

 

 

 

 

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης