Τα δελφινάκια του Αμβρακικού

index06_05_delfinakia3

O Πέτρος δεν κοιμήθηκε καθόλου τη νύχτα από την αγωνία του. Το ’πε αποβραδίς στη μάνα του πως αύριο, Δευτέρα, είναι καλεσμένος του κυρίου τελώνη να πάνε στην Άρτα, στον κινηματόγραφο, να δούνε τον Μπουκ-Τζόνες κι η μάνα του όλο το πρωί τον ετοίμαζε. Του σιδέρωνε τα ναυτικά του, του γυάλισε τα παπούτσια, του μαντάρισε τις ριγέ του τις κάλτσες και να τονε τώρα θρονιασμένος, καμαρωτός, στο πίσω κάθισμα της «Σεβρολέτ» δίπλα στην Ανθούλα και στη μητέρα της κι η καρδιά του να χτυπάει από ανυπομονησία και να ξεροκαταπίνει και να μπερδεύει τα λόγια του, τόση ήταν η λαχτάρα του που θα “μπαινε σε κινηματόγραφο για πρώτη φορά στη ζωή του.

Φτάσανε κάποτε στην πλατεία Σκουφά. Σταμάτησαν μπροστά στον κινηματόγραφο. O Πέτρος πετάχτηκε όξω ξαναμμένος και στήθηκε μπροστά στη βιτρίνα κι έβλεπε με μάτια αχόρταγα τις φωτογραφίες που ήταν καρφωμένες πάνω στην ταμπέλα με πινέζες. Η Ανθούλα πλησίασε.

— Να τος!, του είπε η Ανθούλα.

— O Μπουκ-Τζόνες;, ρώτησε ο Πέτρος.

— Ναι. Κι αυτός είναι ο σερίφης.

— Δε βλέπω τ’ αστέρι του, είπε ανήσυχος ο Πέτρος.

— Είναι στην αριστερή μεριά. Δεν το δείχνει η φωτογραφία.

O Πέτρος κατάπινε με δυσκολία. Άνοιγε τα μάτια του διάπλατα να χωρέσουν όλο ετούτο τον καινούριο κόσμο, μη χάσει τίποτε απ’ όλα τούτα τα θάματα που τα ’βλεπε έτσι απότομα μπροστά του κι αναπάντεχα.

— Και τούτος εδώ με το μπαστουνάκι;

— Αυτός είναι ο Σαρλός. Αυτόν θα δούμε σήμερα.

— Είναι εδώ; Ήρθε στην Άρτα;

— Όχι, μωρέ…

— Τότε πώς θα τον δούμε;

— Περίμενε, ντε…

— Στη φωτογραφία θα ’ναι;

— Ναι. Αλλά θα κουνιέται, θα περπατάει, θα τρέχει.

— Με κοροϊδεύεις;

— Δε σε κοροϊδεύω.

— Αφού δεν είναι εδώ, πώς θα περπατάει; Πώς θα τρέχει; Τρέχουν οι φωτογραφίες;

— Ε, αυτό είναι ο κινηματόγραφος. Θα δεις…

Σχολιάστε

Top