Χρειάζεται η ιστορική ορθογραφία;

Γιατί παιδευόμαστε με τα έξι [i] της ορθογραφίας της γλώσσας μας (ι, η, υ, ει, οι, υι), με τα δύο [e] (ε, αι), τα δύο [ο] (ο, ω), τα τρία [v] (β, αυ, ευ), τα τρία [f] (φ, αυ, ευ), τα δύο [z] (ζ, σμ, σλ) κ.ο.κ. ; Δεν μας φτάνει ένα [i] το ι, ένα [e] το ε, ένα [ο] το ο, ένα [v] το β κ.ο.κ. ; Γιατί να μη γράφουμε ιρίνι (ειρήνη), ίπαρξι (ύπαρξη), κερί (καιροί), γινέκα (γυναίκα), εσθάνομε (αισθάνομαι), εβγενίς (ευγενείς), άβριο (αύριο), έφθιμι (εύθυμη) κ.ο.κ.;

Είναι η ιστορική ορθογραφία απόρροια (ή «απόρια») ενός εθνικού μαζοχισμού; Είναι επινόηση διανοουμένων; Είναι προσκόλληση σε παρωχημένες γλωσσικές εμμονές;

Και προχωρώντας πιο τολμηρά, λένε μερικοί, γιατί να μη γράφουμε irini, gineka, iparksi, keri, esthanome, evgenis, avrio, efthimi; Γιατί να μην προχωρήσουμε δηλαδή στο λατινικό αλφάβητο (που –στο κάτω κάτω– είναι ελληνικής προελεύσεως), κάνοντας τη γραφή μας πιο προσιτή στους ξένους; Ήδη δεν επικοινωνούμε στους Η/Υ με τα Greeklish;

Αυτά και άλλα πολλά ακούω κατά καιρούς σε μαθήματα, συζητήσεις, διαλέξεις, όταν έρχεται ο λόγος στην ιστορική ορθογραφία της γλώσσας μας και στις δυσκολίες που γεννά η ορθή γραφή της. […]

Η συζήτηση συνήθως –εκ μέρους μου– προχωρεί ως εξής: Αλήθεια, γιατί οι αγγλόφωνοι λ.χ. λαοί (Άγγλοι, Αμερικανοί, Αυστραλοί, Καναδοί) δεν προχώρησαν σε υιοθέτηση της φωνητικής ορθογραφίας, όταν μάλιστα έχουν να αντιμετωπίσουν πολύ οξύτερες ορθογραφικές δυσκολίες απ’ ό,τι εμείς; Όταν λ.χ. έχουν να αντιμετωπίσουν την τεράστια απόσταση που υπάρχει μεταξύ προφοράς και γραφής! […] Και, φυσικά, τι να πει κανείς για τα συστήματα γραφής/ορθογραφίας που χρησιμοποιούνται για την κινεζική ή την ιαπωνική γλώσσα με τις χιλιάδες των χαρακτήρων που πρέπει να ξέρει κανείς για να γράφει αυτές τις γλώσσες;

Όπως και να το δούμε, η ιστορική ορθογραφία των λέξεων μιας γλώσσας είναι μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς ενός λαού. Η γραπτή μορφή των λέξεων μαζί με τη σημασία τους συναποτελούν τον γραπτό λόγο μιας γλώσσας. Μέσα σ’ αυτόν απεικονίζεται η ιστορία των λέξεων, αφού ιστορική ορθογραφία σημαίνει παράσταση της ετυμολογικής προέλευσης και της ετυμολογικής συγγένειας κάθε λέξης, απ’ όπου συνάγεται η βασική σημασία της και η σχέση της με τις άλλες λέξεις που ανήκουν στην ίδια ετυμολογική οικογένεια.

Έτσι λ.χ. γράφοντας φίλος με ι συνδέεις τη λέξη με όλα τα σύνθετα και τα παράγωγα που ανήκουν στην ίδια ετυμολογική – σημασιακή οικογένεια (φιλία, φιλικός, άφιλος, φιλόσοφος, ζωόφιλος, συμφιλιώνω κλπ), ενώ γράφοντας φυλή (με υ και ένα λ) συνδέεις τη λέξη ετυμολογικά – σημασιακά με λέξεις όπως φυλετικός, φυλογενετικός, αλλόφυλος κλπ., γράφοντας δε φύλλο (με υ και δύο λ) έχεις περάσει σε άλλη ετυμολογική οικογένεια και σημασία, που φαίνεται στις λέξεις φύλλωμα, φυλλωσιά, πλατύφυλλος, τριαντάφυλλο, φυλλομετρώ, κλπ. Άλλο το λειπ- στο λείπω, λειψός, έλλειψη, διάλειμμα κλπ., άλλο το λυπ- στα λύπη, λυπάμαι, περίλυπος, λυπηρός κλπ., άλλο το ληπ- (του λαμβάνω) στα αντιληπτός, λήψη, κατάληψη, ακατάληπτος κλπ. Το ότι το λοιπ- στα λοιπός, λοιπόν, υπόλοιπος κ.α. ή το λιπ- στο ελλιπής, λιποτάκτης, λιποψυχώ αποτελούν συγγενείς φωνολογικές μορφές («μεταπτωτικές βαθμίδες» τις λένε οι γλωσσολόγοι) της ρίζας λειπ- (λείπω) είναι κι αυτό μια γνώση – πληροφορία που φωτίζει ετυμολογικά – σημασιακά τις αντίστοιχες λέξεις …

Η εξοικείωση με την ιστορική γραφή των λέξεων, τελικά, αποτελεί λεπτή πνευματική άσκηση, αφού συνδέεται με την προσπάθεια να γνωρίσει κανείς την αρχική βασική σημασία μιας λέξης και την οικογένεια των λέξεων που συνδέονται ετυμολογικά – σημασιακά μαζί της. Να γιατί η γλώσσα, όταν διδάσκεται δημιουργικά, αποτελεί μύηση στις διαδικασίες της έκφρασης, της σκέψης και του πνεύματος και, κατ’ επέκτασιν, του πολιτισμού ενός λαού.

Γ. Μπαμπινιώτης, εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ

 

 

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης