Το Διδυμότειχο είναι χτισμένο στη συμβολή δύο ποταμών, του Έβρου και του Ερυθροπόταμου. Σύμφωνα με μια θεωρία, το όνομά του το πήρε από τα διπλά τείχη του κάστρου Καλέ, ενώ σύμφωνα με μια άλλη θεωρία, το όνομα οφείλεται στις δύο αντικριστές οχυρωμένες πόλεις, η μία στο σημερινό Καλέ και η άλλη στον απέναντι λόφο, της Αγίας Πέτρας.
Παλαιότερα η ρωμαϊκή πόλη Πλωτινόπολη βρισκόταν στον λόφο της Αγίας Πέτρας, όπου τα τελευταία χρόνια γίνονται αρχαιολογικές ανασκαφές και προσπάθεια ανάδειξης του αρχαιολογικού χώρου.
Στο Διδυμότειχο, συνυπάρχουν αρμονικά όλες οι θρησκείες και όλες οι πληθυσμιακές κοινότητες , γεγονός που αποτυπώνεται στην πληθώρα των μνημείων του, Ρωμαϊκά, Βυζαντινά, Οθωμανικά.
Ιστορία
Η ιστορία του Διδυμοτείχου ξεκινά από τη Νεολιθική περίοδο, όταν κατοικούταν ο λόφος της Αγίας Πέτρας, στο νοτιοανατολικό άκρο της σημερινής πόλης, όπως αποδεικνύουν τα ενδιαφέροντα ευρήματα, και συνεχίζει να κατοικείται και στη διάρκεια της κλασικής και της ελληνιστικής περιόδου.
Στις αρχές του 2ου μ.Χ. αιώνα ο ρωμαίος αυτοκράτορας Τραϊανός επανιδρύει την πόλη και την μετονομάζει σε Πλωτινόπολη, που σύντομα γίνεται μία από τους σημαντικές αυτόνομες πόλεις της επαρχίας της Θράκης.
Το Βυζαντινό Διδυμότειχο αναπτύσσεται μετά τον 7ο αιώνα, μέσα στο κάστρο του Καλέ και ανάγεται στην πλέον σημαντική πόλη της Θράκης. Σήμερα το κάστρο διατηρείται στο μεγαλύτερο μήκος με τους 24 πύργους του, καθιστώντας το από τα πιο επιβλητικά σωζόμενα κάστρα του Βυζαντίου.
Το Διδυμότειχο καταλήφθηκε οριστικά από τους Οθωμανούς Τούρκους στα 1361 και μετονομάζεται σε Ντιμετόκα. Ανάμεσα στα μνημεία της περιόδου η προσοχή του επισκέπτη εστιάζεται στο διάσημο και επιβλητικό Μεγάλο Τέμενος, γνωστό ως Τέμενος του Σουλτάνου Βαγιαζήτ του Κεραυνού, κτισμένο τους αρχές του 15ου αιώνα.
Κατά τον 18ο και 19ο αιώνα στο Διδυμότειχο αναπτύσσεται και το ελληνικό στοιχείο. Η παρουσία αυτή αποτυπώνεται στις μεταβυζαντινές εκκλησίες της πόλης, με τις εικόνες – αφιερώματα των συντεχνιών και τα θαυμάσια ξυλόγλυπτα τέμπλα.
Το Διδυμότειχο εντάσσεται στην Ελλάδα με τη συνθήκη των Σεβρών, τον Ιούλιο του 1920.