«Και έτσι, λοιπόν, έπρεπε αναγκαστικά να ταξιδέψουμε…» – Τσοκόγλου Κατερίνα

Και έτσι, λοιπόν, έπρεπε αναγκαστικά να ταξιδέψουμε.

Μαζέψαμε τα πολυτιμότερα για εμάς αντικείμενα και αρχίσαμε να αποχαιρετούμε συγγενείς – τη γιαγιά μου, τον παππού μου, θείους, θείες, ξαδέρφια… Πόσο στενοχωρήθηκε η γιαγιά μου, όταν μας είδε να φεύγουμε, <<Να προσέχετε στο ταξίδι!>>, φώναξε βουρκωμένη, μη θέλοντας να δείξει τον φόβο που τη διέτρεχε – μα εγώ τον κατάλαβα. Όλοι οι συγγενείς μας ανησυχούσαν και πολύ παραπάνω, όμως, η μητέρα και ο πατέρας μου. Κανείς τους δεν το έδειξε. Έμειναν ψύχραιμοι για δική μου χάρη. Όμως εμένα με φόβιζε παραπάνω αυτή η ψεύτικη έκφραση, αυτή η ένδειξη της αβεβαιότητας, η αίσθηση ότι κανείς μας δεν γνωρίζει πώς θα φτάσουμε και αν θα τα καταφέρουμε στην άλλη χώρα, ζωντανοί. Κατά βάθος δεν ήθελα να ποτέ να αφήσω τη χώρα μου, το να ζει κανείς όμως κάθε μέρα κάνοντας προσευχές να μην τον βρουν οι βόμβες, το θεωρώ περισσότερο βασανιστικό και τρομακτικό από αυτό το αβάσταχτο ταξίδι. Γι’ αυτό και θα είμαι θαρραλέα και δεν θα συγκινηθώ όταν φύγω. Υπάρχουν και χειρότερες καταστάσεις, τις βίωσα και τις βιώνω. Κανείς δεν σε προετοιμάζει για τις φρικαλεότητες ενός πολέμου και ούτε και για τον ίδιο τον πόλεμο.

Και έτσι, λοιπόν, έπρεπε αναγκαστικά να ταξιδέψουμε…

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης