«Νυχτερινοί επισκέπτες »: 5ο μέρος

Τι ωραία ημέρα που θα μπορούσε να ήταν τότε… Τόση μεγάλη όρεξη να δούμε το κόκκινο φεγγάρι. Πριν αρχίσει η τελετή, εγώ, η Βασιλική και ο Αλέξανδρος καθόμασταν ήσυχα μιλώντας για το θαυμάσιο φεγγάρι που θα βλέπαμε. Μας ανακοίνωσε η διευθύντρια του σχολείου μας πως το φαινόμενο θα ξεκινούσε σε μερικά λεπτά. Γι΄αυτό, η παρέα μου σηκώθηκε και πήρε θέση για να απολαύσουμε εκείνη την θαυμαστική, αλλά τελικά παράξενη, εμπειρία…

Ήμασταν εκεί, μπροστά από την διευθύντρια περιμένοντας να μας ανακοινώσει την εμφάνιση του κόκκινου φεγγαριού. Αναρωτιόμασταν πως θα φαινόταν και τι θα κάναμε στην συνέχεια, όμως μάλλον δεν έπρεπε να το πολυσυζητάμε. Έφτασε η στιγμή που περιμέναμε. Όλοι ψιθύρισαν και έλεγαν για το γεγονός. Μετά από την αντίστροφη μέτρηση, λες και ήταν πρωτοχρονιά, είδαμε αυτό που αναζητούσαμε εδώ και πολύ καιρό, το κόκκινο φεγγάρι.

Ενθουσιαστήκαμε! Όμως, αυτός ο ενθουσιασμός διακόπηκε από το σβήσιμο των φώτων. Εγώ κοίταξα και ρώτησα τον Αλέξανδρο πως άραγε συνέβη η διακοπή του ρεύματος. Όλες οι απορίες των παιδιών και των δασκάλων λύθηκαν με μία παράξενη εμφάνιση… Μία σκιά περίμενε στην είσοδο. Πολλοί τρόμαξαν και πανικοβλήθηκαν. Ξαφνικά, η σκιά εξαφανίστηκε και μία κραυγή ακούστηκε από μακριά. Το χάος ξεκίνησε σαν να ήταν η δημιουργία της Γης, αλλά κάτι άλλο δημιουργήθηκε.

Προσπάθησα να μείνω με τους συμμαθητές αλλά τα παιδιά με μετακινούσαν, και σωματικά και ψυχολογικά. Απομακρύνθηκα από το πλήθος. Δυστυχώς, μετά συνειδητοποίησα το μεγαλύτερό μου λάθος. Αφού, απομακρύνθηκα, ένιωσα κάτι χέρια να με τυλίγουν και αμέσως όταν γύρισα, είδα κάποιον χωρίς πρόσωπο. Με χτύπησε χωρίς δεύτερη σκέψη και λιποθύμησα. Μετά, από μερικές ώρες, βρέθηκα με κάποια άλλα παιδιά του το σχολείου μου σε ένα υπόγειο. Μάλιστα ήταν και η διευθύντρια εκεί! Μετά την ταραχή, προσπάθησα να μιλήσω με ένα κορίτσι που την έλεγαν Νατάσσα. Και αυτή ήταν ξύπνα.

Άρχισα εγώ να ρωτώ:

-Νατάσσα! Πού είμαστε; Για ποιον λόγο; Τι έγινε!

-Αρχικά ηρέμησε και σταμάτα να φωνάζεις!!, είπε η Νατάσσα

-Εντάξει… Τώρα μου εξηγείς τι συμβαίνει;

-Ωραία. Τότε που έγινε η έκλειψη του φεγγαριού, πολλά παιδιά εξαφανίστηκαν. Κάποια από αυτά είμαστε και εμείς.

Μου χαμογέλασε η Νατάσσα λες και ήταν κάτι φυσιολογικό.

-Αχ, τι ωραία που θα τα περάσουμε.

-Μην ανησυχείς Δημήτρη. Θα μας βρει το σχολείο και θα πάμε σπίτια μας.

-Πότε;

Εκείνη την στιγμή ξύπνησε και η διευθύντρια ρωτώντας μας κουρασμένη:

-Παιδιά, τι συμβαίνει;

Όλοι μαζί φωνάξαμε:

-Κυρία, είστε καλά;

Απάντησε και η διευθύντρια:

-Ναι, καλά είμαι. Εσείς είσαστε εντάξει;

-Ναι κυρία!, απαντήσαμε όλοι μαζί.

Την στιγμή που προσπάθησα να μιλήσω στην διευθύντρια, εμφανίστηκε εκείνη η σκιά που μας έκανε να λιποθυμήσουμε και μας είπε:

-Παιδιά, μην φωνάζετε τόσο δυνατά, θα ξυπνήσετε την γειτονία.

-Αν είναι έτσι, σε ποια γειτονιά βρισκόμαστε και τι θέλετε;, είπα εγώ φωναχτά και με λίγο φόβο μέσα μου.

-Αρχικά, κόψε την φωνή και τον πληθυντικό «ευγενείας», γιατί θα σου κόψω εγώ τα πόδια!, τόνισε εκείνος.

-Και ποιος είσαστε που απειλείτε τον μαθητή;, μου συμπαραστάθηκε η διευθύντρια.

-Κάποιος που θα γνωρίσετε σύντομα στο τέλος του σχολείου…

-Τι;, είπαμε όλοι.

-Τώρα, γιατί δεν παίρνετε έναν ύπνο να ξεκουραστείτε;

Και μας ρίχνει μια βόμβα με μία περίεργη μυρωδιά, η οποία μας έκανε να κοιμηθούμε.

Μετά από δύο μέρες, με βρίσκουν στον δρόμο μερικά παιδιά από το σχολείο μου. Με σήκωσαν αυτοί επειδή είχα εξαντληθεί πολύ και αφού το έκαναν άρχισε η συζήτηση.

-Μίμη, είσαι καλά; (αυτό είναι το υποκοριστικό μου), με ρώτησε η Τότα.

-Ναι, καλά είμαι. Που βρίσκομαι;

-Έξω από το γυμνάσιο, είπε ο Νίκος.

-Πρέπει να σου αναφέρουμε κάτι που από αυτό κρίνεται το σχολείο μας, είπε η Γεωργία.

Αναρωτήθηκα τι συμβαίνει και τελικά συμφώνησα. Πηδήξαμε όλοι τα κάγκελα του σχολείου και μπήκαμε μέσα σε ένα κρυφό μέρος. Μου αποκάλυψαν ότι έχουν δημιουργήσει μία ομάδα που ονομάζεται Λέσχη του μεσονυκτίου διότι οι συσκέψεις συμβαίνουν τα μεσάνυχτα.

 Ευτυχώς, και όλοι μας και το σχολείο είμασταν μια χαρά, όμως μετά από μερικές μέρες πολλά άλλαξαν. Μια μέρα, όπως πήγαινα στο σχολείο με τον φίλο μου τον Γιώργο, κάποια στιγμή ένιωσα να με πονάει η καρδιά μου. Του είπα λίγο να περιμένει. Μετά από λίγο ήμουν καλύτερα και δεν έδωσα τόση μεγάλη σημασία. Όπως κάναμε Ιστορία με την αγαπημένη μου καθηγήτρια, ξανάρχισε ο πόνος στην καρδιά μου και αμέσως ζήτησα από την κυρία να βγω από την τάξη για να πάρω λίγο αέρα. Με άφησε η κυρία και πέρασα έξω, αλλά ξαφνικά όταν βγήκα από την πόρτα λιποθύμησα. Πολλοί συμμαθητές ανησύχησαν και αμέσως προσφέρθηκαν να με βοηθήσουν να σηκωθώ. Μετέπειτα, συνήλθα. Γύρω μου έβλεπα τα παιδιά από την λέσχη. Βρισκόμασταν σε ένα άσπρο δωμάτιο. Αμέσως με ρώτησαν:

-Μίμη, είσαι καλύτερα;

-Ναι, τι έγινε;

-Δεν θυμάσαι; Κάποια στιγμή λιποθύμησες και καλέσαμε ένα ασθενοφόρο για να σε πάει στο νοσοκομείο, είπε η Τότα.

-Αα ναι, σωστά.

-Γιατί λιποθύμησες; ρώτησε ο Νίκος.

-Νομίζω μου πονούσε πολύ η καρδιά μου, απάντησα εγώ.

-Για στάσου…, με διέκοψε η Αναστασία, παρόμοιο συμβάν δεν είχε συμβεί και στην Νατάσσα; Λέτε να έχει θέμα με το…, δείλιασε να συνεχίσει και φοβισμένη σταμάτησε.

Όλοι οι υπόλοιποι κατάλαβαν τι εννοούσε. Εγώ όμως δεν το συνειδητοποίησα και για αυτό με σιγουριά ρώτησα:

-Τι έγινε; Γιατί κοιτάζεστε παράξενα;

-Λοιπόν Μίμη, οι περισσότερες πιθανότητες για αυτή την λιποθυμία, που συνέβη και σε εσένα αλλά και στην Νατάσσα, ήταν μάλλον από το κόκκινο φεγγάρι, απάντησε η Έλενα με δισταγμό.

-Ωχ όχι… Δηλαδή μπορεί να γίνει κάτι χειρότερο;, τους ρώτησα με άγχος.

-Μπορεί αλλά τώρα είμαστε όλοι ενωμένοι και θα είμαστε  πλέον μια χαρά, είπε η Έλενα και εγώ χαμογέλασα γεμάτος αυτοπεποίθηση.

Μετά, από πολλές επισκέψεις στην λέσχη, μία μέρα η Αναστασία μας είπε ότι κάποιος σκότωσε την Ζωή και μάλιστα ένας άλλος προσπάθησε να δολοφονήσει την Νατάσσα. Όλοι συγκλονιστήκαμε και αμέσως κάναμε μία αποπήρα να βρούμε τα δύο αυτά άτομα. Πιστεύαμε πως λογικά θα είχε σχέση με το κόκκινο φεγγάρι και συνειδητοποιήσαμε ότι κάτι παρόμοιο είχε συμβεί πριν από εκατό χρόνια, όταν το σχολείο μας ήταν νοσοκομείο. Είχαμε διαβάσει μερικά βιβλία τα οποία μας έλεγαν πως το σχολείο μας ήταν ένα νοσοκομείο. Το είχαν φτιάξει για να βοηθήσουν τους ανθρώπους που είχαν σοβαρές αρρώστιες και να βοηθήσουν στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο τους πληγωμένους στρατιώτες. Όμως όλα τα πλάνα μας, οι συνεργασίες μας και οι φιλίες κατά την διάρκεια αυτής της περιπέτειας πάγωσαν με έναν φόνο… σκοτώθηκα… ή μάλλον με σκότωσε εκείνος που όλοι μας είχαμε την εμπιστοσύνη του. Κάποιος που θα αναφερθεί στο τέλος…

 Ράλλης Δημήτρης Β4