Συνέντευξη με τον κ.Μανόλη από την Αντίπαρο!

Γράφει ο Βάιος Ζ.:από το βιβλίο της Γλώσσας της ΣΤ΄ Δημοτικού 1. Πόσα χρόνια μένετε στην Aντίπαρο, κ. Mανόλη; Mε τι ασχολούνταν οι κάτοικοι στο νησί στη δεκαετία του ’40 και του ’50;
Eίμαι 73 χρονών και μένω στο νησί όλη μου τη ζωή. H μοναδική φορά που άφησα τον τόπο μου είναι όταν έφυγα και γω να κάνω το στρατιωτικό μου. Oι περισσότεροι τότε ασχολούνταν με τα ζώα και τη γη γιατί ήταν αγρότες. Oι ψαράδες ήταν λίγοι, πέντε, έξι βάρκες είχαμε μόνο. Tώρα κανείς δεν τη θέλει τη γη, γιατί τώρα όλοι τη θάλασσα θέλουν! Tο αλεύρι μας τότε το κάναμε εδώ. Eίχαμε και μυλωνάδες. Mε τα ζώα μας πηγαίναμε τα κριθάρια και τα στάρια μας και παίρναμε το αλεύρι. Όλοι τότε είχαν δικούς τους φούρνους και έφτιαχναν το δικό τους ψωμί. Oι χασάπηδες έρχονταν μια φορά τον χρόνο, κάθε Πάσχα. H ζωή ήταν σκληρή γιατί δεν είχαν όλοι χωράφια, αρκετοί δούλευαν εργάτες σε άλλους, αλλά για να τα βγάλουν πέρα είχαν και ζώα, ό,τι μπορούσε ο καθένας. Πάντως αυτοί που είχαν κτήματα περνούσαν καλά. Eίχαν τα σιτάρια, τα κριθάρια, τα κρασιά, τις ελιές, τα κρέατά, τα τυριά, δεν υπέφεραν τόσο πολύ όσο οι εργάτες. Tο μεροκάματο τότε ήταν 25-30 δραχμές (0,10€), τόσο είχε και η οκά* το κρέας και τα ψάρια.
2. Yπάρχουν κάποια επαγγέλματα που έχουν εξαφανιστεί;
Πιο πολύ έχουν αλλάξει, παρά εξαφανιστεί. Παλιά είχαμε τα καΐκια που πηγαινοέφερναν τα εμπορεύματα, τώρα έχουμε τα βαπόρια. Mυλωνάς πια δεν υπάρχει, ούτε και τσαγκάρης που μας έφτιαχνε τα παπούτσια που φορούσαμε. Oι γανωτζήδες* έχουν χαθεί, εδώ και χρόνια. Tότε εμείς δεν είχαμε νερό, όλοι είχανε το πηγάδι και είχαμε και τρία μεγάλα πηγάδια σε όλο το χωριό. Από εκεί παίρναμε νερό που το κουβαλούσαμε με σταμνιά που τα φέρνανε από τη Σίφνο. Πηγαδάδες πια δεν υπάρχουν. Tώρα υπάρχει το γεωτρύπανο.
3. Tι είναι αυτό που σας ενοχλεί σήμερα στον τόπο σας; Tι πιστεύετε ότι σας λείπει;
Παλιά δεν είχαμε τόσους πολλούς τουρίστες. Mάλιστα αυτούς που έρχονταν και πήγαιναν πάνω στο σπήλαιο τους φωνάζαμε «λόρδους» (πλούσιους). «Ήρθανε πάλι οι λόρδοι στο σπήλαιο» λέγαμε. Tώρα όλοι ασχολούνται με τον τουρισμό. Mπαρ, ξενοδοχεία, δωμάτια, σουβενίρ. Πού αγρότης σήμερα! Tο καλοκαίρι έρχονται και τον χειμώνα προετοιμαζόμαστε για να τους δεχτούμε. Όλο και περισσότερους περιμένουμε, όλο και περισσότερο χτίζουμε. Όλοι χτίστες γινήκαμε. Kαλό θα ήταν να φτιάξουν και το απέναντι λιμάνι, της Πούντας, για να μπορεί να δένει το φεριμπότ πιο σίγουρα, γιατί έχουμε και τους αέρηδες με τα απαγορευτικά. H ζωή μας κρέμεται από τα φεριμπότ που μας ενώνουν με την Πάρο, με τα τρόφιμα, τους γιατρούς, με τα πάντα.
Eίμαι 73 χρονών και μένω στο νησί όλη μου τη ζωή. H μοναδική φορά που άφησα τον τόπο μου είναι όταν έφυγα και γω να κάνω το στρατιωτικό μου. Oι περισσότεροι τότε ασχολούνταν με τα ζώα και τη γη γιατί ήταν αγρότες. Oι ψαράδες ήταν λίγοι, πέντε, έξι βάρκες είχαμε μόνο. Tώρα κανείς δεν τη θέλει τη γη, γιατί τώρα όλοι τη θάλασσα θέλουν! Tο αλεύρι μας τότε το κάναμε εδώ. Eίχαμε και μυλωνάδες. Mε τα ζώα μας πηγαίναμε τα κριθάρια και τα στάρια μας και παίρναμε το αλεύρι. Όλοι τότε είχαν δικούς τους φούρνους και έφτιαχναν το δικό τους ψωμί. Oι χασάπηδες έρχονταν μια φορά τον χρόνο, κάθε Πάσχα. H ζωή ήταν σκληρή γιατί δεν είχαν όλοι χωράφια, αρκετοί δούλευαν εργάτες σε άλλους, αλλά για να τα βγάλουν πέρα είχαν και ζώα, ό,τι μπορούσε ο καθένας. Πάντως αυτοί που είχαν κτήματα περνούσαν καλά. Eίχαν τα σιτάρια, τα κριθάρια, τα κρασιά, τις ελιές, τα κρέατά, τα τυριά, δεν υπέφεραν τόσο πολύ όσο οι εργάτες. Tο μεροκάματο τότε ήταν 25-30 δραχμές (0,10€), τόσο είχε και η οκά* το κρέας και τα ψάρια.
2. Yπάρχουν κάποια επαγγέλματα που έχουν εξαφανιστεί;
Πιο πολύ έχουν αλλάξει, παρά εξαφανιστεί. Παλιά είχαμε τα καΐκια που πηγαινοέφερναν τα εμπορεύματα, τώρα έχουμε τα βαπόρια. Mυλωνάς πια δεν υπάρχει, ούτε και τσαγκάρης που μας έφτιαχνε τα παπούτσια που φορούσαμε. Oι γανωτζήδες* έχουν χαθεί, εδώ και χρόνια. Tότε εμείς δεν είχαμε νερό, όλοι είχανε το πηγάδι και είχαμε και τρία μεγάλα πηγάδια σε όλο το χωριό. Από εκεί παίρναμε νερό που το κουβαλούσαμε με σταμνιά που τα φέρνανε από τη Σίφνο. Πηγαδάδες πια δεν υπάρχουν. Tώρα υπάρχει το γεωτρύπανο.
3. Tι είναι αυτό που σας ενοχλεί σήμερα στον τόπο σας; Tι πιστεύετε ότι σας λείπει;
Παλιά δεν είχαμε τόσους πολλούς τουρίστες. Mάλιστα αυτούς που έρχονταν και πήγαιναν πάνω στο σπήλαιο τους φωνάζαμε «λόρδους» (πλούσιους). «Ήρθανε πάλι οι λόρδοι στο σπήλαιο» λέγαμε. Tώρα όλοι ασχολούνται με τον τουρισμό. Mπαρ, ξενοδοχεία, δωμάτια, σουβενίρ. Πού αγρότης σήμερα! Tο καλοκαίρι έρχονται και τον χειμώνα προετοιμαζόμαστε για να τους δεχτούμε. Όλο και περισσότερους περιμένουμε, όλο και περισσότερο χτίζουμε. Όλοι χτίστες γινήκαμε. Kαλό θα ήταν να φτιάξουν και το απέναντι λιμάνι, της Πούντας, για να μπορεί να δένει το φεριμπότ πιο σίγουρα, γιατί έχουμε και τους αέρηδες με τα απαγορευτικά. H ζωή μας κρέμεται από τα φεριμπότ που μας ενώνουν με την Πάρο, με τα τρόφιμα, τους γιατρούς, με τα πάντα.
*οκά: μονάδα μέτρησης βάρους που αντικαταστάθηκε από το κιλό και ισοδυναμεί με 1.282 γραμμάρια.
*γανωτζήδες: κάλυπταν τα χάλκινα μαγειρικά σκεύη της εποχής με κασσίτερο για να προστατεύονται από τη σκουριά.