«΄21, τότε και σήμερα, δύο αιώνες δρόμος λευτεριάς»

Το φετινό έτος, 2021, συμπληρώνονται δύο ολόκληροι αιώνες από το ιστορικό έπος της
ελληνικής επανάστασης του 1821, η οποία αποτέλεσε γεγονός- σταθμό για τη σύγχρονη Ελληνική
Ιστορία και ξαναέβαλε το ελληνικό στοιχείο στον χάρτη ύστερα από απουσία αιώνων. Αιώνες που
οι απόγονοι των δημιουργών της δημοκρατίας, του θεάτρου, της ρητορικής και της φιλοσοφίας
παρέμεναν ραγιάδες στη σκιά του Οθωμανικού ζυγού, βράζοντας ψυχικά, με ένα ερώτημα
μονάχα: «ως πότε θα είμαστε σκλάβοι και δεκανίκια στο τουρκικό φέσι;». Η αγανάκτηση αυτή
ήταν μονάχα ένα από τα κίνητρα που οδήγησε τους Ρωμιούς στο να πάρουν τα όπλα και να
βάψουν με το αίμα τους τα βουνά της Ρούμελης και του Μοριά. Δε λογάριασαν την καταγραφή
τους στην Ιστορία με χρυσά γράμματα ως ηρώων, παρά ήθελαν απλώς να δουν τα παιδιά τους να
μιλούν ελεύθερα ελληνικά και να εκφράζουν την πίστη τους στον Θεό χωρίς κανέναν φόβο και
καμιά ανησυχία, ακόμα και αν τα έβλεπαν από εκεί ψηλά στον ουρανό. Ήταν αποφασισμένοι να
κάνουν αυτό το όραμα πραγματικότητα πάση θυσία και να μην το αφήσουν να παραμείνει ένα
όνειρο απατηλό. Είχε έρθει η ώρα και η στιγμή η Ελλάδα να ξαναγίνει Ελληνική.
Πώς όμως οι Ρωμιοί, οι σύντομα τρανοί Κλέφτες των βουνών έφτασαν στην απόφαση να
ξεκινήσουν τον ένοπλο αγώνα κατά των κατακτητών και να ξανακάνουν αυτά τα χώματα ελληνικά;
Η απαρχή για τον αγώνα για την ελευθερία και την απελευθέρωση του ελληνικού έθνους ήταν το
κίνημα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, που αποτελούσε το ελληνικό παρακλάδι του
Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, ο οποίος εμπνευσμένος από το αρχαίο ελληνικό πνεύμα διαμόρφωσε
τη φιλελεύθερη Ευρώπη του σήμερα. Μέσω αυτού του κινήματος της γνώσης, της ελευθερίας και
πάνω από όλα της ανθρώπινης ευτυχίας και προόδου, οι Έλληνες μετά από χρόνια σκοταδισμού
και απώλειας της επαφής με την πνευματική κληρονομιά τους ήρθαν σε επαφή με έννοιες, ιδέες,
αξίες και γνώσεις που δε θα μπορούσαν να δημιουργήσουν μόνοι τους ή να τις διδαχτούν από
κάποιον όσο ήταν ραγιάδες. Η επαφή με τη γνώση, τα γράμματα και την έκφραση της ελευθερίας
πυροδότησε το φιτίλι του ξεσηκωμού. Δεν ήταν δυνατό οι Ρωμιοί να συνεχίσουν να μένουν
άπραγοι. Χάρη στο κίνημα αυτό η αγανάκτηση των Ρωμιών για τα χαμένα τους ιδανικά έφτασε σε
ανυπολόγιστο βαθμό. Αυτή η αγανάκτηση για τη σκλαβιά αιώνων ολόκληρων κάτω από τον ζυγό
των Οθωμανών Τούρκων έπαιξε έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην επιδίωξη της ελεύθερης
ζωής. Οι άνθρωποι αυτού του έθνους δε θα μπορούσαν να αντέξουν εις τον αιώνα τον άπαντα να
καταπιέζονται και να μην μπορούν να εκφράσουν την πίστη στα ήθη, τα έθιμα και τις αξίες τους
στον τόπο που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν εκείνοι και οι πρόγονοί τους. Δε θα μπορούσαν να
ανέχονται να αρπάζουν οι Τούρκοι τα παιδιά τους, να τα αφελληνίζουν και να τα κάνουν υπηρέτες
και γενίτσαρους του Σουλτάνου για πάντα, ειδικά από τότε που ήρθαν και σε επαφή με τις
φιλελεύθερες ιδέες των Ευρωπαίων. Σαν ένα κοχλάζον καζάνι, λοιπόν, έτοιμο να εκραγεί, οι
Έλληνες δεν άντεξαν και επαναστάτησαν.
Η αγανάκτηση, όμως, όσο δυνατό κίνητρο και να ήταν για τους αγωνιστές του ‘21, δεν
μπορούσε σε καμία περίπτωση να είναι από μόνη της αρκετή ώστε να υποκινήσει έναν τόσο
μεγάλο ένοπλο αγώνα και να τον κάνει να επιτύχει. Σε συνδυασμό με αυτήν τη χρόνια
αγανάκτηση και τις επαναστατικές ιδέες που την ενέτειναν περαιτέρω, ένα άλλο μεγάλο
χαρακτηριστικό των αγωνιστών καθόρισε την πορεία του αγώνα. Αυτό το μεγάλο χαρακτηριστικό
δεν ήταν κανένα άλλο από το υπέρμετρο θάρρος των Ελλήνων, το οποίο δεν ήταν εφικτό να
συγκριθεί σε καμία περίπτωση με των αντιπάλων τους, καθώς ήταν κλάσεις ανώτερο. Άλλωστε, οι
ένδοξοι επαναστάτες του ‘21 είχαν ως κύριο σύνθημά τους το «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ή ΘΑΝΑΤΟΣ», ένα
σύνθημα το οποίο με στόμφο έδειχνε πόσο τολμηροί και ατρόμητοι ήταν οι αγωνιστές. Η ελπίδα
για μια ελεύθερη ζωή ήταν τόσο μεγάλη που η αιχμηρή λεπίδα του δρεπανιού του Χάροντα
φάνταζε ασήμαντη για τους Γραικούς αγωνιστές. Δεν υπολόγισαν τη δυσκολία της κλέφτικης ζωής
επάνω στις βουνοκορφές, διότι αυτή η δυσκολία ήταν απλώς ασήμαντη για τους ίδιους. Όση και
να ήταν η διαφορά των αριθμών στα στρατεύματα σε σχέση με τους Τούρκους, οι Γραικοί δε
λύγισαν και συνέχισαν. Με ήλιο ή βροχή, οι ηρωικοί επαναστάτες δε σταματούσαν τον αγώνα
τους.
Ακόμα κι αν ο αγώνας αυτός φαινόταν χαμένος σε κάποια έκφανσή του, το ελληνικό θάρρος,
όμως, κατάφερε να κάνει έναν γιγαντιαίο άθλο και να ανατρέψει τα δεδομένα. Κατάφερε να
συγκινήσει τις ψυχρές Μεγάλες Δυνάμεις και να τις κάνει να καταλάβουν επιτέλους «τι εστί η
Ελλάς». Αυτό το αείμνηστο ελληνικό στοιχείο ξύπνησε τους Βρετανούς, τους Γάλλους και τους
Ρώσους και τους έκανε να εμπεδώσουν πως ήταν καλύτερο για όλους η Ελλάς να είναι Ελληνική,
παρά Οθωμανική. Χάρη σε αυτήν την ξένη επέμβαση την υποκινούμενη από την ελληνική τόλμη
κα τον μόχθο, γεννήθηκε ξανά από τις στάχτες της η χώρα που διαφώτισε τον λοιπό κόσμο σε
τόσους τομείς, η Νεότερη Ελλάδα.
Μετά από έναν μακρύ και αιματηρό αγώνα, λοιπόν, για την ελευθερία και χάρη στην ξένη
παρέμβαση την 3η του Φεβρουαρίου του έτους 1830 η Ελλάδα ήταν επισήμως ανεξάρτητο
κράτος. Οι Ρωμιοί ήταν επιτέλους λεύτεροι και, όσο τα χρόνια περνούσαν, ολοένα και
περισσότερα τμήματα γίνονταν ελληνικά. Γιατί, όμως, οι Έλληνες ήταν τόσο αφοσιωμένοι στο να
καταφέρουν όλα αυτά; Τι τόσο σημαντικό θα κέρδιζαν, αν σταματούσαν να είναι υποτελείς στους
Τούρκους; Το πιο καίριο και βασικό έπαθλο για τους αγωνιστές ήταν να είναι επιτέλους ελεύθεροι
να εκφράσουν τις εθνικές τους αξίες και τις πατριωτικές τους ιδέες, να μπορούν να ομιλούν
ελεύθερα την μητρική τους γλώσσα και να πιστεύουν χωρίς φόβο στη χριστιανική θρησκεία τους.
Ωστόσο, και κάτι άλλο, εξίσου σημαντικό με την πολυπόθητη απόκτηση αυτών των ιδανικών,
συμβαίνει κατά την απελευθέρωσή τους. Χάρη στον Νεοελληνικό Διαφωτισμό τα μάτια των
Γραικών ήταν ορθάνοιχτα στη μεγάλη αλήθεια πως τα αρχαία μνημεία του Παρθενώνα, του ναού
του Ποσειδώνα στο Σούνιο, του Θησείου και πολλά άλλα ένδοξα μνημεία της αρχαίας ιστορίας
ήταν φτιαγμένα από τους προγόνους τους και από κανέναν άλλον. Το γεγονός αυτό σήμαινε πως
οι Έλληνες έπρεπε να αποκαλούν τούτο τον τόπο, όπου οι πρόγονοί τους έζησαν, μεγάλωσαν και
άφησαν σε αυτούς τούτα τα εδάφη και τα ένδοξα αυτά μνημεία ως κληρονομιά, δικαιωματικά και
υπερήφανα, πατρίδα. Αυτός ο τόπος ήταν οτιδήποτε άλλο εκτός από ξένος στους Έλληνες
αγωνιστές και γι΄ αυτό τον αγαπούσαν τόσο πολύ και λαχταρούσαν να τον δουν ελεύθερο. Ήταν
δικός τους.
Αφού είχε εξασφαλιστεί αυτή η ελευθερία, λοιπόν, οι Έλληνες, εκτός από τον ρόλο του
αγωνιστή, έπρεπε να παίξουν και άλλους καινούργιους ρόλους στο έργο αυτής της νέας
ελεύθερης ζωής. Έπρεπε να παίξουν τον ρόλο του κρατικού μεταρρυθμιστή, έτσι ώστε να
επιτευχθεί ο εκσυγχρονισμός του κράτους για να συμβαδίζει με την υπόλοιπη φωτισμένη
Ευρώπη. Τον ρόλο εκείνο που θα εξασφάλιζε το να είναι η ζωή στα ελεύθερα χώματα ακριβώς
όπως την οραματίζονταν, ελεύθερη, χωρίς σκοτούρες, αλλά και τον ρόλο εκείνου που θα
διαφύλασσε, θα συντηρούσε την αθάνατη αρχαία ελληνική κληρονομιά και με αμέτρητη
περηφάνια και συγκίνηση θα την διέδιδε στα πέρατα του κόσμου. Το μαύρο παρελθόν της
Τουρκοκρατίας έσβηνε με την πάροδο των χρόνων και ήταν καιρός οι Έλληνες να ξαναγίνουν
τρανοί, ακουστοί και να απλωθούν στις επτά θάλασσες και τους πέντε ωκεανούς. Η πορεία προς
το μέλλον είχε μόλις αρχίσει.
O νέος αυτός αγώνας να διασωθεί ο ελληνικός πολιτισμός, η ελληνική ιστορία και κληρονομιά
αλλά και το ελληνικό πνεύμα, με απώτερο σκοπό τη διατήρηση και προώθησή τους σε όλο τον
κόσμο αλλά και την πρόοδο του νεοσύστατου Ελληνικού κράτους μέσω αυτών, ήταν ένα όχι και
τόσο εύκολο μονοπάτι για να το διαβούν με επιτυχία. Για να το επιτύχει αυτό το νέο ελληνικό
κράτος χρησιμοποίησε την ίδια την κληρονομιά του, το Ελληνικό Πνεύμα ως πολεμοφόδιο. Οι
μαθηματικές θεωρίες του Πυθαγόρα, του Αναξίμανδρου, του Θαλή του Μιλήσιου και πολλών
άλλων αρχαίων Ελλήνων μαθηματικών, οι φιλοσοφικές θεωρίες του Σωκράτη, του Πλάτωνα, του
Αριστοτέλη και άλλων ένδοξων φιλοσόφων του αρχαίου ελληνικού κόσμου, καθώς και άλλα
λαμπρά στοιχεία όπως τα Ομηρικά Έπη, η ρητορική του Γοργία, η δημοκρατία του Κλεισθένη και η
δραματική ποίηση του Αισχύλου, του Σοφοκλή και του Ευριπίδη είναι ελάχιστα από τα
κατορθώματα των αρχαίων Ελλήνων, τα οποία με την σειρά τους βοήθησαν την Νεότερη Ελλάδα
να ανοίξει τα μπουμπούκια της και να ξεπροβάλει τα όμορφα γαλανόλευκα άνθη της.
Βέβαια, το ισχυρότερο από όλα τα πνευματικά εφόδια των Ελλήνων δεν ήταν άλλο παρά η
ανώτατη διαχρονική αξία τους, η Ρωμιοσύνη. Η αξιέπαινη και μοναδική αυτή αξία, κάτι
παραπάνω από απλή αγάπη για το έθνος, την πατρίδα και την θρησκεία, ήταν ένα στοιχείο που
έκανε ακόμα και άσπονδους εχθρούς να έρθουν κοντά για το κοινό συμφέρον του ελληνικού
έθνους και την έκφραση της αγάπης τους γι΄ αυτό. Ήταν το κύριο καύσιμο που έκανε την
καλοκουρδισμένη μηχανή της Νεότερης Ελλάδας να μη σταματάει να δουλεύει. Με όλα αυτά τα
άρματα στο πνευματικό οπλοστάσιό τους οι Έλληνες όδευσαν στην περαιτέρω ενίσχυση της
ανεξαρτησίας και της ελευθερίας, της οικονομίας και της καινοτομίας στο κράτος τους.
Σιδηρόδρομοι, τεχνητές λίμνες και έργα, όπως η διώρυγα της Κορίνθου, ήταν κάποια από τα
αποτελέσματα της απίστευτης ελληνικής προόδου. Από το ενισχυμένο ελληνικό κράτος, όμως,
δεν χάθηκαν το θάρρος και η πυγμή του τις ώρες των Βαλκανικών και των Παγκοσμίων Πολέμων,
εκείνες τις ώρες, δηλαδή, που χρειαζόταν να υπερασπιστεί εκείνο το αγαθό, την ελευθερία, που
τόσα ματωμένα σώματα και ψυχές στήριζαν το φωτοστέφανό της. Κανείς και τίποτε δεν
μπορούσε να λυγίσει την φιλελεύθερη δημοκρατία αυτής της χώρας, την οποία γέννησε η ίδια.
Πολλοί προσπάθησαν, αλλά κανείς δεν τα κατάφερε. Η Νεότερη Ελλάδα, όσα εμπόδια και να είχε
στο διάβα της, συνέχιζε την άνοιξή της.
Έτσι έφτασε, αν και άργησε, η ώρα της Νεότερης Ελλάδα να εκβιομηχανιστεί. Μεγάλες και
μικρές, ξένες αλλά και εγχώριες εταιρείες άρχισαν να επενδύουν στον όμορφο αυτό τόπο και να
δημιουργούν εργοστάσια στη χώρα για να βελτιώσουν την οικονομία και συνάμα το βιοτικό
επίπεδο της ελληνικής ζωής. Η χώρα αυτή έγινε ο επίγειος παράδεισος που οι θρυλικοί πλέον
Έλληνες επαναστάτες θέλανε να δημιουργήσουν για τα παιδιά τους. Τουρίστες από κάθε γωνιά
της γης έρχονταν κάθε χρόνο για να γνωρίσουν αυτήν τη χώρα, τον λαό της, τα μνημεία της, την
ιστορία της και την κουλτούρα της, γεγονός που συμβαίνει μέχρι και σήμερα, εν έτει 2021.
Φτάνοντας, έτσι, στο σήμερα, μπορούμε να πούμε με ασφάλεια πως οι Οθωμανοί απέτυχαν να
σβήσουν τους Έλληνες από τον χάρτη του κόσμου και από τον χάρτη της Ιστορίας. Ελληνικά
προϊόντα εξάγονται σε κάθε σημείο της υφηλίου. Η ελληνική παιδεία και μόρφωση έχει φτάσει σε
μέρη και ανθρώπους που δεν ήταν δυνατό να φανταστεί κανείς ότι θα έφτανε. Οι ίδιοι οι Έλληνες
είναι παρόντες πλέον σε όλο τον κόσμο βελτιώνοντάς τον με την ελληνικότητα και τα ιδανικά τους
και κρατώντας πάντα τις αξίες τους βαθιά μέσα στην καρδιά τους. Όλα αυτά έγιναν
πραγματικότητα γιατί πριν 200 χρόνια κάποια γενναία παλικάρια και κοπέλες σήκωσαν ανάστημα
στους κατακτητές τους και θεώρησαν πως «κάλλιο είναι μιας ώρας ελεύθερη ζωή παρά σαράντα
χρόνους σκλαβιά και φυλακή», όπως έγραψε και ο μεγάλος Έλληνας ποιητής, ο Ρήγας «Φεραίος»
ή Βελεστινλής, στο ποίημά του για την ελευθερία, τον Θούριο.
Είναι σημαντικό για τις μνήμες και το έργο αυτών των ανθρώπων, πρώτα απ’ όλα, να
διατηρηθεί αυτή η ελευθερία και η αγάπη για το έθνος και την πατρίδα, με κάθε κόστος. Δεν
πρέπει, βέβαια, να υπάρχει φανατισμός και εθνικιστικές εξάρσεις ως προς την έκφραση αυτών
των αξιών αλλά η «αίσθηση του μέτρου». Οι άλλοι λαοί και τα άλλα έθνη της γης πρέπει να μας
ξέρουν για τις αξίες μας και τα ιδανικά μας. Ο πατριωτισμός και η φιλοπατρία των Ελλήνων
πρέπει να βρίσκονται στα πλαίσια του λογικού, ώστε να επιδιωχθεί η αρμονική συνύπαρξη με
τους άλλους λαούς, ενώ παράλληλα θα προβάλλεται η ελληνική ταυτότητα στον μέγιστο δυνατό
βαθμό. «Μέτρον άριστον» οι αρχαίοι, «μέτρον άριστον» και οι σύγχρονοι Έλληνες!
Στη μνήμη των διακοσίων χρόνων, λοιπόν, από την έναρξη μιας από τις πιο σημαντικές
επαναστάσεις του κόσμου, της Ελληνικής, πρέπει αυτό το ένδοξο επίτευγμα να μην ξεχαστεί από
τις επόμενες γενιές, αλλά να προβληθεί στο έπακρον και όχι μόνο εντός των ελληνικών συνόρων.
Οι παλαιότεροι έχουν ως πρωταρχική υποχρέωση να διδάξουν στις επερχόμενες γενιές των
Ελλήνων το έπος που αποτύπωσε στα βιβλία της Ιστορίας πως καμιά πράξη δεν είναι αδύνατη
όταν πρόκειται για το όραμα της ελευθερίας. Μέσω αυτού του αγώνα οι επόμενοι Έλληνες πρέπει
να μάθουν να μην εγκαταλείπουν την προσπάθεια, όσο δυσοίωνη κι αν φαντάζει η πρόκληση που
αντιμετωπίζουν και, όταν έρθει η σειρά τους, να είναι σε θέση να μπορούν να
μεταλαμπαδεύσουν και οι ίδιοι στα παιδιά τους πως ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, η Μαντώ
Μαυρογένους, ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, ο Κωνσταντίνος Κανάρης, ο Αθανάσιος Διάκος, ο
Παπαφλέσσας, ο Νικηταράς και οι αμέτρητοι άλλοι συναγωνιστές τους πολέμησαν στο πεδίο της
μάχης για να λέγεται ο τόπος που πατάνε και που βρίσκονται ελληνικός. Το έπος του 1821, ήταν
και επιβάλλεται να παραμείνει αιώνιο. Είναι χρέος του Έλληνα και της Ελληνίδας του σήμερα να
φροντίσουν αυτοί οι τίτλοι να σημαίνουν πολλά περισσότερα από μια απλή ένδειξη καταγωγής.
Να σημαίνουν το ανυπότακτο φιλελεύθερο πνεύμα ενάντια σε κάθε μορφή καταπίεσης!
Ας μείνει για πάντα αθάνατο το 1821!
ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΑΔΗΣ