Covid 19

Covid 19

Η ασθένεια κορονοϊού 2019 (coronavirus disease 2019, COVID-19), επίσης γνωστή ως οξεία αναπνευστική νόσος 2019-nCoV, είναι μία μολυσματική ασθένεια που προκαλείται από τον κορονοϊό SARS-CoV-2. Ο ιός και η ασθένεια εντοπίστηκε για πρώτη φορά στην πόλη Γουχάν της Κίνας στα τέλη του 2019 και έγιναν γνωστοί στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας στις 31 Δεκεμβρίου 2019. Από τότε έχει διασπαρεί σε όλον τον πλανήτη και έχει εξελιχθεί σε πανδημία[1].

Τα συμπτώματα της Covid-19 ποικίλουν. Τα πιο συχνά συμπτώματα είναι ο πυρετός, ο ξηρός βήχας και η σωματική εξάντληση. Λιγότερο συχνά συμπτώματα είναι η απώλεια γεύσης ή μυρωδιάς, η ρινική συμφόρηση, η επιπεφυκίτιδα, ο πονόλαιμος, ο πονοκέφαλος, o πόνος στους μύες ή στις αρθρώσεις, τα δερματικά εξανθήματα, η ναυτία ή ο εμετός, η διάρροια, τα ρίγη και η ζάλη. Σε περίπτωση σοβαρής εξέλιξης της νόσου τα συμπτώματα περιλαμβάνουν δυσκολία στην αναπνοή, απώλεια όρεξης, σύγχυση, επίμονο πόνο ή πίεση στο στήθος και υψηλό πυρετό, άνω των 38°C. Λιγότερο συχνά συμπτώματα είναι η σύγχυση, η μειωμένη συνείδηση, η ανησυχία, η κατάθλιψη, οι διαταραχές ύπνου, πιο σοβαρές και σπάνιες νευρολογικές επιπλοκές. Άτομα όλων των ηλικιών που παρουσιάζουν πυρετό και βήχα, δύσπνοια, πόνο στο στήθος, θα πρέπει να αναζητήσουν αμέσως ιατρική περίθαλψη[1].

Η περίοδος επώασης του ιού, μέχρι την εμφάνιση της ασθένειας, κυμαίνεται έως 14 ημέρες, με διάμεσο χρόνο τις 5,1 ημέρες και το 97.5% των ατόμων που θα εμφανίσουν συμπτώματα θα το κάνουν έως 11,5 ημέρες από την μόλυνση. Υπάρχουν σπάνιες περιπτώσεις που πιθανώς να εμφανίσουν συμπτώματα μετά τις 14 ημέρες[2]. Από τα άτομα που θα εμφανίσουν συμπτώματα, τα περισσότερα, περίπου το 80%, θα ιαθεί χωρίς να χρειαστεί νοσηλεία. Από τους υπόλοιπους το 15% των ασθενών θα αναζητήσει νοσηλεία και θα χρειαστεί οξυγόνο, ενώ στο 5% η ασθένεια θα εξελιχθεί σοβαρά και χρειάζονται εντατική φροντίδα. Οι επιπλοκές που οδηγούν στον θάνατο μπορεί να είναι αναπνευστική ανεπάρκεια, σύνδρομο οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας, σηψαιμία και σηπτικό σοκ, θρομβοεμβολισμό και πολυοργανική ανεπάρκεια[1]. Η θνητότητα των ασθενών που θα χρειαστούν μονάδα εντατικής θεραπείας κυμαίνεται από 39% έως 72% ανάλογα με τα χαρακτηριστικά των ασθενών. Ο μέσος χρόνος νοσηλείας των ιαθέντων κυμαίνεται από 10 ημέρες έως 13[3].

Η ασθένεια Covid-19, η οποία προκαλείται από τον κορονοϊό SARS-CoV-2, διαδίδεται μεταξύ των ανθρώπων κυρίως όταν ένα μολυσμένο άτομο βρίσκεται σε στενή επαφή με ένα άλλο. Ο ιός μπορεί να εξαπλωθεί από το στόμα ή τη μύτη ενός μολυσμένου ατόμου με υγρά σωματίδια τα οποία ονομάζονται, «αναπνευστικά σταγονίδια» τα μεγαλύτερα, ενώ τα μικρότερα, «αερολύματα».[1][3]

Η διάγνωση γίνεται με την αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης (PCR), το δείγμα περιλαμβάνει ρινοφαρυγγικό επίχρισμα, στοματοφαρυγγικό επίχρισμα, πτύελα, ή υλικό αναρρόφησης από τον τραχειοσωλήνα, όταν αφορά διασωληνωμένους ασθενείς. Η ακριβής διάγνωση απαιτεί εργαστηριακή ταυτοποίηση του ιού με την ανίχνευση του γενετικού του υλικού (RNA) με την παραπάνω εξέταση. Η υποψία για τη διάγνωση θα τεθεί μέσω συνδυασμού συμπτωμάτων, παραγόντων κινδύνου και των ευρημάτων στην ακτινογραφία ή την αξονική τομογραφία θώρακα, η οποία συχνά εμφανίζει χαρακτηριστικά άτυπης πνευμονίας[4].

Προληπτικά μέτρα αποτροπής της μόλυνσης από τον Sars-CoV-2 περιλαμβάνουν τη κοινωνική αποστασιοποίηση, τον αερισμό των εσωτερικών χώρων, την κάλυψη του προσώπου μας όταν βήχουμε ή φτερνιζόμαστε, το πλύσιμο των χεριών μας και την αποφυγή της επαφής με το πρόσωπό μας αν δεν έχουμε πλύνει τα χέρια μας. Σε δημόσιους χώρους συνιστάται η υποχρεωτική η χρήση μάσκας προσώπου για την ελαχιστοποίηση του κινδύνου μετάδοσης. Μέχρι αυτή την στιγμή έχουν αναπτυχθεί και αδειοδοτηθεί τουλάχιστον 10 διαφορετικά εμβόλια κατά της Covid-19, από κάποια επίσημη αυστηρή ρυθμιστική αρχή. Περισσότερα αναμένεται να αδειοδοτηθούν σύντομα. Οι εμβολιασμοί ξεκίνησαν στα τέλη 2020 και έχουν χορηγηθεί, έως και τις 25 Απριλίου 2021, περισσότεροι από 1 δισεκατομμύρια δόσεις, ενώ ο ρυθμός εμβολιασμού είναι λίγο πάνω από τα 18,3 εκατομμύρια ημερησίως[5].

Κλινικές έρευνες για την ανάπτυξη φαρμακευτικής αγωγής, που αναστέλλουν την αναπαραγωγή του ιού, βρίσκονται σε εξέλιξη. Αυτή τη στιγμή η κύρια θεραπεία είναι συμπωματική, η οποία περιλαμβάνει διαχείριση των συμπτωμάτων, υποστηρικτική φροντίδα και απομόνωση[3].

Ωστόσο, παραμένουν σε απόλυτη ισχύ οι συστάσεις προς τον γενικό πληθυσμό για τήρηση των προληπτικών μέτρων προφύλαξης. Στα άτομα που υποψιάζονται ότι έχουν εκτεθεί στον ιό ή πιθανολογούν ότι είναι φορείς και έχουν ήπια συμπτώματα, να μένουν σπίτι και να αναζητούν ιατρική συμβουλή, είτε στον προσωπικό τους ιατρό, είτε στην πλησιέστερη δομή υγείας, είτε επικοινωνώντας με τον Εθνικό Οργανισμό Δημόσιας Υγείας

Ιωάννης Πλιάκας

Σχολιάστε

Top