Αντζελίνα Πολυχρόνη Γ4
Σ’ έναν τέλειο κόσμο, σε μια ουτοπία, ο ρατσισμός θα ήταν μια απηρχαιωμένη αντίληψη. Τα στερεότυπα κι η επίπεδη γη θα μας ακούγονταν το ίδιο παράξενα. Δυστυχώς όμως αυτό το κοινωνικό πρόβλημα έχει ριζώσει στον κόσμο μας κι αποτελεί δηλητήριο που παραλύει τις ανθρώπινες σχέσεις.
Ο ρατσισμός είναι η αντίληψη ότι μία φυλή είναι ανώτερη κι αποβλέπει στη διατήρηση της «καθαρότητάς» της και στην κυριαρχία της έναντι των υπολοίπων. Εκφράζεται με ποικίλους τρόπους, με λεκτική είτε σωματική βία. Πάντοτε θα υπάρχει ένα πρόσχημα για τη δημιουργία μιας κοινωνικής «κλίμακας» που θα κατηγοριοποιεί τους ανθρώπους, διαχωρίζοντάς τους και καθιστώντας τους «ανώτερους» ή «κατώτερους». Ο ρατσισμός μπορεί να είναι φυλετικός, εθνικός, θρησκευτικός, κοινωνικός, πολιτικός κ.τ.λ. Σε όλες τις χώρες θα υπάρχουν πάντοτε άτομα που το μόνο τους παράπτωμα είναι ότι γεννήθηκαν πχ. λευκοί, μαύροι, μουσουλμάνοι, ανάπηροι, και θα δέχονται χυδαία, αστεία και υβριστικά σχόλια.
Ως μαθητές συχνά στις σύγχρονες πολυεθνικές τάξεις βλέπουμε παιδιά στο περιθώριο που φέρουν «ταμπέλες»: εσωστρεφής, αντικοινωνικός, παράξενος κ.τ.λ. Στην πραγματικότητα αυτά τα παιδιά παίρνουν τον ρόλο του αποδιοπομπαίου τράγου, προσπαθώντας να αποφύγουν την περιφρόνηση και την εχθρότητα του θύτη. Άραγε μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα;
Καταρχάς το σχολείο οφείλει να μεριμνήσει για τη σωστή διαπαιδαγώγηση των μαθητών. Τα σχολεία είναι υποχρεωμένα να προβάλλουν τα ανθρωπιστικά ιδεώδη (ισότητα, ελευθερία, σεβασμός). Το εκπαιδευτικό σύστημα πρέπει να αποσκοπεί στη δημιουργία πολιτών με ελεύθερη, κριτική σκέψη. Κυρίως στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, όταν εισαγόμαστε στη σχολική μας πορεία, όπου τα παιδιά έχουν «εύπλαστες» απόψεις και χαρακτήρα, οι καθηγητές χρειάζεται να δώσουν έμφαση στη διδασκαλία κατά του ρατσισμού. Επιπλέον, είναι απαραίτητο να υπάρξει κατηγορηματική απαγόρευση του φαινομένου, έτσι ώστε οι μαθητές να μην υιοθετούν τέτοιες συμπεριφορές.
Έπειτα, η κωλυσιεργία του κράτους έχει εν μέρει οδηγήσει σε αυτήν την κατάσταση. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης μπορούν να αξιοποιηθούν στο έπακρο. Είναι ευρέως γνωστό ότι οι διαφημιστικές εκστρατείες μας περνούν έμμεσα μηνύματα και αποτυπώνονται ανεξίτηλα στη μνήμη μας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να τις ακολουθούμε πιστά, συχνά άκριτα. Τι θα γίνονταν όμως εάν οι διαφημίσεις επικεντρώνονταν στα προβλήματα που μαστίζουν την κοινωνία μας; Ενδεχομένως θα επιλύονταν.
Ένα ακόμη αντίμετρο, πιθανότατα το πιο βαρυσήμαντο, είναι η προσωπική στάση του καθενός. Ένα ποίημα αποτυπώνει με σαφήνεια τον αντίκτυπο που έχει συμπεριφορά μας στην εξάλειψη του ρατσισμού:
«Όταν οι Ναζί έπαιρναν τους κομμουνιστές,
σιώπησα,
δεν ήμουν δα κομμουνιστής.
Όταν φυλάκιζαν τους σοσιαλδημοκράτες,
σιώπησα,
δεν ήμουν δα σοσιαλδημοκράτης.
Όταν έπαιρναν τους συνδικαλιστές,
σιώπησα,
δεν ήμουν δα συνδικαλιστής.
Όταν έπαιρναν εμένα,
δεν είχε μείνει κανείς
να διαμαρτυρηθεί.»
Κατανοούμε πως η αδιαφορία είναι η σοβαρότερη ασθένεια του αιώνα μας. Εάν στεκόμαστε απαθείς μπροστά σε αυτές τις κτηνώδεις συμπεριφορές και δεν δράσουμε για να βοηθήσουμε τον συνάνθρωπό μας, τότε δεν αξίζουμε να λεγόμαστε άνθρωποι. Διότι οι πρόγονοί μας κληροδότησαν σε εμάς σπουδαία ιδανικά, όπως τον θεσμό της φιλοξενίας, μα τώρα έχουμε πέσε σε διαρκή λήθαργο και δεν ξέρουμε πώς να υποδεχθούμε έναν ξένο στο σπίτι μας και στην καρδιά μας.
Ίσως η απαλοιφή του ρατσισμού να φαντάζει αδύνατη, όμως με την εφαρμογή αυτών των μέτρων θα συμβάλουμε δραστικά στην ανακούφιση του προβλήματος. Εάν ελαττωθούν τα «κρούσματα» αδιαφορίας στον κόσμο μας, ίσως τότε ανοίγοντας την τηλεόραση η πρώτη είδηση να μην είναι η αυτοκτονία ενός εφήβου λόγω σχολικού εκφοβισμού, διότι η επιρροή που έχει αυτή η απάνθρωπη συμπεριφορά στον άνθρωπο μπορεί να τον φράσει ακόμη και σε αυτό το σημείο.
