Ο δικός μου Ουρανός

της Ζωής Αγγέλη, αποφοίτου του Εσπερινού Γενικού Λυκείου Ιωαννίνων

αγιοσορίτισσα

Ξημέρωσε κι ακόμη η γιαγιά συνεχίζει να κοιτά τον ουρανό, λες και με κάποιον συνομιλεί όλη τη νύχτα. Τα μάτια της εκστατικά χαμογελάνε. Ο Μιχαήλ Άγγελος έχει μεγάλη αδυναμία στη γιαγιά του κι εκείνη φυσικά μόλις τον κράτησε στην αγκαλιά της στο μαιευτήριο τον λάτρεψε, σα να ξαναζωντάνεψε η ψυχή της. Η γιαγιά του είχε μεγάλη αγάπη στην Εκκλησία, λέει, πως εκεί είναι το σπίτι της, εκεί παρακαλάει στα δύσκολα, εκεί ευχαριστεί στα καλά. Είχε παρατηρήσει τελευταία πως πολλές νύχτες, έμενε άυπνη, βγήκε απ” το παράθυρο και τρύπωσε στην αγκαλιά της. Εκείνη χαμογέλασε, τον αγκάλιασε και τον φίλησε τρυφερά.

    – Κάθε φορά που σε βλέπω τόσο απόμακρη, γιαγιά, φοβάμαι.
    – Τι φοβάσαι, μικρέ μου!
    – Φοβάμαι το θάνατο, φοβάμαι τη μοναξιά.
    – Ο φόβος μοιάζει μ΄ ένα βέλος που τρυπάει την ψυχή μας κι αυτή ματώνει και δεν καταλαβαίνει γιατί την πληγώνουμε. Απ” τη μεριά μας κι εμείς δεν μπορούμε να την αντέξουμε πληγωμένη. Υπάρχουν άνθρωποι που αυτό το θεωρούν δεδομένο, συνεχίζουν να κουλουριάζονται σαν το φίδι γύρω απ” τον εαυτό τους και να κατατρώγουν την ψυχή τους χωρίς να την κατανοούν και υπάρχουν άνθρωποι που αναζητούν την ελπίδα και τη βρίσκουν κρεμασμένη στην πόρτα της πίστης. Ανοίγοντας αυτή την πόρτα, αντικρίζει η ψυχή σου το φως, αρχίζεις να γνωρίζεις τον εαυτό σου και τότε ανταμώνεις μαζί της και μπορείς ν΄ αντιληφθείς γύρω σου και όλα τα μυστήρια του Θεού. Γιατί η ψυχή, πνεύμα είναι και με πνεύμα θέλει να τραφεί. Μείνε και πίστεψε, πίστεψε, πίστεψε κι ο παράδεισος θα ναι δικός σου.

Ο Μιχαήλ Άγγελος δεν κατάλαβε αν η φλόγα που ένιωσε στα σωθικά του ήταν απ” την προσμονή γι αυτό που θα ξετυλιγόταν μπροστά του ή απ” τη ζεστή γεμάτη ασφάλεια αγκαλιά της γιαγιάς του.

Και να το αστέρι στον ουρανό, έλαμψε σαν ήλιος και μια ανάσα λεπτού αέρα άνοιξε δρόμο και να, άγγελοι ψέλνουν ύμνους, μια σκοτεινή σπηλιά έλαμψε, μάγοι από τόπους μακρινούς ταξιδεύουν, οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ ανήσυχοι, ο βασιλιάς τυφλωμένος από μίσος, οι βοσκοί και η φύσις όλη προσκυνούν το θαύμα, ένα παιδί, ένας Θεός γεννήθηκε!

Θαμπώθηκε ο Μιχαήλ Άγγελος. Ένας άγγελος βρέθηκε δίπλα του. Ήταν το φως του αστεριού που αποκάλυψε τον άγγελο ή ο άγγελος ήταν μέρος ή η αιτία του φωτός;

Μπέρδεμα! Ο άγγελος άπλωσε το χέρι του και κράτησε σφιχτά τον Μιχαήλ Άγγελο που κοιτούσε άφωνος τον ουρανό.

    – Μην μπερδεύεσαι μικρέ μου (ψιθύρισε ο άγγελος). Όπου ο Θεός, εκεί ανατρέπονται οι νόμοι, εκεί και το θαύμα, εκεί ο ουρανός δέχεται τον άνθρωπο, εκεί η γη, υποδέχεται τον Θεό. Ένα θαύμα που ξαναγεννιέται κάθε ανατολή!

Μετά την επιλογή του ανθρώπου να φύγει απ” τον παράδεισο και να ζήσει χωρίς τον Θεό, ο Θεός γνωρίζοντας την αδυναμία του ανθρώπου να τα καταφέρει μόνος του, πρώτος Αυτός δίνει υπόσχεση, πως δεν θα μας εγκαταλείψει και μέσω των προφητών δίνει τα σημάδια.

Είπε ο Θεός στο φίδι: «Θα βάλω έχθρα μεταξύ εσένα και της γυναίκας και ανάμεσα στους απογόνους σου και τους απογόνους της. Ένας δε απόγονος της γυναικός μόνης, αυτός θα σου συντρίψει το κεφάλι και συ θα κεντήσεις τη φτέρνα του».

Είπε ο Ησαΐας: «Ο ίδιος ο Κύριος θα σας δώσει σημάδι: Προσέξτε η Παρθένος θα συλλάβει και θα γεννήσει υιό και το όνομά Του θα κληθεί Εμμανουήλ» ( που σημαίνει ο Κύριος είναι μαζί μας). 800 χρόνια πριν και συνεχίζει: «Θα γεννηθεί για μας Παιδί, θα δοθεί σε μας ο υιός Αυτός, του οποίου η εξουσία υπάρχει απ” αρχής πάνω στους ώμους του και θα καλείται αγγελιοφόρος της μεγάλης Βουλής του Θεού, Θεός ισχυρός, αρχηγός της ειρήνης, πατήρ του μέλλοντος.»

    – Έλα πάμε -ψιθύρισε ο άγγελος- το θαύμα αποκαλύπτεται.

Χιλιάδες άγγελοι κύκλωσαν τον ουρανό και τον προσκύνησαν. Ένα ελαφρό αεράκι οδηγούσε μια νεφέλη, που πλησίαζε κι όσο πλησίαζε, άνοιγμα φάνηκε στον ουρανό και το φως μεγάλωνε και τύφλωνε τα μάτια, ένα υπέρλαμπρο φως στο οποίο κατοικεί ο Θεός και πρόσταξε:

«Έλα λοιπόν αρχάγγελε, γίνε υπηρέτης του φοβερού και κρυμμένου μυστηρίου. Βιάζομαι εξαιτίας της ευσπλαχνίας Μου να κατέβω απ” τον ουρανό και ν” αναζητήσω τον πλανεμένο άνθρωπο. Η αμαρτία σάπισε το δημιούργημα των χεριών Μου και θάμπωσε την ομορφιά που έπλασα. Ο λύκος κατατρώει το δημιούργημά Μου, είναι έρημη η θέση του στον παράδεισο… σ” εσένα μόνο το εμπιστεύομαι, πήγαινε στην Παρθένο Μαρία και πληροφόρησέ τη για τη βροχή της παρουσίας Μου. Μίλησε στ” αφτιά της, προετοίμασέ τα να Με ακούσουν χωρίς να τα τρομάξεις, ούτε να ταράξεις την ψυχή της. Πες της πως έρχεται ο υιός Μου, υιός δικός της να γίνει, υιός του κόσμου και σωτήρας του. Πήγαινε μην αργοπορείς!»

Τ” άκουσε αυτά ο αρχάγγελος και μονολογούσε:
«Παράξενα πράγματα! Πως είναι δυνατόν ανθρώπινη κοιλιά να χωρέσει τον αχώρητο Θεό; Φοβερό και πρωτόγνωρο μυστήριο.»

Ενώ αυτά μονολογούσε του λέει ο Θεός:
«Γιατί ταράζεσαι Γαβριήλ; Εγώ προηγουμένως δε σε έστειλα στον Ζαχαρία να του μεταφέρεις τη χαρμόσυνη είδηση, πως η στείρα και ηλικιωμένη γυναίκα του θα γεννήσει τον Ιωάννη; Αυτός δεν θα “ναι ο αγγελιοφόρος μου που θα προετοιμάσει τον δρόμο του υιού μου; Με εντολή μου δεν επέβαλλες την τιμωρία της σιωπής στον ιερέα που δε σε πίστεψε; Δεν συνέλαβε η γυναίκα; Δεν υποχώρησε η απραξία της φύσης; Μήπως υπάρχει κάτι ακατόρθωτο για Μένα;»

    – Μοιάζει με παραμύθι, είπε ο Μιχαήλ Άγγελος.
    – Αυτό που ζεις δεν είναι παραμύθι, είναι ένα ταξίδι στη γνώση και την αλήθεια, που δεν διδάσκεται. Ζήσε και μάθε και νόμος θα γίνει η γνώση στην καρδιά σου!

Και πάλι φωνή Θεού ακούστηκε: «Ανεβείτε παιδιά Μου, ανεβείτε στο όρος Κυρίου, ανεβείτε στον οίκο Μου. Εγώ θα κάνω τα πόδια σας ευκίνητα σαν του ελαφιού και θ” ανεβείτε σε τόπους υψηλούς όπου ανήκουν μόνο στους νικητές»

Και να που αιωρούνταν το πρώτο σκαλί της ουράνιας ανάβασης μια πτυχή απ” το ένδυμα του αγγέλου, ένα σύννεφο που το πύρωναν πορφυρές φλόγες και γράφουν πάνω τους ΠΙΣΤΗ!
Ένα δωμάτιο, ένα φως, ένας κρίνος, σαν εκείνους τους λευκούς που μοσχομυρίζουν την πασχαλιά, κάτω απ” τα πόδια του εσταυρωμένου. Απ΄ τη μια μεριά ο αρχάγγελος κι απ” την άλλη η Παναγιά, μια γέφυρα, μια ένωση Θεού κι ανθρώπου.

Πλησιάζει ο αρχάγγελος τη γλυκιά Μαριάμ κι η χάρις του Κυρίου τη σκέπασε και ζωή πήρε το σώμα της. Φόβος κατέλαβε την Παναγία.

«Μη φοβάσαι Μαριάμ. Εσένα που είσαι γεμάτη χάρες, δέχθηκε ο Θεός να γίνεις η μητέρα του Υιού Του. Εσένα που αγνή και παρθένα μένεις θα επισκιάσει η δύναμις του Υψίστου, ώστε να φέρεις στον κόσμο το αναμάρτητο άγιο βρέφος. Δέχθηκε ο Θεός, τέλειος άνθρωπος να γίνει, για να σώσει τον άνθρωπο που πάσχει και με τη θεϊκή του δύναμη να τον αγιάσει και να τον ανυψώσει στους ουρανούς, να δώσει πίσω στον άνθρωπο, το ένδυμα της αφθαρσίας που του στέρησε ο εγωισμός του.»

Σήκωσε το βλέμμα η Παναγία και είπε: «Γενηθήτω το θέλημα Σου»

    – Μα πως; (αναρωτήθηκε ο Μιχαήλ Άγγελος)
    – Μη ζητάς να μάθεις το πως, όπου θέλει ο Θεός ανατρέπονται οι φυσικοί νόμοι. Ο άφθαρτος, ο αόρατος και προαιώνιος Θεός, κατοίκησε μέσα στο φθαρτό και ορατό σώμα σας. Για ποιό λόγο; Εσείς οι άνθρωποι πιστεύεται περισσότερο σε ότι βλέπετε, παρά σε ότι ακούτε. Δέχθηκε λοιπόν ο Θεός να παρουσιαστεί ως άνθρωπος, να τον γνωρίσετε, να διώξει από μέσα σας κάθε αμφιβολία για την ύπαρξή Του, να σας οδηγήσει εύκολα στην αληθινή πίστη, στ” αόρατα και υπερφυσικά. Αλλά πρόσεξε και κάτι άλλο: Δεν έπλασε ο Θεός κάποιο άλλο σώμα για να εμφανιστεί στη γη, πήρε ανθρώπινο σώμα για να δείξει ότι τιμά την ύλη με την οποία έπλασε τον Αδάμ και γίνεται από δημιουργός και μέτοχος της δημιουργίας. Ο τρόπος σύλληψης είναι παράδοξος, δεν υπάρχει τέτοια δυνατότητα στη φύση, γυναίκα παρθένα να γεννήσει παιδί, χωρίς άντρα και να παραμένει παρθένα. Εδώ όμως δε μιλάμε για τον τρόπο που γεννιέται ένας άνθρωπος, αλλά ο τρόπος γέννησης, που μόνο σε Θεό ταιριάζει. Έρχεται σαν άνθρωπος, να καθοδηγήσει τους ανθρώπους, έρχεται ως Θεός για να τους σώσει. (είπε ο αρχάγγελος)
    – Μιχαήλ Άγγελε περίμενε κι εμένα (φώναξε η Ζωή)
    – Μα πως έφτασες εδώ; (είπε ο Μιχαήλ Άγγελος)
    – Μου έδειξε το δρόμο η γιαγιά. Προχώρα χωρίς φόβο, μου είπε και να κοιτάς πάντα ψηλά και δεν πρόκειται ποτέ να χαθείς.
    – Ελάτε κρατήστε μου το χέρι και πάμε να σας δείξω το ουράνιο τόξο (είπε ο αρχάγγελος). Ξεδίπλωσε άλλη μια πτυχή απ” το ένδυμά του, μια νεφέλη λευκή, ολόλευκη σαν χιόνι, γεμάτη μικρές, χιλιάδες μικρές, ολόλευκες δροσοσταλιές, που λαμπίριζε πάνω τους το φως, όλα τα χρώματα της γης.
    – Δείτε στη μια άκρη του τόξου, κρέμεται ο Ιωσήφ και στην άλλη οι μάγοι. Η μια άκρη κρατά την παλαιά διαθήκη -τους νόμους- και η άλλη κρατά την επιθυμία να συναντήσει το Μεσσία και πάνω σ” αυτή την πανδαισία των χρωμάτων, η ελπίδα, η υπόσχεση, το φως που κρατά το στερέωμα.

Άστραψε ο ουρανός και φωνή ακούστηκε από ψηλά:
«Το τόξο Μου θα βρίσκεται στη νεφέλη, θα το βλέπω και θα θυμάμαι την αιώνια διαθήκη που έχω με τη γη, με όλες τις ζωντανές υπάρξεις της γης όλων των ειδών. Αυτό είναι το σημείο της διαθήκης που έκανα με κάθε ύπαρξη που υπάρχει στη γη.»

    – Βλέπετε πως ο Θεός χάρισε την ελπίδα στον άνθρωπο; Γιατί η ελπίδα παιδιά μου, είναι η κινητήριος δύναμη που μας ωθεί να νικήσουμε τους κακούς μας δαίμονες. Πώς; Το τόξο μας θέτει τα όρια, μάς υπενθυμίζει την συνέπεια και την υποστήριξη που μας δόθηκε απ΄ τον Θεό.
    – Δες πως αγωνιά ο σώφρων Ιωσήφ… Ξαπλωμένος στην καλύβα του παλεύει μες στο όνειρο. Ακούει τον προφήτη…

«Θα δοθεί αυτό το κλειστό βιβλίο σ” έναν άνθρωπο που γνωρίζει γράμματα και ο οποίος θα πει: «Δεν μπορώ να το διαβάσω» «Γιατί Ιωσήφ δεν μπορείς να το διαβάσεις;» Αυτός θ” απαντήσει: «Δεν μπορώ να το διαβάσω γιατί το βιβλίο είναι κλειστό» Για ποιόν φυλάγεται; «Φυλάγεται για κατοικία του Δημιουργού του σύμπαντος».

Η αγωνία μεγάλωνε, έπρεπε να χωρίσει μυστικά την Μαρία. Μόλις αντιλήφθηκε την εγκυμοσύνη της, δεν το είπε σε κανέναν, ήθελε ακόμη και τότε να την προστατέψει, ούτε την ίδια κατηγόρησε που δεν ήταν αυτός ο πατέρας. Ήταν όμως πολύ ανήσυχος, δεν ήθελε να δυσαρεστήσει τον Θεό. Και τότε μες στον ύπνο του έστειλε ο Θεός άγγελο:

«Μη φοβάσαι Ιωσήφ να πάρεις στο σπίτι σου τη Μαρία. Το παιδί που συνέλαβε προέρχεται από τη δημιουργική επέμβαση του Αγίου Πνεύματος. Θα γεννήσει υιό κι εσύ ως προστάτης Του θα του δώσεις το όνομα Ιησούς, αυτός θα έρθει ως σωτήρας του κόσμου.»

    – Βλέπετε πως ο Θεός αγκαλιάζει την κάθε ψυχή διαφορετικά, ανάλογα με τις ανάγκες της και τις δυνάμεις της; Ο Ιωσήφ δέχεται εύκολα την αποκάλυψη του αγγέλου, γιατί είναι βέβαιος πως είναι απεσταλμένος του Θεού, αφού ποιός θα μπορούσε να γνωρίζει τα μυστικά της ψυχής του; Ποιός θα τον αποκαλούσε «υιό Δαβίδ;» Ποιός θα του θύμιζε την υπόσχεση του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου; Γεννιέται λοιπόν μέσα του η ελπίδα πως «ο Θεός είναι μαζί μας».

Απ” την άλλη πλευρά του πολύχρωμου τόξου, κρεμάστηκαν πάνω του άνθρωποι σοφοί και ξεκίνησαν κι αυτοί τη δική τους αναζήτηση, ακολουθώντας ένα λαμπερό αστέρι που μόνο αυτοί έβλεπαν, που τους οδηγούσε ακόμη και τη μέρα, φαντάζοντας πιο ισχυρό απ” τις ακτίνες του ήλιου, ερχόμενοι απ” τα βάθη της ανατολής, να προσκυνήσουν ένα βασιλιά, δώρα φέροντες.

«Που πάτε;» φωνάζει η θύελλα «Τι γυρεύετε; Ποιόν αναζητάτε;»

Χαμογελούν οι μάγοι στη σιωπή! Μπορείς να εξηγήσεις με λόγια τη δύναμη που τους στηρίζει σ” αυτό το δύσκολο και μακρύ ταξίδι; Τη χάρη που γέμισε την ψυχή τους κι απομάκρυνε κάθε ανησυχία;

«Που πάτε;» φωνάζει η θύελλα «Μήνες ακολουθείτε αυτό το αστέρι κι αυτό χάθηκε. Που πάτε; Μάταιος ο κόπος, άνθρωποι σοφοί ξεγελαστήκατε από ένα αστέρι».

Χαμογελούν οι μάγοι στη σιωπή! Πως περιγράφεται η ευλογία, άνθρωποι βάρβαροι να έρθουν στον εκλεκτό λαό της Ιερουσαλήμ, που γνωρίζει τις γραφές και ν” αναγγείλουν τη γέννηση του Μεσσία.

Κοιτάτε, παιδιά μου, πως σέβεται ο Θεός τον κάθε άνθρωπο! Χρησιμοποιεί αυτά που αγαπά ο άνθρωπος κι έχει εξοικειωθεί μαζί τους, για να τον οδηγήσει στα υψηλότερα, στην γνώση της αλήθειας και στη σωτηρία. Ανέχθηκε ο Θεός να καλέσει μ” ένα άστρο τους βάρβαρους, προσκαλώντας κι αγκαλιάζοντας όλη την οικουμένη κι έγιναν οι μάγοι ιεραπόστολοι της διάδοσης της ενανθρωπίσεως.

Χαμογέλασε και τ” άστρο! Ξαναφάνηκε στον ουρανό πιο λαμπερό από ποτέ. Μια ολόχρυση κορώνα έλαμψε πάνω στο πολύχρωμο τόξο κι ανοίξανε οι ουρανοί κι άρχισε τ” άστρο να χαμηλώνει προσκυνώντας το θαύμα. Άγγελοι δοξολογούσαν, απλούς βοσκούς καλούσαν, σε μια σκοτεινή σπηλιά που φώλιασε η πηγή της ζωής.

Και ψιθυρίζει το σκοτάδι: «Πως δεν τον δέχθηκε το φως;»
Χαμογελά το βρέφος: «Μα Εγώ είμαι η πηγή του φωτός. Ήρθα να φωτίσω κάθε σκοτεινό σημείο αυτής της γης.»
Και ψιθυρίζει το παχνί: «Πως δέχθηκε ο Θεός να ζεσταθεί στην αγκαλιά μου;»
Το βρέφος χαμογελά: «Και το ελάχιστο της δημιουργίας Μου είναι πολυτιμότατο για μένα.»
Και ψιθύρισαν τα σπάργανα που τον περιτύλιξαν: «Μας κατέκαψε η Θεία φλόγα και πάλι ακέραια μένουμε.»

Και το βρέφος απλά τους χαμογέλασε!
Και ψιθύρισε ο Ιωσήφ: «Όλη η γη και οι κάτοικοί της ας προσκυνήσουν κι ας δοξολογήσουν Εσένα τον παντοδύναμο Θεό. Ελάτε και δείτε τα καταπληκτικά έργα του Θεού.»

Και το βρέφος χαμογέλασε κι ευχαριστήθηκε.

Και ψιθύρισε η Μαριάμ: «Εγώ δοκίμασα, Κύριε, την γλυκύτητά Σου. Προσκυνώ και εκπλήσσομαι απ” τα θαυμάσιά Σου. Η καρδιά μου φλέγεται απ” αυτά που αντίκρισαν τα μάτια μου. Το θαύμα έλαμψε στο πρόσωπό Σου και τέλειος Θεός γεννήθηκες και τέλειος άνθρωπος! Ο Κύριος Μου και ο Θεός Μου!»

Και το βρέφος έστρεψε το βλέμμα Του και την ευλόγησε.

    – Εγώ δεν καταλαβαίνω πως οι άνθρωποι δεν μπορούν να δουν τόσο φως; (είπε ο Μιχαήλ Άγγελος).
    – Γιατί οι άνθρωποι δεν ανοίγουν την ψυχή τους (είπε ο άγγελος).
    – Και τι είναι η ψυχή; (είπε ο Μιχαήλ Άγγελος).
    – Είναι η πνοή του Θεού μες στον άνθρωπο, που αναζητά ν” ανταμώσει μαζί του και, χωρίς αυτή, ο άνθρωπος πνίγεται, δεν αναπνέει (είπε ο άγγελος).
    – Κι αφού είναι τόσο απαραίτητη, γιατί δεν τη φροντίζει; (είπε ο Μιχαήλ Άγγελος)
    – Οι κακόμοιροι άνθρωποι προσπαθούν (απάντησε ο άγγελος). Απολαμβάνουν τη θαλπωρή του φωτός, τρέφονται με τον λόγο του Θεού και, πριν ριζώσει η φλόγα του φωτός στην ψυχή τους, παρασύρει τα πάντα η ορμή του κόσμου. Απερίσκεπτα, χύνει ο άνθρωπος, τους πνευματικούς θησαυρούς, για να γεμίσει την ψυχή του από ψεύτικες υποσχέσεις, για απολαύσεις που κρατούν ελάχιστα. Δυστυχώς έτσι αποχωρεί η χαρά κι έρχεται η θλίψη, φεύγει η ειρήνη κι έρχεται το άγχος και η ταραχή, φεύγει η αγάπη κι έρχεται το μίσος, για όλα αυτά που δεν μπορείτε ν” αποκτήσετε.

Μοιάζει, ας πούμε, η ψυχή μ” ένα πολύτιμο κρυστάλλινο δοχείο, που ψήθηκε και πλάστηκε απ” τη φωτιά, λειάνθηκε περνώντας μέσα απ” τις φλόγες, έτσι ώστε τέλεια ν” ατενίζει τον ουρανό. Τοποθετήθηκε στο πιο ζεστό μέρος, δίπλα ακριβώς απ” την καρδιά και στράφηκε το στόμιό του, προς την πλευρά των ματιών, έτσι ώστε το φως ν” αντανακλά μέσα του όλα τα χρώματα του τόξου, που κρατά το στερέωμα. Τα μάτια όμως, εσείς οι άνθρωποι, απερίσκεπτα τα σέρνεται εδώ κι εκεί και χάνει το βλέμμα τον προορισμό του και γίνεται η είσοδος πολλών κακών, ταραχής, θυμού, ζήλιας, μίσους, αγωνίας. Αυτά όλα μπαίνουν μέσα σ” αυτό το πολύτιμο δοχείο, στριμώχνονται, δεν μπορούν να συνυπάρξουν. Αρχίζουν λοιπόν, με τα σιδερένια νύχια τους, να επιτίθενται, το ένα πάθος στο άλλο κι όλα μαζί να γρατσουνάνε το δοχείο, προσπαθώντας να το σπάσουν για να ελευθερωθούν. Το δοχείο όμως είναι ψημένο στη φωτιά και δε σπάει, όμως οι γρατσουνιές χαλάνε την λεία και λαμπερή επιφάνειά του κι αυτό έχει ως αποτέλεσμα το φως να μη λάμπει πια πάνω του.

    – Και γιατί το φως το είδαν μόνο οι μάγοι; (είπε η Ζωή)
    – Είχε φτάσει το πλήρωμα του χρόνου. Είχε γίνει πανανθρώπινη επιθυμία, να έρθει ένας Μεσσίας που θα σώσει τον κόσμο, γιατί ο περίλυπος άνθρωπος είχε καταλάβει πως δεν μπορεί να τα καταφέρει μόνος του. Οι προφήτες είχαν μιλήσει στον λαό του Ισραήλ, έπρεπε όμως να προσκληθούν κι όλοι οι λαοί σ” αυτό το θαυμαστό γεγονός. Έτσι ουράνια δύναμη με τη μορφή αστεριού κάλεσε τους μάγους να συναντήσουν τον Μεσσία που ποθούσε η ψυχή τους (είπε ο άγγελος).
    – Και αυτοί δεν είχαν γρατσουνιές στην ψυχή τους; Δεν είχαν πάθη να παλεύουν μέσα τους; Πως είδαν το φως; (είπε η Ζωή).
    – Γιατί ζήτησαν και τους δόθηκε. Ζήτησαν την αλήθεια, πίστεψαν, εμπιστεύθηκαν και τους δόθηκε η αιωνιότητα (είπε ο άγγελος).
    – Κι εμείς; είπαν κι οι δυο μαζί, πώς θα τα καταφέρουμε;
    – Με θάρρος, γενναιότητα κι ευσέβεια, να γέρνετε μακριά το βλέμμα σας, απ” ό,τι σας στερεί το φως. Δεν πρέπει όμως και ν” απογοητεύεστε, εάν αδιαφορήσατε στο παρελθόν. Μη στηρίζεστε σε κανέναν, παρά μόνο στον Θεό, που έστειλε σε σας τον υιό Του. Αυτός φέρει στους ώμους του το φορτίο των αμαρτιών σας. Τραυματίστηκε για σας, υπέφερε για σας. Χάρη δε στην πληγή Του, εσείς θεραπευτήκατε. Το τίμιό Του αίμα είναι το μόνο που μπορεί ν” ανακαινίσει το δοχείο της ψυχής σας, να κατακαύσει κάθε ρύπο της και να λάμψει μέσα της.

Ελάτε ήρθε η ώρα κι εσείς να προσκυνήσετε (είπε ο άγγελος).

Άφησε τα παιδιά στη ζεστή αγκαλιά της γιαγιά τους κι αυτός άρχισε ν” ανεβαίνει ψηλά, πάνω από μια σπηλιά, πάνω από ένα δωμάτιο. ΄Εστρεψε το βλέμμα κοίταξε τα παιδιά και το πρόσωπό του έλαμψε, σαν ν” άστραψε πάνω του αστραπή και το ένδυμά του άσπρο σαν χιόνι, απάτητο χιόνι, ολόλευκο κι ανέβαινε, ανέβαινε…

    – Γιαγιά, μπορούμε να πλησιάσουμε το βρέφος; (είπε η Ζωή).
    – Μα φυσικά, Αυτός είναι ο προορισμός μας (είπε η γιαγιά).

Πιο θαρρετή η Ζωή πλησίασε κοντά, κοίταξε με περιέργεια το βρέφος, του χαμογέλασε, χαμογέλασε κι Αυτό.

    – Έλα Μιχαήλ Άγγελε να δεις! (είπε η Ζωή).

Ο Μιχαήλ Άγγελος πλησίασε. Στα μάτια του βρέφους παιχνίδιζε το φως και καθρέφτισε το σχήμα του σταυρού. Για πρώτη φορά κατάλαβε την αξία της σιωπής. Πιάστηκαν απ” το χέρι τα δυο παιδιά κι η σιωπή έγινε γαλήνη.

    – Τα λόγια δίνουν αξία στα πράγματα που βρίσκονται γύρω μας, στις σκέψεις που κατακλύζουν το μυαλό μας. Η σιωπή παίρνει κάθε νόημα απ” το μυαλό μας, κάθε εξάρτηση από δίπλα μας και δίνει αξία μόνο στην αιωνιότητα (είπε η γιαγιά).

Ο Ιησούς σιωπηλός άπλωσε το χεράκι Του.
Η Ζωή αμέσως το άρπαξε και το καταφίλησε.

    – Ζωή πρόσεχε! μοιάζει να πονά! (είπε ο Μιχαήλ Άγγελος).

Άνοιξε το χεράκι Του η Ζωή κι είδε μια πληγή! Μια τρυπούλα ήταν στο μέσο της παλάμης, λες κι έγινε από καρφί κι αίμα έσταξε! Πήρε ένα κομμάτι απ” τα σπάργανα του Ιησού ο Μιχαήλ Άγγελος, σκούπισε το χεράκι Του και δίνοντας το στη γιαγιά την ρώτησε:

    – Γιαγιά τι είναι αιωνιότητα;
    – Αιωνιότητα, είναι η ζωή μες στη σιωπή της καρδιάς και του νου. Η ήρεμη συνύπαρξη σάρκας και πνεύματος. Αυτή η μέρα η χρυσή που θα βόσκουν μαζί ο λύκος και το πρόβατο, το λιοντάρι με τ” αρνί, θα ζουν όλοι οι άνθρωποι αδελφωμένοι. Αυτή θα είναι, παιδιά μου, η χρυσή μέρα της αιωνιότητας.

Ανοίγει η πόρτα και μπαίνουν μέσα οι σοφοί. Εκστατικοί οι μάγοι προσκυνούν το βρέφος κι εναποθέτουν στα πόδια Του δώρα που έφεραν απ” την πατρίδα τους, δώρα για ένα βασιλιά. Σμύρνα, λιβάνι και χρυσό. Δάκρυα, προσευχή, φως. Ένα αστέρι τους κάλεσε, ένας άγγελος ευλογεί το δρόμο τους κι εντολή τους δίνει να μην ενημερώσουν τον Ηρώδη. Έφυγαν βγήκαν στην έρημο και τους ξαναντάμωσε η βροντή:

«Τι σας πρόσφερε ένα βρέφος; Που ήταν ο βασιλιάς; Μέσα σε μια καλύβα; Ένα μωρό στα σπάργανα; Με μια φτωχή, άσημη μάνα; Ποιό το όφελος απ” το ταξίδι; Ποιό το νόημα να προσφέρετε δώρα σ” ένα ξένο, ξένο βασιλιά, ενός παράξενου λαού, μακριά απ” την πατρίδα σας; Γιατί, γιατί, γιατί;»

Κι οι μάγοι χαμογέλασαν στη σιωπή. Η επιθυμία τους ολοκληρώθηκε: «Ο Θεός είναι μαζί μας».

Ο τόπος σείστηκε, ανήσυχη η Ιερουσαλήμ, ο βασιλιάς σε ταραχή.

    – Ποιόν κορόιδεψαν; Κανείς δε θα πάρει το βασίλειό μου! Ποιός; Τι; Γιατί; Εγώ, εγώ, εγώ….

(Άγγελος παρουσιάζεται στον Ιωσήφ)

    – Σήκω Ιωσήφ, πάρε το παιδί και τη μητέρα Του και φύγετε στην Αίγυπτο, γιατί ο Ηρώδης ζητά την ψυχή Του.
    – Δείτε παιδιά μου, με πόση χαρά υπομένει ο Ιωσήφ, όλους τους πειρασμούς, υπακούει, πιστεύει βαθιά κι όλα αυτά, γιατί αγάπησε πολύ. Η Παλαιστίνη καταδιώκει το βρέφος, η Αίγυπτος ανοίγει την αγκαλιά της να το σώσει ή μήπως σώζεται η ίδια; (είπε η γιαγιά). Η Βαβυλώνα και η Αίγυπτος καιγόταν απ’ το πυρ της ασεβείας. Στη Βαβυλώνα επέστρεψαν οι μάγοι ως ιερείς του μόνου αληθινού Θεού που γνώρισαν, στην Αίγυπτο πήγε ο ίδιος ο Ιησούς με τη μητέρα Του κι αγίασε όλη τη χώρα. Η έρημος της Αιγύπτου, φιλοξένησε τους μεγαλύτερους ασκητές, πλήθος αγίων μαρτυρά ακόμη και σήμερα τη δύναμη και την ευσπλαχνία του Θεού.

    Κι εσείς, παιδιά μου, πρέπει τα πάντα να υπομένετε με γενναιότητα, γιατί η πνευματική ζωή έχει παντού πειρασμούς.

      – Τι σημαίνει γενναιότητα γιαγιά; (είπε ο Μιχαήλ Άγγελος)
      – Φαντάσου ένα μονοπάτι ανηφορικό, σαν αυτό που πήγαμε με τον παππού στη μονή Στομίου. Χώμα, πέτρες, απότομες πλαγιές απ’ τα δεξιά, που δέχονται στην αγκαλιά τους χιόνια και βοριάδες, γκρεμό απ’ τ’ αριστερά που καταλήγει σ’ ένα ποτάμι, που πολλές φορές λαμπυρίζει πάνω του ο ήλιος κι άλλες πάλι ανταμώνει με τους κεραυνούς και θυμωμένο παρασέρνει τα πάντα στο διάβα του. Κι εσύ διαβάτης, ανηφορίζεις χωρίς να ξέρεις τι θα συναντήσεις στο δρόμο σου κάθε φορά. Μόνο σου στήριγμα, η γενναιότητα, το δεκανίκι σου, και συνεχίζεις κι ανηφορίζεις ως το τέρμα, ως την κορυφή. Ακόμη κι αν πέσεις, πάνω της θα στηριχτείς για να σηκωθείς, αν ματώσεις αυτή θα περιποιηθεί το τραύμα σου, αν γλιστρήσεις στο νερό αυτή θα σε τραβήξει στη στεριά κι όλα αυτά γιατί είναι ο μόνος συνοδοιπόρος που δε θα σ’ εγκαταλείψει, μόνο μαζί της μπορείς να φτάσεις στην κορυφή, γιατί αυτός είναι ο μοναδικός προορισμός σου. Αλλά πρόσεξε η επιτυχία της ανάβασης δεν εξαρτάται απ’ τη σωματική δύναμη, αλλά απ’ τη δύναμη της ψυχής που την τρέφει η γενναιότητα.

    Κοιτάτε τον Ηρώδη, περίλυπος, βασανισμένος, δηλητηρίασε με μίσος την ψυχή του. Σκουλήκια ξεχύθηκαν από μέσα της και κατατρώγουν τη σάρκα του, σκοτείνιασαν τον κόσμο γύρω του. Οι δαίμονες τον χτυπούν από παντού!

    «Σκοτώστε, σκοτώστε όλα τα παιδιά, κλάμα και πόνο θέλω ν’ ακούω. Αίμα κι άλλο αίμα να πνίξει τις κραυγές των δαιμόνων. Δεν υπάρχει λύτρωση, θάνατος σ’ όλα τα παιδιά κάτω των δυο ετών. Θάνατος και στα δικά μου παιδιά. Μόνο εγώ, εγώ! Κι ίσως έτσι σωθώ! Πονάω, δεν αντέχω άλλο, κλάψε κι εσύ Ραχήλ τα παιδιά σου. Μόνο πόνος και τίποτε άλλο. Ποιος θα σώσει το βασιλιά; Ποιος θα σώσει το λαό του; Μόνο εγώ, εγώ και τίποτα άλλο!» (μονολογούσε ο Ηρώδης).

      – Γιατί γιαγιά; (είπε η Ζωή).
      – Ο Ιησούς δεν ήρθε σ’ ένα κόσμο ειδυλλιακό, αλλά σ’ ένα κόσμο που ο ίδιος ο άνθρωπος συνέτριψε. Αγρίεψε ο άνθρωπος, αγρίεψε και η φύση. Βία, καταπίεση, καταστροφές, διωγμοί, θάνατος! Ένα μεγάλο ερώτημα είναι, σε ποια θέση θα θέλατε, μικρά μου, να είστε, του ισχυρού Ηρώδη ή των αθώων παιδιών; (είπε η γιαγιά).

    Σιωπή!

      – Αφού ήρθε ο Ιησούς στη γη, γιατί δεν κάνει καλό άνθρωπο τον Ηρώδη; 
(είπε ο Μιχαήλ Άγγελος).

    Ο Ηρώδης, με τις ενέργειές του, φαίνεται ως εκπρόσωπος των δυνάμεων του κακού. Προκάλεσε το μίσος και την αντιπάθεια του λαού του, καθώς κάθε μέρα αύξανε το κακό στο βασίλειό του και την αδικία σε βάρος των αδυνάτων. Έτσι κάπως εξελίχθηκε σ’ ένα παρανοϊκό ηγέτη. Και μήπως ο Ιησούς δεν ήρθε και γι’ αυτόν; Δεν άκουσε ότι το άστρο υπηρέτησε το γεγονός της ενανθρωπήσεως; Δεν θαύμασε το θάρρος των μάγων; Δεν ρίγησε από την επαλήθευση του προφήτη; Τι έφταιγαν τα παιδιά; Το πνεύμα ζητά μεταμέλεια, αλλά ίχνος συγγνώμης πουθενά, μόνο το εγώ και η απόλυτη πίστη στο δίκαιό του. Και ο Θεός φεύγει! (είπε η γιαγιά).

      – Και γιατί δε σώζει τα παιδιά όπως διασώθηκε και ο ίδιος; (είπε η Ζωή). Γιατί να μην υπάρχει σωτηρία για όλους;
      – Μα έτσι έρχεται η σωτηρία! Ο Ιησούς πορεύεται προς την ελευθερία των ανθρώπων! Τα παιδιά γίνονται μάρτυρες της αλήθειας. Το πλήθος των μαρτύρων της Εκκλησίας του Χριστού βεβαιώνει πως δεν μπορεί να υπάρξει καμιά αλλαγή στον κόσμο, χωρίς τους ομολογητές της αλήθειας και τους μάρτυρες της ελευθερίας. Η αδικία δεν θα λείψει απ’ τον κόσμο, γιατί οι άνθρωποι θα συνεχίσουν ν’ αδικούν, κανείς όμως, κανείς, δεν μπορεί ν’ αδικηθεί, χωρίς να το επιτρέψει ο Θεός. Γιατί πνεύμα ο Θεός και πνεύμα ενεφύσησε στον άνθρωπο και πνεύμα δεν μπορεί ν’ αδικηθεί, γιατί πνεύμα είναι ο Θεός! (είπε η γιαγιά).

    Άρχισε να χαράζει. Πάνω στην κορυφή, σ’ ένα ψηλό βουνό, ο Ησαΐας ατενίζει το μέλλον. Πες μας τι βλέπει;
    «Βλέπω τον λαό να κάθεται στο σκοτάδι. Μια μαύρη απαίσια σκιά τον σκεπάζει. Και ξαφνικά βλέπω ένα φως να διώχνει τη σκιά και να διαλύει τα σκοτάδια και να φωτίζει τον λαό».

    Κάτι ακούει ο Ησαΐας και μένει εκστατικός. Τι ακούς Ησαΐα;
    «Ακούω τον Μεσσία!»

    Πες μας τι ακούς;
    «Το Πνεύμα με κατέχει του Θεού, γιατί Αυτός με έχρισε. Ήρθα χαρμόσυνο μήνυμα να φέρω στους φτωχούς, τους τσακισμένους ψυχικά να θεραπεύσω, στους αιχμαλώτους να κηρύξω λευτεριά και στους φυλακισμένους την απαλλαγή τους».

    800 χρόνια μετά, ο Ιησούς ξετυλίγοντας το βιβλίο του προφήτη αυτά τα λόγια απήγγειλε μέσα στη συναγωγή στον λαό Του. Μια νέα εποχή αρχίζει!
    Η γιαγιά άνοιξε τις κουρτίνες. Ο ήλιος άπλωσε τις ζεστές του ακτίνες πάνω στα κορμάκια των παιδιών που κοιμόταν γαλήνια.

      – Ελάτε παιδιά, ξυπνήστε. Η μαμά έχει έτοιμο το πρωινό. Ετοιμαστείτε και σας περιμένουμε κάτω. Ελάτε υπναράδες σηκωθείτε.

    Τα παιδιά άνοιξαν τα μάτια τους, αλλά έμειναν ασάλευτα στο κρεβάτι. Κοιτάχτηκαν δειλά. Άραγε να ήταν όνειρο; Μα τόσο ζωντανό; Ίσως θα ήταν καλύτερα να μη το συζητήσουν. Ποιος άντεχε τις κοροϊδίες!

      – Ελάτε επιτέλους παιδιά, θ’ αργήσετε στο σχολείο. Κατεβάζω κάτω τις τσάντες σας. Άντε ετοιμαστείτε (φώναξε η γιαγιά).
      – Γιαγιά ήταν αλήθεια; (ρώτησε η Ζωή).
      – Πάντα τολμηρή, Ζωή, όπως τολμηρή είναι κι η αλήθεια. Χρειάζεται ψυχική δύναμη για να την ανακαλύψεις. Εσύ τι λες, Μιχαήλ Άγγελε ήταν αλήθεια; (είπε η γιαγιά)
      – Δεν ξέρω! Είδα, ένιωσα, λαχτάρισα να μείνω εκεί. Ήθελα τόσο να σκαλώσω πάνω στο τόξο, ήθελα να ξανανέβω στο βουνό παρέα με τη γενναιότητα, ήθελα τόσο ν’ ακολουθήσω τον Ιησού στην Αίγυπτο, αλλά είμαι εδώ, στο δωμάτιο μου, πάλι στα ίδια! (είπε ο Μιχαήλ Άγγελος)
      – Τίποτε πια δεν θα είναι το ίδιο! (είπε η γιαγιά) Πήγε κοντά στο Μιχαήλ Άγγελο, τον χάιδεψε τρυφερά και του έβαλε ένα κομμάτι ύφασμα στο χέρι.
      Ξεδίπλωσε το κομματάκι ο Μιχαήλ Άγγελος και πετάχτηκε όρθιος, κατάπληκτος. «Κοίτα, Ζωή!»

    Στο ύφασμα είχε αποτυπωθεί η μορφή του βρέφους. «Είναι ο Ιησούς», είπε η Ζωή. «Μα πως; Μ’ αυτό το κομμάτι απ΄ τα σπάργανα δεν σκουπίσαμε το χεράκι Του;»
    Τίποτε πια δεν μπορεί να είναι το ίδιο! Κάθε ανατολή ξαναγεννά το θαύμα! Τώρα υπάρχει ελπίδα! Τώρα γνωρίσατε τον Θεό! Τώρα δεν χρειάζεται να περιμένετε τον άλλο να σας χαιρετήσει πρώτος, δεν χρειάζεται να σας αγαπάνε όλοι οι άνθρωποι, δε χρειάζεται να τα καταφέρνετε στα πάντα. Δεν πειράζει κι αν κάποιος σας πληγώσει, δεν πειράζει κι αν στερηθείτε κάτι δικό σας, δεν πειράζει κι αν κάποιος προσπαθήσει να σας βλάψει! Αυτό το κομματάκι είναι η στολή της ψυχής σας. Είναι η πίστη, η ελπίδα, η υπόσχεση, η αγάπη και το μέγα έλεος του Θεού. Αυτά είναι η ασπίδα σας, στον καθημερινό αγώνα της ζωής και με πολύ γενναιοδωρία θα σας απονείμει ο Θεός τα έπαθλά σας ως νικητές. Αυτά είναι, η θέα του Θεού, η κληρονομιά της βασιλείας των ουρανών, το να μοιάσουμε όλοι στον Θεό. Να γίνουμε ελεύθεροι άνθρωποι, ελεύθερα ν’ αγαπάμε, ελεύθερα ν’ αγαπιόμαστε, ελεύθεροι να ζούμε μεταξύ ουρανού και γης, ελεύθεροι να πεθαίνουμε!

    —— Σημείωμα της Ζωής Αγγέλη ——
    Ονομάζομαι Ζωή Αγγέλη. Γεννήθηκα το 1972 στα Ιωάννινα, είμαι έγγαμη, μητέρα τριών παιδιών και γιαγιά. Εργάζομαι στο δήμο Δωδώνης στο πρόγραμμα «Βοήθεια στο σπίτι». Αποφοίτησα από το Εσπερινό γενικό Λύκειο Ιωαννίνων με βαθμό 18,9 το 2012. Το 2021 αποφοίτησα από το εσπερινό ΕΠΑΛ Ιωαννίνων, με ειδικότητα «Βοηθός Νοσηλευτή» και βαθμό 17,8. Την ίδια χρονιά πήρα μέρος σε πανελλήνιες εξετάσεις και πέρασα στο Παιδαγωγικό τμήμα Νηπιαγωγών Ιωαννίνων με 17400 μόρια. Έχω πτυχίο ECDL και πιστοποιητικό επιπέδου lower αγγλικών. Τα προσωπικά μου ενδιαφέροντα χαρακτηρίζονται από την αγάπη μου για τη συγγραφή θρησκευτικών κειμένων, την εκμάθηση τεχνικών αγιογραφίας και την ανάδειξη της θρησκευτικής τέχνης βασιζόμενη στον ψηφιακό θρησκευτικό γραμματισμό στην εκπαίδευση και τη δια βίου μάθηση.
    Οι προκλήσεις του μέλλοντος επιτάσσουν τον ψηφιακό γραμματισμό στην εκπαίδευση, όλων των βαθμίδων ακόμη και στη δια βίου μάθηση. Η τρέχουσα ψηφιακή εποχή μεταβάλλει την ταχύτητα, την αξία και την ευρύτητα της πληροφορίας και της επικοινωνίας, σε σχέση με την εκπαίδευση και προκύπτει το διακύβευμα της αποτελεσματικής διδασκαλίας με την ενσωμάτωση του ψηφιακού γραμματισμού.
    Η ψηφιακή πληροφορία αποτελεί μέρος της καθημερινής εμπειρίας των μαθητών. Λίγα παιδιά και ακόμη λιγότεροι έφηβοι προτιμούν να διαβάζουν έντυπα βιβλία στον ελεύθερο χρόνο τους, Στην πλειοψηφία τους προτιμούν να αναλώνουν τον χρόνο αυτό στο διαδίκτυο και τις υπηρεσίες του (π.χ. facebook). Το διαδίκτυο ανοίγει μπροστά στους νέους έναν ωραίο κόσμο, που όμως δεν γνωρίζουν τον τρόπο να τον διερευνήσουν και να αξιοποιήσουν αυτά που τους προσφέρει, ενώ μπορούν να «χαθούν» στις πολύπλοκες διαδρομές του. Πολλοί νέοι, ενώ γράφουν την εργασία τους, ταυτόχρονα, πλοηγούνται στο διαδίκτυο και ανταλλάσσουν μηνύματα με τους φίλους τους. (Twenge, 2009) Η χρήση όμως αυτή δεν καλύπτει όλες τις εκφάνσεις της έννοιας του όρου ψηφιακά εγγράμματος. Ο όρος ψηφιακός γραμματισμός αφορά στην ικανότητα πρόσβασης, χρήσης και ελέγχου ηλεκτρονικών πηγών (Bawden & Robinson, 2002) με κριτική σκέψη και δημιουργικότητα (Πολίτης, 2005; Τζιφόπουλος, 2010). Η χρήση των ΤΠΕ και των εφαρμογών τους ως διδακτικών μέσων στο μάθημα των θρησκευτικών, δημιουργεί την ανάγκη ύπαρξης έγκυρου θρησκευτικά ψηφιακού υλικού άμεσα προσπελάσιμου και συγκεντρωμένου σε μια βάση δεδομένων, ώστε, εκπαιδευτικοί και μαθητές, να μπορούν εύκολα να εντοπίζουν και να ανακτούν την ψηφιακή πληροφορία που επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν στη διδασκαλία τους, σε οποιαδήποτε θεματική ενότητα.
    Ο ψηφιακός θρησκευτικός γραμματισμός αναδεικνύει την εποπτικότητα του μαθήματος και μπορεί να συμβάλλει, με πολλαπλούς τρόπους, στην «Ανάδειξη της θρησκευτικής ιδιαιτερότητας της τοπικής κοινότητας: της πίστης, της ιστορίας, της λειτουργικής ζωής, της τέχνης και της ζωής» που συνδέονται με τις εμπειρίες των μαθητών μέσα από διδακτικά σενάρια, ανοιχτές εκπαιδευτικές πρακτικές, σχέδια εργασίας (project), ερευνητικές εργασίες κα. (Mitropoulou, 2013)
    Τα παραπάνω χαρακτηρίζουν το θρησκευτικά γραμματισμένο άτομο και προωθούν την ολιστική ανάπτυξη των μαθητών (θρησκευτική, γνωστική, πνευματική, κοινωνική, ηθική, δημιουργική, επικοινωνιακή). Σύμφωνα με τον Stephen Prothero στο βιβλίο του Religious Literacy, ο Θρησκευτικός Γραμματισμός έχει στόχο να «βοηθήσει τους πολίτες να συμμετέχουν πλήρως στην κοινωνική, πολιτική και οικονομική ζωή του έθνους και σε έναν κόσμο στον οποίο η θρησκεία μετράει».
    Η καλλιέργεια του θρησκευτικού γραμματισμού, όπως τονίζεται στα νέα αναλυτικά προγράμματα, θα πρέπει να τονίζει την ανάγκη σεβασμού της θρησκευτικής ιδιαιτερότητας και συνύπαρξης με το διαφορετικό σε «πνεύμα έμπρακτης αλληλεγγύης, ειρήνης και δικαιοσύνης» (ΦΕΚ, 2017). Συνεπώς ο θρησκευτικός γραμματισμός δεν αφορά αποκλειστικά τη γνώση ως πληροφόρηση για τη θρησκεία του άλλου, αλλά και την κατανόηση της συνεισφοράς της στη ζωή και στάσεις ζωής του άλλου. Δεν σημαίνει ότι την ενστερνίζεται αλλά ότι μαθαίνει να την σέβεται για την θέση που κατέχει στη ζωή του άλλου.
    Κλείνω με την πεποίθηση ότι η γνώση είναι ο πυλώνας που στηρίζει τον αιώνιο αγώνα του ανθρώπου για πνευματική ελευθερία και ηθική ακεραιότητα.

    Πηγή εικόνας: Παναγία Αγιοσορίτισσα, έργο της Ζωής Αγγέλη. Η αγιογραφία θα παρουσιαστεί τις 17 Φεβρουαρίου στην έκθεση που διοργανώνει το Εικαστικό εργαστήρι του Δήμου Ιωαννιτών στην πλατεία Χατζή και αφορά μια αχειροποίητη εικόνα της Παναγίας της Αγιοσορίτισσας. Ονομάστηκε έτσι επειδή το πρωτότυπο φυλασσόταν στο ναό των Χαλκοπρατείων στην Κωνσταντινούπολη, όπου υπήρχε το θεομητορικό κειμήλιο της Αγίας Ζώνης.