ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΠΑΡΕΝΟΧΛΗΣΗ
Ένα μείζον θέμα που πλήττει πολλούς, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται και κάποιοι έφηβοι της σχολικής μας κοινότητας.
Βρίσκουν θάρρος και μιλούν
«Μόλις είχαμε μετακομίσει. Δεν γνωρίζαμε καλά το νέο σπίτι, οπότε ήρθε να μας το δείξει ένας εργάτης που έκανε κάποιες επισκευές εκεί. Με το που έφτασε, ξεκίνησε να ρωτά διάφορες πληροφορίες για εμένα. Ήταν διαχυτικός. Άρχισε να με ακουμπάει και να με χαϊδεύει. Ένιωθα άβολα. Ήμουν με τον παππού μου, αλλά λειτουργούσε με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην γίνει αντιληπτός. Έφυγε και ένιωσα ανακούφιση. Θα ξαναερχόταν όμως, το ίδιο απόγευμα κι αυτή τη φορά θα ήμουν μόνη και το γνώριζε. Αγχώθηκα και κάλεσα αμέσως μια φίλη μου να έρθει, για να νιώθω ασφάλεια. Τη στιγμή που αυτή έφτασε στο σπίτι, εκείνος πιθανότατα την άκουσε καθώς βρισκόταν στον δεύτερο όροφο και δεν εμφανίστηκε ποτέ».
«Ήμουν σε ένα πάρτι στη θάλασσα. Κάποια στιγμή με πλησίασε ένα παιδί και μου πρότεινε να μιλήσουμε λίγο παραπέρα. Εκεί άρχισε να γίνεται πιο έντονος και κατάλαβα πού το πήγαινε. Εγώ αρνήθηκα αμέσως. Παρ” όλ” αυτά, με ακούμπησε, με τράβηξε από τη μέση, με πίεσε… Ήρθε πιο κοντά μου και προσπάθησε να με φιλήσει… κι όλα αυτά, ενώ εγώ έλεγα όχι».
«Από τα δώδεκα μου έως και σήμερα λαμβάνω αμέτρητα μηνύματα από τον ίδιο άνθρωπο. Κάθε φορά πατάω το κουμπί αποκλεισμού με την ελπίδα πως το θέμα λήγει οριστικά. Μα κάπως θα με βρει… Μέσω κάποιου μέσου δικτύωσης, αλλάζοντας τον αριθμόν του. Αρχικά τα μηνύματα… «καλημέρα γλυκούλα», «θα σου δώσω ένα φιλάκι», «μωράκι μου» και ύστερα οι κινήσεις του. Απόγευμα, σε κεντρικό σημείο του τόπου, με πλησίασε και ξεκίνησε να μου χαϊδεύει τα μαλλιά. Συνέχιζε να μιλάει, σαν να έκανε κάτι απόλυτα φυσιολογικό, και χαμογέλαγε έντονα. Εγώ πάγωσα. Δεν μπορούσα να κουνηθώ. Αργότερα, καθώς ανέβαινα κάποια σκαλιά, έτυχε να περνά και αυτός. Κοντοστάθηκε και με ακούμπησε, χωρίς ενδοιασμό, ξανά. Λίγο αργότερα, με χάιδεψε στον ώμο, χωρίς να γνωρίζω καν την παρουσία του στον χώρο. Και το πιο τραγικό της υποθέσεως είναι, ότι πρόκειται για τον «πιο ευγενικό άνθρωπο» του χωριού, «την πιο καλή ψυχή»…Κανένας δε γνωρίζει όμως, πραγματικά την πονηριά του».
«Ήταν νωρίς το πρωί. Κατευθυνόμουν προς το σχολείο. Διέσχιζα το δρόμο και ο οδηγός ενός αμαξιού, κοιτάζοντάς με επίμονα, είπε κάτι που αυτή τη στιγμή δεν μπορώ να αναφέρω… Ουσιαστικά, σχολίαζε το σώμα μου με πολύ άσχημο τρόπο. Ένιωσα τόσο αμήχανα… Και αυτή είναι μια από τις πολλές περιπτώσεις που έχω βιώσει. Και βέβαια, αυτά τα συμβάντα τα μοιράζομαι μόνο με την αδερφή μου και με τους φίλους μου. Γιατί να το πω στους γονείς μου; Για να γίνουν υπερπροστατευτικοί και να μην με αφήνουν να βγαίνω έξω με τέτοια άνεση; Είναι και το ότι ντρέπομαι ένας λόγος…
«Ήμασταν στη θάλασσα, σχετικά πρόσφατα, με κάποιες φίλες μου. Καθώς καθόμασταν, κάποια στιγμή καταλάβαμε πως αυτός που βρισκόταν από πίσω μας, μας κοίταζε και αυτοϊκανοποιούταν. Μιλάμε για άνθρωπο μεγάλης ηλικίας… Νιώσαμε μεγάλη αηδία».
«Γενικώς έχω δεχτεί σεξουαλική παρενόχληση και λεκτικά και σωματικά και από άτομα του οικογενειακού μου κύκλου. Θυμάμαι αυτό που συνέβη, όταν ήμουν περίπου εννιά… Ένα συγγενικό μου πρόσωπο συνήθιζε να με πλησιάζει και να με ακουμπάει τα βράδια. Το έκανε σε στιγμές, που δεν υπήρχε κάποια άλλη παρουσία, για να μην τον καταλάβουν. Απ’ ότι θυμάμαι έπινε κιόλας… Είχα βρει το θάρρος και το είχα αναφέρει σε ένα συγγενή μου που τον γνώριζε, ωστόσο δεν κατάφερα τίποτα. Αγνοήθηκα τελείως. Μάλιστα, το άτομο, στο οποίο μίλησα, δικαιολόγησε τον θύτη. Πίστευε πως όλα αυτά ήταν μια ένδειξη αγάπης, ένας τρόπος να μου δείξει στοργή. Δεν ξαναμίλησα για αυτό, μέχρι πρόσφατα… Αρχικά, όταν το ανέφερα, αισθάνθηκα ένοχη. Έθετα διάφορα ερωτήματα στον εαυτό μου, όπως: «Έπρεπε να κάνω κάτι;» «Έπρεπε να το πω πιο νωρίς;» Αλλά τώρα δε με κατηγορώ πια. Έχουμε κόψει κάθε επαφή με αυτόν τον άνθρωπο, διότι έχουν προκύψει κι άλλα. Ωστόσο, με έχει επηρεάσει αυτή η κατάσταση. Ακόμη και σήμερα μερικές φορές, αισθάνομαι σαν να μου ξανασυμβαίνει… Όταν κοιμάμαι για παράδειγμα, και μπαίνει κάποιος στο δωμάτιο τη νύχτα, νιώθω ότι είναι εκείνος…»
«Και ο ίδιος μου ο φίλος… όταν με ρώταγε, εάν ήθελα να μου στείλει φωτογραφίες σεξουαλικού περιεχομένου, έλεγα πάντα όχι. Αλλά με αγνόησε και το έκανε. Και όταν έδειξα ότι εκνευρίστηκα, μου είπε: «Αφού και εσύ δημοσιεύεις στα μέσα φωτογραφίες με το σώμα σου, ποια η διαφορά;» Ήθελε να με κατηγορήσει, να μου δείξει πως αυτό που έκανε με αυτό που κάνω είναι το ίδιο πράγμα, για να μου δημιουργήσει τύψεις. Ουσιαστικά αυτό ήταν και το τέλος της φιλίας μας…»
«Είχα πάει σε ένα πάρτι με το άτομο που ήμουν μαζί εκείνο τον καιρό. Τη στιγμή που κράταγα το ποτήρι με το ποτό μου, εκείνος κατάφερε να ρίξει κάτι μέσα. Εγώ δεν το αντιλήφθηκα εκείνη τη στιγμή. Ζαλίστηκα και από κει και ύστερα δεν θυμάμαι τίποτα. Το επόμενο πρωί, ένας κοντινός μου φίλος, ο οποίος με επέστρεψε στο σπίτι μου, μου είπε ότι εκείνος με είχε απομονώσει και προσπάθησε να με εκμεταλλευτεί. Πάλι καλά έτυχε να με αναζητήσει ο φίλος μου την ίδια στιγμή… Από εκείνη την ημέρα σταμάτησα να του μιλάω και ξέκοψα από την παρέα, στην οποία ήταν και εκείνος. Προσπαθώ να τον αποφεύγω, αν και από όσο ξέρω, συνεχίζει να με ψάχνει. Δεν μπορούσα να το πιστέψω ότι έγινε ή μάλλον δεν ήθελα να το πιστέψω, ούτε να το καταλάβω. Αυτό το γεγονός με τσάκισε. Και δυσκολεύομαι να εμπιστευτώ πια, ειδικά άτομα του αντίθετου φύλου».
«Ήμουν αρκετά μικρή, όταν ξεκίνησα να χρησιμοποιώ τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Άρχισα, λοιπόν, να επικοινωνώ με ένα άτομο διαδικτυακά. Μου συστήθηκε ως παιδί της ηλικίας μου… Ο καιρός περνούσε και μιλάγαμε όλο και περισσότερο, που ξεκίνησε να ζητά φωτογραφίες σεξουαλικού περιεχομένου. Μου ασκούσε πολλή πίεση και εγώ κάποια στιγμή έστειλα. Ωστόσο, αφού πέρασε αρκετό χρονικό διάστημα, και καθώς αρνούνταν να κάνουμε κλήσεις και να μου στείλει φωνητικά, κατάλαβα πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Πράγματι, κάποια στιγμή μου αποκάλυψε την ταυτότητά του και αποδείχθηκε ότι ήταν γνωστό πρόσωπο της οικογένειας…ήταν γύρω στα τριάντα. Σε κάθε περίπτωση, δεν ήταν αυτός που προσποιούνταν… Αυτό το γεγονός ήταν και η αιτία για την πρώτη μου κρίση πανικού. Φοβόμουν πού θα καταλήξουν οι φωτογραφίες, δεν ήθελα να το πω στους γονείς μου, διότι πίστευα πως θα κρινόμουν και πως θα μου έβαζαν κάποιους περιορισμούς. Ήμουν τσατισμένη και με τον εαυτό μου… Και βέβαια, αυτή η κατάσταση μου προκάλεσε πολλούς νέους φόβους. Τώρα πια δεν εκμυστηρεύομαι τέτοιου είδους πράγματα, όσο κοντά και αν είμαι με κάποιον. Και παράλληλα, ενώ δεν έχω γενικώς θέμα με το σώμα μου, όσον αφορά τέτοιες καταστάσεις, δεν θέλω να φαίνεται τίποτα. Ωστόσο, πιστεύω πως τέτοια περιστατικά πρέπει να ακούγονται και να γίνονται γνωστά . Και θεωρώ πως πρέπει να τα αντιμετωπίζουμε σαν διδάγματα, έτσι ώστε να μην επαναλαμβάνονται».
«Ήμουν πολύ μικρή, όταν συνέβη. Ένα συγγενικό μου πρόσωπο μου είπε να καθίσω στα γόνατά του και καθώς με κρατούσε, ο τρόπος με τον οποίο με κρατούσε, με έκανε να νιώθω άβολα. Είχε τοποθετήσει έτσι το πόδι του, που με έφερε σε πολύ αμήχανη θέση. Μια άλλη φορά, φορούσα μια πιο ανοιχτή μπλούζα και γύρισε και σχολίασε: «Να τη φοράς πιο συχνά…». Δεν έχω αναφέρει σε κανέναν τίποτα, ούτε στους γονείς μου. Άλλωστε, γιατί να το κάνω; Φοβάμαι την αντίδραση τους… Ή θα κατηγορήσουν εμένα ή θα τσακωθούν με εκείνον και δε θέλω να καταστρέψω τη σχέση τους… Αυτό που ζητάω όμως να μάθω είναι ο λόγος… το «γιατί». Αισθάνομαι πως, ενώ κάνουν τέτοιες πράξεις, στη συνέχεια τις αγνοούν. Δεν φαίνεται να νιώθουν καθόλου άβολα, όπως άλλωστε θα έπρεπε… Αυτά τα βιώματα μου έχουν επηρεάσει το πώς νιώθω στις συναναστροφές μου με τα άτομα του αντίθετου φύλου. Ας πούμε, ακόμη κι όταν τα πράγματα γίνονται πιο σοβαρά με κάποιο άτομο, δεν νιώθω ασφάλεια…»
«Όταν ήμουν στο δημοτικό, θυμάμαι πως ένας συμμαθητής μου συνεχώς συνέκρινε το σωματότυπό μου με μιας φίλης μου, κάνοντας χυδαία σχόλια για το στήθος μας και αναφέροντας κάποιες διεστραμμένες σκέψεις του. Αυτή η κατάσταση μας έφερνε σε πολύ δύσκολη θέση. Εμείς, επειδή ήμασταν φοβισμένες το αναφέραμε στη δασκάλα και, παρόλο που σταμάτησε, είχαμε πάντα μια πιο επιφυλακτική στάση απέναντί του και ήμασταν προσεκτικές. Θυμάμαι, ακόμη, στην έκτη δημοτικού, ένα παιδί από το σχολείο, καθώς ανέβαινα τις σκάλες, με άγγιξε σε ένα σημείο που δεν έπρεπε. Αναρωτήθηκα: με ποιο δικαίωμα το έκανε αυτό; Εκείνη τη στιγμή είχα τσαντιστεί πολύ, ιδίως όταν τον έβλεπα μετά από αυτό να μένει ανέκφραστος… Ωστόσο, βλέποντας το θέμα τώρα, λέω: «μήπως ήταν η άγνοια του, μήπως…». Σε καμία περίπτωση δεν τον δικαιολογώ, απλώς καταλαβαίνω, πως, καθώς τα παιδιά επηρεάζονται από τα πρότυπα που βλέπουν, ίσως παρακολουθούσε τέτοιες καταστάσεις, οπότε και τις συμμεριζόταν…»
«Ήμουν γύρω στα δεκατέσσερα. Καθώς επέστρεφα στο σπίτι, πέρασα από ένα συνεργείο, στο οποίο σίγουρα εργάζονταν πατέρες κοριτσιών… Ήταν τρεις και ήμουν μόνη… Και ξαφνικά ξεκίνησαν να σφυρίζουν και να σχολιάζουν… Και δεν φορούσα κάτι «προκλητικό», όπως θα έλεγαν μερικοί… Αμέσως φοβήθηκα μήπως προσπαθούσαν να κάνουν κάτι. Το θυμάμαι πολύ έντονα, διότι ήταν η πρώτη φορά που μου συνέβη κάτι τέτοιο. Τώρα, σιγά-σιγά το ξεπερνάω, γιατί γίνεται συχνά, πράγμα δυσάρεστο, βέβαια… Αλλά ναι, δεν νιώθω ενοχές και πλέον απομακρύνω τον φόβο, αφού καταλαβαίνω πως κάποιοι είναι άνθρωποι -σε καμία περίπτωση- ψυχικά υγιείς. Ωστόσο έχω ελπίδα, πως τα νέα παιδιά από εδώ και πέρα θα έχουν ηθικές αξίες και θα γνωρίζουν ποια είναι τα όριά τους…»
«Έχω υπάρξει μάρτυρας σε περιστατικό σεξουαλικής παρενόχλησης. Πιο συγκεκριμένα, είχαμε βγει μαζί με τη φίλη μου στο χωριό ανήμερα των γενεθλίων μου. Θεωρούσαμε, πως ήταν ασφαλές…Τότε ήταν, που την παρενόχλησε σωματικά ένας άνθρωπος μεγάλης ηλικίας. Δυστυχώς, εγώ, καθώς ήμουν πολύ μικρή, δε μπορούσα κάπως να αντιδράσω και να τη βοηθήσω. Το είχαμε πει στους γονείς της, και παρόλο που πήγανε στην αστυνομία, δεν έγινε κάποια περαιτέρω ενέργεια… Θυμάμαι έντονα όλη την εικόνα εκείνης της στιγμής και μου έχει μείνει ακόμη και σήμερα. Ήταν κάτι που δε θα έπρεπε να δω και με επηρεάζει αρκετά στο πώς αντιμετωπίζω τους άνδρες της μεγάλης ηλικίας… γενικώς, όλα όσα συμβαίνουν καθημερινά με κάνουν να φοβάμαι να κυκλοφορώ. Νιώθω ασφάλεια, μόνο όταν είμαι, είτε με παρέα, είτε με γονείς ή, όταν είμαι μόνη, φροντίζω να έχω πάντα κάποιον τρόπο να προστατευτώ, παραδείγματος χάριν κουβαλάω έναν σουγιά»
«Ήμουν στο αμάξι του παππού μου. Αυτός καθόταν μπροστά μαζί με ένα συγγενή μου και πίσω ήμουν εγώ και ένας γνωστός του παππού μου. Κατά τη διάρκεια της διαδρομής, ο γνωστός του, απλωνόταν όλο και περισσότερο. Εννοώ, πως είχε βάλει το χέρι του στο μεσαίο κάθισμα, για να στηρίζει το σώμα του και τεντωνόταν όλο και περισσότερο, που κάποια στιγμή άγγιξε το μπούτι μου. Εγώ προσπάθησα να μαζευτώ, να πάω πιο κοντά στο παράθυρο, για να το αποφύγω, χωρίς αποτέλεσμα. Η διαδρομή, η οποία δεν ήταν και μικρή, συνεχίστηκε με τον ίδιο τρόπο. Με εκείνον να με ακουμπάει και με εμένα παγωμένη και τρομαγμένη, μη γνωρίζοντας τι να κάνω. Δεν μπορούσα να μιλήσω. Μόλις βγήκα από το αμάξι, ένιωσα τέτοια απελευθέρωση. Και παρόλο που προσπάθησα να το ξεχάσω, όλη την ημέρα ένιωθα, σαν να με βαραίνει κάτι… Όσο και αν το σκεφτόμουν, δεν είπα ποτέ τίποτα σε κανέναν. Ήθελα να με βγάλω τρελή, να ακυρώσω ό,τι έγινε, γιατί δεν ήθελα να το πιστέψω, αλλά, από ότι φαίνεται ήταν μάταιες όλες μου οι προσπάθειες…
«Ήμουν στο χωριό μου και θυμάμαι πως εκείνη τη μέρα είχαμε τσακωθεί με ένα φίλο μου… Επειδή γινόταν μια συγκέντρωση στο μέρος, όπου βρισκόμασταν, αποφασίσαμε να απομακρυνθούμε από τη φασαρία, για να μιλήσουμε. Όμως, γρήγορα τα πράγματα άλλαξαν. Αφού δεν βγάζαμε κάποια άκρη, ξεκίνησε να γίνεται επιθετικός, να με σπρώχνει, να με τραβάει από τα χέρια. Εγώ τρομοκρατήθηκα και ξεκίνησα να κλαίω. Δεν ήξερα τι να κάνω. Πάλι καλά εκείνη τη στιγμή έτυχε να με πάρουν τηλέφωνο και εκείνος φοβήθηκε και έφυγε τρέχοντας.»
-«Απλώς περπάταγα και με τράβηξε απότομα, φαινόταν και μεθυσμένος. Έπρεπε να επέμβουν άλλοι, για να με αφήσει», -«περπατάγαμε μαζί με μια φίλη μου μπροστά από ένα δασάκι το βράδυ και σταμάτησε ξαφνικά μπροστά μας ένα αμάξι, κλείνοντάς μας τον δρόμο. Ο οδηγός άνοιξε την πόρτα, δεν είπε τίποτα, απλώς μας κοίταζε και εμείς ξεκινήσαμε να τρέχουμε», -«ήταν βράδυ, χειμώνας και καθώς ανέβαινα στο λεωφορείο με τράβηξε απότομα. Δεν κατάλαβα ηλικία, ούτε πρόσωπο, μιας και φόραγε μάσκα. Πάντως ήταν πολύ επίμονος. Φοβήθηκα πολύ.»,
-«Πρέπει να παραμόνευε έξω από την πολυκατοικία. Μόλις βγήκα άρχισε να με ακολουθεί και με κοίταγε επίμονα. Προσποιήθηκα, ότι μίλαγα στο τηλέφωνο, φοβήθηκε και έφυγε»,
-«Ήταν κατά κάποιο τρόπο χειριστικός. Όταν δεν ενέδιδα σε πράξεις σεξουαλικού περιεχομένου, γινόταν απόμακρος»,
-«ήμουνα στο γυμναστήριο και καθώς έκανα μια άσκηση, μου ψιθύρισε [κάν' το πάνω μου]»,
-«Γυρνούσα από το φροντιστήριο, δεν υπήρχε φωτισμός στην περιοχή, ούτε κόσμος, όταν ξαφνικά μου είπε μέσα από το αμάξι: ε, κοπελιά»,
-«περπατούσα στο δρόμο και γύρισε και μου είπε απευθυνόμενος στα ρούχα μου [να στα βγάλω]»;
Λόγια, βιώματα, φωνές παιδιών που κάποιοι θέλουν να αποσιωπήσουν, εκμυστηρεύσεις, στις περισσότερες από τις οποίες, τα θύματα φρόντιζαν να αναλύουν τι φόραγαν, όταν διηγούνταν τα περιστατικά, καθώς η κοινωνία έχει μάθει να ενοχοποιεί τόσο το θύμα…έφηβοι, που αντιμετωπίστηκαν ως αντικείμενα σεξουαλικοποίησης από πολύ νεαρή ηλικία…κορίτσια, που αρνήθηκαν να μιλήσουν στους γονείς τους, καθώς ένιωθαν ότι θα κατηγορηθούν… βιώματα, τα οποία τις στιγμάτισαν, μα δεν τις καθόρισαν και ούτε πρόκειται. Γεγονότα, που δεν τα αναφέρεις εύκολα, αλλά έχεις την ανάγκη να το κάνεις, για να ακουστείς… για να ακουστείς σε έναν κόσμο που έχει μάθει να σε αγνοεί… για να γίνεις αντιληπτός σε μια κοινωνία, η οποία έχει συνηθίσει να σε παραγκωνίζει και να μην ενδιαφέρεται για το τι έχεις να της πεις. Προσπάθειες που νιώθεις, ότι θα αποβούν μάταιες, ωστόσο δεν τα παρατάς… Και πρέπει να ξέρεις πως είναι πολύ γενναίο αυτό!
Όπως καταλαβαίνεις, λοιπόν, αγαπητέ αναγνώστη, οι καταστάσεις είναι δύσκολες και φαντάζουν ακατανίκητες. Με τον ερχομό του νέου έτους, άλλοι εύχονται οικονομική ευχέρεια, άλλοι θέτουν ως στόχο να είναι πιο οργανωμένοι και συνεπείς… Εγώ, όμως, θα ευχηθώ να μη φοβάμαι… Να μη φοβάμαι να βγαίνω έξω το βράδυ, να μη φοβάμαι να μπαίνω στο λεωφορείο τη νύχτα, να μην φοβάμαι να ντυθώ, όπως εγώ θέλω, επειδή στη συνέχεια θα μου πούνε ότι «τα ήθελα και τα ‘παθα» και ότι εγώ «προκάλεσα», να μη φοβάμαι τις συναναστροφές μου και το οικογενειακό μου περιβάλλον, να μη φοβάμαι να εκφραστώ… Να μη χρειάζεται να κοιτάζω συνεχώς γύρω μου, όταν βγαίνω για μια απλή βόλτα, να μην πρέπει να βλέπω βίντεο αυτοάμυνας στο ίντερνετ, για να γνωρίζω πως να προστατευτώ από κινδύνους, που δεν θα έπρεπε καν να υπάρχουν και να μην είναι ανάγκη να κουβαλάω κάθε φορά μαζί μου ένα μικρό μπουκαλάκι λακ, απλά και μόνο «σε περίπτωση που».
Αυτό θα ευχηθώ, λοιπόν. Και σε αυτό θα ελπίζω… Θα ελπίζω σε μια ελευθερία, σε μια αυτοπεποίθηση, που αυτή τη στιγμή δεν νιώθω πως κατέχω. Θα ελπίζω σε κάτι απλησίαστο, σε κάτι που δείχνει απίθανο, σε κάτι που για μερικούς είναι αυτονόητο… Κι ας ελπίζουμε πως αυτή τη φορά θα με ακούσεις, θα ακούσεις αυτά που έχω να σου πω, θα ακούσεις τις ανησυχίες μου, και θα τις συμμεριστείς και δεν θα μου κατανέμεις ευθύνες… Έτσι, λοιπόν, αφήνω τη μοναδική και τελευταία ελπίδα μου για αλλαγή να φτάσει σε κάθε μέρος που έχει πλήξει αυτή η ιστορία και να δώσει ένα αίσιο τέλος, ένα τέλος παντοτινό, ένα τέλος, που όλοι και όλες χρειαζόμαστε!
ΣΤΕΛΛΑ ΚΟΥΣΙΟΥΡΗ