ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΤΗ ΤΟΥ 1821, γεγονότα και προσωπικότητες που προηγήθηκαν εκείνης (όπως οι αγώνες των Σουλιωτών και ο Ρήγας Φεραίος) και φυσικά οι ήρωές της, αποτέλεσαν μέσα στα χρόνια μια σημαντική επιρροή για την ελληνική (και όχι μόνο) μουσική και το τραγούδι.
Το «όχι μόνο» σχετίζεται με το ότι ακόμη και ξένοι συνθέτες συνέθεσαν με αφορμή την Επανάσταση, και μάλιστα από πολύ νωρίς, καθώς δύο τουλάχιστον γεγονότα, η Έξοδος του Μεσολογγίου και η Ναυμαχία του Ναβαρίνου, είχαν ευρύτατη απήχηση στο εξωτερικό, σε χρόνο πρώτο, αποτελώντας, κατ’ επέκταση, την αφορμή, ώστε να προκύψουν μουσικά έργα του διεθνούς ρεπερτορίου.
Στο χώρο της λεγόμενης «σοβαρής μουσικής» η Επανάσταση… μελοποιήθηκε από την αρχή της, καθώς ο Νικόλαος Μάντζαρος ξεκινά την ενασχόλησή του με το ποίημα του Διονυσίου Σολωμού «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» το 1828, για να ακολουθήσουν διάφοροι άλλοι συνθέτες, που αφιέρωσαν έργα τους στον Αγώνα, όπως οι Παύλος Καρρέρ (19ος αιώνας), Άγγελος Καμηλιέρης, Νικόλαος Αστρινίδης, Σωκράτης Βενάρδος (20ος αιώνας) κ.ά.
Στο χώρο του ευρύτερου τραγουδιού για τον λαό ή από τον λαό η Επανάσταση προβάλλεται τόσο μέσα από το δημοτικό τραγούδι (το πασίγνωστο «Σαράντα παλικάρια» είναι ένα παράδειγμα τέτοιου τραγουδιού, που το γνωρίζουμε όλοι, ανάμεσα σε εκατοντάδες άλλα), όσο και μέσα από το τραγούδι των επωνύμων.
Υπάρχουν μέχρι και «ελαφρά» με αναφορές στην Επανάσταση, όπως «Το τραγούδι του Μοριά» των Θεόφραστου Σακελλαρίδη-Μίμη Τραϊφόρου, που τραγούδησε η Σοφία Βέμπο και βεβαίως ουκ ολίγα «έντεχνα», από τα χρόνια του ’60, έως και τις μέρες μας. Τραγούδια που είτε από τον τίτλο τους κιόλας παραπέμπουν στην Επανάσταση και τους ήρωές της είτε καταγράφεται στους στίχους τους μια σχετική θεματική.
- Θούριος
Το 1975 ο Χρήστος Λεοντής χάρισε μουσική πνοή στον πατριωτικό ύμνο, στο φλογερά επαναστατικό έμμετρο κείμενο που συνέθεσε το 1797 ο σπουδαίος Έλληνας πολιτικός στοχαστής και εθνομάρτυρας, Ρήγας Βελεστινλής ή αλλιώς Ρήγας Φεραίος. Η σοφή επιλογή του αρχαιοελληνικού «θούριος», δηλαδή ορμητικός, μαινόμενος, πολεμικός, έγινε για να προσδιοριστεί η ψυχική διάθεση που επεδίωκε να καλλιεργήσει με αυτό ο δημιουργός. Το αφυπνιστικό των συνειδήσεων αυτό άσμα ερμήνευσε με τρόπο καθηλωτικό ο Νίκος Ξυλούρης.
«Ως πότε παλληκάρια, θα ζούμε στα στενά,
μονάχοι σαν λιοντάρια, στες ράχες στα βουνά;
Κάλλιο είναι μιας ώρας ελεύθερη ζωή,
παρά σαράντα χρόνους, σκλαβιά και φυλακή»
- Σαράντα παλικάρια
Το «Σαράντα παλικάρια από τη Λιβαδιά» είναι ένα ελληνικό δημοτικό τραγούδι, κλέφτικο με σκοπό τσάμικου χορού, το οποίο συναντάται σε συλλογές από την Πελοπόννησο, την Ήπειρο, τη Στερεά Ελλάδα, τη Μακεδονία, τα Επτάνησα, τη Θεσσαλία, τη Θράκη, τη Λέσβο, την Κρήτη, τη Μικρά Ασία και την Κύπρο, με παραλλαγές.
«Σαράντα παλληκάρια
από τη Λε μωρ’ απ’ τη Λεβαδιά
πάνε για να πατήσουνε
την Τροπο, μωρ’ την Τροπολιτσά.
Στο δρόμο που πηγαίνανε γέροντα,
μωρ’ γέροντ’ απαντούν.
Ώρα καλή σου γέρο
καλώς τα τα, καλώς τα τα παιδιά»
- Άκρα του τάφου σιωπή
Το 1977 ο Γιάννης Μαρκόπουλος, ένας εκ των κορυφαίων Ελλήνων συνθετών, μελοποίησε ένα μέρος από το θρυλικό ποιητικό σύνθεμα, «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», του εθνικού μας ποιητή Διονύσιου Σολωμού, ένα έργο εμπνευσμένο από τα γεγονότα της πολιορκίας και της Εξόδου του Μεσολογγίου κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1821. Η αφοπλιστική και βαθιά ανατριχιαστική ερμηνεία ανήκει στον αείμνηστο Νίκο Ξυλούρη.
«Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει.
Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί κι η μάνα το ζηλεύει.
Τα μάτια η πείνα εμαύρισε στα μάτια η μάνα μνέει
στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει.
«Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι σ’ έχω `γώ στο χέρι;
Οπού συ μου `γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει
- Το χάραμα (επήρα)
Από το έργο του Διονύσιου Σολωμού, «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», ο Γιάννης Μαρκόπουλος μελοποίησε το 1977 ένα ακόμη μέρος, «Το χάραμα (επήρα)», που ερμήνευσε η μεγάλη Νένα Βενετσάνου.
«Το χάραμα επήρα του ήλιου το δρόμο,
κρεμώντας τη λύρα τη δίκαιη στον ώμο
κι απ’ όπου χαράζει έως όπου βυθά,
τα μάτια μου δεν είδαν
τόπον ενδοξότερον από τούτο το αλωνάκι»
- Έχε γεια καημένε κόσμε (Ο χορός του Ζαλόγγου)
Το συγκεκριμένο παραδοσιακό τραγούδι είχε δημιουργηθεί πιθανότατα το 1908, εκατόν πέντε χρόνια δηλαδή μεταγενέστερα από το ίδιο το ιστορικό γεγονός, σύμφωνα με τον καθηγητή της βυζαντινής και νεοελληνικής φιλολογίας, Αλέξιο Πολίτη.
«Έχε γεια καημένε κόσμε
έχε γεια γλυκιά ζωή
Έχετε γεια βρυσούλες
λόγγοι βουνά ραχούλες
έχετε γεια βρυσούλες
κι εσείς Σουλιωτοπούλες»
Γιώργος