
ΛΟΥΝΤΒΙΧ ΒΑΝ ΜΠΕΤΟΒΕΝ
Ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν είναι ένας από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της κλασικής μουσικής. Γεννήθηκε το 1770 στην Βόννη της Γερμανίας και απεβίωσε το 1827. Ήταν συνθέτης και πιανίστας, ενώ μέχρι και σήμερα θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους συνθέτες όλων των εποχών.
Η καριέρα του ως συνθέτη χωρίζεται διακριτά σε τρεις περιόδους, την πρώιμη, τη μέση και την τελευταία. Η πρώτη τελειώνει περίπου το 1802, η μέση διαρκεί από το 1802 έως και το 1812, ενώ η τελευταία αρχίζει το 1812 και τελειώνει το 1827, οπότε και πέθανε σε ηλικία 56 ετών.
Από μικρή ηλικία επέδειξε το ταλέντο που είχε στη μουσική, με τον πατέρα του, Γιόχαν βαν Μπετόβεν να είναι ο πρώτος του δάσκαλος. Σε ηλικία 21 ετών μετακόμισε στη Βιέννη όπου απέκτησε τη φήμη και το ρεπερτόριο του βιρτουόζου πιανίστα. Στη Βιέννη έζησε μέχρι και το θάνατό του. Κατά τα τέλη της τρίτης δεκαετίας της ζωής του άρχισε να εξασθενεί η ακοή του, ώσπου αργότερα έγινε ολοκληρωτικά κωφός. Έτσι, το 1811, σταμάτησε να διευθύνει και να εκτελεί μπροστά σε κοινό, και καταπιάστηκε αποκλειστικά με τη σύνθεση.

Μερικές από τις γνωστότερες συνθέσεις του περιέχουν 9 συμφωνίες, 5 κονσέρτα για πιάνο, 1 κονσέρτο για βιολί, 32 σονάτες για πιάνο, 16 κουαρτέτα εγχόρδων, μία Λειτουργία, καθώς και μία όπερα, τη Φιντέλιο. Η 9η συμφωνία ή αλλιώς ωδή στη χαρά, είναι μία από τις συμφωνίες που έγραψε, αλλά δεν άκουσε ποτέ με το πραγματικό του αυτί αφού είχε χάσει την ακοή του.
Ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ ήταν Γερμανός συνθέτης, διευθυντής ορχήστρας, μουσικοπαιδαγωγός και εκτελεστή ( οργανίστας, κλειδοκυμβαλίστας, βιολίστας και βιολονίστας) της περι’οδου Μπαρόκ. Γεννήθηκε το 1685 και απεβίωσε το 1750.
Τα περισσότερα από 1.000 έργα του που έχουν διασωθεί έως τις μέρες μας, φέρουν όλα τα χαρακτηριστικά της εποχής Μπαρόκ, τα οποία και απογειώνουν στην τελειότητα. Παρόλο που δεν εισάγει κάποια νέα μουσική φόρμα, εμπλουτίζει το γερμανικό μουσικό στυλ της εποχής με μια αντιστικτική τεχνική. Η μουσική του χαρακτηρίζεται από τεχνική αρτιότητα, αρτιστικό υπόβαθρο και, κυρίως, υψηλή πνευματικότητα.

Ως χαρακτηριστικά έργα του Μπαχ μπορούν να αναφερθούν: η Τοκάτα και Φούγκα σε Ρε Ελάσσονα, η Λειτουργία σε Σι ελάσσονα, τα Κατά Ματθαίον Πάθη, τα Βρανδεμβούργια Κοντσέρτα, το Καλοσυγκερασμένο Κλειδοκύμβαλο και η Τέχνη της Φούγκας.
Ο Γιόχαν Μπάπτιστ Στράους ο Νεότερος, αναφερόμενος και ως Γιόχαν Στράους υιός, ήταν συνθέτης. Γεννήθηκε το 1825 και απεβίωσε το 1899. Ήταν γιος του Γιόχαν Στράους του Πρεσβύτερου και της Μαρία Άννα Στράιμ. Καταγόταν από τη Βιέννη από οικογένεια μουσικών που ασχολήθηκαν με τη μουσική χορού (βαλς) και την οπερέτα. Ο Γιόχαν Στράους ο Πρεσβύτερος ήταν βιολονίστας και διηύθυνε μια ορχήστρα, που απέκτησε μεγάλη φήμη παίζοντας τα βαλς του. Όταν πέθανε, το 1849, τη διεύθυνση της ορχήστρας ανέλαβε ο γιος του, ο Γιόχαν ο νεότερος, που έγινε ο πιο φημισμένος Στράους.
Έκανε περιοδείες σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και μεγαλουπόλεις της Ευρώπης και της Αμερικής, όπου γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Εγκατέλειψε την ορχήστρα στα νεότερα αδέλφα του, Γιόζεφ και Έντουαρντ, οι οποίοι συνέχισαν τη μουσική παράδοση της οικογένειας κι ο ίδιος στράφηκε στην οπερέτα. Τα βαλς του νεότερου Στράους διακρίνονται για τη γοητευτική μελωδία τους και τον παιχνιδιάρικο ρυθμό τους, από τα οποία και του αποδόθηκε ο τίτλος «Βασιλιάς του Βαλς». Πράγματι αυτός, περισσότερο από τον πατέρα του, έκανε το βαλς δημοφιλές και κομψό. Του έδωσε τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του μουσικού πολιτισμού της Αυστρίας, δηλαδή τη λικνιστική διάθεση, τη μελωδικότητα, την ξεχωριστή ευαισθησία στην ενορχήστρωση και στο ρυθμό. Ο Λιστ, ο Βάγκνερ, ο Μπραμς και άλλοι μουσικοί μελέτησαν με ενδιαφέρον και θαυμασμό τα γοητευτικά βαλς του.

Από τα 500 περίπου έργα του ξεχωρίζουν: «»Ο ωραίος γαλάζιος Δούναβης»», «Αυτοκρατορικό βαλς», «Ιστορίες από το δάσος της Βιέννης», «Πόλκα Τριτς-Τρατς», «Φωνές της άνοιξης», «Βιεννέζικο αίμα». Έγραψε επίσης οπερέτες, όπως Ο βαρόνος αθίγγανος, Η νυχτερίδα και Μια νύκτα στη Βενετία.
Αναστασία Φ., Γ3


