Ως την δεκαετία του ’60, τότε που δεν υπήρχαν… πραλίνες φουντουκιού και maplesyrup για να αλείφουμε στο ψωμί, οι φέτες αλείφονταν κατά κόρον με πετιμέζι ή θρεψίνη. Το πετιμέζι είναι το παχύρρευστο προϊόν που προκύπτει από τον μούστο των σταφυλιών, ενώ η θρεψίνη, που κυκλοφορούσε στο εμπόριο σε κουτί με μια χαρακτηριστικότατη φωτογραφία ενός μικρού παιδιού, ήταν μια κρέμα που αποκαλούταν και σταφιδίνη, επίσης από τα σταφύλια.
Αυτό ήταν το πλέον συνηθισμένο και θρεπτικό κολατσιό των παιδιών τις δεκαετίες του ’50 και του ’60.
Η μουσταλευριά είναι παραδοσιακό ελληνικό γλύκισμα που έχει ως κύριο συστατικό του τον μούστο . Οι ρίζες της ανάγονται στα αρχαία χρόνια όπου ήταν γνωστή ως οινούτα, ονομασία που διατηρήθηκε και κατά τη βυζαντινή περίοδο μαζί με άλλα ονόματα όπως μουστόπιτα και πάστελλος. Στη Σάμο αναφέρεται και ως κουρκούτα, στην Κρήτη κεφτέρια ενώ στην Κύπρο Ππαλουζές ή παλουζές
Η μουσταλευριά παράγεται από τον μούστο, δηλαδή το χυμό των σταφυλιών του τρύγου (διαδικασία που πραγματοποιείται συνήθως τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο) ο οποίος στη συνέχεια τοποθετείται σε χαμηλή φωτιά. Χαρακτηριστική είναι κατά τη διάρκεια του βρασίματος η χρήση ποσότητας ασπροχώματος έτσι ώστε να καθαριστεί ο μούστος. Άλλα υλικά που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή του είναι μεταξύ άλλων και ανάλογα με τις κατά τόπους διαφοροποιήσεις, το αλεύρι , το πετιμέζι, η ζάχαρη , ο βασιλικός, τα αμύγδαλα , τα καρύδια, το σιμιγδάλι, το σουσάμι, η κανέλα, η βανίλια , το ανθόνερο κλπ. Είναι ευρύτατα διαθέσιμη κατά την εποχή του τρύγου, το φθινόπωρο, οπότε παράγεται ο μούστος αλλά και τις υπόλοιπες εποχές του χρόνου. Από τη μουσταλευριά παρασκευάζονται τα κιοφτέρια.
Το πετιμέζι είναι ένα παχύρρευστο σιρόπι με σκούρο χρώμα το οποίο παράγεται από το βράσιμο του μούστου. Είναι υποπροϊόν του σταφυλιού και χρησιμοποιείται κυρίως ως γλυκαντική ουσία για την παραγωγή γλυκόξινων πιάτων, για σάλτσες σαλατών, για σιρόπι γλυκών (π.χ. σε παγωτά, γιαούρτια, λουκουμάδες) και σε διάφορα ροφήματα αντί για ζάχαρη. Όπως χαρακτηριστικά λέγεται, πρόκειται για το σταφύλι σε συμπυκνωμένη μορφή, όπου σχεδόν ένα τσαμπί σταφύλι περιέχεται σε μία κουταλιά πετιμέζι
Η λέξη «πετιμέζι» προέρχεται από την τουρκική λέξη pekmez, ενώ κατά το Βυζάντιο ονομαζόταν έψημα.
Το Πετιμέζι βοηθάει στην καταπολέμηση του πονόλαιμου και έχει αντιβιοτικές ιδιότητες. Είναι πλούσιο σε Βιταμίνη Β6, κάλιο, μαγνήσιο, μαγγάνιο και σίδηρο. Δεν χρειάζεται συντηρητικά, χρωστικές, ζάχαρη και διατηρείται για μεγάλο χρονικό διάστημα εκτός ψυγείου.
Την περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, χρησιμοποιούσαν το πετιμέζι για την παρασκευή γλυκισμάτων, όπως τα παστέλια, τα καρυδάτα, την κυδωνόπαστα, τα λαλάγγια (τηγανίτες), τα κολλύρια (λουκουμάδες), οι πλακούντες (ζυμάρι με μέλι ή πετιμέζι). Στην Κρήτη ήταν το κύριο γλυκαντικό αντί της ζάχαρης. Στην Μικρά Ασία το χρησιμοποιούσαν για την παρασκευή γλυκών, όπως ο κόκκινος χαλβάς, τα κυδώνια, η κρέμα με φρέσκο γάλα και πετιμέζι.
Σταφίδα: νόστιμη και υγιεινή
https://schoolpress.sch.gr/krasitritogel/files/2024/04/ΚΕΙΜΕΝΟ-ΓΙΑ-ΣΤΑΦΙΔΕΣ.pdfΘρεψίνη και πετιμέζι
Πηγή: Διαδίκτυο