Συντάκτης άρθρου: Αλεξάνδρα Μανάβη
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης
Στο Μουσείο στεγάζονται ευρήματα από την ανασκαφική έρευνα σε οικόπεδα της πόλης και σε αρχαιολογικούς χώρους και ειδικότερα από τη δραστηριότητα της ΙΣΤ” εφορίας αρχαιοτήτων, που καλύπτει τους νομούς Θεσσαλονίκης, Κιλκίς, Πιερίας, Χαλκιδικής. Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα φιλοξένησε τα ευρήματα των ανασκαφών του Μανώλη Ανδρόνικου από τη Βεργίνα. Στις εσωτερικές αίθουσες στεγάζονται τα ευρήματα από το νεκροταφείο της Σίνδου. Στις εξωτερικές αίθουσες εκτίθενται αντικείμενα της Νεολιθικής, Κλασικής, Ελληνιστικής και Ρωμαϊκής εποχής, ενώ στον κάτω όροφο παρουσιάζεται η προϊστορική συλλογή παρουσιάζοντας στον επισκέπτη μια διαχρονική εικόνα της πολιτισμικής εξέλιξης όχι μόνο στη Θεσσαλονίκη αλλά και ευρύτερα σε ολόκληρη την περιοχή της Κεντρικής Μακεδονίας. Στη στοά μπροστά από την είσοδο του Μουσείου βρίσκονται δύο μαρμάρινες σαρκοφάγοι από την Θεσσαλονίκη με κάλυμα στο οποίο απεικονίζεται ο νεκρός να αναπαύεται. Στις πλευρές των σαρκοφάγων εικονίζονται θέματα όπως ο Ορφέας με την άρπα του, οι Αμαζόνες σε μάχη, το κυνήγι του κάπτου της Καλυδώνας κ.α. Επίσης, στον εξωτερικό χώρο υπάρχει μία ακόμη με διονυσιακή παράσταση και στο κάτω μέρος της οποίας υπάρχει η επιγραφή: «Η Πο(πλία) Αντία με το σύζυγό της αγόρασαν αυτή τη σαρκοφάγο. Όποιος τολμήσει να την ανοίξει ή να την μετακινήσει θα πληρώσει πρόστιμο στο ιερό ταμείο και την πόλη». Πρόκειται για έργα αττικών εργαστηρίων του 2ου-3ου αι.μ.Χ.
Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Θεσσαλονίκης κηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού το 2001.Το 2002 με σχετικό Προεδρικό Διάταγμα (το 164/2002) το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης έγινε ανεξάρτητη περιφερειακή μονάδα του Υπουργείου Πολιτισμού.[1]
Συντάκτης άρθρου: Αλεξάνδρα Μανάβη