Η ΠΑΤΡΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Το 1821, καθώς πλησίαζε η 25η Μαρτίου, όπου σύμφωνα με το σχέδιο της Φιλικής Εταιρείας θα άρχιζε η Επανάσταση, σε πολλά μέρη της Πελοποννήσου, γίνονταν επαναστατικές προετοιμασίες και άρχισαν σταδιακά διάφορα επεισόδια μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων.

Η Ελληνική Επανάσταση του 1821, βρήκε την Πάτρα, πρωτεύουσα της Αχαΐας, να είναι μια αναπτυγμένη πόλη με αξιόλογο εμπορικό λιμένα, με κατεξοχήν ελληνικό πληθυσμό, με Επτανήσιους, λιγότερο Τούρκους και ελάχιστους Αλβανούς, αποτελώντας και έδρα προξενείων του Μωριά, όπως της Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας. Από τον Φεβρουάριο του 1821, οι Πατρινοί είχαν αρνηθεί να πληρώσουν τους φόρους και άρχισαν να κυκλοφορούν στην πόλη ένοπλοι.

Στο μεταξύ, ο Νικόλαος Λόντος, μέλος της Φιλικής εταιρείας και αγωνιστής, κάλεσε τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, που ήταν στα Καλάβρυτα, καθώς και όλους τους οπλαρχηγούς της περιοχής, να σπεύσουν με τις ομάδες τους προς βοήθεια των Πατρινών και να πάρουν μέρος στον Αγώνα της πολιορκίας του Κάστρου…

Έτσι τις ημέρες που ακολούθησαν, άρχισαν να συρρέουν στην πόλη οπλισμένοι χωρικοί με τους αρχηγούς τους. Με την είσοδό τους, οι Πατρινοί ζητωκραύγαζαν με ενθουσιασμό: «Ζήτω η ελευθερία, ζήτωσαν οι αρχηγοί, και εις την Πόλιν (Κωνσταντινούπολη) να δώση ο Θεός».

330px-Epanastasi

Η Πάτρα, ήταν η πρώτη επαναστατική εστία μαζί με την υπόλοιπη Αχαΐα και τη Μάνη. Μια ευρεία πλειοψηφία 2/3 από τις 18.000 του πληθυσμού της πόλης ήταν Έλληνες και ένας μικρός αριθμός από αυτούς καταπιανόταν με το εμπόριο. Εξαιτίας της οικονομικής σημασίας της πόλης, ορισμένοι πλούσιοι Πατρινοί έμποροι είχαν οριστεί πρόξενοι των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών κρατών. Ο πρόξενος της Ρωσίας Βλασσόπουλος, ήταν επίσης μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Η ατμόσφαιρα στην Πάτρα ήταν εκρηκτική ήδη από τα μέσα Φεβρουαρίου του 1821, όταν οι Πατρινοί αρνήθηκαν να καταβάλουν έκτακτες εισφορές για τον εξοπλισμό και τα πολεμοφόδια του Οθωμανικού στρατού που «πολεμούσε» εναντίον του Αλή Πασά. Την ίδια περίοδο μέλη της Φιλικής Εταιρίας προετοίμαζαν το έδαφος για την επανάσταση στην Πάτρα, συγκεντρώνοντας πυρομαχικά, χρήματα και εξοπλισμό για τον αγώνα τους. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος κρυβόταν στην πόλη και ο Μακρυγιάννης έφτασε εκεί με σκοπό να φέρει σε επαφή τους ηγέτες των επερχόμενων εξεγέρσεων και να συντονίσει την επαναστατική προσπάθεια. Οι Τούρκοι μετέφεραν τα υπάρχοντά τους στο φρούριο στις 28 Φεβρουαρίου και τις οικογένειές τους και στις 18 Μαρτίου  οχυρώθηκαν εκεί. Στις 23 Μαρτίου οι εχθροί εκτόξευσαν επιθέσεις εναντίον της πόλης και προσπάθησαν να βάλουν φωτιά σε συγκεκριμένα σπίτια, πράγμα που είχε ως συνέπεια την καταστροφή ορισμένων συνοικιών, ενώ οι επαναστάτες με αρχηγό τον αγωνιστή Καρατζά αντεπιτέθηκαν και έκλεισαν τους Τούρκους στο κάστρο. Ο Μακρυγιάννης αναφέρεται σε πολλά από αυτά τα γεγονότα σε αρκετά από τα απομνημονεύματά του:

«Σε δυο ημέρες χτύπησε ντουφέκι στην Πάτρα. Οι Tούρκοι κάμαν κατά το κάστρο και οι Ρωμαίγοι την θάλασσα».

Ξεκίνησε μια ένοπλη εξέγερση και άρχισε η πολιορκία του κάστρου της πόλης, το οποίο ήταν και ένας από τους σημαντικότερους στρατηγικούς στόχους των επαναστατών.

epanastatiki_simaia

Την 25η Μαρτίου οι επαναστάτες κήρυξαν την Επανάσταση στην πλατεία Αγίου Γεωργίου της Πάτρας. Επομένως η επίσημη έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης θεωρείται ότι έγινε στο εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου στην Πάτρα στις 25 Μαρτίου 1821. Ο ορθόδοξος μητροπολίτης και μέλος της Φιλικής Εταιρίας Παλαιών Πατρών Γερμανός Γ΄, που απουσίαζε από την Πάτρα, επέστρεψε στην πόλη, κατασκεύασε ξύλινο Σταυρό που τοποθέτησε στην Πλατεία Αγίου Γεωργίου, ύψωσε την Ελληνική σημαία και ευλόγησε τον αγώνα. Την επόμενη μέρα οι ηγέτες της επανάστασης στην Αχαΐα έστειλαν στις ξένες δυνάμεις ένα έγγραφο που εξηγούσε τους λόγους της Επανάστασης. Όμως, μια τουρκική δύναμη 300 στρατιωτών, κυρίως ιππικό, με διοικητή τον Γιουσούφ Πασά, που κατευθυνόταν από τα Ιωάννινα στην Εύβοια, άλλαξε πορεία και αποβιβάστηκε στην Πάτρα στις 3 Απριλίου. Οι ενισχύσεις συνέδραμαν τους Τούρκους του κάστρου, λεηλάτησαν και κατέστρεψαν την πόλη. Οι πρόξενοι των ξένων δυνάμεων ευμενείς προς τους εξεγερμένους, ιδίως αυτοί της Σουηδίας, Πρωσίας και Ρωσίας και ο Γάλλος πρόξενος Πουκεβίλ, που είχαν προσφέρει καταφύγιο στους επαναστάτες, εγκατέλειψαν την πόλη. Ο Άγγλος πρόξενος Green, που τήρησε ουδέτερη στάση αρνούμενος να δεχτεί Έλληνες στο προξενείο του και ο Γάλλος πρόξενος Πουκεβίλ στις αφηγήσεις τους περιγράφουν τα γεγονότα και την έκταση της καταστροφής, ως τρομακτική. Το άτακτο και άοπλο επαναστατημένο πλήθος δεν μπορούσε να προτάξει σοβαρή αντίσταση. Μια πιθανή εξαίρεση ήταν ο Καρατζάς, ένας ντόπιος τσαγκάρης ο οποίος με τους άντρες του απέτρεψε τουρκικές επιθέσεις στα γύρω χωριά. Τελικά οι Τούρκοι οχυρωμένοι στο φρούριο κράτησαν ως το 1828.

Λίγες μέρες αργότερα, στις 3 Απριλίου (Κυριακή των Βαΐων) και με υπόδειξη του Άγγλου προξένου, κατέφθασε στην Πάτρα ο Τούρκος στρατηγός Γιουσούφ Σέρεζλης, ο οποίος και έλυσε την πολιορκία που επιχειρούσαν οι Έλληνες στο κάστρο, ενώ τον ακολούθησε στη συνέχεια ο Μουσταφά μπέης που κατευθύνθηκε προς το Αίγιο και την Τριπολιτσά. Στη συνέχεια ο Γιουσούφ κατέστρεψε και λεηλάτησε την Πάτρα. Το  Αχαϊκόν Διευθυντήριον, ειδικά μετά τη μάχη του Λάλα επισκιάσθηκε από την Πελοποννησιακή Γερουσία. Εικάζεται, ότι αμέσως μετά τα παραπάνω συμβάντα θα έφθανε στο Ρωσικό Προξενείο της Πάτρας είδηση περί της αποκήρυξης του Αλέξανδρου Υψηλάντη από τον Τσάρο, καθώς και ο αφορισμός του από τον Πατριάρχη, από την οποία ίσως προκλήθηκε απογοήτευση και ανησυχία που όμως, όπως αποδείχθηκε, γρήγορα ξεπεράστηκαν από την ορμή που είχαν πάρει ήδη οι επαναστατικές κινητοποιήσεις.

Γεγονός είναι ότι ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης επιθυμούσε μετά την απελευθέρωση της Τριπολιτσάς την απελευθέρωση ολόκληρης της Πελοποννήσου και βέβαια της Πάτρας. Η κυβέρνηση ήθελε να τον ορίσει αρχηγό της πολιορκίας, αλλά οι τοπικοί άρχοντες δεν το δέχονταν. Όμως, τον χρειάστηκαν τον Φεβρουάριο του 1822, όταν ο τουρκικός στόλος αποβίβασε χιλιάδες στρατό στην πόλη. Γρήγορα, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης συγκέντρωσε 6.000 στρατό και κατάφερε να περιορίσει όλους τους Τούρκους στο κάστρο, στην περίφημη μάχη του Γηροκομείου.

Το οριστικό τέλος της πολιορκίας έφερε η ήττα του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου στο Πέτα και η εκστρατεία του Δράμαλη στην Πελοπόννησο.

Κατόπιν αυτών η Πάτρα, αν και επαναστάτησε σχεδόν πρώτη, παρέμεινε υπό την κυριαρχία των Οθωμανών σε όλη τη διάρκεια της Επανάστασης, μέχρι τις 7 Οκτωβρίου 1828, οπότε παραδόθηκε από τους Τούρκους, τελευταία, στο γαλλικό στράτευμα του Ν. Μαιζών.

 

 

ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΗΣ ΠΑΤΡΑΣ (1822)

Battle_of_Patra

 

Στις  24/01/1822, ο στρατός με 72 αιγυπτιακά και πολεμικά υπό τον αρχηγό Καρά Πεπέ Αλή και τον Αιγύπτιο υποναύαρχο Ισμαήλ Γιβραλτάρ, πέρασαν στον Ελλήσποντο και κατευθύνθηκαν προς την Πελοπόννησο. Το τουρκικό σχέδιο υπαγόρευε πρώτα την κατάληψη της Μονεμβασιάς, η οποία θα επιτυγχανόταν με δωροδοκία του φρουράρχου της, Τζαννετάκη. Καθώς τα σχέδιο δεν ευοδώθηκε, ο στόλος παρέκαμψε το κάστρο και προσπάθησε να ανεφοδιάσει την πολιορκημένη Κορώνη. Εκεί, τους εμπόδισε η κακοκαιρία. Όμως, με επιτυχία στέφθηκε η προσπάθεια τους στις 29 Ιανουαρίου, να ανεφοδιάσουν το φρούριο της Μεθώνης με πολεμοφόδια και τρόφιμα.

Στις 30 Ιανουαρίου, περίπου 800 Τούρκοι αποβιβάστηκαν έξω από το Νεόκαστρο, με σκοπό την κατάληψη. Οι Έλληνες από την άλλη, ήταν ελάχιστοι και με πολύ λίγα έως καθόλου εφόδια για να πολεμήσουν. Κάποια μέλη λιποτάκτησαν, ενώ οι υπόλοιποι βρέθηκαν σε εξαιρετικά κρίσιμη θέση αφού έφτασαν σε σημείο να ζητούν απελπισμένα βοήθεια εξαιτίας των άθλιων συνθηκών. Η δυσάρεστη και δύσκολη αυτή κατάσταση άλλαξε σε λίγες μόνον ώρες με τον ερχομό του Γερμανού στρατηγού, Καρλ Φον Νόρμαν-Έρενφελς και πενήντα Ευρωπαίους φιλέλληνες.

Οι Ψαριανοί εν τω μεταξύ είχαν ειδοποιήσει τους Υδραίους. Έτσι, μετά από μεγάλη προσπάθεια των νησιωτών, και χωρίς οικονομική υποστήριξη από την επαναστατική κυβέρνηση, τα τρία νησιά, Ψαρά Ύδρα και Σπέτσες, δημιούργησαν, στις 8 Φεβρουαρίου, στόλο με πλήθος εξηντατριών πλοίων προκειμένου να αντιμετωπίσουν τους Τούρκους. Τον στόλο διοικούσαν οι Υδραίοι Ανδρέας Μιαούλης, Λάζαρος Πινότσης, Ιωάννης Βούλγαρης, Ψαριανός Νικολής Αποστόλης και ο Σπετσιώτης Γκίκας Τσούπας.

Τα ελληνικά πλοία του στόλου συναντήθηκαν αρχικά στο νησί Πρώτη, όπου ο Γκίκας ενημέρωσε τους άλλους Έλληνες αρχηγούς πως οι Τούρκοι βρίσκονταν στον Κορινθιακό κόλπο. Έτσι, τα ελληνικά πλοία έπλευσαν με προορισμό τους την περιοχή μεταξύ Ζακύνθου και Ηλείας, στις 15 Φεβρουαρίου του 1822. Εκεί, ο Μιαούλης πρότεινε να επιτεθούν κατά του τουρκικού στόλου, ενώ αυτός ήταν προσορμισμένος στη Ναύπακτο. Το σχέδιο του Μιαούλη έγινε αποδεκτό από όλους. Ήταν η πρώτη φορά που τόσα πολλά ελληνικά πλοία θα αντιμετώπιζαν τον εχθρό κατά παράταξη. Ωστόσο όμως ξέσπασε τρικυμία και τα ελληνικά πλοία αναγκάστηκαν να καταφύγουν στη λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου στις 16 Φεβρουαρίου 1822.

Στις 20 Φεβρουαρίου, και παρόλο που συνεχιζόταν η τρικυμία, ο Μιαούλης, ο οποίος αναγνωριζόταν ως γενικός αρχηγός της επιχείρησης, διέταξε επίθεση κατά του λιμανιού της Πάτρας, στο οποίο είχαν καταφύγει 36 τουρκικά πλοία. Τα ελληνικά πλοία άρχισαν να κανονιοβολούν εναντίον του τουρκικού στόλου. Οι Οθωμανοί αιφνιδιάστηκαν, καθώς δεν περίμεναν πως οι Έλληνες θα έκαναν επίθεση με τέτοια κακοκαιρία. Προσπάθησαν, πανικοβλημένοι, να εκπλεύσουν αλλά κατέφθασαν και άλλα ελληνικά πλοία, με αποτέλεσμα να ακολουθήσει λυσσαλέα ναυμαχία, για πεντέμισι ώρες. Τελικά, οι Έλληνες κατάφεραν να καταστρέψουν σχεδόν ολοκληρωτικά μία φρεγάτα, άλλα πλοία του εχθρού υπέστησαν σημαντικές ζημιές και αρκετοί Τούρκοι τραυματίστηκαν ή σκοτώθηκαν. Ο τουρκικός στόλος αναγκάστηκε να διαφύγει στη Ζάκυνθο. Το αποτέλεσμα της μάχης δεν ικανοποίησε απόλυτα τους Έλληνες αρχηγούς, καθώς απέτυχαν περισσότερες από μία απόπειρες να χρησιμοποιηθούν πυρπολικά. Σε ένα από αυτά τα πυρπολικά, διακρίθηκε ο Ψαριανός Ιωάννης Θεοφιλόπουλος.

Λεπτομέρειες για αυτά τα γεγονότα παρέχονται από την αλληλογραφία των Ελλήνων ναυάρχων με τη Βουλή και τα νησιά τους, καθώς και από το ημερολόγιο του Αναστάσιου Τσαμαδού, ο οποίος συμμετείχε με το πλοίο του, Αγαμέμνων.

Το αποτέλεσμα της ναυμαχίας ήταν τεράστιας σημασίας για το ηθικό των Ελλήνων, οι οποίοι κατάλαβαν τότε ότι μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τον εχθρό όχι μόνο με επιθέσεις πυρπολικών αλλά και κατά παράταξη.

Δεπούντης Κ.  Γ1, Κλουκίνα Ε. Α2, Καρρά Ε. Α2, Κονάν Α.Α2

Πηγές πληροφόρησης:

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9E%CE%B5%CF%83%CE%B7%CE%BA%CF%89%CE%BC%CF%8C%CF%82_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%A0%CE%AC%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%82_(1821)

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A0%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CE%BF%CF%81%CE%BA%CE%AF%CE%B1_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%A0%CE%AC%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%82_(1822)
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%99%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%A0%CE%AC%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%82
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9D%CE%B1%CF%85%CE%BC%CE%B1%CF%87%CE%AF%CE%B1_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%A0%CE%AC%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%82_(1822)
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%95%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE_%CE%95%CF%80%CE%B1%CE%BD%CE%AC%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%83%CE%B7_%CF%84%CE%BF%CF%85_1821
http://urbanenigmas.blogspot.com/2015/03/1821.html

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης