Κάλαντα

Κάλαντα της Μεγάλης Παρασκευής

Τα Κάλαντα της Μεγάλης Παρασκευής, σε αντίθεση με τα λοιπά κάλαντα (Χριστουγέννων, Πρωτοχρονιάς, Θεοφανείων, Λαζάρου και Βαΐων), έχουν θρηνητικό χαρακτήρα και αναφέρονται στη Σταύρωση του Χριστού. Το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής ομάδες παιδιών γυρνούν από σπίτι σε σπίτι και τραγουδούν το μοιρολόι «Σήμερα μαύρος ουρανός», γνωστό και ως «Μοιρολόι της Παναγίας». Σε πολλές περιοχές της χώρας τα κορίτσια της ομάδας κρατούν ένα στεφάνι, πλεγμένο με λουλούδια εποχής, το οποίο στη συνέχεια το εναποθέτουν είτε στον Επιτάφιο, είτε στον τάφο του προσφάτως αποβιώσαντος ενορίτη.Στην Σκιάθο άδονται την Μεγάλη Πέμπτη από ομάδες παιδιών, που γυρνούν από σπίτι σε σπίτι, κρατώντας καλαμένιους σταυρούς στολισμένους με λουλούδια της άνοιξης. Τα Κάλαντα της Μεγάλης Παρασκευής τείνουν σήμερα να εκλείψουν.

Το Μοιρολόι της Παναγίας

Σήμερον μαύρος ουρανός, σήμερον μαύρη μέρα

σήμερον όλοι θλίβονται και τα βουνά λυπούνται,

σήμερον έβαλαν βουλή οι άνομοι Εβραίοι,

οι άνομοι και τα σκυλιά και οι τρισκαταραμένοι,

για να σταυρώσουν τον Χριστό, τον πάντων βασιλέα.

Ο Κύριος ηθέλησε να μπει σε περιβόλι

να λάβει δείπνο μυστικό, να μην το λάβουν όλοι.

Η Παναγιά η Δέσποινα καθόταν μοναχή της,

τας προσευχάς της έκανε για το Μονογενή της.

Φωνή εξήλθ’ εξ ουρανού υπ’ αρχαγγέλου στόμα

σώνουν Κυρά μου οι προσευχές, σώνουν και οι μετάνοιες

και τον Υιό Σου πιάσανε και στον φονιά τον πάνε.

Σαν κλέφτη τον επιάσανε και σαν φονιά τον πάνε

και στου Πιλάτου τις αυλές εκεί τον τυραννάνε.

-Χαλκιά, χαλκιά, φτιάσε καρφιά, φτιάσε τρία περόνια.

Και κείνος ο παράνομος βαρεί και φτιάνει πέντε.

Συ, φαραέ, που τα ’φτιασες, πρέπει να μας διδάξεις.

-Βάλτε τα δυό στα πόδια του, τ’ άλλα τα δυό στα χέρια,

το πέμπτο το φαρμακερό βάλτε το στην καρδιά Του

να τρέξει αίμα και νερό να λιγωθεί η καρδιά του.

Η Παναγιά πλησίασε και τα δεξιά κοιτάξει, κανένα δε γνωρίζει.

Κοιτά και δεξιότερα, βλέπει τον Αη Γιάννη:

-Αη Γιάννη, Αη Γιάννη Πρόδρομε και Βαπτιστά του Υιού μου,

μην είδες τον Υιόκα μου τον διδάσκαλό σου;

-Δεν έχω στόμα να σου πω, γλώσσα να σου μιλήσω

Δεν έχω χέρι, πάλαμο για να σου Τον εδείξω.

Βλέπεις εκείνον τον γυμνό τον παραπονεμένο

όπου φορεί πουκάμισο στο αίμα βουτηγμένο;

Εκείνος είναι ο Γιόκα Σου και ο Διδάσκαλός Σου.

Η Παναγιά του μίλησε, η Παναγιά του λέει:

-Δε μου μιλείς παιδάκι μου, δε μου μιλείς παιδί μου;

-Τι να σου πω Μανούλα μου που διαφορά δεν έχεις;

Μόνο το Μέγα Σάββατο κοντά το μεσημέρι

που θα λαλήσει ο πετεινός, σημαίνουν οι καμπάνες.

 

Κάλαντα Λαζάρου 

Το Σάββατο του Λαζάρου (το Σάββατο πριν από την Κυριακή των Βαΐων) τα παιδιά γυρίζουν τα σπίτια και τραγουδούν τα ειδικά κάλαντα (Λαζαρικά) σε διάφορες παραλλαγές, που εξιστορούν την «εκ νεκρών έγερση» του Λαζάρου. Τελειώνοντας το τραγούδι τους τα Λαζαράκια, όπως αποκαλούνται οι καλαντιστές της ημέρας, συνεχίζουν με ευχετικούς και επαινετικούς στίχους για το σπίτι και δέχονται ως φιλοδώρημα αυγά που τα τοποθετούν σ’ ένα στολισμένο καλαθάκι (σε κάποιες περιοχές φρούτα ή χρήματα). Τον Λάζαρο τραγουδούν κυρίως κορίτσια σχολικής ηλικίας, τα οποία αποκαλούνται λαζαρίνες, λαζαρίτσες, λαζαρούδισσες κ.α. Γενικότερα, το Σάββατο του Λαζάρου λαμβάνει χαρούμενο χαρακτήρα, καθώς η έγερση του Λαζάρου προαναγγέλλει την Ανάσταση του Χριστού.

 

Ήρθε ο Χριστός απ’ την Καισαρία

Εκεί έβρισκε Μάρθα και Μαρία

Μάρθα, που ’ναι ο Λάζαρος ο αδερφός σας

φίλος του Χριστού και ιδικός μας;

Λένε αφέντη μου, που είναι απεθαμένος

Και με τους νεκρούς ανταμωμένους.

Ας υπάγουμε να τον ιδούμε

και στον τάφο του να λυπηθούμε.

Λέγε Λάζαρε, τι είδες στον Κάτω Κόσμο που επήγες;

Είδα φόβους, είδα τρόμους, είδα βάσανα και πόνους.

Όσα φύλλα έχει ο κίσσαρας και η πόλη παραθύρια

Τόσα καλά να δώσει ο Θεός εδώ που τραγουδούμε

και τη Λαμπρή, την Πασχαλιά καλόκαρδοι να βρούμε.

#####

Αν είναι με το θέλημα

και με τον ορισμό σας,

Λαζάρου την Ανάσταση

να πω στ’ αρχοντικό σας.

Έβγατε παρακαλούμε,

για να σας διηγηθούμε,

για να μάθετε τι εγίνη,

σήμερα στην Παλαιστίνη.

Σήμερον έρχεται ο Χριστός,

ο επουράνιος Θεός.

Εν τη πόλει Βηθανία,

Μάρθα κλαίει και Μαρία·

Λάζαρον τον αδερφό τους

τον γλυκύ και καρδιακό τους,

τρεις ημέρες τον θρηνούσαν

και τον εμοιρολογούσαν.

Την ημέρα την τετάρτη,

κίνησε ο Χριστός για να ’ρθη.

Και εβγήκεν κι η Μαρία

έξω από τη Βηθανία.

Και εμπρός του γόνυ κλει,

και τους πόδες του φιλεί.

-Αν εδώ ήσουν Χριστέ μου,

δεν θ’ απέθνησκε ο αδερφός μου.

Μα κι εγώ τώρα πιστεύω,

και καλότατα εξεύρω,

ότι δύνασ’ αν θελήσεις

και νεκρούς να αναστήσεις.

-Λέγε, πίστευε, Μαρία

άγωμεν εις τα μνημεία.

’Κείνοι παρευθύς επήγαν

και τον τάφο του εδείξαν.

Τον τάφο να μου δείξετε

και ’γω θε να πηγαίνω.

Τραπέζι να ’τοιμάσετε,

και ’γω τον ανασταίνω.

Επήγαν και του έδειξαν

τον τάφο του Λαζάρου.

Τους είπε και εκύλισαν

τον λίθο, πούχε απάνου.

Τότε κι ο Χριστός δακρύζει

και τον Άδη φοβερίζει:

-Άδη, Τάρταρε και Χάρο.

Λάζαρον θα σου τον πάρω.

Δεύρο έξω Λάζαρέ μου,

φίλε και αγαπητέ μου.

Παρευθύς από τον Άδη,

ως εξαίσιο σημάδι,

Λάζαρος απενεκρώθη,

ανεστήθη και σηκώθη.

Λάζαρος σαβανωμένος

και με το κηρί ζωσμένος.

Εκεί Μάρθα και Μαρία,

εκεί κι όλη η Βηθανία.

Μαθητές και Αποστόλοι

τότε ευρεθήκαν όλοι,

δόξα τω Θεώ φωνάζουν,

και το Λάζαρο εξετάζουν.

####

-Λάζαρε, πες μας τι είδες,

εις τον Άδη που επήγες;

-Είδα φόβους, είδα τρόμους,

είδα βάσανα και πόνους.

Δώστε μου λίγο νεράκι,

να ξεπλύνω το φαρμάκι.

Της καρδούλας μου το λέω,

και μοιρολογώ και κλαίω.

Του χρόνου πάλι να ’ρθουμε,

με υγεία να σας βρούμε.

Στον οίκο σας χαρούμενοι,

τον Λάζαρο να πούμε.

Σε τούτο τ’ αρχοντόσπιτο

πέτρα να μη ραϊσει.

Και ο νοικοκύρης του σπιτιού,

χρόνια πολλά να ζήσει.

Να ζήσει χρόνια εκατό,

και να τα ξεπεράσει.

Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/584/174

 

Άννα Μαρία

 

Σχολιάστε