ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΤΙΚΑ ΚΑΛΑΝΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ !

Τα κάλαντα είναι ένα σημαντικό κομμάτι των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς σε όλη την Ελλάδα. Γιατί λοιπόν να μη μάθουμε να τα λέμε με πολλούς τρόπους ;

ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΚΑΛΑΝΤΑ
Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά, ψηλή μου δενδρολιβανιά,
κι αρχή καλός μας χρόνος, εκκλησιά με τ’ άγιο θρόνο.
Αρχή που βγήκε ο Χριστός, άγιος και πνευματικός,
στη γη να περπατήσει, και να μας καλοκαρδίσει.
Άγιος Βασίλης έρχεται, και όλους μας καταδέχεται,
από την Καισαρεία, σ’ εισ’ αρχόντισσα κυρία.
Βαστάει εικόνα και χαρτί, ζαχαροκάντιο ζυμωτή,
χαρτί και καλαμάρι, δες και με το παλικάρι.
Το καλαμάρι έγραφε, τη μοίρα μου την έγραφε,
και το χαρτί ομίλει, Άγιέ μου καλέ Βασίλη.

ΜΑΚΕΔΟΝΙΤΙΚΑ ΚΑΛΑΝΤΑ
Ήρθε πάλι νέο έτος εις την πρώτη του μηνός,
ήρθα να σας χαιρετίσω, δούλος σας ο ταπεινός.
Ο Βασίλειος ο Μέγας, ιεράρχης θαυμαστός,
εις την οικογένειά σας να ’ναι πάντα βοηθός.
Τα παιδιά εις το σχολείο να πηγαίνουνε συχνά,
να μαθαίνουνε το βίο, της πατρίδας τα ιερά.
Και για τους ξενιτεμένους έχω να σας πω πολλά,
σας αφήνω καληνύχτα και του χρόνου με υγειά.

ΚΕΡΚΥΡΑΪΚΑ ΚΑΛΑΝΤΑ
Ας την καλησπερίσουμε τούτην την φαμελίαν, ο Θεός να την πολυχρονά και να ’χει την υγείαν.
Βασίλειε θαυματουργέ, ήλθα να σε παινέσω, που στων αγγέλων το χορό βρίσκεσαι εν τω μέσω.
Της Καισαρείας γέννημα, φλαστός Καππαδοκίας και ποιητής και λυτρωτής της θείας λειτουργίας.                                          Κάμνω, λοιπόν, καλήν αρχήν, επαίνους να συνθέσω, τον Άγιον Βασίλειον για να τον επαινέσω.

Να σας ειπώ τα θαύματα που έκαμε ο εαυτός του, με του Θεού τη δύναμη, που ήταν βοηθός του.

ΙΚΑΡΙΩΤΙΚΑ ΚΑΛΑΝΤΑ

  Άγιος Βασίλης έρχεται από πίσω απ’ το καμάρι,

   βαστά μυζήθρες και τυριά, βαστά κι ένα

      Φέρτε μας κρασί να πιούμε

και του χρόνου να σας πούμε.(δις, ανάστροφα)
Σ’ αυτό το σπίτι που ’ρθαμε τα ράφια είν’ ασημένια,

του χρόνου σαν και σήμερα να ’ναι μαλαματένια.
Φέρτε μας κρασί…
Σένα σου πρέπ’, αφέντη μου, καρέκλα καρυδένια,

για ν’ ακουμπάει η μέση σου η μαργαριταρένια.
Φέρτε μας κρασί…
Πολλά ’παμε τ’ αφέντη μας, ας πούμε της κυράς μας.
Κυρά ψηλή, κυρά λιγνή, κυρά μαυροματούσα.

Φέρτε μας κρασί…
Κι αν έχεις κόρη έμορφη βάλ’ τη να μας κεράσει,

να ευχηθούμε όλοι μας να ζήσει, να γεράσει.
Φέρτε μας κρασί…
Κι αν έχεις γιο στα γράμματα, βάλ’ τόνε στο ψαλτήρι

και ν’ αξιώσει ο Θεός να βάλει πετραχήλι.
Φέρτε μας κρασί…
Σ’ αυτό το σπίτι που ’ρθαμε πέτρα να μη ραγίσει

κι ο νοικοκύρης του σπιτιού χρόνους πολλούς να ζήσει.

ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΚΑΛΑΝΤΑ
Αρχιμηνιά, Πρωτοχρονιά, πρώτη του Γεναρίου,
που είναι του Χριστού γιορτή και του Αϊ-Βασιλείου.
Άγιος Βασίλης έρχεται από την Καισαρεία,
βαστάει πένα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι,
το καλαμάρι έγραφε και το χαρτί μιλούσε.
– Βασίλη, πόθεν έρχεσαι και πόθεν κατεβαίνεις;
– Από τη μάνα μ’ έρχομαι και στο σχολειό πηγαίνω.
– Βασίλη, ξέρεις γράμματα, πες μας την αλφαβήτα.
Και το ραβδί τ’ εβλάστησε και έβγαλε κλωνάρια
και πάνω στα κλωνάρια του πέρδικες κελαηδούσαν.

ΔΡΑΜΙΝΑ ΚΑΛΑΝΤΑ

Άγιους Βασίλης έρχιτι από την Γκαισαρεία,

σέρνει μουλάρια δώδικα, καμίλια δικαπέντι.

 Η μούλα η κανακαριά, που σκώνει τουν αφέντη,

σηκώνει τουν κι θέτει ντον σι πράσινα λιβάδια,

λιβάδια κι δρουσουπηγές κι αυλές μαρμαρουμένις

κι βάλι του χιράκι σου στην αργυρή σου τσέπη
και δώσ’ στα παλληκάρια σου πέντ’, έξ’, ουχτώ δουκάτα,

για να τα φάν’, για να τα πιουν και να τα τραγουδήσουν,

για να τα φάν’, για να τα πιουν, να πούνι κι του χρόνου.

ΚΡΗΤΙΚΑ ΚΑΛΑΝΤΑ (Α’ ΕΚΔΟΣΗ)
Ταχειά-ταχειά ν’ αρχιχρονιά κι αρχή του Γεναρίου,
αύριο ξημερώνεται τ’ Αγίου Βασιλείου.
Πρώτα που βγήκεν ο Χριστός στη γη να περπατήσει,

εβγήκε και χαιρέτησε όλους τους ζευγολάτες.
Τον πρώτο που χαιρέτησε ήταν o γιος Βασίλης.
– Καλώς τα κάνεις, Βασιλειό, καλόν ζευγάριν έχεις;
– Καλό το λες, αφέντη μου, καλό και ευλογημένο,
που το ’βλογά η Χάρη σου με το δεξιό σου χέρι,
με το δεξιό, με το ζερβό, με το μαλαματένιο.
– Για πες μου, Άη Βασίλη μου, πόσα μουζούρια σπέρνεις;
– Σπέρνω σταράκι δώδεκα, κριθάρι δέκα πέντε,

 ταή και ρόβι δεκαοχτώ κι από νωρίς στο στάβλο.
Εθέρισα κι αλώνεψα κι έκαμα χίλια μόδια

 και τα κορκοσκινίσματα χίλια και πεντακόσια.
Μα τ’ άλλα δεν εμέτρησα γιατί Χριστός επέρνα

και κειά που στάθην’ ο Χριστός χρυσόν δεντρίν εβγήκεν
και κειά που μεταπάτησε χρυσό κυπαρισσάκι,
που ’χε στην μέση τον σταυρό και στην κορφή την βρύση,
στα μεσοκλωναράκια του πέρδικα κακαρίζει.
– Κακάριζε, κακάριζε, πέρδικα κορωνάτη,
μα επά τον έχουν τον υγιό, το μοσχοκανακάρη.

ΠΟΝΤΙΑΚΑ ΚΑΛΑΝΤΑ
Αρχή κάλαντα κι αρχή του χρόνου κι αρχή του χρόνου.
Πάντα κάλαντα, πάντα του χρόνου πάντα του χρόνου.
Αρχή μήλον εν κι αρχή κυδών εν κι αρχή κυδών εν
Κι αρχή βάλσαμον το μυριγμένον το μυριγμένον.
Εμυρίστεν ατό ο κόσμος όλον ο κόσμος όλον.
Για μύριστ ατό και εσύ αφέντα καλέμ αφέντα.
Λύσον την κεσέ σ και δος παράδας και δος παράδας.
Κι αν ανιοιείς μας χαράν σην πόρτας σ χαράν σην πόρτας σ.
Ευχές Χρόνια Πολλά, πάντα και του χρόνου Καλή χρονία

και σ όλα τα σπίτια υείαν κι ευλοίαν.

ΜΑΝΙΑΤΙΚΑ ΚΑΛΑΝΤΑ
Ταχιά ταχιά ειν’ αρχιμηνιά, ταχιά ειν’ αρχή τον χρόνου,

αρχή ειν’ αρχή τα Κάλαντα, κι αρχή τον Γεναρίου.
Μέσα κοιμάται αφέντης μας, μαζί με την κυρά μας,

και ποιος να μπει και ποιος να βγει,και ποιος να τους ξυπνήσει;
Ξύπνησε, αφέντη, ξύπνησε, να φάμε και να πιούμε.
Αφέντη πύργος φαίνεσαι, κι ορθός σαν κυπαρίσσι,
και του ματιού σου η σαϊτιά, πύργους ξεθεμελιώνει,
πύργους και πετροπήγαδα, κι αυλές μαρμαρωμένες.
Είπαμε δα τ’ αφέντη μας, ας πούμε της κυράς μας.
Κυρά μαρμαροτράχηλη, και φεγγαρομαγούλα,

και κρουσταλλίδα του νερού,και πάχνη από τα χιόνια.
Όπου τον έχεις τον υγιό, τον λευκοχαναχάρη,

που λούζεις και χτενίζεις τον,και στο σχολειό τον στέλνεις.
Κι ο δάσκαλος τον έβαλε, να του χαλαναρχείσει,

κι εξέπασέ του το κερί,κι έκαψε το χαρτί του,

κι έκαψε και τα ρούχα του, τα μορφογαζωμένα,

κι ο δάσκαλος τον έδειρε,με το χρυσό βιτσάρι.
Παίρνει τον το παράπονο, την άκρην άκρη πάει,

στο δρόμο τον συναπαντούν,οι δώδεκα Απόστολοι:

«Έλα να φας, έλα να πιεις, έλα να τραγουδήσεις».

Χωλίδου Παναγιώτα Σοφία