ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ

 

Παγοπώλης

 

pagosΤο επάγγελμα του παγοπώλη ήταν ευκαιριακό, λόγω του ότι πάγο χρησιμοποιούσαν μόνο το καλοκαίρι. Έβρισκαν ένα καρότσι και πάνω σε αυτό μετέφεραν τον πάγο και περνούσαν από γειτονιά σε γειτονιά. Εάν είχαν την οικονομική δυνατότητα, αγόραζαν μια μεγάλη παγωνιέρα και την έστηναν στην άκρη του δρόμου για τους καλοκαιρινούς μήνες και έκαναν τον παγοπώλη.

Τα πολύ παλιά χρόνια, τον χειμώνα συγκέντρωναν χιόνι ή νερό σε μεγάλες γούρνες στην κορυφή ενός βουνού. Τον έσπαγαν σε κασμάδες και τον συντηρούσαν σε τρύπες ή ανοίγματα μέσα στο βουνό. Στη συνέχεια τον σκέπαζαν με φύλλα οξιάς και φτέρες και το καλοκαίρι κατέβαζαν κάθε μέρα παγοκολόνες με τα ζώα τους και τον πουλούσαν.

Ήταν κουραστική δουλειά το καλοκαίρι καθώς ξυπνούσαν από πολύ νωρίς και έκαναν πολλά χιλιόμετρα για να κατεβάσουν από το βουνό τον πάγο. Για να προστατέψουν τα χέρια τους από την ψύξη, κάλυπταν το μέρος του καρπού με κομμένες σαμπρέλες ή φορούσαν χοντρά γάντια. Χρησιμοποιούσαν ένα εργαλείο όπου τους βοηθούσε να σπάνε τον πάγο. Από τη μία μεριά ήταν κοπίδι και από την άλλη γάντζος. Χάραζε με το κοπίδι την παγοκολόνα και ύστερα με το γάντζο χτυπούσε στο άνοιγμα που έκανα και ο πάγος σχιζόταν αμέσως. Μετά από καιρό ο πάγος κατασκευαζόταν σε ειδικά εργοστάσια.

Το επάγγελμα του παγοπώλη υπήρχε ως τη δεκαετία του 1970 κυρίως σε αστικά κέντρα. Ο παγοπώλης πουλούσε τον πάγο περιφερόμενος στις220px-Bundesarchiv_Bild_183-47890-0001,_Berlin,_Kinder_mit_dem_Eismann γειτονιές, γιατί εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν ηλεκτρικά ψυγεία για τη συντήρηση των τροφίμων. Περιδιαβαίνοντας με το ειδικά διαμορφωμένο κάρο, την καρότσα ή το τρίκυκλό του γεμάτο παγοκολόνες που κατασκευάζονταν με ειδική διαδικασία σε ανάλογα εργαστήρια, τα παγοποιεία, τροφοδοτούσε όχι μόνο τα σπίτια αλλά και τα διάφορα μικρά μαγαζιά. Ο παγοπώλης φορούσε γάντια, για να μην παγώνουν τα χέρια του, μια ποδιά κάπως πλαστική για να μην παγώνει η κοιλιά του. Χειριζόταν έναν ειδικό γάντζο-κοπίδι με τον οποίο έπιανε τον πάγο, τον έκοβε και τον μετέφερε. Οι πάγοι τοποθετούνταν σε χτιστά ή ξύλινα ψυγεία εκείνης της εποχής (παγωνιέρες). Εκεί διατηρούσαν τα τρόφιμά τους οι οικογένειες και είχαν και δροσερό νερό το καλοκαίρι.

Με την ανάπτυξη της τεχνολογίας ο παγοπώλης εκτοπίστηκε και στη θέση του, όπως και του πάγου, διατίθενται πλέον τα ηλεκτρικά ψυγεία που μπορούν να καταψύξουν όλα τα τρόφιμα που θέλουμε.

images

 

Παγωτατζής

 

1634143059_bΟ παγωτατζής ήταν πλανόδιος πωλητής παγωτών  και υπήρχε ως τη δεκαετία του 1970. Πουλούσε παγωτό στεκόμενος σε πολυσύχναστα σημεία ή περιφερόμενος στις γειτονιές, καθώς εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν καταψύκτες στα περίπτερα, όπως σήμερα. Ήταν από τους «γραφικούς» πλανόδιους πωλητές. Για να ξεχωρίζει και να διακρίνεται στο πλήθος προκειμένου να έλκει πελατεία, φορούσε χαρακτηριστική άσπρη μπλούζα ή ποδιά, μαύρο ή μπλε παντελόνι και καπέλο πολλές φορές παρόμοιο με του μάγειρα. Το παγωτό που πουλούσε ήταν το πλέον γνωστό παγωτό-χωνί, ή αλλιώς χωνάκι. Χρησιμοποιούσε για τη δημιουργία, τη διατήρηση και τη μεταφορά του παγωτού τροχήλατη προθήκη με ψύξη, χειροκίνητη ή συνδυασμένη με τρίκυκλο ποδήλατο συνήθως με σκέπαστρο, λαϊκές ζωγραφιές και διάφορα σχέδια.  Ο παγωτατζής πάντα γνώριζε τα υλικά  και τις αναλογίες. Μέσα στον μεταλλικό του κάδο έβαζε το παγωτό, το οποίο έβγαινε σε διάφορες γεύσεις με επικρατέστερη το καϊμάκι. Το παγωτό περιείχε γάλα, σαλέπι, σιμιγδάλι, ζάχαρη αβγά κι εκείνη την εποχή βανίλια και άλλα πολλά υλικά. Ο Παγωτατζής σκέπαζε τον κάδο κι άρχιζε να τον περιστρέφει μέχρι να πήξει το παγωτό. Μετά το πάγωνε και ξεκινούσε με το καροτσάκι του να το πουλάει. Εμφανιζόταν προς το τέλος της άνοιξης, κατά το καλοκαίρι, ενώ από το φθινόπωρο και μετά ασκούσε άλλο επάγγελμα. Σήμερα, με την ανάπτυξη της τεχνολογίας, ο παγωτατζής έχει σχεδόν εκλείψει και στη θέση του πλέον βρίσκονται οι καταψύκτες των περιπτέρων. Ωστόσο, σε κάποιες περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα σε παιδικά πάρτι ή βαπτίσεις, συναντάμε τον παγωτατζή.

                    Παγωτατζής-στον-Αμπελώνα

 

Ο Νερουλάς

 

Ο νερουλάς ή νεροκόπος ήταν πλανόδιος πωλητής νερού σε κάθε γειτονιά. Προμηθευόταν νερό από τον Υμηττό και κουβαλούσε με γαϊδούρι, μουλάρι ή κάρο. Έκανε πολλά κοπιαστικά δρομολόγια και αμειβόταν περίπου 1 δεκάρα τον τενεκέ. Το επάγγελμα αυτό εκτοπίστηκε ταχύτατα με την ίδρυση της ΟΥΛΕΝ το 1930.Ο πιο διάσημος νερουλάς της χώρας μας ήταν ο Σπύρος Λούης.

                      cebdceb5cf81cebfcf85cebbceaccf82                              cf85ceb4cf81cebfcf86cf8ccf81ceb1

 

Ο Γανωτής

ganotis

 

Οι γανωτζήδες ήταν συνήθως πλανόδιοι τεχνίτες που αναλάμβαναν τον γαλβανισμό και το στίλβωμα των χάλκινων οικιακών σκευών, όπως τα ταψιά, τα καζάνια, τα κουτάλια, τα πηρούνια κλπ. Το «γάνωμα» έπρεπε να γίνεται συχνά για λόγους υγείας, κυρίως στα σκεύη που χρησιμοποιούσαν στο μαγείρεμα, οπότε οι γανωτζήδες είχαν δουλειά όλο τον χρόνο. Τα παλιά μπακιρένια οικιακά σκεύη (ταψιά, καζάνια, κουτάλια, πιρούνια κλπ.), με τον καιρό οξειδώνονταν και έπρεπε να γανωθούν, να περαστεί δηλαδή η επιφάνειά τους με ειδικό μέταλλο (καλάι – κασσίτερος). Είχαν μαζί τους τα απαραίτητα εργαλεία και έκαναν τη δουλειά τους επί τόπου, ενώ παλιότερα η πληρωμή τους ήταν σε είδος (αυγά, καλαμπόκι, σιτάρι, λάδι). Αφού καθάριζαν καλά τα σκεύη, αλείφανε το εσωτερικό τους με σπίρτο και το τρίβανε με κουρασάνι (=τριμμένο κεραμίδι). Μετά κράταγαν το σκεύος με την τσιμπίδα πάνω από τη φωτιά και έριχναν μέσα το νησιαντήρι (=χλωριούχο αμμώνιο), για να στρώσει καλύτερα το καλάι πάνω στο χάλκωμα. Αφού το σκούπιζαν καλά, άπλωναν το λιωμένο καλάι σε όλη την επιφάνεια του σκεύους με ένα χοντρό βαμβακερό ύφασμα… Στο τέλος το σκούπιζαν με καθαρό βαμβάκι για να γυαλίσει.

 

Ο Καλαθοποιός

 

Σε περιοχές που αφθονούσαν οι λυγαριές, οι μυρτιές, οι σφάκες (πικροδάφνες) και τα καλάμια, ευδοκίμησε και το επάγγελμα του καλαθοποιού. Από τις μυρτιές και κυρίως από τις λυγαριές οι καλαθοποιοί αποσπούσαν μακριές βίτσες με το τσερτσέτο (ειδικό μαχαίρι) και έκαναν τους σκελετούς για να πλέξουν με τα σχισμένα καλάμια καλάθια, κοφίνια, πετροκόφινα, μπουγαδοκόφινα και άλλα ενώ μόνο με τις βίτσες έπλεκαν τουπιά για τυρί, κόφες για τη μεταφορά των σταφυλιών κ.ά Την άνοιξη και το φθινόπωρο οι καλαθάδες ή καλαθοποιοί, πήγαιναν στις όχθες των ποταμιών ή στα ρυάκια από πηγές, εκεί έκοβαν διάφορα ευλύγιστα κλαδιά και με τη βοήθεια του κοφτερού μαχαιριού έσχιζαν τις βέργες   στα δύο και τα καλάμια σε μακριές λωρίδες. Τη δουλειά αυτή την έκαναν οι άνδρες. Οι γυναίκες φτιάχνανε τον σκελετό και  πλέκανε τις σχισμένες λωρίδες. Σιγά σιγά εμφανιζόταν το αποτέλεσμα τις εργασίας τους. Οι καλαθοποιοί πουλούσαν τα καλάθια τους στα παζάρια είτε στο φυσικό τους χρώμα είτε βαμμένα λευκά, κόκκινα και πράσινα. Σήμερα υπάρχουν καλαθοποιοί σε ορισμένα μέρη της Ελλάδας, όπως στη Φλώρινα και σε κάποια χωριά της Μεσσηνίας.

       230                 cebaceb1cebbceb1ceb8ceb1cf83-1

 

Ο Γαλατάς

 

Το επάγγελμα του γαλατά άρχισε κυρίως από Αλβανούς και Σκοπιανούς στις αρχές του 19ου αι.  και εξαλείφθηκε εντελώς στα τέλη του 20ου αι.. Ο γαλατάς πουλούσε γάλατα και άλλα τυροκομικά προϊόντα από γειτονιά σε γειτονιά. Συνήθως άφηναν το γάλα έξω από την πόρτα χωρίς να ενοχλούν ή άλλοτε τους περίμεναν οι νοικοκυρές στην πόρτα με μικρά κατσαρολάκια. Όταν αυτό το επάγγελμα βρισκόταν στο ζενίθ του, το ασκούσαν κυρίως άνθρωποι με καταγωγή από μέρη που παράγουν γάλα, ώστε να έχουν σίγουρη παραγωγή για όλη τη χρονιά. Στα μέσα του 20ου αι. δημιουργήθηκαν τα πρώτα μπουκάλια και ύστερα από λίγα χρόνια τα πρώτα supermarket. Έτσι, το επάγγελμα του γαλατά έφτασε στο ναδίρ του.

γαλατάς 1

Η ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ

Σχολιάστε