ΓΛΩΣΣΟΔΕΤΕΣ
Άσπρη πέτρα ξέξασπρη κι απ’ τον ήλιο ξεξασπρότερη.
Φτου σκουληκομυρμηγκότρυπα.
Μια πάπια, μα ποια πάπια; Μια πάπια με παπιά.
Η συκιά μας η διπλή, η διπλογυριστή, κάνει τα σύκα τα διπλά, τα διπλογυρι-γυριστά. Πάει ο σκύλος ο διπλός, ο διπλογυριγυριστός, να φάει τα σύκα τα διπλά, τα διπλογυριγυριστά.
Ο παπάς ο παχύς, έφαγε παχιά φακή. Γιατί παπά παχύ έφαγες παχιά φακή;
Η μυγδαλιά μου η τσιγδαλιά μου, η μυγδοτσιγδοκοκαλιά μου, κάνει μυγδαλίδια, τσιγδαλίδια, μυγδοτσιγδοκοκαλίδια.
Της καρέκλας το ποδάρι, ξεκαρεκλοποδαρώθηκε. Ποιος το ξεκαρεκλοποδιάριασε; Ο ξεκαρεκλοποδαράς.
Ο τζίτζιρας ο μίτζιρας ο τζιτζιμιτζιχότζιρας, ανέβηκε στη τζιτζιριά στη μιτζιριά στη τζιτζιμιτζιχοτζιριά, να κόψει τζίτζιρα μίτζιρα τζιτζιμιτζιχότζιρα.
Νερό, λινάρι, νερολίναρο, νεροκαθαρολίναρο. (x2)
Καλημέρα καμηλιέρη, καμηλιέρη καλημέρα.
Έρχεται ο κότσυφας, ο μότσυφας, με τα κοτσυφομοτσυφοπαιδόπουλά του να σου φάει τα σκουλήκια, τα μερμήγκια, τα σκουληκομερμηγκοπαιδόπουλά σου.
Εκκλησούλα μολυβδοκολοπελεκητή, ποιος σε μολυβδοκολοπελεκητούσε;
Ο γιος του μολυβδοκολοπελεκητή.
Μια τίγρη με τρία τιγράκια.
Έφαγα και χόρτασα, ζεστά ξερά σκαστά κουκιά, με τη ζεστή ξερή σκαστή κουτάλα.
Κοράλλι ψιλοκόραλλο και ψιλοκοραλλάκι.
Φίλος έδωσε σε φίλο τριαντάφυλλο με φίλο. Φίλε φύλαγε το φύλλο, μην το δώσεις σε άλλο φίλο.
Βαρέλι νεροβάρελο, ποιος σε νεροβαρελόδενε; Του νεροβαρελοδέτη ο γιος.
Το ξίδι του Ξέρξη ξίδιασε.
Κάστανα βραστά σκαστά με τη βραστή σκαστή κουτάλα. (x2)
Πίτα σπανακόπιτα, σπανακολαδόπιτα. Πίτα σπανακόπιτα, σπανακολαδοφραγκόσυκοπαντζαροκολοκυθόπιτα.
Σιδηροδρομικός σταθμός του Σιδηροκάστρου.
Ο ποντικός έπεσε από το παραθύρι και έσπασε τα τζιτζεμενοφλεμονδοπαγιοκοκκαλάκια του.
Μια κούπα καπακωτή, μια κούπα ξεκαπάκωτη, μια κούπα καπακωμένη, μια κούπα ξεκαπακωμένη!
Έκατσε η κουτσή κατσίκα κάτω.
Ανεβαίνω, κατεβαίνω, μπαινοβγαίνω κι ανεβομπαινοβγαινοκαταβαίνω. Βρίσκω πόρτες κλειδωτές, κλειδωμένες και κλειδαροαμπαρωμένες.
Τρεις έντεκα , τρεις δώδεκα, τρεις δεκαπέντε κι έντεκα κι εφτά κι οχτώ και δεκαοχτώ και πέντε κι έξι και μισό κι ένα και δύο κι ενάμισι και πε μου πόσα κάνουσι .
Το γυαλί μες το πηγάδι γυαλικομπολογάει.
Το γυαλί εις το τραπέζι , πώς γυαλίζει, πως κουμπίζει, πώς στραβοκουρδουμπελίζει;
Πάγκος δίπαγκος, τρίπαγκος, τετραδοταβλόπαγκος!
Από παλιά πουλά πουλιά, πουλά πολλά πουλιά από πολύ παλιά!
Ρερητόρευκα το ρερητορευμένο ρω.
Πέφτην έκοψαν τον πεύκο. Πέφτην πέφτει ο πεύκος κάτω. (Πέφτη: Πέμπτη) (x2)
Μπάμια μπαμιόμπαμια.
Τι ωραίος αραιός αέρας! Φύσα, αέρα αραιέ, να αερίζεις τις ροδιές στις μυρωμένες ρεματιές.
Μια κάμπια καμπήλωσε και μετά ξεκαμπηλώθηκε.
Ο Ρουμπής ο κουμπής ο ρουμποκομπολογής,επήγε να ρουμπέψει να κουμπέψει,να ρουμποκομπολογεύσει, και τον πιάσαν οι ρουμπήδες οι κουμπήδες,οι ρουμποκομπολογήδες
ΕΥΓΕΝΙΑ,ΕΛΕΝΗ,ΕΜΑΝΟΥΕΛΑ,ΕΦΗ,ΝΑΖΜΙΕ,ΤΖΟΥΛΙΑΝΑ,ΝΙΚΟΣ,ΤΑΣΟΣ!