Μπετόβεν

Ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν (γερμανικά: Ludwig van Beethoven, ορθή προφορά: Λούντβιχ φαν Μπέετχοφεν, ˈluːtvɪç fan ˈbeːthoːfn̩, 17 Δεκεμβρίου 1770 – 26 Μαρτίου 1827) ήταν Γερμανός συνθέτης και πιανίστας της κλασικής μουσικής. Πρόκειται για την κυριότερη φιγούρα της μετάβασης της μουσικής από την κλασική εποχή στο ρομαντισμό, και μέχρι σήμερα θεωρείται ως ένας από τους σπουδαιότερους συνθέτες όλων των εποχών. Μερικές από τις γνωστότερες συνθέσεις του περιέχουν 9 συμφωνίες, 5 κονσέρτα για πιάνο, 1 κονσέρτο για βιολί, 32 σονάτες για πιάνο, 16 κουαρτέτα εγχόρδων, μία Λειτουργία (Missa solemnis), καθώς και μία όπερα, τη Φιντέλιο. Η καριέρα του ως συνθέτη χωρίζεται διακριτά σε τρεις περιόδους, την πρώιμη, τη μέση και την τελευταία. Η πρώτη τελειώνει περίπου το 1802, η μέση διαρκεί από το 1802 έως και το 1812, ενώ η τελευταία αρχίζει το 1812 και τελειώνει το 1827, οπότε και πέθανε. Ο Μπετόβεν γεννήθηκε στη Βόννη, τότε πρωτεύουσα του Εκλεκτοράτου της Κολωνίας, το οποίο ήταν μέρος της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (σημερινή Γερμανία). Ήδη από μικρή ηλικία επέδειξε το ταλέντο που είχε στη μουσική, με τον πατέρα του, Γιόχαν βαν Μπετόβεν να είναι ο πρώτος του δάσκαλος, μαζί με τον Κρίστιαν Γκότλομπ Νέεφε. Σε ηλικία 21 ετών μετακόμισε στη Βιέννη, όπου ξεκίνησε να μαθητεύει στο πλευρό του Γιόζεφ Χάυντν, αποκτώντας παράλληλα και τη φήμη και το ρεπερτόριο του βιρτουόζου πιανίστα. Στη Βιέννη έζησε μέχρι και το θάνατό του. Κατά το τέλος της τρίτης δεκαετίας της ζωής του άρχισε να εξασθενεί η ακοή του, ώσπου αργότερα έγινε ολοκληρωτικά κωφός. Έτσι, το 1811, σταμάτησε να διευθύνει και να εκτελεί μπροστά σε κοινό, και καταπιάστηκε αποκλειστικά με τη σύνθεση.