Γράφει η Μαριαλένα Σαράφη…
Η ξιφασκία αποτελεί ένα απαιτητικό άθλημα καθώς ένας σωστός ξιφομάχος πρέπει να έχει σωματική αντοχή, ταχύτητα, σωστό συντονισμό, και συγκέντρωση την ώρα που αγωνίζεται. Είναι ένα άθλημα το οποίο πρωτοεμφανίστηκε στη δυτική Ευρώπη τη περίοδο του 19ου-20ου αιώνα και ήταν από τα πρώτα αθλήματα που εμφανίστηκαν στους ολυμπιακούς αγώνες.
Η ξιφασκία χωρίζεται σε 3 κατηγορίες με βάση τον τύπο του ξίφους:
1. Sabre: Ελαφρύ ξίφος, με σκοπό το χτύπημα στο πάνω μέρος του σώματος, περιλαμβάνονται το κεφάλι και οι ώμοι.
2. Epee: Βαρύτερο ξίφος, στο οποίο το χτύπημα μετράει σε οποιοδήποτε σημείο του σώματος του αντιπάλου.
3. flere: Ελαφρύ ξίφος, όπου το χτύπημα καταμετράται μόνο αν γίνει στο σώμα, από τη μέση και κάτω.
Κανόνες:
Οι κανόνες της ξιφασκίας είναι απλοί. Δύο αθλητές αγωνίζονται πάνω σε μια πίστα μήκους 14 μέτρων χωρίς να βγαίνουν από αυτή κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού. Ο στόχος του αθλητή είναι να πετύχει πρώτος τον αντίπαλο απότομα και να τον ξαφνιάσει καταφέρνοντας να πάρει ένα πόντο.
Αγώνες ξιφασκίας: Στην αρχή των αγώνων οι ξιφομάχοι χωρίζονται σε ομίλους μέχρι έξι με επτά άτομα και αγωνίζονται όλοι μεταξύ τους μέχρι να τελειώσουν όλα τα παιχνίδια. Στο παιχνίδι έχουν μετρημένα λεπτά για να πετύχουν πέντε χτυπήματα που απαιτούνται για να κερδίσουν τον αγώνα. Αφού ολοκληρωθεί η παραπάνω διαδικασία, με βάση την κατάταξη, ακολουθούν αγώνες άμεσου αποκλεισμού (οι οποίοι απαιτούν 15 χτυπήματα), ώστε οι αθλητές να μειώνονται και να ξεχωρίσουν οι καλύτεροι. Κατά την ώρα του αγώνα ο αθλητής πρέπει να βρίσκεται συνεχώς σε ετοιμότητα, να προσπαθεί να προβλέπει τις κινήσεις του αντιπάλου του και να αντιδρά με γρήγορο και αποτελεσματικό τρόπο.
